Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 4: Ο Δεκέμβρης του 1944-προς την ρήξη

ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1944

Το στρατιωτικό ζήτημα οδηγεί στη ρήξη

Οι διεργασίες γύρω από τη λύση του στρατιωτικού προβλήματος ξεκίνησαν στις αρχές Νοέμβρη 1944. Στις 3/11 ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε την Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη με εξαίρεση τη Μήλο και την Κρήτη. Και ο Γ. Παπανδρέου – ύστερα από υπόδειξη του Σκόμπι και χωρίς να έχει ασχοληθεί με το θέμα το Υπουργικό Συμβούλιο – δήλωνε στις 5 Νοεμβρίου για το στρατιωτικό ζήτημα: «Μετά τη συντελεσθείσαν πλήρην απελευθέρωσιν της Ελλάδος λήγει και η ηρωική μας αντίστασις. Είναι, επομένως, φυσικόν ότι επακολουθεί και η αποστράτευσις των ανταρτικών μας ομάδων αντιστάσεως ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, η οποία και ορίστηκε διά την 10η Δεκεμβρίου. Οι μόνιμοι αξιωματικοί των ανταρτικών σωμάτων επανέρχονται εις τον τακτικόν μας στρατόν, όπου θα εύρουν θέσιν ανάλογον με τα εθνικάς των υπηρεσίας. Οι έφεδροι αξιωματικοί, εάν επιθυμούν να μονιμοποιηθούν, θα εισέλθουν εις ειδικήν σχολή εκπαιδεύσεως. Αι λεπτομέρειαι του τρόπου αποστρατεύσεως θα καθορισθούν εν συνεννοήσει με τους αρχηγούς των ανταρτικών ομάδων στρατηγούς Σαράφην και Ζέρβαν» (Γ. Παπανδρέου: «Κείμενα – Η απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδόσεις ΜΠΙΡΗΣ, σελ. 195 – 196). Ο Παπανδρέου ψευδόταν ασυστόλως όταν επικαλούνταν την απελευθέρωση της χώρας ως αιτία για τη διάλυση των ανταρτικών σωμάτων και ιδιαίτερα του ΕΛΑΣ. Η χώρα δεν είχε απελευθερωθεί εξ ολοκλήρου. Αλλά, πέραν αυτού ο πόλεμος κατά του φασισμού συνεχιζόταν στην Ευρώπη και δεν υπήρχε κανένας λόγος να αποστρατευτούν οι αντιστασιακές ένοπλες οργανώσεις στις απελευθερωμένες περιοχές. Τέλος, ο Παπανδρέου, ενώ εκφραζόταν ευκόλως και με σαφήνεια σε ό,τι αφορούσε το ενδεχόμενο διάλυσης των αντάρτικων δυνάμεων, ποιούσε σιγήν ιχθύος σχετικά με τη διάλυση των στρατιωτικών σωμάτων της Μ. Ανατολής. Οι προθέσεις του, καθώς και αυτές των Βρετανών καθοδηγητών του ήταν καθαρές.

Ωμές επεμβάσεις του Σκόμπι

Μετά τις παραπάνω δηλώσεις Παπανδρέου αρχιστράτηγος – βάσει της συμφωνίας του Λιβάνου – των υπό δημιουργία νέων ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και επιφορτισμένος με το καθήκον της ανασυγκρότησης τους, ανέλαβε ο δημοκρατικός στρατηγός Οθωναίος, ο οποίος όμως δεν έμεινε και για πολύ στη θέση αυτή. Αναλαμβάνοντας καθήκοντα, όρισε επιτελάρχη του τον αρχηγό του ΕΛΑΣ στρατηγό Στ. Σαράφη. Ομως ο Σκόμπι είχε διαφορετική γνώμη. Σε ρόλο επικυρίαρχου της Ελλάδας όχι μόνο απέρριψε αυτή την επιλογή του Οθωναίου αλλά και του υπέδειξε ότι στη θέση του επιτελάρχη έπρεπε να τοποθετηθεί ο Χίτης στρατηγός Βεντήρης. Η εξέλιξη αυτή και η δουλική στάση του πρωθυπουργού Παπανδρέου στις απαιτήσεις των Αγγλων οδήγησαν το στρατηγό Οθωναίο σε παραίτηση.

Στις 9/11 ένας νέος παράγοντας προστέθηκε στο στρατιωτικό ζήτημα. Εφθασαν στην Αθήνα οι πραιτοριανοί της Ορεινής Ταξιαρχίας, με αποστολή καθορισμένη από τον ίδιο τον Τσόρτσιλ να ανοίγουν πυρ κατά του λαϊκού κινήματος, όπου κρίνουν αναγκαίο. Τα πράγματα περιπλέκονταν ακόμη περισσότερο και ο Παπανδρέου κατ’ επιταγήν των Βρετανών υπαναχωρούσε από την αρχική συμφωνία για διάλυση όλων των ανταρτικών και άλλων στρατιωτικών δυνάμεων της Μ. Ανατολής και τη δημιουργία εθνικού στρατού μέσα από την τακτική στρατολογία με την κλήση κλάσεων.

Υστατη προσπάθεια του ΕΑΜ

Στα ύψη ανεβασμένο το κύρος του ΕΑΜ στο λαό

4o-1-11-96-EAM-ELAS_1.jpg (24435 bytes)

Σε μια ύστατη προσπάθεια να αποτραπεί η ρήξη, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ πρότειναν τη συγκρότηση τμήματος ενιαίου εθνικού στρατού, που θα αποτελούνταν από την «ορεινή ταξιαρχία», τον «ιερό λόχο», τμήματα του ΕΔΕΣ και μια ταξιαρχία του ΕΛΑΣ «ίση προς το άθροισμα των άνω δυνάμεων και με ίσον οπλισμόν». Ο Γ. Παπανδρέου αποδέχτηκε αρχικά την πρόταση αυτή, για να την αναιρέσει στη συνέχεια, ύστερα από εντολή του στρατηγού Σκόμπι και του Βρετανού πρεσβευτή Λίπερ. Στις 28/11/44, μάλιστα, ανακοίνωσε ένα αλλοιωμένο κείμενο ως δήθεν συμφωνία με το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, που, αν εφαρμοζόταν, έδινε τη δυνατότητα στους Εγγλέζους και τους ντόπιους συνεργάτες τους να αφοπλίσουν το λαϊκό κίνημα. Καταρχήν, δινόταν η δυνατότητα στον ΕΔΕΣ να συμμετέχει στο τμήμα του εθνικού στρατού με δύναμη ανάλογη αυτής που θα συμμετείχε ο ΕΛΑΣ, πράγμα που ήταν έξω από τη συμφωνία. Επίσης, έμεναν ανέπαφα τα στρατιωτικά τμήματα του Ιερού Λόχου και της Ορεινής Ταξιαρχίας, με αποτέλεσμα οι στρατιωτικές δυνάμεις της αντίδρασης να ήταν υπέρτερες του ΕΛΑΣ, αν αυτό γινόταν αποδεκτό. Ακόμη το τμήμα στρατού που θα συγκροτούνταν δε θα ήταν ενιαίο, αλλά θα αποτελούνταν από ασύνδετες μεταξύ τους δυνάμεις. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας λογικής – αν γινόταν αποδεχτή – δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Στο όνομα του δήθεν εθνικού στρατού οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ θα μπορούσαν με μια διαταγή να σταλθούν στα σύνορα και το λαϊκό κίνημα θα βρισκόταν έρμαιο κάτω από τις λόγχες των Βρετανών και των ντόπιων πραιτοριανών. Φυσικό επόμενο ήταν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ να απορρίψουν τα τερτίπια του Παπανδρέου και των Εγγλέζων. Και κάτω από την αδιάλλακτη στάση της αντίδρασης η ρήξη πλέον ήταν αναπόφευκτη.

Οι Σβώλος – Καφαντάρης ξεσκεπάζουν τους υπεύθυνους

Η φωτογραφία μιλάει μόνη της…

4o-1-11-96-EAM_2.jpg (21829 bytes)

Για τη σημασία που είχε το στρατιωτικό ζήτημα στα Δεκεμβριανά και για το ποιοι ευθύνονταν για τη ρήξη είναι αποκαλυπτικό το άρθρο του Σβώλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΜΑΧΗ» στις 5/12/1945: «Στο σχέδιο συμφωνίας με την Αριστερά – λέει ο Σβώλος – που μονόγραψε ο κ. Παπανδρέου στις 22 Νοεμβρίου, όρισε ο ίδιος ρητά ότι θα διελύετο ουσιαστικά και η Ορεινή Ταξιαρχία, με τη χορήγηση αορίστου αδείας στους άνδρες της. Δυστυχώς ο Παπανδρέου μετέβαλε τη συμφωνία, γιατί όπως εξήγησε ο ίδιος πολλές φορές, η βρετανική κυβέρνηση (ειδικότερα η επιθυμία του Τσόρτσιλ) και η απόφαση των εδώ βρετανικών στρατιωτικών αρχών δεν επέτρεψαν τη διάλυση της ταξιαρχίας… Λαμβάνοντας υπόψη την επιθυμία του πρωθυπουργού να ανταποκριθεί, όπως έλεγε, στην απαίτηση του κ. Σκόμπι για τη διατήρηση της ορεινής ταξιαρχίας… Υποβάλαμε, ο σ. Ζέβγος, ο Τσιριμώκος κι εγώ στον Παπανδρέου, συνεννοημένοι με τον Σαρηγιάννη, ένα σχέδιο δημιουργίας μεικτού στρατιωτικού τμήματος που θ’ απαρτίζετο από την υφισταμένη τότε Ορεινή Ταξιαρχία, τον Ιερό Λόχο, ένα τμήμα του ΕΔΕΣ και μια ταξιαρχία του ΕΛΑΣ που συμφωνήθηκε να έχει δύναμη και οπλισμό, ίσα με το σύνολο όλων των άλλων δυνάμεων που θα διατηρούνταν. Το τμήμα αυτό θα ήταν κάτι σαν μεραρχία, θα είχε όπως επίσης συμφωνήσαμε, ενιαία διοίκηση. Αναφέρθηκαν μάλιστα και ονόματα υποψηφίων μεράρχων… Δυστυχώς ο Παπανδρέου, ενώ συμφωνήσαμε στη βάση αυτή, δημοσίευσε την άλλη μέρα εντελώς αλλιώτικο το μέρος αυτό του σχεδίου μας, έτσι που εματαιώνετο ο σκοπός του… Το ξέσπασμα της δυσπιστίας από την πλευρά της Αριστεράς ήταν δικαιολογημένο και ευεξήγητο. Επιμείναμε ακόμα στη συνεννόηση. Ζητήσαμε από τον Παπανδρέου να επανέλθει στο αρχικό που είχε συμφωνηθεί, αλλά στο μεταξύ το ΚΚΕ, ζητώντας ριζικότερες λύσεις, ξαναγύρισε σ’ εκείνο που και ο Παπανδρέου θεωρούσε λογικό, αλλά αδύνατο, επειδή δεν το επέτρεπαν οι Αγγλοι, στην ιδέα της αποστράτευσης όλων, Ορεινής Ταξιαρχίας, Ιερού Λόχου και ανταρτών. Ο Παπανδρέου στο σχέδιο που του ανέπτυξε ο Σιάντος δεν αντέταξε παρά μόνο την άρνηση των Αγγλων και την αδυναμία του να μεταβάλει τις αντιλήψεις τους.».

Ετσι για χάρη των Εγγλέζων και των πραιτοριανών τους φτάσαμε στη Δεκεμβριανή σύγκρουση. Κι αυτό ακριβώς φώναξε στον Γ. Παπανδρέου ο Καφαντάρης στην πολιτική σύσκεψη των παρατάξεων (26/12/44), όταν ο Τσόρτσιλ ήρθε στην Αθήνα. «Αν ο κ. Παπανδρέου – είπε στη σύσκεψη ο Καφαντάρης – ενόμιζε ότι έπρεπε να οδηγηθούμε σε σύρραξη θα όφειλε να διαλέξει άλλες αφορμές και όχι το ζήτημα των 2.000 πραιτοριανών, όταν μάλιστα είχε δεχτεί τη διάλυσή τους και κατόπιν υπαναχώρησε.» (Π. Ρούσου, «Η Μεγάλη Πενταετία», τόμος Β`, σελ. 367 και «Λευκή Βίβλος ΕΑΜ», σελ. 61. ).

Πηγή: Ειδικό αφιέρωμα Ριζοσπάστη

Πίσω στα περιεχόμενα

https://erodotos.wordpress.com/istoria-dse/

Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 3: Ο Δεκέμβρης του 1944 (Δεκεμβριανά)

ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1944

Το στρατιωτικό ζήτημα και η σημασία του

Ο ΕΛΑΣ, εμπειροπόλεμος και ετοιμοπόλεμος όπως ήταν, αποτελούσε τον σοβαρότερο ανασταλτικό παράγοντα στα σχέδια των Αγγλων και της ντόπιας ολιγαρχίας

3o-31-10-96-ELAS_1.jpg (20993 bytes)

Το κύριο πρόβλημα των Αγγλων, της ντόπιας οικονομικής ολιγαρχίας και των πολιτικών εκπροσώπων της ήταν η διασφάλιση των συμφερόντων τους στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η επιδίωξη αυτή εκ των πραγμάτων απαιτούσε την καθυπόταξη του λαϊκού κινήματος, την ποδηγέτηση δηλαδή και συντριβή των ΕΑΜικών αντιστασιακών οργανώσεων και του ΚΚΕ ως προϋπόθεση για την παλινόρθωση του προπολεμικού αστικού καθεστώτος στη χώρα. Η Κατοχή και η Αντίσταση είχαν αλλάξει ριζικά τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Τα παλιά αστικά κόμματα είχαν καταντήσει κόμματα – σφραγίδες κι αν είχαν επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο, μετά την Απελευθέρωση, αυτό οφειλόταν στις αδικαιολόγητες υποχωρήσεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο Λίβανο και στην Καζέρτα. Από την άλλη μεριά, ο λαός, συσπειρωμένος στη συντριπτική του πλειοψηφία γύρω από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, με την πάλη του κατά του φασισμού, είχε ήδη δημιουργήσει από τα χρόνια της Κατοχής ένα νέο τύπο εξουσίας, που ξέφευγε από τα πλαίσια του αστικού συστήματος και έτεινε προς τη λαϊκοδημοκρατική και σοσιαλιστική αναγέννηση της χώρας. Πέραν όμως αυτού, η ΕΑΜική – λαϊκή πλειοψηφία είχε κι ένα ακόμη σημαντικό ατού: Ηταν εξοπλισμένη, αφού είχε δημιουργήσει το δικό της λαϊκό στρατό, τον ΕΛΑΣ και τις άλλες ένοπλες ΕΑΜικές αντιστασιακές οργανώσεις. Συνεπώς, πρώτη επιδίωξη της ντόπιας και ξένης αντίδρασης ήταν να αφοπλίσει το λαό. Ο ΕΛΑΣ, εμπειροπόλεμος και ετοιμοπόλεμος όπως ήταν – με μάχιμη και εφεδρική δύναμη 130.000 περίπου ανδρών – αποτελούσε το σοβαρότερο ανασταλτικό παράγοντα στα σχέδιά της. Χωρίς τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, οι επιδιώξεις της ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν. Κι ακριβώς αυτό, η επιδίωξη δηλαδή να αφοπλιστεί το λαϊκό κίνημα για να μπορέσουν στη συνέχεια να το καθυποτάξουν, έφεραν ως αποτέλεσμα τα Δεκεμβριανά.

Το στρατιωτικό ζήτημα πριν την Απελευθέρωση

3o-31-10-96-ARHS_2.jpg (14365 bytes)

Η προσπάθεια διάλυσης του ΕΛΑΣ εντάχθηκε στα πλαίσια της λύσης του στρατιωτικού προβλήματος της χώρας μετά την Απελευθέρωση. Στα πλαίσια που υπαγόρευε δηλαδή η ανάγκη για τη συγκρότηση εθνικών ενόπλων δυνάμεων στη μεταπολεμική Ελλάδα. Πρώτη νύξη στο πρόβλημα έγινε στο συνέδριο του Λιβάνου. Εκεί αποφασίστηκε ότι το μεταπολεμικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας θα λυνόταν ειρηνικά μέσα από εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης και Βουλής και μέσα από δημοψήφισμα, ώστε να αποφανθεί ο λαός αν θα καταργούσε ή όχι τη μοναρχία. Τα πράγματα θα οδηγούνταν σ’ αυτή την εξέλιξη με ευθύνη κυβέρνησης εθνικής ενότητας υπό τον Γ. Παπανδρέου και με τη συμμετοχή όλων των παρατάξεων. Η κυβέρνηση αυτή θα αντιμετώπιζε και το στρατιωτικό ζήτημα με τη διάλυση των αντάρτικων και άλλων στρατιωτικών σωμάτων και τη συγκρότηση εθνικού στρατού μέσα από κανονική στρατολογία κλάσεων. Το στρατό αυτό θα στελέχωναν επαγγελματίες στρατιωτικοί και αντάρτες αρχηγοί που ήθελαν να ακολουθήσουν στρατιωτική καριέρα. Να πώς περιγράφει τη λύση του στρατιωτικού ζητήματος ο Γ. Παπανδρέου, στις 18/10/1944, μιλώντας στο λαό της Αθήνας στο Σύνταγμα: «Εν τη μερίμνη προς αποκατάστασιν του Ελευθέρου Ελληνικού κράτους, η κυβέρνησις θα επιδιώξη την ανασύνταξιν των ενόπλων δυνάμεων του Εθνους, με κριτήρια αποκλειστικώς εθνικά και Στρατιωτικά, όπως προσδιορίζει το Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου. Θα αποδοθούν αι δίκαιαι τιμαί εις τους γενναίους αγωνιστάς των ανταρτικών μας δυνάμεων και τα στελέχη των θα εύρουν την πρέπουσα θέσιν εις τον ανασυντασσόμενον τακτικόν μας Στρατόν. Βάση του εθνικού μας Στρατού διά το μέλλον, όπως συνέβαινε ανέκαθεν εις την Ελλάδα και όπως συμβαίνει εις όλους τους Ελευθέρους λαούς, θα είναι η τακτική στρατολογία. Ολόκληρος ο ελληνικός λαός διεκδικεί την τιμήν να είναι υπερασπιστής της Πατρίδος.» («Ντοκουμέντα της αντίστασης», εκδόσεις ΠΟΝΤΙΚΙ, σελ. 233 – 234). Η λύση αυτή – ως γενικό περίγραμμα θέσεων – έβρισκε σύμφωνο και το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ.

Αλλοι οι πραγματικοί σκοποί

Η ντόπια και ξένη αντίδραση, φυσικά, δεν επιθυμούσε να πραγματοποιήσει όσα υποσχόταν στα λόγια κι όσα αποδεχόταν στις συμφωνίες. Γνώριζε καλά πως δε θα μπορούσε να έχει υπό τον έλεγχό της και να χρησιμοποιήσει για τους αντιλαϊκούς της σκοπούς ένα στρατό με τις παραπάνω προδιαγραφές, όπως τις περιγράφει στο λόγο του ο Γ. Παπανδρέου. Αν γινόταν κανονική στρατολογία, η βάση του στρατού θα ήταν στη συντριπτική της πλειοψηφία ΕΑΜική και ΕΛΑΣίτικη. Αν ο στρατός στελεχωνόταν από αντιστασιακούς επαγγελματίες στρατιωτικούς και αντάρτικα στελέχη, το αποτέλεσμα θα ήταν πάλι το ίδιο. Η αντίδραση χρειαζόταν ένα στρατό του χεριού της κι αυτό σήμαινε πως οι ΕΑΜίτες και οι ΕΛΑΣίτες έπρεπε να αποκλειστούν, στόχος που πέρναγε αποκλειστικά μέσα από τη συντριβή του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜικού αντιστασιακού κινήματος.

Ο Γ. Παπανδρέου, από την εποχή του Λιβάνου ακόμη, δεν έκρυβε αυτές του τις επιδιώξεις. Στις 13/7/1944, λίγες εβδομάδες μετά τη Διάσκεψη – παρόλο που υποτίθεται ότι εξέφραζε, ως πρωθυπουργός, την κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» – σε συνάντησή του με τον υπαρχηγό του ΕΔΕΣ, Κ. Πυρομάγλου, ρωτούσε τον τελευταίο αν ο ΕΔΕΣ είναι σε θέση να διαλύσει τον ΕΛΑΣ. Η απάντηση του Πυρομάγλου δεν τον ικανοποίησε. Και ο Γ. Παπανδρέου ξεκαθάρισε στον συνομιλητή του:

    • «Τότε τον ΕΛΑΣ, θα τον διαλύσω με τους Αγγλους».
    • «Προ ή μετά την απελευθέρωσιν, κύριε πρόεδρε;».
    • «Μετά την απελευθέρωσιν»

(Κ. Πυρομάγλου: «Η Εθνική Αντίστασις», Εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ, σελ. 274).

Ακριβώς σ’ αυτή τη γραμμή κινήθηκε και αυτή τη γραμμή υπηρέτησε. Αλλά και οι Εγγλέζοι, που ήταν οι εμπνευστές, καθοδηγητές και στη συνέχεια οι εκτελεστές αυτής της υπόθεσης έκαναν ό,τι ήταν δυνατό για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Ενδεικτικό των προθέσεών τους είναι το παρακάτω τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ προς τον υπουργό του επί των Εξωτερικών, Α. Ιντεν, στις 7/11/44: «Ελπίζω – έλεγε ο Τσόρτσιλ – ότι η ελληνική ταξιαρχία θα φτάσει σύντομα και ότι δε θα διστάσει να ανοίγει πυρ, όπου είναι αναγκαίο… Χρειαζόμαστε άλλες 8 με 10 χιλιάδες στρατιώτες για να κρατήσουμε για λογαριασμό της ελληνικής κυβερνήσεως, την πρωτεύουσα και τη Θεσσαλονίκη. Το θέμα επεκτάσεως της ελληνικής εξουσίας πρέπει να το εξετάσουμε αργότερα». Η αντίδραση οδηγούσε τα πράγματα σε ρήξη με το ΕΑΜικό κίνημα και στήριξε αυτές της τις επιδιώξεις στις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις που βρίσκονταν στην Ελλάδα, στις αντικομμουνιστικές οργανώσεις των συνεργατών των Γερμανών και κάθε λογής δοσιλόγων, καθώς και στα στρατιωτικά σώματα ελλήνων πραιτοριανών που είχε υπό τον έλεγχό της. Η Ορεινή Ταξιαρχία, π.χ., για την οποία κάνει λόγο στο τηλεγράφημά του ο Τσόρτσιλ, αλλά και ο Ιερός Λόχος είχαν δημιουργηθεί από ακραιφνή ακροδεξιά και φασιστικά στοιχεία, μετά την καταστολή του κινήματος της Μέσης Ανατολής.

Πηγή: Ειδικό αφιέρωμα Ριζοσπάστη

Πίσω στα περιεχόμενα

https://erodotos.wordpress.com/istoria-dse/