Η μάχη του Στάλινγκραντ: η μάχη που άλλαξε τον ρου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου

Η κόκκινη σημαία πάνω από το Στάλινγκραντ

Στις 20 του Φλεβάρη του 1943 ο στρατηγός Χάιντς Γκουντέριαν συναντήθηκε με τον Αδόλφο Χίτλερ. «Είχα να τον δω – γράφει στα απομνημονεύματά του1 – από την αποφράδα εκείνη ημέρα της 20ής Δεκεμβρίου 1941 (σ.σ. μετά την ήττα των γερμανικών δυνάμεων στη Μόσχα, που είχε ως αποτέλεσμα ο Γκουντέριαν να πέσει σε δυσμένεια). Στους 14 μήνες που είχαν περάσει από τότε ο Χίτλερ είχε γεράσει πολύ. Το όλο παρουσιαστικό του δεν ήταν πια τόσον επιβλητικό, όπως τότε. Η ομιλία του ήταν διστακτική και το αριστερό του χέρι έτρεμε». Ο γνωστός ακροδεξιός ιστορικός συγγραφέας David Irving συμπληρώνει ότι πέρα από τα άλλα προβλήματα υγείας «ο Χίτλερ περνούσε κρίσεις βαριάς κατάθλιψης… Το Στάλινγκραντ είχε αφήσει βαθιά σημάδια μέσα του»2.

Χωρίς αμφιβολία η έκβαση της Μάχης στο Στάλινγκραντ είχε αλλάξει ολόκληρη τη ροή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και από στρατιωτική και από πολιτική – ψυχολογική άποψη. Αλλά γιατί; Τι ήταν αυτό που είχε συμβεί;

Στόχος, ο Νότος της Σοβιετικής Ενωσης

Το καλοκαίρι του 1942 τα γερμανικά στρατεύματα εξαπέλυσαν μεγάλη επίθεση στο νότιο τομέα του ανατολικού μετώπου. Ενα τμήμα κινήθηκε προς το Στάλινγκραντ και στις 17/7/1942 έφτασε στα άκρα της πόλης κι ένα άλλο τμήμα έφτασε στον ποταμό Ντον, στην περιοχή της πόλης Ροστόβ, με κατεύθυνση τον Καύκασο.

Την επίθεση αυτή η Γερμανία τη σχεδίαζε από τα τέλη του 1941 αλλά οι σχεδιασμοί έλαβαν ολοκληρωμένη μορφή στρατιωτικού σχεδίου στις 5 του Απρίλη του 1942, όταν το γερμανικό στρατιωτικό επιτελείο εξέδωσε τη διαταγή Νο 41, βάσει της οποίας, κύριος στόχος των γερμανικών στρατευμάτων ετίθετο η συντριβή της σοβιετικής αντίστασης και η κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους των βασικών στρατιωτικών και οικονομικών κέντρων της ΕΣΣΔ. «Πρώτα είναι απαραίτητο – έλεγε η διαταγή – να ενώσουμε όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις για τη διεξαγωγή της βασικής επιχείρησης στο νότιο τομέα, με σκοπό να εκμηδενίσουμε τον εχθρό πέρα από τον Ντον, για να καταλάβουμε ύστερα τις πετρελαιοφόρες περιοχές στους πρόποδες του Καυκάσου και τους δρόμους μέσα στον Καύκασο»3. Για να εξασφαλιστεί η επιτυχία της επίθεσης των γερμανικών στρατευμάτων στον τομέα του Καυκάσου, το γερμανικό στρατηγείο σχεδίασε επίθεση στον τομέα του Στάλινγκραντ. Αρχικά, όμως, βάσει της προαναφερόμενης διαταγής προβλεπόταν η προέλαση των γερμανικών δυνάμεων στον Καύκασο και η περικύκλωση και συντριβή των σοβιετικών στρατιωτικών δυνάμεων κοντά στο Στάλινγκραντ. Στη συνέχεια, όμως, τον Ιούλη του 1942, τα σχέδια αυτά τροποποιήθηκαν ώστε να συμπεριλάβουν και την κατάληψη της ίδιας της πόλης. «Την επίθεση στο Στάλινγκραντ – γράφει ο Ian Kershaw4 – θα αναλάμβανε η λιγότερο ισχυρή Ομάδα Στρατιών Β, η οποία αναμενόταν να συνεχίσει αργότερα κατά μήκος του Κάτω Βόλγα προς το Αστραχάν επί της Κασπίας. Αυτή η στρατηγική ήταν καθαρή παραφροσύνη».

 

Εφόρμηση στα χαλάσματα του Στάλινγκραντ

Κρίνοντας εκ των υστέρων – και εκ του αποτελέσματος -, μπορεί εύκολα κανείς να προβεί σε χαρακτηρισμούς τόσο για τη στρατηγική του Χίτλερ όσο και για εκείνη που ακολούθησαν οι Σοβιετικοί. Γι’ αυτό ας σταθούμε σε περισσότερο αντικειμενικά στοιχεία. Βλέποντας κανείς το συσχετισμό δυνάμεων εκείνης της εποχής ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και τη Γερμανία δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι το πλεονέκτημα ήταν με το μέρος των Γερμανών. Εχοντας υπό την κατοχή της ολόκληρη την ηπειρωτική Ευρώπη, η ναζιστική Γερμανία αξιοποιούσε για τις πολεμικές της ανάγκες τα εργοστάσια της Γαλλίας, του Βελγίου, της Αυστρίας, της Τσεχοσλοβακίας, κλπ., πράγμα που σήμαινε ότι υπερτερούσε ασύγκριτα έναντι της ΕΣΣΔ. Επιπλέον, οι πόροι της για τη βαριά βιομηχανία – τη δική της και των κατεχόμενων χωρών – ήταν δύο με δυόμισι φορές περισσότεροι από εκείνους της Σοβιετικής Ενωσης. Η Γερμανία είχε διπλάσιους εργάτες στην εθνική της οικονομία απ’ ό,τι η ΕΣΣΔ, χώρια που στις κατακτημένες χώρες και χώρες – δορυφόρους της εκατομμύρια εργάτες δούλευαν για την πολεμική της μηχανή. Το 1942, μάλιστα, το 1/4 της γερμανικής πολεμικής παραγωγής το έδιναν οι κατακτημένες περιοχές.

Με την επίθεσή της εναντίον της ΕΣΣΔ, και τις αρχικές της επιτυχίες, η ναζιστική Γερμανία είχε καταφέρει να θέσει υπό την κατοχή της υπερανεπτυγμένες σοβιετικές αγροτικές και βιομηχανικές περιοχές που προπολεμικά έδιναν το 71% της παραγωγής χυτοσιδήρου, το 58% του χάλυβα, το 57% του τροχαίου υλικού, το 63% του άνθρακα καθώς και τον κύριο όγκο του πολεμικού εξοπλισμού και των εφοδίων. Οι κατακτημένες σοβιετικές περιοχές, όπου ζούσε προπολεμικά το 42% του πληθυσμού της χώρας, κάλυπταν το 40% του συνολικού χώρου παραγωγής σιτηρών και το 38% της κτηνοτροφίας5. Ομως, παρά τις δυσκολίες στις οποίες είχε περιέλθει, η Σοβιετική Ενωση κάθε άλλο παρά υποχωρούσε στον τομέα της στρατιωτικο-οικονομικής της βάσης και του τεχνικού εξοπλισμού του στρατού της. Χάρη στις τιτάνιες προσπάθειες του σοβιετικού λαού, στο δεύτερο εξάμηνο του 1942 κατασκευάστηκαν 1,6 φορές περισσότερα πολεμικά αεροπλάνα απ’ ό,τι στο πρώτο εξάμηνο. Αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή των καταδιωκτικών Γιακ-1, Γιακ-7 και Γιακ-9 και των αεροπλάνων καθέτου εφορμήσεως Ιλ-2. Αρχισε επίσης η μαζική παραγωγή των καταδιωκτικών Λα-5 με μεγάλα πτητικά – τεχνικά πλεονεκτήματα, αυξήθηκε η μαζική παραγωγή μεσαίων αρμάτων μάχης Τ-34 σχεδόν δύο φορές και των ελαφρών Τ-70 σχεδόν πέντε φορές. Επίσης, αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή πυροβόλων των 82 και 120 χιλιοστών, όλμων και αυτομάτων όπλων καθώς και η παραγωγή πολεμοφοδίων. «Η συνεχής ενίσχυση και αύξηση της πολεμικο- οικονομικής βάσης της ΕΣΣΔ και του τεχνικού εξοπλισμού του σοβιετικού στρατού – γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί6– επέτρεψε στη σοβιετική διοίκηση να εφαρμόσει στις Ενοπλες Δυνάμεις μια σειρά απαραίτητα οργανωτικά μέτρα, που επέβαλλαν οι αλλαγές στον τρόπο της διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων».

 

Για την καλοκαιρινή επίθεση του 1942 προετοιμάστηκαν 5 γερμανικές στρατιές, μια ρουμανική, μια ιταλική και μία ουγγρική. Ολες μαζί αποτέλεσαν την ομάδα στρατιών «Νότος» που διαιρέθηκε σε δύο μέρη: Το «Α» και το «Β». Σύμφωνα με το σχέδιο, η ομάδα στρατιών «Α» είχε ως αποστολή της να κινηθεί νοτιότερα της «Β», να διαβεί τον κάτω ρου του ποταμού Ντον κι ένα τμήμα της να εισβάλει στον Καύκασο. Η ομάδα «Β» θα έπρεπε να διαβεί τον Ντον στο σημείο Βορονέζ – Νόβαγια Καλίτβα και προελαύνοντας προς το Νότο, στο ενδιάμεσο Ντον και Βόλγα, να φτάσει στο Στάλινγκραντ.

Στάλινγκραντ: όλη η πόλη ένα πεδίο μάχης

Πριν αρχίσει η επιχείρηση των βασικών δυνάμεων στο νοτιοδυτικό τομέα – και προς διευκόλυνσή τους – οι Γερμανοί ξεκίνησαν μικρότερες επιχειρήσεις στην Κριμαία, στην περιοχή του Χάρκοβου, στο δυτικό και στο βορειοδυτικό τομέα. Ετσι από το Μάη άρχισαν οι επιθετικές επιχειρήσεις σε μια σειρά τομείς του σοβιετογερμανικού μετώπου από το Λένινγκραντ έως την Κριμαία. Ταυτόχροναμ το Μάη – Ιούνη του 1942 στο νοτιοδυτικό τομέα ο εχθρός κατάφερε να εξασφαλίσει την πρωτοβουλία, να μειώσει την έκταση του μετώπου του και να καταλάβει πιο ευνοϊκές θέσεις για την επόμενη φάση της πολεμικής του εξόρμησης. Η ήττα των σοβιετικών στρατευμάτων στη χερσόνησο Κερτς και νοτιοδυτικά από το Χάρκοβο, η υποχώρησή τους στον τομέα του Βολτσάνσκ και του Κουπιάνσκ χειροτέρευσε κατά πολύ την κατάσταση σε όλη τη νότια πτέρυγα του μετώπου και ο Κόκκινος Στρατός ξαναπέρασε στο στάδιο των αμυντικών ενεργειών.

Στις 28 του Ιούνη άρχισε η επίθεση για την πραγματοποίηση του βασικού σκοπού της ναζιστικής στρατιωτικής επιχείρησης, που ήταν περικύκλωση των σοβιετικών στρατευμάτων του νοτιοδυτικού τομέα. Ομως, παρά τις επιτυχίες, η σθεναρή άμυνα των σοβιετικών δυνάμεων απέτρεψε να συμβεί κάτι τέτοιο κι έτσι ο εχθρός έστρεψε όλες του τις προσπάθειες για να περικυκλώσει τα στρατεύματα του νότιου μετώπου με αποτέλεσμα από τις 17 του Ιούλη του 1942 να αρχίσει η μάχη μπροστά στο Στάλινγκραντ.

Το Στάλινγκραντ και η σημασία του
 

Για την πρακτική βοήθεια και καθοδήγηση στην οργάνωση της άμυνας αλλά και για την κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του λαού, στο Στάλινγκραντ στάλθηκαν – μεταξύ άλλων – ο γραμματέας της ΚΕ του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος και μέλος της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας, Γ. Μ. Μαλένκοφ, ο στρατηγός Ζούκοφ και ο αντιστράτηγος Βασιλιέφσκι από το Επιτελείο, ενώ ο Ν. Σ. Χρουστσόφ διορίστηκε μέλος του Πολεμικού Συμβουλίου της πόλης με καθήκοντα Πολιτικού Επιτρόπου.

Οι αμυντικές επιχειρήσεις κράτησαν από τις 17 του Ιούλη του 1942 έως τις 18 του Νοέμβρη του ίδιου έτους. Τις επιχειρήσεις αυτές άλλοι Σοβιετικοί στρατιωτικοί τις διαιρούν σε τρία στάδια και άλλοι, όπως ο διοικητής του μετώπου του Στάλινγκραντ, στρατάρχης Α. Ι. Γιερεμένκο, σε πέντε7. Οπως και να ‘χει το θέμα, από το Σεπτέμβρη του 1942 οι μάχες γίνονται πλέον μέσα στην πόλη, που πλέον αποκτά αποφασιστική σημασία και για τις δύο εμπόλεμες πλευρές. Γιατί όμως;

Χάρτης των επιχειρήσεων

Κρατώντας την περιοχή του Στάλινγκραντ τα σοβιετικά στρατεύματα μπορούσαν να χτυπήσουν οποιαδήποτε στιγμή τους Γερμανούς στον Καύκασο και η στρατιωτική διοίκηση των τελευταίων αντιλαμβανόταν ότι δε θα κατάφερνε ποτέ να κυριαρχήσει στην περιοχή του Καυκάσου μη έχοντας υπό τον έλεγχό της το Στάλινγκραντ.

Σ’ ένα λόγο του στις 9/9/1942, προς το στρατιωτικό του επιτελείο, ο Χίτλερ περιέγραφε ως εξής τη γερμανική καλοκαιρινή επίθεση στο νότιο τομέα του ανατολικού μετώπου8: «Βάλαμε σκοπό μας, πρώτο να καταλάβετε τις τελευταίες μεγάλες σιτοπαραγωγικές περιοχές του αντιπάλου, δεύτερο να καταλάβετε τις ανθρακοφόρες περιοχές, απ’ όπου θα προμηθευόμαστε κοκ, τρίτο να προελάσετε προς τις πετρελαιοπηγές του και τέταρτο η επίθεση θα συνεχιστεί ως ότου κοπεί η τελευταία μεγάλη υδάτινη αρτηρία του Βόλγα». Οντως έτσι είχαν τα πράγματα. Στην περιοχή μάλιστα του Βόρειου Καυκάσου και της Υπερκαυκασίας αναλογούσαν πάνω από τα 4/5 της πανενωσιακής εξόρυξης πετρελαίου και πάνω από το μισό των μεταλλευμάτων μαγγανίου. Επιπλέον, αν κυριαρχούσαν στον Καύκασο οι Γερμανοί θα έρχονταν σε επαφή με τις τουρκικές δυνάμεις που ήταν έτοιμες να προσχωρήσουν στον άξονα, θα κατάφερναν να αποκόψουν την Υπεριρανική σιδηροδρομική γραμμή απ’ όπου η ΕΣΣΔ επικοινωνούσε οδικά με τους συμμάχους της Αγγλους και Αμερικανούς και ταυτόχρονα θα μπορούσαν να προελάσουν προς την Ινδία, το Ιράν και το Ιράκ, γεγονός που θα τους έδινε τη δυνατότητα να γείρουν αποφασιστικά την πλάστιγγα του πολέμου με το μέρος τους. Τέλος, την έκβαση της μάχης του Στάλινγκραντ περίμενε και η Ιαπωνία, έτοιμη, αν ηττούνταν οι Σοβιετικοί, να βάλει αμέσως στο χέρι τις περιοχές της σοβιετικής άπω ανατολής9.

 

Πρέπει ακόμη να σημειώσουμε ότι η ευρύτερη περιοχή του Στάλινγκραντ όπως και η ίδια η πόλη έπαιζαν σημαντικό ρόλο στο πολεμικο- οικονομικό δυναμικό της Σοβιετικής Ενωσης. Στις παραμονές του πολέμου το Στάλινγκραντ ήταν σημαντικό βιομηχανικό κέντρο της χώρας με 450.000 κατοίκους και 126 βιομηχανικές επιχειρήσεις. Το εργοστάσιο τρακτέρ του Στάλινγκραντ έφτιαχνε πάνω από τα μισά τρακτέρ της χώρας και το εργοστάσιο «Κράσνι Οκτιάμπρ» έβγαζε κάθε χρόνο γύρω στους 800 χιλιάδες τόνους χάλυβα και περίπου 600 χιλιάδες τόνους ελασμάτων10.

Η στάση της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ: Το δεύτερο μέτωπο

Παρά τη σημασία που είχε η μάχη του Στάλινγκραντ για την έκβαση ολόκληρου του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η ΕΣΣΔ έδωσε αυτή τη μάχη εντελώς μόνη και αβοήθητη, εγκαταλειμμένη, φτάνοντας πολλές φορές στο χείλος της καταστροφής, από την οποία σώθηκε χάρη στα τεράστια αποθέματα δύναμης του σοβιετικού λαού και στις απεριόριστες δυνάμεις που έκρυβε το σοσιαλιστικό καθεστώς.

Οι δυτικές δυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Αγγλία, έβλεπαν στη μάχη του Στάλινγκραντ τη δυνατότητα να υπάρξει, το λιγότερο, μια αμοιβαία εξασθένηση της ΕΣΣΔ και της Γερμανίας που θα τους έδινε τη δυνατότητα να ξεμπερδεύουν με το σοσιαλισμό και να μοιράσουν τις παγκόσμιες αγορές αναμεταξύ τους, χωρίς να μπλέκεται στα πόδια τους ένας μεγάλος ανταγωνιστής όπως ήταν η Γερμανία. Ετσι, αρνήθηκαν να ανοίξουν ένα δεύτερο μέτωπο στην Ευρώπη κατά των δυνάμεων του γερμανικού φασισμού κι έδωσαν τη δυνατότητα στον Χίτλερ να συγκεντρώσει στο ανατολικό μέτωπο τεράστιο αριθμό δυνάμεων και πολεμικού υλικού. Μάλιστα, ο Τσόρτσιλ ταξίδεψε ο ίδιος στη Μόσχα, για να ξεκαθαρίσει στον Στάλιν ότι μέσα στο 1942 οι ΗΠΑ και η Βρετανία δεν επρόκειτο να προχωρήσουν στο άνοιγμα του δεύτερου μετώπου. Στα απομνημονεύματά του ο Βρετανός πρωθυπουργός ξεκαθαρίζει με άκρως αποκαλυπτικό τρόπο πως το σαμποτάζ στο άνοιγμα του δεύτερου μετώπου ήταν συνέχεια της ίδιας αντισοβιετικής πολιτικής που ο ίδιος εφάρμοσε στην προπολεμική περίοδο. Να τι γράφει αναφερόμενος στις σκέψεις που έκανε μέσα στο αεροπλάνο που τον πήγαινε στην ΕΣΣΔ11: «Σκεπτόμουν την αποστολή που με έφερνε στο θλιβερό αυτό μπολσεβίκικο κράτος. Αλλοτε, είχα προσπαθήσει με όλες τις δυνάμεις μου, να το στραγγαλίσω στη γέννησή του και ως την εμφάνιση του Χίτλερ το θεωρούσα θανάσιμο εχθρό της ελευθερίας και του πολιτισμού. Ποιο ήταν τώρα το καθήκον μου; Ο στρατηγός Ουέιβελ που είχε φιλολογική διάθεση τα ανακεφαλαίωσε όλα σε ένα ποίημα με πολλές στροφές, που τελείωνε με τις λέξεις: «Οχι δεύτερο μέτωπο το 1942″».

 

Ο Βρετανός πρωθυπουργός έφτασε στη Μόσχα στις 12 Αυγούστου του 1942 και το ίδιο βράδυ, συνοδευόμενος από τον αντιπρόσωπο του Προέδρου των ΗΠΑ Α. Χάριμαν, συναντήθηκε με τον Στάλιν, τον οποίο και ενημέρωσε ότι οι προετοιμασίες για το δεύτερο μέτωπο θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν τον επόμενο χρόνο. Η διαφωνία του Στάλιν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ήταν κατηγορηματική και η ατμόσφαιρα ψυχράνθηκε ακόμη περισσότερο, όταν ο Τσόρτσιλ επιχείρησε να επιχειρηματολογήσει για ενδεχόμενους κινδύνους μιας επιχείρησης στη δυτική Ευρώπη μέσα στο 1942. «Ο Στάλιν – γράφει12 – που είχε αρχίσει να ερεθίζεται, εδήλωσε ότι είχε διαφορετική αντίληψη του πολέμου. Δεν μπορεί κανείς να τον κερδίσει αν δε δεχτεί να διατρέξει κινδύνους. Γιατί φοβάστε τόσο πολύ τους Γερμανούς;.. Ο Στάλιν εδήλωσε, τέλος, ότι αφού δεν μπορούσαμε να πραγματοποιήσωμε την απόβαση στη Γαλλία το 1942, εκείνος δεν ήταν αρμόδιος να το απαιτήση επιμόνως, αλλά έπρεπε να μου ειπή ότι δε συμφωνούσε με τα επιχειρήματά μου».

Την επομένη της συνάντησης, ο Στάλιν έστειλε στον Τσόρτσιλ υπόμνημα, τα βασικά σημεία του οποίου έχουν ως εξής13: «Κατόπιν ανταλλαγής απόψεων γενομένης εις την Μόσχαν την 12 Αυγούστου ε.ε. διεπίστωσα ότι ο Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας κ. Τσόρτσιλ θεωρεί αδύνατον την οργάνωσιν του δεύτερου μετώπου εις την Ευρώπην κατά το 1942. Ως γνωστόν, η οργάνωσις του δεύτερου μετώπου εις την Ευρώπην κατά το 1942 είχε αποφασισθή κατά την διάρκειαν της επισκέψεως του Μολότωφ εις Λονδίνον και είχε περιληφθεί εις το κοινόν αγγλο- σοβιετικόν ανακοινωθέν, που εδημοσιεύθη την 12 Ιουνίου ε.ε… Είναι εντελώς ευνόητον ότι η Σοβιετική Διοίκησις εξεπόνησε σχέδια διά τας θερινάς και φθινοπωρινάς επιχειρήσεις της, υπολογίζουσα εις την δημιουργίαν δευτέρου μετώπου εις την Ευρώπην εντός του 1942. Είναι εύκολον να αντιληφθή κανείς ότι η άρνησις της κυβερνήσεως της Μεγάλης Βρετανίας να δημιουργήση το δεύτερον μέτωπον εις την Ευρώπην εντός του 1942 καταφέρει ηθικόν πλήγμα εναντίον ολοκλήρου της σοβιετικής κοινής γνώμης, που εβασίζετο εις την δημιουργίαν του δεύτερου μετώπου, δυσχεραίνει την θέσιν του Ερυθρού Στρατού εις το μέτωπον και προξενεί ζημίαν εις τα σχέδια της Σοβιετικής Διοικήσεως… Εγώ και οι συνάδελφοί μου νομίζομεν ότι το έτος 1942 παρέχει τους πλέον ευνοϊκούς όρους διά την δημιουργίαν δευτέρου μετώπου εις την Ευρώπην, δεδομένου ότι όλαι αι δυνάμεις των γερμανικών στρατευμάτων, και μάλιστα αι καλύτεραι, είναι απησχολημέναι εις το ανατολικόν μέτωπον, ενώ εις την Ευρώπη έχουν απομείνει ασήμαντοι δυνάμεις, και μάλιστα αι χειρότεραι. Είναι άγνωστον αν το έτος 1943 θα παρέχη τους ιδίους ευνοϊκούς όρους διά την δημιουργίαν δευτέρου μετώπου, όπως το 1942… Αλλά δυστυχώς εγώ δεν κατόρθωσα να πείσω επ’ αυτού τον κύριον Πρωθυπουργόν της Μεγάλης Βρετανίας, ενώ ο κ. Χάριμαν, αντιπρόσωπος του Προέδρου των ΗΠΑ, κατά τις διαπραγματεύσεις εις Μόσχαν, υπεστήριξε απολύτως τον κύριον Πρωθυπουργόν».

 

Η αναφορά του Στάλιν ότι ο κύριος όγκος των γερμανικών δυνάμεων βρισκόταν στο Ανατολικό μέτωπο ήταν κάτι περισσότερο από πραγματική. Ο Στρατηγός του Κόκκινου Στρατού Ν. Ταλένσκι γράφει χαρακτηριστικά14: «Το Χιτλερικό στρατηγείο επωφελούμενο της έλλειψης δεύτερου μετώπου στην Ευρώπη, ρίχνει, χωρίς να διατρέξει κανέναν κίνδυνο, σχεδόν όλες του τις στρατιωτικές εφεδρείες στο σοβιετο – γερμανικό μέτωπο. Από τις 254 γερμανικές μεραρχίες θα συγκέντρωνε εκεί τουλάχιστον 179, δηλαδή το 70% όλων του των δυνάμεων. Εκτός τούτου, ο Χίτλερ υποχρεώνει τους δορυφόρους του να παρατάξουν 61 μεραρχίες». Αλλες σοβιετικές πηγές, οι οποίες στηρίζονται σε πιο αναλυτική επεξεργασία των ιστορικών στοιχείων αναφέρουν ότι το Νοέμβρη του 1942 «από τις 269 μεραρχίες των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, στο σοβιετο – γερμανικό μέτωπο βρίσκονταν 197,5 μεραρχίες. Εκτός από αυτές, δρούσαν εκεί 72,5 μεραρχίες των συμμάχων της Γερμανίας»15. Αυτό που εντέλει αποδεικνύεται είναι πως οι Γερμανοί – καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησής τους στο Νοτιοδυτικό τομέα της ΕΣΣΔ, ενίσχυαν συνεχώς τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, γεγονός που μπορεί να ερμηνευτεί μόνο από την απουσία του δυτικού μετώπου.

Η υπονομευτική στάση των Δυτικών απέναντι στην ΕΣΣΔ είχε κι άλλες πλευρές. Οι Αμερικανοί προσπάθησαν να αξιοποιήσουν τη δύσκολη κατάσταση της Σοβιετικής Ενωσης για να βάλουν πόδι στα εδάφη της. Στις 17 Ιουνίου του 1942, ο Πρόεδρος Ρούσβελτ με μήνυμά του προς τον Στάλιν και επικαλούμενος το ενδεχόμενο ιαπωνικής επίθεσης στην ΕΣΣΔ, ζήτησε να παραχωρηθούν στην αεροπορία των ΗΠΑ χώροι προσγείωσης στη Σιβηρία. Μετά από 6 ημέρες, με νέο μήνυμά του ο Ρούσβελτ πρότεινε να εγκαινιαστεί αεροπορική γραμμή ανάμεσα στην Αλάσκα και τη Σιβηρία ενώ στη συνέχεια – με νεότερες προτάσεις του – ζητούσε να εγκατασταθούν στη σοβιετική άπω Ανατολή και τη Σιβηρία μεγάλες αμερικανικές αεροπορικές δυνάμεις, να πάει στην άπω Ανατολή αμερικανική στρατιωτική αποστολή υπό τον στρατηγό Μπράντλεϊ για να επιθεωρήσει τα σοβιετικά στρατεύματα και να αποσταλεί στη Μόσχα ο στρατηγός Μάρσαλ, με σκοπό να συζητηθεί το ζήτημα της Σιβηρίας. Φυσικά η ηγεσία της ΕΣΣΔ απέρριψε μια τέτοια εξέλιξη.16

Τέλος, από τα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας αποκαλύπτεται πως οι Αγγλοαμερικανοί ήταν έτοιμοι να καταλάβουν τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου σε περίπτωση νίκης των Ναζί μη διστάζοντας ακόμη και να προχωρήσουν σε μια πλατιά αντισοβιετική συμμαχία με τους Γερμανούς, εφόσον δεν μπορούσαν να πράξουν αλλιώς. Το μόνο που τους ανησυχούσε για το πώς θα δράσουν ήταν το ενδεχόμενο νίκης της ΕΣΣΔ.17

Η νίκη και η σημασία της

Οπως έχουμε ήδη αναφέρει, η μάχη του Στάλινγκραντ σε πολύ χοντρές γραμμές παρουσιάζει τις εξής φάσεις: Στις 28 Ιουνίου 1942 οι Γερμανοί πέρασαν στην επίθεση και ύστερα από σφοδρές μάχες ο σοβιετικός στρατός κατάφερε να τους σταματήσει στο Βορονέζ. Ετσι το κύριο βάρος του πολέμου μεταφέρθηκε νοτιότερα προς την κατεύθυνση του Στάλινγκραντ. Η μάχη για την πόλη άρχισε στις 17 Ιουλίου του 1942 στον ποταμό Τσιρ. Το αμυντικό στάδιο της Μάχης του Στάλινγκραντ κράτησε ως τις 18 Νοεμβρίου 1942, αλλά το Σεπτέμβρη η πόλη κινδύνεψε να κυριευτεί από τον εχθρό, αφού αυτός κατάφερε να περάσει στο εσωτερικό της και να φτάσει ως το κέντρο της. Μάλιστα, το ραδιόφωνο του Βερολίνου έσπευσε να ανακοινώσει πως το Στάλινγκραντ έπεσε. Παρόμοιες ανακοινώσεις βγήκαν και στις κατεχόμενες χώρες, όπως και στην Ελλάδα όπου μεταξύ άλλων κυκλοφόρησε πλατιά προκήρυξη με τίτλο «ΕΠΕΣΕ ΤΟ ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ». Ο Ρεμόν Καρτιέ σχολιάζει18: «Λέγοντας πως το Στάλινγκραντ έχει σχεδόν καταληφθεί, ο Φύρερ δεν παραβάζει την αλήθεια. Οι Ρώσοι διατηρούν την αποβάθρα του Πορθμείου, αγκιστρώνονται μέσα στη «ρακέτα του τένις», κρατούν ένα μέρος του εργοστασίου «Ερυθρός Οκτώβρης», καθώς και τις ανατολικές εξόδους των εργοστασίων Μπαρικάρντ και Τζερζίνσκι. Ολο το υπόλοιπο τμήμα, τα εννέα δέκατα του Στάλινγκραντ, 50 χλμ. ερειπίων, βρίσκονται στα χέρια του εχθρού. Ολα τα κεντρικά κτίρια έχουν γκρεμιστεί. Ολα τα ξύλινα σπίτια έχουν καεί και το μόνο που μένει είναι χιλιάδες μαυρισμένες καμινάδες. Μην μπορώντας να διαβεί το Βόλγα ο πληθυσμός έχει καταφύγει στη Στέππα, χωρίς μέσα για τη συντήρησή του, και χιλιάδες αθώοι πεθαίνουν από την πείνα». Χαρακτηριστική της κατάστασης είναι η περιγραφή που δίνει ο μεγαλύτερος πολεμικός ανταποκριτής του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, Βασίλι Γκρόσμαν, στις ανταποκρίσεις του που δημοσιεύονταν τότε στην εφημερίδα του Κόκκινού Στρατού «Κράσναγια Ζβέσβντα». Σε μία από αυτές γράφει19: «Εδώ στο Στάλινγκραντ, οι Γερμανοί ενίσχυσαν ακόμα περισσότερο τις επιθετικές τους δυνάμεις. Παγίωσαν τις θέσεις τους στον νότιο και τον κεντρικό τομέα της πολιτείας. Ολο το βάρος πυρός των αναρίθμητων πυροβολαρχιών, των χιλιάδων κανονιών και αεροπλάνων έπεσε στο βόρειο τομέα της πόλης, στο εργοστάσιο που βρισκόταν στο κέντρο της βιομηχανικής περιοχής. Οι Γερμανοί υπολογίζανε πως άνθρωπος είναι αδύνατο να βαστάξει σε μια τέτοια υπερένταση, πως δεν υπάρχουν στον κόσμο τέτοιες καρδιές, τέτοια νεύρα που δε θα ‘σπαγαν στην άγρια κόλαση της φωτιάς, του σίδερου που σφύριζε ολόγυρα της σειόμενης γης και της τεταμένης ατμόσφαιρας. Ο γερμανικός μιλιταρισμός μάζεψε εδώ όλους τους θεούς και τους δαίμονές του».

Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1942 – κι ενώ οι μάχες στο Στάλινγκραντ δίνονταν σώμα με σώμα, σε κάθε σπιθαμή γης της πόλης – οι στρατηγοί Ζούκοφ και Βασιλιέφσκι πέταξαν προς τη Μόσχα για να συναντήσουν τον Στάλιν. Στη συνάντηση εκείνη σχεδιάστηκε η επιχείρηση ΟΥΡΑΝΟΣ, στόχος της οποίας ήταν η προετοιμασία του Κόκκινου Στρατού ώστε να αντεπιτεθεί, να σπάσει τον κλοιό του αντιπάλου και να περικυκλώσει τις δυνάμεις του. Ταυτόχρονα, αποφασίστηκε να μελετηθεί περαιτέρω μια τέτοια επιχείρηση και να κρατηθεί απόλυτη μυστικότητα.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκε και νέα συνάντηση των στρατηγών με τον Στάλιν, εξετάστηκαν όλες οι λεπτομέρειες και από μέρους του σοβιετικού ηγέτη δόθηκε η τελική έγκριση της επιχείρησης20.

Στις 19 Νοεμβρίου του 1942 ο σοβιετικός στρατός πέρασε στην αντεπίθεση και ως τις αρχές του Γενάρη είχε καταφέρει να αντιστρέψει πλήρως την κατάσταση θέτοντας σε κλοιό τα εχθρικά στρατεύματα τα οποία και κάλεσε να παραδοθούν με τελεσίγραφο που απέστειλε στις 8 Ιανουαρίου 1943. Το σοβιετικό τελεσίγραφο αφού ανέλυε την απελπιστική κατάσταση των γερμανικών δυνάμεων, κατέληγε21: «Ενόψει της απελπιστικής κατάστασης στην οποία βρίσκεστε, και προκειμένου ν’ αποφύγετε μια άσκοπη αιματοχυσία, σας προτείνουμε να δεχτείτε τους παρακάτω όρους συνθηκολόγησης: 1. Ολα τα περικυκλωμένα γερμανικά στρατεύματα, υπό τη διοίκησή σας και υπό τη διοίκηση του επιτελείου σας, θα τερματίσουν την αντίσταση. 2. Θα παραδώσετε στα εντεταλμένα από εμάς πρόσωπα όλα τα μέλη των ενόπλων δυνάμεών σας, όλο το πολεμικό υλικό και όλο τον στρατιωτικό εξοπλισμό σε καλή κατάσταση. 3. Εγγυόμαστε την ασφάλεια όλων των αξιωματικών και των ανδρών που θα πάψουν να αντιστέκονται και την επιστροφή τους στο τέλος του πολέμου στη Γερμανία ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα επιθυμούν να πάνε αυτοί οι αιχμάλωτοι πολέμου. 4. Ολοι οι άνδρες των μονάδων που παραδίδονται μπορούν να κρατήσουν τις στρατιωτικές στολές τους, τα διακριτικά του βαθμού τους, τα παράσημα, τα προσωπικά αντικείμενα και τιμαλφή και, στην περίπτωση των υψηλόβαθμων αξιωματικών, τα ξίφη τους. 5. Ολοι οι ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί και οι στρατιώτες που παραδίδονται θα λαμβάνουν αμέσως κανονική μερίδα συσσιτίου. 6. Ολοι οι τραυματίες, οι άρρωστοι και όσοι υποφέρουν από κρυοπαγήματα θα τύχουν ιατρικής περιθάλψεως.

Η απάντησή σας θα πρέπει να δοθεί γραπτώς μέχρι τις 10.00, ώρα Μόσχας, 9 Ιανουαρίου 1943. Πρέπει να παραδοθεί από τον προσωπικό σας εκπρόσωπο, ο οποίος θα πρέπει να ταξιδέψει με αυτοκίνητο το οποίο θα φέρει λευκή σημαία, στο δρόμο που οδηγεί στη βοηθητική γραμμή Κόνι, στον (σιδηροδρομικό) σταθμό Κότλου-Μπαντζ. Τον εκπρόσωπό σας θα συναντήσει ένας πλήρως εξουσιοδοτημένος Ρώσος αξιωματικός στην Περιοχή Β, πεντακόσια μέτρα νοτιοανατολικά της βοηθητικής γραμμής 564 στις 10.00 στις 9 Ιανουαρίου 1943.

Αν αρνηθείτε την προσφορά μας να παραδώσετε τα όπλα σας, σας γνωστοποιούμε με την παρούσα ότι οι δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού και της Κόκκινης Αεροπορίας θα υποχρεωθούν να προχωρήσουν στη συντριβή των περικυκλωμένων γερμανικών στρατευμάτων. Η ευθύνη γι’ αυτό θα είναι δική σας.

Εκ μέρους του Στρατηγείου της Ανώτατης Διοίκησης του Κόκκινου Στρατού,

Υποστράτηγος Πυροβολαρχίας Βορόνοφ

Ο Αρχηγός Στρατιάς των Δυνάμεων του μετώπου του Ντον, Αντιστράτηγος Ροκοσόφσκι».

Με διαταγή του Χίτλερ, ο επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων στρατάρχης φον Πάουλους απέρριψε το σοβιετικό τελεσίγραφο. Λίγες ημέρες αργότερα όμως, στις 24 Ιανουαρίου του 1943, ο ίδιος ζήτησε από το Χίτλερ άδεια για να συνθηκολογήσει. Να πώς αιτιολογούσε αυτή του την πρόταση: «…Ο στρατός έχει μείνει χωρίς πυρομαχικά και τρόφιμα. Διατηρούμε επαφή μόνο με στοιχεία από έξι μεραρχίες. Ενδείξεις αποσύνθεσης στα νότια, βόρεια και δυτικά μέτωπα. Δεν είναι πια δυνατή μια αποτελεσματική διοίκηση. Μικρή αλλαγή στο ανατολικό μέτωπο: Δεκαοχτώ χιλιάδες τραυματίες χωρίς εφόδια σε επιδέσμους και φάρμακα. Οι 44, 76, 100, 305 και 384 Μεραρχίες Πεζικού εξοντώθηκαν. Το μέτωπο διασπάστηκε ύστερα από ισχυρές διεισδύσεις σε τρεις πλευρές. Οχυρά και καταφύγια διαθέσιμα μόνο μέσα στην ίδια την πόλη, περαιτέρω αντίσταση μάταιη. Κατάρρευση αναπόφευκτη. Ο στρατός ζητά άμεση άδεια για παράδοση για να σωθούν οι ζωές των υπόλοιπων ανδρών».

Η απάντηση του Χίτλερ ήταν και πάλι αρνητική: «Παράδοση ανεπίτρεπτη. Εκτη Στρατιά θα κρατήσει τις θέσεις της μέχρις ενός, μέχρι την τελευταία σφαίρα και με την ηρωική της αντίσταση θα προσφέρει μια αλησμόνητη συνεισφορά για την εγκαθίδρυση ενός αμυντικού μετώπου και για τη σωτηρία του Δυτικού κόσμου.

Αδόλφος Χίτλερ»22.

Ετσι, η απόρριψη κάθε ιδέας για συνθηκολόγηση από τη γερμανική διοίκηση σήμανε και την τελευταία φάση της μάχης του Στάλινγκραντ, που ολοκληρώθηκε στις 2 Φεβρουαρίου με την πλήρη νίκη των δυνάμεων του Κόκκινού Στρατού. Την ίδια ημέρα ο Ι. Β. Στάλιν απηύθυνε ημερήσια διαταγή προς τα στρατεύματα του Ντον όπου έλεγε23:

«Στον αντιπρόσωπο του Αρχηγείου της Ανωτάτης διοίκησης του στρατού, στρατάρχη του πυροβολικού σ. Βορόνωφ.

Στο διοικητή των στρατευμάτων του μετώπου του Ντον, στρατηγό σ. Ροκοσόφσκι.

Συγχαίρω εσάς και τα στρατεύματα του μετώπου του Ντον, για το επιτυχημένο ξεκαθάρισμα των εχθρικών στρατευμάτων που είχαν κυκλωθεί κοντά στο Στάλινγκραντ. Εκφράζω τις ευχαριστίες μου σε όλους τους μαχητές, διοικητές και πολιτικούς καθοδηγητές του μετώπου του Ντον για τις εξαιρετικές αυτές πολεμικές επιχειρήσεις». Λίγες ημέρες αργότερα, στην 25η επέτειο της ίδρυσης του Κόκκινου Στρατού ο Στάλιν θα χαρακτηρίσει τη μάχη του Στάλινγκραντ ως «τη μεγαλύτερη στην ιστορία των πολέμων»24.

Αντίθετη ακριβώς ήταν η εικόνα στη Γερμανία. Στις 3 Φεβρουαρίου του 1943 η Ανώτατη Διοίκηση Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας εξέδωσε ένα ειδικό ανακοινωθέν στο οποίο αναφερόταν: «Η μάχη του Στάλινγκραντ ετελείωσε. Πιστοί στον όρκον των να πολεμήσουν μέχρι τελευταίας πνοής, οι άνδρες της Εκτης Στρατιάς, υπό την υποδειγματικήν ηγεσίαν του στρατάρχου Πάουλους, κατεβλήθησαν υπό της υπεροχής του εχθρού και υπό των δυσμενών συνθηκών που αντιμετωπίζουν αι δυνάμεις μας». Πριν την ανάγνωση της ανακοίνωσης, από το γερμανικό ραδιόφωνο ακούστηκε τυμπανοκρουσία σε χαμηλό τόνο και μετά την ανάγνωση παίχτηκε το δεύτερο μέρος της Πέμπτης Συμφωνίας του Μπετόβεν. Στη συνέχεια γνωστοποιήθηκε πως με εντολή του Χίτλερ είχε κηρυχθεί τετραήμερο εθνικό πένθος στο διάστημα του οποίου όλα τα θέατρα, οι κινηματογράφοι και τα κέντρα διασκέδασης της χώρας θα παρέμεναν κλειστά25.

Ο Κόκκινος Στρατός σπάει τα δεσμά του φασισμού

«Η νίκη των στρατευμάτων μας στο Στάλινγκραντ – γράφει ο στρατάρχης Ζούκωφ26 – αποτέλεσε την αρχή της ριζικής καμπής του πολέμου υπέρ της ΕΣΣΔ… Από τη στιγμή αυτή η Σοβιετική διοίκηση πήρε ολοκληρωτικά τη στρατιωτική πρωτοβουλία και την κράτησε ως το τέλος του Πολέμου». Ηταν μια νίκη που κερδήθηκε με σκληρές μάχες σώμα με σώμα «από κτίριο σε κτίριο, όπου το κάθε κτίριο της πόλης γινόταν ερείπια»27. Την εικόνα ολοκληρώνουν τα λόγια ενός εκ των πρωταγωνιστών της νίκης, του στρατάρχη Α. Μ. Βασιλιέφσκι, ο οποίος έγραψε28: «Η ψυχή της άμυνας του Στάλινγκραντ ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Το κόμμα ήταν που κατηύθυνε όλες τις προσπάθειες του λαού και του στρατού στην υπεράσπιση της γραμμής του Βόλγα, ενέπνευσε τους μαχητές σε ηρωικά κατορθώματα».

Ηταν μια νίκη στην οποία υποχρεώθηκαν να υποκλιθούν όλοι και προπαντός οι Αγγλοαμερικανοί. «Είναι μία καταπληκτική νίκη» έγραψε ο Τσόρτσιλ στον Στάλιν. Ο Ρούσβελτ πιο διαχυτικός, δε δίστασε να χαρακτηρίσει το γεγονός «ως ένα από τα λαμπρότερα κεφάλαια του πολέμου των λαών που ηνώθησαν εναντίον του Ναζισμού και των μιμητών του»29. Ομως την πραγματικότητα – που ακολούθησε – περιγράφουν καλύτερα τα λόγια που έγραψε ένας από τους πολλούς Γερμανούς στρατιώτες του Στάλινγκραντ στις δύσκολες ημέρες του Ιανουαρίου του ’43, σε κάποιο δικό του πρόσωπο: «… Τώρα λοιπόν ξέρεις ότι δε θα γυρίσω. Πες το με τρόπο στη μητέρα και στον πατέρα. Αυτό μου έχει προκαλέσει φοβερό σοκ και τις χειρότερες αμφιβολίες για το καθετί. Κάποτε ήμουνα δυνατός και γεμάτος πίστη, τώρα είμαι μικρός κι επιφυλακτικός. Δε θα μάθω ποτέ για πολλά απ’ όσα γίνονται εδώ αλλά ακόμα κι αυτά τα λίγα που ξέρω, δεν μπορώ να τ’ αντέξω. Κανένας δεν μπορεί να μου πει ότι οι σύντροφοί μου πέθαναν με τις λέξεις «Γερμανία» ή «Χάιλ Χίτλερ!» στα χείλη. Δεν μπορούμε ν’ αρνηθούμε το γεγονός ότι πεθαίνουν κάποιοι άνδρες, όμως η τελευταία κουβέντα που λέει κάποιος είναι για τη μητέρα του ή για το πρόσωπο που αγαπά περισσότερο, αλλιώς είναι απλώς μια κραυγή για βοήθεια. Εχω ήδη δει εκατοντάδες άνδρες να πέφτουν και να πεθαίνουν και πολλοί, όπως κι εγώ, ήταν στη Χιτλερική Νεολαία. Ομως όλοι όσοι μπορούσαν να φωνάξουν, φώναξαν βοήθεια ή το όνομα κάποιου που δεν μπορούσε στην πραγματικότητα να τους βοηθήσει.

Ο Φίρερ έχει υποσχεθεί να μας βγάλει από εδώ. Αυτό μας το έχουν διαβάσει και το πιστεύουμε όλοι ακράδαντα. Το πιστεύω ακόμα και σήμερα, επειδή απλώς πρέπει να πιστέψω σε κάτι. Αν αυτό δεν είναι αλήθεια, τι μου μένει για να πιστέψω; Αν αυτό που μας υποσχέθηκαν δεν είναι αληθινό, τότε η Γερμανία θα χαθεί, γιατί καμία άλλη υπόσχεση δεν μπορεί να τηρηθεί ύστερα απ’ αυτό. Αχ, αυτές οι αμφιβολίες, αυτές οι τρομερές αμφιβολίες. Ας γινόταν να είχαν κιόλας διαλυθεί!».

Η πραγματικότητα έχει τους δικούς της αδυσώπητους νόμους. Και η πραγματικότητα της νίκης στο Στάλινγκραντ, πρώτα στους ηττημένους και ύστερα σ’ ολόκληρο τον κόσμο έδειξε με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι οι βεβαιότητες του εχθρού είχαν καταρρεύσει όλες, ότι η ροή του πολέμου είχε αλλάξει ριζικά.

Ο νικηφόρος Κόκκινος Στρατός στο Βερολίνο

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

1. Χάιντς Γκουντέριαν: «Β’ Παγκόσμιος πόλεμος – Αναμνήσεις ενός Στρατιώτου», εκδόσεις Α. Καραβία – Α. Δημητριάδη, σελ. 281.

2. David Irving: «Ο Πόλεμος του Χίτλερ», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος Β΄, σελ. 716-717.

3. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος – Οι σπουδαιότερες επιχειρήσεις του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου 1941-1945», εκδόσεις ΚΑΔΜΟΣ, Αθήνα 1959, σελ. 106.

4. Ian Kershaw: «Χίτλερ 1936-1945 – Νέμεσις», εκδόσεις SCRIPTA, σελ. 489.

5. Λεονίντ Γιερεμεγιεφ: «Η Σοβιετική Ενωση στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο 1941-1945», εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, σελ. 56-57.

6. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις ΚΥΨΕΛΗ, τόμος Β΄, σελ. 40.

7. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος – Οι σπουδαιότερες επιχειρήσεις του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου 1941-1945», εκδόσεις ΚΑΔΜΟΣ, Αθήνα 1959, σελ. 108-110.

8. Υπουργείο Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος», εκδόσεις 20ός αιώνας, Αθήνα 1959, σελ. 238.

9. Λεονίντ Γιερεμεγιέφ, στο ίδιο, σελ. 60-61.

10. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, τόμος Α΄, σελ. 409-410.

11. Ουίν. Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τόμος Δ΄, σελ. 317.

12. Ουίν. Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, τόμος Δ΄, σελ. 320-321.

13. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος – Η αλληλογραφία Στάλιν – Τσώρτσιλ – Ρούσβελτ – Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α΄, σελ. 72-73.

14. Ν. Ταλένσκι: «Μόσχα – Στάλινγκραντ: Δύο γερά χτυπήματα», Εκδόσεις Κορυδαλλού – Αθήνα 1945, σελ. 47.

15. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1939- 1945», εκδόσεις ΚΥΨΕΛΗ, τόμος Β΄, σελ. 41.

16. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος – Η αλληλογραφία Στάλιν – Τσώρτσιλ – Ρούσβελτ – Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Β΄, σελ. 24-26 και 50-52.

17. Υπουργείο Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος», εκδόσεις 20ός αιώνας, Αθήνα 1959, σελ. 246-248.

18. Ρεμόν Καρτιέ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου», εκδόσεις Πάπυρος, τόμος Β΄, σελ. 75.

19. Β. Γκρόσμαν: «Ετσι πολεμήσαμε στο Στάλινγκραντ», Εκδόσεις ΡΗΓΑΣ, Αθήνα 1945, σελ. 4.

20. Γ. Κ. Ζούκοφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 2ος, σελ. 97-105 και Α. Μ. Βασιλέφσκι: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 286-288.

21. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», επιμέλεια Jon E. Lewis, Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 330-331.

22. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», επιμέλεια Jon E. Lewis, Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 340.

23. Ι. Β. Στάλιν: «Ο Μεγάλος Πόλεμος για την Πατρίδα», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1946, σελ. 61.

24. Στο ίδιο, σελ. 63.

25. William Shirer: «Η Ανοδος και η Πτώσις του Γ΄ Ράιχ», εκδόσεις Αρσενίδη, τόμος Γ΄, σελ. 255.

26. Γ. Κ. Ζούκοφ: «Αναμνήσεις και Στοχασμοί», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 2ος, σελ. 151.

27. Denis Richards: «Ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης 1789- 2000», εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, σελ. 554.

28. Α. Μ. Βασιλέφσκι: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 349.

29. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος – Η αλληλογραφία Στάλιν – Τσώρτσιλ – Ρούσβελτ – Τρούμαν», εκδόσεις Μέλισσα, τόμος Α΄, σελ. 110 και τόμος Β΄, σελ. 55.

Μονοπώλια και Φασισμός: Δεσμοί αίματος που δεν παραγράφονται (με βάση αρχειακό υλικό από τις Δίκες της Νυρεμβέργης)

Φασισμός: μια εκδοχή της ίδιας και αυτής βαρβαρότητας του κεφαλαίου

Εισαγωγή

Στις εκλογές του Μάη 1928 το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα της Γερμανίας άγγιξε το ναδίρ της εκλογικής του επιρροής, συγκεντρώνοντας μόλις το 2,6% των ψήφων και έχοντας χάσει πάνω από το μισό της δύναμής του από το 1924. Δύο χρόνια αργότερα και μεσούσης της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης οι Ναζί είδαν τα ποσοστά τους να εκτοξεύονται στο 18,3%. Το 1930 όμως δεν ήταν απλά η χρονιά της εκλογικής ανάκαμψης του φασισμού στη Γερμανία. Ηταν επίσης η χρονιά όπου το γερμανικό βιομηχανικό και τραπεζικό κεφάλαιο, «γοητευμένο» από τις «λύσεις» που προσέφερε ο φασισμός στα αδιέξοδά του, άρχισε πλέον να στηρίζει ανοιχτά και αποφασιστικά το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Α. Χίτλερ.

Βεβαίως, ο φασισμός δεν υπήρξε αποκλειστικά «γερμανικό» ή «ιταλικό» φαινόμενο. Πολλά από τα κατασταλτικά μέτρα που εφαρμόστηκαν ενάντια στο εργατικό κίνημα (και την πρωτοπορία του, τους κομμουνιστές) στη Γερμανία και την Ιταλία εφαρμόστηκαν και σε μια σειρά άλλες χώρες υπό καθεστώς αστικής δημοκρατίας. Είναι άλλωστε γνωστές οι απόψεις πολλών αστών πολιτικών της εποχής, όπως π.χ. ο Τσόρτσιλ, για τον Μουσολίνι. Οι αστικές δημοκρατίες της Ευρώπης και της Αμερικής στήριξαν τότε ενεργά (και δεν «ανέχθηκαν» απλώς, όπως συχνά αναφέρεται στην αστική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία) την άνοδο του φασισμού. Συνέδραμαν καταλυτικά στην υλικοστρατιωτική ανάκαμψη και θωράκιση της ναζιστικής Γερμανίας, είτε με πιστώσεις, είτε με επενδύσεις, είτε κάνοντας τα «στραβά μάτια» στην κατάφωρη παραβίαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών περί εξοπλισμών κ.α.

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν ήταν έργο μιας πλευράς αλλά προϊόν των καπιταλιστικών αντιθέσεων, δηλαδή και των δυο πλευρών. Απλώς, το «ριγμένο» από την έκβαση του Α΄ ιμπεριαλιστικού Παγκοσμίου Πολέμου γερμανικό κεφάλαιο, άρχισε να αποζητούσε εκ νέου διανομή των διεθνών αγορών, γεγονός που οδήγησε σε μεγαλύτερη όξυνση των ενδοϊμπεριστικών αντιθέσεων, άρα σε έναν νέο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η αλληλεξάρτηση και αλληλοϋποστήριξη, οι στενότατοι δεσμοί που ανέπτυξαν μεταξύ τους κεφάλαιο και φασισμός, καταγράφηκαν και στοιχειοθετήθηκαν λεπτομερώς στις Δίκες της Νυρεμβέργης. Η διαβόητη «δίκη των βιομηχάνων» -άγνωστη σήμερα- θεωρήθηκε τότε ίσης σημασίας με τις δίκες των στελεχών των Ναζί, των SS, της Βέρμαχτ, κλπ. Εκτοτε καταδικάστηκε στη λήθη: οι εγκληματικές ευθύνες των μονοπωλίων για την άνοδο του ναζισμού παραγράφηκαν, τα αίτια του φασισμού και του πολέμου «επαναπροσδιορίστηκαν», τα βιβλία ιστορίας ξαναγράφτηκαν και σύντομα οι κατηγορούμενοι έγιναν κατήγοροι…

Χορηγοί του φασισμού

«Μετά από πρόσκληση του Γκέρινγκ, περίπου 25 από τους μεγαλύτερους βιομηχάνους της Γερμανίας, μαζί με τον Σαχτ (σ.σ. Προέδρου της Τράπεζας Διεθνών Διευθετήσεων από το 1930, Διευθυντή της Τράπεζας του Ράιχ και από το 1934 Υπουργού Οικονομικών των Ναζί), συναντήθηκαν στο Βερολίνο στις 20 Φεβρουαρίου 1933», δηλαδή, «λίγο πριν τις γερμανικές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933. Στη συνάντηση αυτή ο Χίτλερ ανακοίνωσε την πρόθεση των συνωμοτών (σ.σ. των Ναζί) να αποκτήσουν τον ολοκληρωτικό έλεγχο της Γερμανίας, να διαλύσουν το κοινοβουλευτικό σύστημα, να κτυπήσουν κάθε αντιπολίτευση με βία και να αποκαταστήσουν τη δύναμη της Βέρμαχτ. Μεταξύ των παρευρισκομένων ήταν ο Γουστάβος Κρουπ, επικεφαλής της πολεμικής βιομηχανίας Alfried Krupp A.G., τέσσερα ηγετικά στελέχη της I. G. Farben, ενός εκ των μεγαλυτέρων κονσέρν (σ.σ. μονοπωλίων) χημικών στο κόσμο, ο Αλβέρτος Βόγκλερ, επικεφαλής της United Steel Works της Γερμανίας και άλλοι επιφανείς βιομήχανοι».1

Ενας εξ αυτών, ο George von Schnitzler, διευθυντικό στέλεχος της I. G. Farben, κατέθεσε στις Δίκες της Νυρεμβέργης: «Ενώ περίμενα τον Γκέρινγκ να εμφανιστεί, μπήκε στο δωμάτιο ο Χίτλερ, ο οποίος έσφιξε το χέρι όλων και κάθισε στη κεφαλή του τραπεζιού. Σε ένα μακρύ λόγο μίλησε κυρίως για τον κίνδυνο του κομμουνισμού, επί του οποίου έκανε σα να είχε μόλις κερδίσει μια αποφασιστική μάχη». Τα επιχειρήματα του Χίτλερ έπιασαν τόπο. Η συνάντηση έληξε με τη σύσταση ειδικού ταμείου υποστήριξης των Ναζί στις επερχόμενες εκλογές ύψους 3.000.000 μάρκων (Ντοκουμέντο EC-439, ΠΔΝ). Στις εκλογές αυτές το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα έλαβε το 43,9% των ψήφων.

Τον Απρίλη του 1933 και αφού οι Ναζί βρίσκονταν πλέον στην εξουσία, ο Γ. Κρουπ με την ιδιότητά του ως Πρόεδρος του Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας του Ράιχ (της μεγαλύτερης ένωσης βιομηχάνων στη Γερμανία) κατέθεσε στον Χίτλερ τα σχέδια του Συνδέσμου για την αναδιοργάνωση της γερμανικής βιομηχανίας. Από τη μεριά του, ο Κρουπ ανέλαβε να ευθυγραμμίσει το Σύνδεσμο με τους σκοπούς των Ναζί, μετατρέποντάς τον σε αποτελεσματικό όργανο για την υλοποίηση της πολιτικής τους. Σε επιστολή του στον Χίτλερ (25 Απριλίου 1933) ο Κρουπ έγραψε πως το σχέδιο αναδιοργάνωσης που κατέθεσε εκ μέρους του Συνδέσμου Βιομηχάνων χαρακτηρίζονταν από την επιθυμία «να συνδυαστούν τα οικονομικά μέτρα με την πολιτική αναγκαιότητα, υιοθετώντας την έννοια του Φίρερ για το νέο Γερμανικό Κράτος». Στο ίδιο το σχέδιο τόνιζε: «Η τροπή των πολιτικών γεγονότων [είναι] στη γραμμή των όσων εγώ ο ίδιος και το Διοικητικό Συμβούλιο ευχόμασταν για πολύ καιρό» (Ντοκουμέντο D-157, ΠΔΝ).

Ο βιομηχανικός κολοσσός της Κρουπ, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία του γερμανικού κεφαλαίου, υπήρξαν βασικοί οικονομικοί αρωγοί – χορηγοί, όχι μόνο της πολεμικής μηχανής της φασιστικής Γερμανίας, αλλά και των διαφόρων πολιτικών (κόμμα, οργανώσεις νεολαίας) ή παραστρατιωτικών οργανώσεων των Ναζί (όπως τα Τάγματα Εφόδου SA, τα SS, κλπ.). Ετσι ξεκίνησε το «Ταμείο του Χίτλερ», με κεφάλαια που προέρχονταν «ακόμα και από τους πιο απομακρυσμένους κύκλους της γερμανικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένου του κόσμου της αγροτικής οικονομίας και των τραπεζών» (Ντοκουμέντο D-151, ΠΔΝ). Με το άνοιγμα των αρχείων της Κρουπ, προέκυψε ότι μόνο π.χ. το εργοστάσιο της εταιρείας στο Essen είχε «προσφέρει» ως το 1945 το ιλιγγιώδες ποσό των 4.738.446 μάρκων στο εν λόγω Ταμείο (Ντοκουμέντο D-325, ΠΔΝ).

Τα οφέλη όμως ήταν αμοιβαία: «Ο Εθνικοσοσιαλισμός απελευθέρωσε τον Γερμανό εργάτη από τη μέγγενη ενός δόγματος (σ.σ. του κομμουνισμού) που ήταν βασικά εχθρικό τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο. Ο Αδόλφος Χίτλερ επέστρεψε τον εργάτη στο έθνος του. Τον μετέτρεψε σε πειθαρχημένο στρατιώτη της εργασίας και συνεπώς σύντροφό μας (σ.σ. των βιομηχάνων!)».2 Με άλλα λόγια, ο φασισμός εξασφάλισε την πολυπόθητη για το κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη», διαλύοντας τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργατών και συλλαμβάνοντας, εκτοπίζοντας ή εξοντώνοντας τους κομμουνιστές.

Τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων ταυτίζονταν επίσης με δύο άλλες κύριες επιδιώξεις των Ναζί: την ιμπεριαλιστική αναδιανομή του κόσμου και τη συντριβή της ΕΣΣΔ. Αλλωστε από το 1936 κιόλας ο Χίτλερ είχε δώσει οδηγίες στο υπουργείο Πολέμου του Ράιχ να ετοιμάζεται για την «αναμέτρηση με τη Ρωσία», την οποία θεωρούσε «αναπόφευκτη» (Ντοκουμέντο EC-416, ΠΔΝ). Οσον αφορά το πρώτο, όπως υπογράμμισε ο υπουργός Οικονομίας των Ναζί Σαχτ στον Αμερικανό Πρόξενο Fuller το 1935: «Οι αποικίες είναι απαραίτητες στη Γερμανία. Αν καταστεί δυνατό θα τις αποκτήσουμε μέσα από διαπραγματεύσεις. Αν όχι, θα τις αρπάξουμε (σ.σ. με τη βία)» (Ντοκουμέντα EC-450 και US-629, ΠΔΝ).

Καταλυτικό ρόλο ωστόσο στην οικονομική και στρατιωτική ισχυροποίηση της Γερμανίας έπαιξαν και τα αμερικανικά μονοπώλια: η Ford, η General Motors (μέσω της θυγατρικής της Opel και όχι μόνο), η General Electric, η Standard Oil (η σημερινή Exxon-Mobil), η IBM, η ΙΤΤ (η σημερινή ΑΤ&Τ), η Τράπεζα Chase Manhattan και πολλοί άλλοι, έκαναν τεράστιες επενδύσεις, επωφελούμενοι του «εξαιρετικού» επιχειρηματικού κλίματος που προσέφερε η ναζιστική Γερμανία, αποκομίζοντας ακόμα μεγαλύτερα κέρδη. Τόσο ο Πρόεδρος της IBM T. Watson όσο και ο Πρόεδρος της Ford H. Ford τιμήθηκαν για τις «υπηρεσίες» τους στο Γ’ Ράιχ με το μετάλλιο του Μεγάλου Σταυρού της Γερμανικής Τάξης του Αετού το 1937 και 1938 αντίστοιχα.

Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας

Από το 1940 κιόλας οι βιομηχανίες της Κρουπ άρχισαν να προμηθεύονται με «φτηνό» εργατικό δυναμικό από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης (πολλών εκ των οποίων την εποπτεία και διαχείριση είχαν οι ίδιες οι εταιρείες) ή τις κατεχόμενες περιοχές: «Εργάτες μεταφέρονταν στο Essen από την Πολωνία και τη Ρωσία σε υπερβολικά συνωστισμένα, παγωμένα και ανθυγιεινά βαγόνια για ζώα και αφού αποβιβάζονταν, τους κτυπούσαν, τους κλωτσούσαν και τους φέρονταν απάνθρωπα». Ο «χρόνος ήταν χρήμα» για την επιχείρηση: «Οι επιστάτες της Κρουπ έδιναν ιδιαίτερη αξία στην ταχύτητα με την οποία οι σκλάβοι εργάτες μεταφέρονταν προς και από τα τρένα…τους κτυπούσαν και τους κλωτσούσαν και γενικά τους κακομεταχειρίζονταν με βάναυσο τρόπο…Εβλεπα με τα μάτια μου ανθρώπους άρρωστους που μετά βίας μπορούσαν να περπατήσουν να τους παίρνουν για δουλειά» (Ντοκουμέντα D-321 και D-367, ΠΔΝ).

Η I. G. Farben υπήρξε τόσο αποτελεσματική στην «αξιοποίηση» εργατών από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ώστε αποτέλεσε πρότυπο για πολλές άλλες εταιρείες. Στελέχη της παρείχαν συμβουλευτική υποστήριξη ή μεγάλης κλίμακας εκπαίδευση στη χρήση καταναγκαστικής εργασίας σε γνωστές βιομηχανίες όπως η Volkswagen, η Messerschmitt, η Heinkel, κ.ά. Το τεραστίων διαστάσεων βιομηχανικό συγκρότημα «Buna» της I. G. Farben κατασκευάστηκε από κρατούμενους του Αουσβιτς (γύρω από το οποίο «ξεφύτρωσαν» δεκάδες επιχειρήσεις). Περισσότεροι από 25.000 άνθρωποι εκτιμάται ότι πέθαναν στη διάρκεια της κατασκευής του, ενώ την περίοδο της λειτουργίας του απασχολούσε σχεδόν 85.000 κρατουμένους.3 Μόνο από το Μαουτχάουζεν άντλησαν εργάτες 45 ιδιωτικές εταιρείες.

Εργαζόμενοι 12 ή και παραπάνω ώρες, υπό άθλιες συνθήκες, με ελάχιστο φαγητό και τα βασανιστήρια σε ημερήσια διάταξη δεν προκαλεί ίσως έκπληξη ο μεγάλος αριθμός των νεκρών που καταγράφονταν καθημερινά. Ενας επιστάτης της Κρουπ κατέθεσε κυνικά στη Δίκη: «Παραδέχομαι ότι χτυπούσα τους Ρώσους…Τους γρονθοκοπούσα στα αυτιά και τους χτυπούσα με ένα λαστιχένιο σωλήνα … ή με ένα ξύλινο ραβδί…Οσο πιο ενεργητικός ήμουν εναντίον αυτών των ανθρώπων, τόσο περισσότερο άρεσε στον Διευθυντή Εργου…Επρεπε να χτυπώ τους Ρώσους για να αυξήσω την παραγωγή τους. Ανά καιρούς είχα μέχρι και 2.000 ξένους στην επίβλεψή μου. Οι Ρώσοι δεν ήταν δυνατό να δουλέψουν παραπάνω απ’ ό,τι δούλευαν, γιατί το φαγητό ήταν κακής ποιότητας και πολύ λίγο. Η Διεύθυνση των Εργων όμως απαιτούσε ακόμα μεγαλύτερη απόδοση από αυτούς». (Ντοκουμέντο D-305, ΠΔΝ). Σε υπόμνημά του με ημερομηνία 20 Μαρτίου 1942, ένας από τους Διευθυντές της επιχείρησης είχε γράψει σχετικά με την κακομεταχείριση των Σοβιετικών αιχμαλώτων: Οταν «κάποιος έχει να κάνει με Μπολσεβίκους» πρέπει «να τους ταΐζει με ξύλο αντί για φαγητό» (Ντοκουμέντο D-318, ΠΔΝ).

Η εξοντωτική εκμετάλλευση των εργατών είχε τα επιθυμητά για το κεφάλαιο αποτελέσματα. Τα καθαρά κέρδη του ομίλου εκτοξεύτηκαν από ένα παθητικό την ίδια χρονιά που ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, σε 57.216.392 μάρκα μόλις δύο χρόνια μετά και 111.555.216 μάρκα το 1941. Η αξία του διπλασιάστηκε την περίοδο 1933 – 1942, ενώ μόνο το 1942 – 1943 αυξήθηκε κατά 80%!

Η επόμενη μέρα: Από κατηγορούμενοι κατήγοροι

Το 1943 υπήρξε χρονιά – σταθμός στη ροή του πολέμου. Η νίκη του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ σήμανε την αρχή του τέλους για τους Ναζί. Ο ιμπεριαλισμός, ωστόσο, προετοιμάζονταν ήδη για την επόμενη μέρα. Στα αρχεία του ελληνικού υπουργείου των Εξωτερικών βρίσκουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση της Πρεσβείας της χώρας μας στην Ελβετία (Βέρνη, 4/12/1943), όπου περιγράφεται η συνάντηση του Σαχτ με τους Βρετανούς και Αμερικανούς ομολόγους του στο ΔΣ της Τράπεζας Διεθνών Διευθετήσεων (η οποία φαίνεται πως συνέρχονταν κανονικά, παρά το γεγονός ότι οι χώρες που μετείχαν σε αυτή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση):

«α) Ο Δρ. Σαχτ επέμεινεν επί της σοβαρότητος του κινδύνου ον θα διέτρεχεν ολόκληρος η Ευρώπη εις περίπτωσιν άνευ όρων υποταγής της Γερμανίας εις την Σοβιετικήν Ρωσίαν.

β) Εις σχετικήν ερώτησιν των Αγγλοσαξώνων συναδέλφων του, ο Δρ. Σαχτ απήντησεν ότι ωμιλεί εξ ονόματος των μεγαλοβιομηχάνων και ανώτερων στρατιωτικών κύκλων της Γερμανίας.

γ) Οι Σύμμαχοι, κατά τον Δρ. Σαχτ, έχουν συμφέρον να δεχθούν συζήτησιν περί ανακωχής μετά των εκπροσώπων του σημερινού γερμανικού πολιτικού καθεστώτος, διότι μεταπολίτευσις επερχόμενη προ της ανακωχής θα συνεκλόνιζεν εις επικίνδυνον βαθμόν την εσωτερικήν τάξιν της Γερμανίας.

Η παραίτησις ή απομάκρυνσις του χιτλερικού συγκροτήματος θα ελάμβανε χώραν, κατά την πρότασιν ταύτην του Δρ. Σαχτ, αμέσως μετά τη συνομολόγησιν της ανακωχής».4

Δε γνωρίζουμε ποια τύχη είχαν οι προτάσεις του Σαχτ, αν, σε ποιο βαθμό, ή με ποιο τρόπο τελικά υλοποιήθηκαν. Αυτό που είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε είναι ότι όταν ήρθε η ώρα να αποδοθούν ευθύνες στο κεφάλαιο για την αποφασιστική συνδρομή του στην άνοδο του φασισμού στην εξουσία, για την καταλυτική υλική – οικονομική υποστήριξή του στον πόλεμο και για τα εγκλήματα που διέπραξε κατά της ανθρωπότητας (χρήση αιχμαλώτων πολέμου, εξοντωτικές συνθήκες εργασίας, κλπ.) ο πέλεκυς έπεσε πολύ ελαφρά.

Από τα 24 διευθυντικά στελέχη της I. G. Farben στους οποίους απαγγέλθηκαν κατηγορίες (για εγκλήματα πολέμου, κατά της ανθρωπότητας και κατά της ειρήνης, για λεηλασία, συμμετοχή στα SS, κλπ.) οι 11 αθωώθηκαν. Στους υπόλοιπους αποδόθηκαν ποινές κάθειρξης 1-7 χρόνια. Να σημειώσουμε ότι, μεταξύ άλλων, η I. G. Farben υπήρξε η κατασκευάστρια εταιρεία του Zyklon B, του αερίου δηλαδή που χρησιμοποιήθηκε για την εξόντωση χιλιάδων ανθρώπων. Ο Κρουπ και εννέα άλλα μέλη του ΔΣ του ομίλου του επίσης καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου σε φυλάκιση μέχρι και 12 χρόνια. Ο Σαχτ αθωώθηκε παρά τις ενστάσεις της σοβιετικής πλευράς. Κανένα από τα στελέχη των εταιρειών δυτικών συμφερόντων δεν αντιμετώπισε κατηγορίες και δεν τιμωρήθηκε.

Πόσοι γνωρίζουν σήμερα πως η μηχανογραφική οργάνωση των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης – εξόντωσης (78 στο σύνολο), που υπήρξε καταλυτική στην «αποτελεσματική» λειτουργία τους, έγινε με τεχνολογία της IBM; Πως η Standard Oil προμήθευε με καύσιμα τόσο τους Συμμάχους όσο και τον Αξονα στη διάρκεια του πολέμου; Πως η ITT συνέδραμε σημαντικά στη βελτίωση του γερμανικού συστήματος πληροφοριών ή πως σχεδίασε τις βόμβες Focke – Wulfs που χρησιμοποιήθηκαν ενάντια στα συμμαχικά στρατεύματα; Πως η General Motors κατασκεύασε χιλιάδες θωρακισμένα αυτοκίνητα, φορτηγά και τανκς για τον γερμανικό στρατό; Πως το 1941 η Fordwerke (εργοστάσιο της Ford στο Βερολίνο) υπήρξε υπεύθυνη για την προμήθεια του 1/3 σχεδόν του συνόλου των φορτηγών της Βέρμαχτ; Οι μισοί «εργαζόμενοι» της εταιρείας ήταν «σκλάβοι εργασίας», προερχόμενοι από στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις κατεχόμενες περιοχές. Το ίδιο και στη μονάδα της Ford στην Κολωνία, όπου τουλάχιστον 1.200 εργάτες ήταν Ρώσοι, πολλές φορές ανήλικοι, οι οποίοι πάρθηκαν από τα σπίτια τους με τη βία, για να δουλέψουν ως φτηνό και αναλώσιμο εργατικό δυναμικό στα εργοστάσια γερμανικών ή αμερικανικών μονοπωλιακών συμφερόντων.5

Και όμως, η μονάδα της Ford στη Κολωνία, όχι μόνο συνέχισε να λειτουργεί μετά τον πόλεμο, αλλά έλαβε και 1 εκ. δολ. σε αποζημιώσεις για τις ζημιές που υπέστη στη διάρκεια του βομβαρδισμού της πόλης από τους Συμμάχους! Η General Motors έλαβε επίσης 33 εκ. δολ. σε φοροαπαλλαγές από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τις ζημιές που υπέστησαν τα εργοστάσιά της σε Γερμανία και Αυστρία στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο!6

Οι προανακριτικές έρευνες και οι εργασίες του δικαστηρίου της Νυρεμβέργης σταμάτησαν απότομα στα μέσα του 1948, όταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποφάσισε να διακόψει τη χρηματοδότηση του προσωπικού του. Ολες οι εκκρεμείς υποθέσεις εγκαταλείφθηκαν και οι φάκελοι έκλεισαν.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1950 – 1951 ο John McCloy, Υπατος Αρμοστής των ΗΠΑ στην Αμερικανική Ζώνη κατοχής της Γερμανίας, άρχισε να αμνηστεύει έναν – έναν όλους τους βιομηχάνους – τραπεζίτες που είχαν καταδικαστεί ως εγκληματίες πολέμου, όπως ο Κρουπ, τα στελέχη της I. G. Farben ή ο Φρίντριχ Φλικ (ένας από τους βασικότερους οικονομικούς υποστηρικτές του Χίτλερ και του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, που επίσης αποκόμισε τεράστια κέρδη, χρησιμοποιώντας σκλάβους εργάτες που μίσθωνε από τα SS – υπολογίζεται ότι από τους 48.000 εργάτες που εργάστηκαν στις επιχειρήσεις του Φλικ, σχεδόν το 80% δεν επιβίωσε). Οι περιουσίες που είχαν κατασχεθεί επεστράφησαν, ενώ πολλοί αποκαταστάθηκαν στα διευθυντικά πόστα που είχαν και πριν.

Ο John McCloy δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο. Ως νομικός είχε στο παρελθόν εργαστεί εκπροσωπώντας τα συμφέροντα των Ροκφέλερ και της Τράπεζας Chase Manhattan (εκ των πλέον ένθερμων υποστηρικτών των Ναζί). Διετέλεσε υφυπουργός πολέμου (1941 – 1945), ενώ το 1947 διορίστηκε Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ως Υπατος Αρμοστής των ΗΠΑ στη Γερμανία ανέλαβε την αναδιοργάνωση των μυστικών υπηρεσιών του Δυτικού τμήματος της χώρας, θέτοντας επικεφαλής της τον Ρέινχαρντ Γκέλεν, τον Ναζί εγκληματία πολέμου, που ήταν υπεύθυνος της αντισοβιετικής κατασκοπίας και καταζητούνταν από την ΕΣΣΔ για τα τερατώδη εγκλήματα που διαπράχθηκαν υπό την ηγεσία του στο Ανατολικό Μέτωπο. Την ίδια περίοδο, ο Αδόλφος Χοΐσινγκερ, πρώην Αρχηγός του Επιτελείου Στρατού της Βέρμαχτ, διορίστηκε Αρχηγός του Επιτελείου Στρατού της ΟΔ της Γερμανίας, ενώ στη συνέχεια τοποθετήθηκε Πρόεδρος της Μόνιμης Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ! Μετά τη Γερμανία ο John McCloy διετέλεσε Πρόεδρος της Τράπεζας Chase Manhattan (1953 – 1960), καθώς και του Ιδρύματος Φορντ (1958 – 1965).

Η μεταπολεμική ανάκαμψη των γερμανικών μονοπωλίων υπήρξε εντυπωσιακή. Λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση του Κρουπ, η εταιρεία του φιγουράριζε στη 12η θέση διεθνώς (σήμερα η Thyssen Krupp είναι μια πολυεθνική με πάνω από 670 θυγατρικές παγκοσμίως). Ο Φλικ έγινε επίσης ξανά ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Γερμανία. Η I. G. Farben, αν και χωρίστηκε σε 12 διαφορετικές εταιρείες μετά τον πόλεμο, σύντομα άγγιξε την κερδοφορία που είχε προπολεμικά. Ορισμένες εξ αυτών, όπως η Bayer (η γνωστή φαρμακοβιομηχανία), η Basf, η Agfa ή η Hoerst (η σημερινή Aventis) παραμένουν μέχρι τις μέρες μας σημαντικοί μονοπωλιακοί κολοσσοί της ΕΕ. Οπως έγραψε το περιοδικό TIME στις 7 Ιουλίου 1952 «η συμμαχική απόφαση να δοθεί η Farben πίσω στους αρχικούς της ιδιοκτήτες αποτελεί σταθμό στο δρόμο της γερμανικής ανάκαμψης». Να λοιπόν πώς οικοδομήθηκε το «δυτικογερμανικό θαύμα», που αξιοποιήθηκε ως αιχμή του δόρατος ενάντια στις χώρες της σοσιαλιστικής Ευρώπης.

Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, τα μονοπώλια βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα κατά του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και της ΕΣΣΔ. Παράλληλα, επένδυσαν μεγάλα ποσά ώστε να καλύψουν το παρελθόν τους, επιχειρώντας να ξαναγράψουν την Ιστορία και επαναπροσδιορίσουν τη λαϊκή μνήμη. Είναι όμως μια ιστορία που έχει γραφτεί με αίμα. Και όπως είναι γνωστό το αίμα δε ξεπλένεται εύκολα…

Σημειώσεις:

1. Πρακτικά Δικών της Νυρεμβέργης (από δω και πέρα ΠΔΝ), Τόμος 1, Κεφάλαιο VIII

2. Από ομιλία του Γ. Κρουπ, 26 Ιανουαρίου 1934, Ντοκουμέντο D-392, ΠΔΝ

3. Simpson S (1995) «The splendid blond beast» (Common Courage Press) σελ.84

4. Φάκελος 36.2 του 1944, Κυβέρνηση του Καΐρου (Ιστορικό και Διπλωματικό Αρχείο του ΥΠΕΞ)

5. Βλέπε ενδεικτικά BBC News, 23/2/1998, Silverstein K (2000) «Ford and the Fuhrer», στο «The Nation», τεύχος 3, σελ.14, Higham Ch (1983) «Trading with the Enemy» (Delacorte Press) σελ.1-33, ACSA Press Release, 13/7/2003, κ.α.

6. Βλέπε Logsdon J R (1999) «Power, ignorance and anti-Semitism», στο «Hanover Historical Review» και Higham Ch (1983), όπως πριν.

Του
Αναστάση ΓΚΙΚΑ*
*Ο Αναστάσης Γκίκας είναι δρ. Πολιτικών Επιστημών, συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ