Χρονολογικό αφιέρωμα στο Δεκέμβρη του 1944: 18 Δεκέμβρη

Από τις βομβαρδισμένες γειτονιές της Αθήνας

Από τις βομβαρδισμένες γειτονιές της Αθήνας

Τις πρώτες πρωινές ώρες ισχυρές βρετανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν επιθέσεις σε Ζάππειο, Μακρυγιάννη, Βεΐκου-Φιλοπάππου και στο μέτωπο Νέας Σμύρνης-Καλλιθέας. Ο Αρδηττός μετατράπηκε σε «νεκρή ζώνη». Η Συγγρού πέρασε εξολοκλήρου στον έλεγχο του εχθρού. Παρόλα αυτά, πέρα από μια σειρά καίριες οδικές αρτηρίες και υψώματα-κλειδιά, λίγη «πρόοδος» είχε γίνει μέσα στους συνοικισμούς. Ο ΕΛΑΣ ανακατέλαβε το λόφο του Φιλοπάππου, τον Ηλεκτρικό Σταθμό του Φαλήρου και τα ψυγεία «ΦΙΞ», όπου πήρε πολλούς αιχμαλώτους. Κατάφερε επίσης να απωθήσει τα επιτιθέμενα αποικιακά στρατεύματα πέρα από την πλατεία της Καλλιθέας και να κρατήσει το μέτωπο στην γραμμή Νέο Φάληρο-Μοσχάτο-οδός Πειραιώς.

Σημαντική ήταν τέλος η κατάληψη του οχυρωμένου συγκροτήματος των φυλακών Αβέρωφ, που επετεύχθη έπειτα από πολύωρες σκληρές μάχες σώμα με σώμα, φυλάκιο το φυλάκιο. Στις φυλακές κρατούνταν πάνω από 250 δωσίλογοι-στελέχη του κατοχικού κρατικού μηχανισμού. Χάρη όμως στην κινητοποίηση ισχυρών ενισχύσεων της Ορεινής Ταξιαρχίας και την παρέμβαση βρετανικών αρμάτων μάχης, οι περισσότεροι εξ αυτών φυγαδεύτηκαν. Ανάμεσά τους, οι κατοχικοί πρωθυπουργοί Ι. Ράλλης και Ι. Τσολάκογλου, ο Διοικητής της Γενικής Ασφάλειας Ν. Μπουραντάς, ο αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας Ι. Πλυτζανόπουλος, ο στρατηγός Πάγκαλος, κ.α. Ο ΕΛΑΣ κατάφερε να αιχμαλωτίσει το 1/3 περίπου των δωσιλόγων του Αβέρωφ, μεταξύ των οποίων και ο κατοχικός υπουργός Εθνικής Άμυνας υποστράτηγος Γ. Μπάκος (εκτελέστηκε από τον ΕΛΑΣ στις 6 Γενάρη 1945).

Το Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ άρχισε να παίρνει μέτρα για τη δημιουργία «διαδρόμων ασφαλείας» προς το Βορρά, ώστε να αποτραπεί ενδεχόμενος εγκλωβισμός των μαχητών, αν κάποιο μέτωπο αποκόπτονταν. Ταυτόχρονα, ο ΕΛΑΣ άρχισε να χρησιμοποιεί το μέτρο της «ομηρίας» ως ύστατο μέτρο ασφαλείας.[1]

***

[1] Πρόκειται για ένα μέτρο, που, παρότι είχε επιστρατευτεί από τον αντίπαλο από πολύ νωρίς και μαζικά, υιοθετήθηκε από τον ΕΛΑΣ με μεγάλη επιφύλαξη και σε περιορισμένη κλίμακα (κυρίως σε δωσίλογους). Αρκεί να σημειώσουμε πως ο συνολικός αριθμός των ομήρων που πήραν οι εγχώριες αστικές και βρετανικές δυνάμεις έφτασε τους 14.000, εκ των οποίων οι 8.000 εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Β. Αφρική (Ελ Τάμπα και Τομπρούκ), 5.000 κλείστηκαν σε στρατόπεδα εντός Αττικής, ενώ 1.000 περίπου ήταν όμηροι του Ζέρβα στην Ήπειρο. Βλ. Νίκανδρος Κεπέσης, Δεκέμβρης του 1944, σελ.373, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1994.

Πηγή: «Δεκέμβρης του ’44: Κρίσιμη ταξική σύγκρουση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2014 – Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944″

Χρονολογικό αφιέρωμα στο Δεκέμβρη του 1944: 17 Δεκέμβρη

Βρετανικά άρματα μάχης στις μάχες τις Αθήνας

Βρετανικά άρματα μάχης στις μάχες τις Αθήνας

Ισχυρές βρετανικές δυνάμεις άρχισαν να προελαύνουν κατά μήκος της Λ. Συγγρού. Το βασικό «οχυρό» του ΕΛΑΣ στο εργοστάσιο του «ΦΙΞ» εμβολίστηκε με άρματα μάχης. Όλοι οι υπερασπιστές του έπεσαν μαχόμενοι. Η επίθεση των Βρετανών στου Ψυρρή αποκρούστηκε, όμως το Τάγμα Κορίνθου του ΕΛΑΣ (που πολεμούσε στο μέτωπο του Μακρυγιάννη) υπέστη σοβαρές απώλειες: οι 155 από τους 307 συνολικά μαχητές του σκοτώθηκαν στη μάχη.

Ωστόσο, παρά το αυξανόμενο πλεονέκτημα του αντιπάλου σε άντρες και όπλα, ο ΕΛΑΣ συνέχισε να σημειώνει νίκες, καταλαμβάνοντας την έπαυλη Θων, ανακαταλαμβάνοντας το Δημαρχείο, κ.α. Ο ΕΛΑΣ ανακατέλαβε επίσης τον Αρδηττό: «Οι ΕΛΑΣίτες προχωράνε σα δαιμονισμένοι. Στο πρώτο χαράκωμα δύο ΕΛΑΣίτες, ο Κ. Γκίκας (Μαχαίρας) και ο Αργύρης Κ., πιάνουν μόνοι τους 11 αιχμαλώτους οπλισμένους με αυτόματα. Τους αφοπλίζουν και προχωράνε για το επόμενο χαράκωμα…Σε λίγο ο Άρδηττος είναι στα χέρια του ΕΛΑΣ…»[1] Ο ΕΛΑΣ κατάφερε ακόμη να καταρρίψει και ένα βρετανικό αεροπλάνο που σκορπούσε το θάνατο πραγματοποιώντας χαμηλή πτήση στο Γαλάτσι.

Η κατάσταση όσον αφορά τον οπλισμό και τα πυρομαχικά του ΕΛΑΣ συνέχισε να επιδεινώνεται επικίνδυνα: «Οι μονάδες του ΣΣ στην Αθήνα έχουν τώρα 2.400 τουφέκια (τα περισσότερα μάνλιχερ και μερικά βουλγαρικά λάφυρα), από τα οποία 300 χωρίς φυσίγγια. Τα αυτόματα έχουν αχρηστευθεί λόγω έλλειψης πυρομαχικών. Όλη η διαθέσιμη βενζίνη προωθήθηκε…»[2]

Στο μεταξύ, οι περιοχές που καταλαμβάνονταν από τις εγχώριες αστικές και βρετανικές δυνάμεις, «εκκαθαρίζονταν» και «πειθαρχούνταν» με πρωτοφανή αγριότητα. Το «έργο» αυτό αναλάμβαναν συνήθως δυνάμεις της Εθνοφυλακής, αλλά συχνά «συμμετείχαν» και Βρετανοί-αποικιακοί στρατιώτες. Όταν π.χ. στις 17 Δεκέμβρη οι Βρετανοί κατέλαβαν τις πολυκατοικίες του Δουργουτίου, έβγαλαν τα μεσάνυχτα «στο δρόμο όλους τους ενοίκους, ακόμα γυναίκες με τα νυχτικά τους και με τα μωρά στην αγκαλιά. Τους συγκέντρωσαν με τους υποκόπανους σε μια γωνιά ενώ οι γυναίκες ούρλιαζαν, τρελές από τον τρόμο τους και λιποθυμούσαν. Αφού τις τυράννησαν και τις εξευτέλισαν με κάθε τρόπο, τις άφησαν και κράτησαν τους άντρες. Αυτούς τους οδήγησαν στο γκαράζ της Λυών όπου τους παρέλαβαν οι Μπουραντάδες.»[3]

***

[1] Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944, σελ.37, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014.

[2] Σπύρος Α. Κωτσάκης, Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, σελ.158, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986.

[3] Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944, σελ.56, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014.

Πηγή: «Δεκέμβρης του ’44: Κρίσιμη ταξική σύγκρουση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2014 – Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944″