Ακόμα και η Χούντα παραδεχόταν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου – Η Χρυσή Αυγή, ωστόσο, κάνει την πάπια!

Νεκροί Πολυτεχνείου 1

Νεκροί Πολυτεχνείου 2

Τα ονόματα των νεκρών που έδωσε η ίδια η Χούντα (εφημερίδα «Μακεδονία» 20 Νοέμβρη 1973)

Παραπάνω βλέπουμε τα ονόματα των νεκρών που ανακοίνωσε η ίδια η Χούντα 2 μέρες μετά τη δολοφονική εισβολή του στρατού στο Πολυτεχνείο και του άγριου κυνηγητού που ακολούθησε σε όλη την πρωτεύουσα. Το πόρισμα του Εισαγγελέα βεβαίως θα αναδείξει το 1974 όλο το εύρος της δολοφονικής μανίας της δικτατορίας. Τέσσερις δεκαετίες και πλέον αργότερα οι πολιτικοί απόγονοί της, Χρυσαυγήτες, κάνουν την πάπια βεβηλώνοντας τη μνήμη των νεκρών και δείχνοντας ακόμα λιγότερη τσίπα από ότι οι πραξικοπηματίες του 1967.

Οι νεκροί σύμφωνα με το πόρισμα του Εισαγγελέα Δ. Τσεβά το 1974:

«α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί είναι οι ακόλουθοι:

1. Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, ετών 17, μαθητής. Εφονεύθη έξωθιτου Πολυτεχνείου περί ώρα 22.15′ της 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ότι δράστης του φόνου τούτου είναι ο προεκτεθείς Συνταγματάρχης.

2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ετών 26. Εφονεύθη εγγύς του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως περί ώρα 22.30′ της 16.11.73, βληθείς προφανώς υπό τίνος των εκ του υπουργείου πυροβολούντων.

3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώρα 23.30’της 16.11.1973 παρ’ αγνώστου δράστου.

4. Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ετών 22. Εφονεύθη υπ’ αγνώστου εις άγνωστον σημείον εξ επαφής περί το μεσονύκτιον της 16.11.1973 και το πτώμα του μετεφέρθη και απερρίφθη εις την διασταύρωσιν των οδών Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων (Κατάθεσις υπ’ αριθμ. 137).

5. Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, ετών 16, μαθητής. Εφονεύθη επί της οδού Κότσικα (παρόδου Πατησίων) την 10.20 ώραν της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.

6. Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, ετών 23. Εφονεύθη ευρισκόμενος εις την επί της οδού Πατησίων και Αιγύπτου 1 πολυκατοικίαν την 10.30 ώραν της 17.11.1973, βληθείς ομοίως υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.

7. Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, ετών 43. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώραν 13.00′ της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.

8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ετών 6. Εφονεύθη επί της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας Ζωγράφου περί ώραν 13.30 της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιώτου ευρισκομένου έμπροσθεν του Ναού του Αγίου Θεράποντος.

9. Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, ετών 17. Εφονεύθη ευρισκομένη εις την ταράτσα της επί της οδού Μεταγένους 8 – Νέος Κόσμος οικίας της περί ώρα 12.30′ της 17.11.1973, δεχθείσα εις την κεφαλήν της βλήμα αδέσποτον άρματος.

10. Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος. Εφονεύθη ευρισκόμενος εν Ν. Λιοσίοις προς εκτέλεσιν υπηρεσίας περί ώραν 12.15′ της 17.11.1973 δεχθείς ομοίως βλήμα αδέσποτον άρματος μάχης εις την κεφαλήν.

11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, ετών 25. Εφονεύθη παρά την πλατείαν Βάθης περί ώραν 11.00’της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.

12. Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, ετών 19, εργάτης. Ετραυματίσθη θανασίμως επί της οδού Πατησίων, έμπροσθεν του κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περί ώρα 10.00’της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσεν εις το ΚΑΤ την 30.11.1973.

13. Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, ετών 63. Ετραυματίσθη σοβαρώς διερχόμενος την οδό Καποδιστρίου περί ώρα 14.00′ της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσε την 30.1.1974.

14. Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ετών 20. Εφονεύθη εις την διασταύρωσιν των οδών Πατησίων και Στουρνάρα περί ώραν 13.30′ της 18.11.73, βληθείς δια περιστρόφου εις την κεφαλήν και

15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ετών 45, δικηγόρος. Ετραυματίσθη σοβαρώς επί της οδού Γλάδστωνος περί ώραν 12.40′ της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου επί της οδού Πατησίων άρματος και απεβίωσεν την 18.12.1973.

β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες:

1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Απεβίωσεν τας απογευματινός ώρας της 16.11.73 ευρισκόμενος επί της οδού Γεωργίου Σταύρου, συνέπεια θανατηφόρου επενέργειας των ριπτομένων υπό της αστυνομίας αερίων (κατάθ. υπ’ αριθμ. 93).

2. Αικατερίνη Αργυροπούλου, ετών 75. Ετραυματίσθη σοβαρώς ενώ ευρίσκετο εις την εν Αγ. Αναργύροις οικίαν της περί ώραν 11.00′ της 17.11.1973, δεχθείσα αδέσποτον βλήμα άρματος και απεβίωσεν κατά μήνα Μάιον 1974 και

3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος. Απεβίωσεν την μεσημβρίαν της 17.11.1973 εκ προσφάτου εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά την ιατροδικαστικήν έκθεσιν σοβαρώς όμως, υπό της συζύγου του αμφισβητούμενης και υποστηριζούοης ότι ο σύζυγος της απεβίωσεν είτε βληθείς δι’ όπλου, είτε υποστάς συγκοπήν εκ των ριπτομένων αερίων, καταθεσάσης δε ότι μόνον εις το Νεκροταφείον της επετράπη να πλησιάσει απλώς και να ατενίσει το πρόσωπον του νεκρού συζύγου της.

γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες:

1. Ο ιατρός – χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότι ο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύο αγνώστων νέων, πληγέντων: Του μεν ενός εις την πλατείαν Βικτωρίας περί ώραν 11.00′ της 17.11.1973 δια βλήματος περιστρόφου υπό Ανθυπασπιστού της Χωροφυλακής ριφθέντος, του δε ετέρου εις την οδόν Γ Σεπτεμβρίου περί ώραν 12.00′ της 18.11.1973 δια βλήματος διερχομένου άρματος (κατάθ. υπ’ αριθμ. 25).

2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράς κορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών, εις την γωνίαν των οδών Πατησίων και Κλωναρίδου περί ώραν 14.00 της 17.1.1.1973 εκ βλημάτων διερχομένου άρματος, εξ ων και η ιδία ετραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. υπ’ αριθμ. 168).

3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας, εντός του χώρου του Πολυτεχνείου ευρισκόμενης, περί ώρα 11.45′ της 16.11.1973, δια βλήματος ριφθέντος εκ του εκτός του Πολυτεχνείου χώρου (κατάθ. υπ. αριθμ. 32).

4. Ο Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ του μεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του το Πολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις το αυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίων σαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ’ αριθμ. 245).

5. Περί των ανωτέρω νεκρών σαφώς καταθέτουν και σπουδασταί, μέλη της Συντονιοτικής Επιτροπής, οι οποίοι και περιγράφουν με ενάργειαν τα τραύματα τα οποία έκαστος των νεκρών συναδέλφων των έφερεν (Οράτε καταθέσεις υπ’ αριθμ. 41,45 και 217). Και ναι μεν ο εις εκ των ανωτέρω μαρτύρων (217) καταθέτει και περί τα είκοσι δύο (22) πτωμάτων, άτινα ο ίδιος ούτος προσωπικώς αντελήφθη, περιστατικόν όπερ δεν επεβεβαιώθη, πλην σοβαροί διάτην αλήθειαν των κατατιθεμένων προκύπτουν ενδείξεις εκ της προεκτεθείσης καταθέσεως Αλέξ. Παναγοπούλου, όστις και αναφέρει ότι αντελήφθη θάλαμον υπό του περιβόητου Πίμπα – πράκτορας της ΚΥΠ (κατάθ. υπ’ αριθμ. 29 και 176 μετά μαγνητοταινίας) – φρουρούμενον, εις ον υπήρχον άνθρωποι δήθεν κοιμώμενοι, ων, όμως, η στάσις και η όλη εμφάνισις εις πολλάς τον ανωτέρω μάρτυρα ενέβαλεν υποψίας (οράτε κατάθεσιν). Ανακήπτει βεβαίως το ερώτημα τι εγένοντο οι νεκροί αυτοί και σοβαρά δια τους αντιλέγοντας αντλούνται εντεύθεν επιχειρήματα. Όμως προσφέρουν ίσως απάντησιν τα υπό των φυλάκων του νεκροθαλάμου του Ρυθμιστικού Κέντρου Αθηνών κατατιθέμενα. Ο μεν Νικ. Νίκας καταθέτει ότι κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του μέχρι της 23.00′ ώρας της 16.11.1973 παρέλαβε και ετοποθέτησε εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα νέων ανδρών, ηλικίας 22-25 ετών, τα οποία δεν συνωδεύοντο από πιοτοποιητικόν θανάτου και κάρταν περί της ταυτότητος του νεκρού (κατάθ. υπ’ αριθμ. 80). Ο εκ του ανωτέρω παραλαβών ακολούθως υπηρεσίαν Ιωάννης Μάρας, καταθέτει ότι από της 23.00′ ώρας της 16.11.1973 μέχρι 7.00′ της 17.11.1973 παρέλαβεν και ετοποθέτησεν εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα, νέων ομοίως ανδρών, ηλικίας 20-35 ετών, έκτων οποίων τα τέσσερα (4) ήταν αγνώστου ταυτότητος (κατάθ. υπ’ αριθμ. 89). Και ούτω κατά την τραγικήν εκείνην νύχτα των γεγονότων, 16 προς 17 Νοεμβρίου 1973, ένδεκα (11) πτώματα αγνώστων νέων διακομίζονται εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών, άτινα, όμως, πλην ενός (κατά τα επίσημα στοιχεία του Νοσοκομείου) ουδαμού εμφανίζονται, ούτε καταχωρίζονται! Και η ανυπαρξία επισήμων στοιχείων εν τω Νοσοκομείω δεν αποδεικνύει βεβαίως την ανυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αι καταθέσεις είναι κατηγορηματικοί και σαφείς και πλήρως εκ της ερεύνης εβεβαιώθη ότι ουδεμία εγένετο επίσημος εγγραφή του πλήθους των εισαγομένων τότε τραυματιών εις το Γενικόν βιβλίον της πύλης. Μόνον οι αυτόθι ευρισκόμενοι αστυνομικοί εμερίμνων δια τα καθ’ εαυτούς περί τούτου και τα υπ’ αυτών συλλεγέντα στοιχεία, κατά το μάλλον ακριβή, μετά των εν συνεχεία εις τα βιβλία των κλινικών του Νοσοκομείου εγγραφών, προσέφεραν ημίν αποδείξεις περί του αριθμού των διακομισθέντων εις το Ρυθμιστικόν τραυματιών! Θα ήτο μάταιον επομένως να ερευνηθή περαιτέρω, μολονότι επεχειρήθη, τι εγένοντο οι νεκροί ούτοι! Επισημαίνομεν μόνον το πρόβλημα και τονίζομεν ότι τα υπό των ανωτέρω κατατιθέμενα πλήρως εναρμονίζονται προς τα υπό των σπουδαστών υποστηριζόμενα ως προς τον αριθμόν των δέκα (10) περίπου νεκρών.

6. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήν αυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ’ αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλά και δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας του ιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ’ αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τι εγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Διότι είναι πλήρως βεβαιωμένον ότι ουδείς εξ αυτών ευρίσκεται εις τον κατάλογον των εξ (6) επισήμων νεκρών του Ρυθμιστικού, εξ ων μάλιστα μόνον εις (ο άγνωστος αρχικώς και γνωστός ακολούθως Βασ. Φαμέλλος) διεκομίσθη κατά τον επίμαχον χρόνον της νυκτός της 16ης προς 17ην Νεομβρίου 1973. Επίτασις της αγωνίας εκ του τιθεμένου προβλήματος! Δι’ ο και ο προεκτεθείς ιατρός – χειρουργός, προσωπικώς παρακολουθήσας τα γεγονότα εις το Ρυθμιστικόν και εις την επιχείρηση/ σωτηρίας, συμμετασχών ειδικώς περί του αριθμού των εν τω Ρυθμιστικοί νεκρών εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου ερωτηθείς, καταθέτει ότι πρέπει ν’ ανέρχωνται εις είκοσι (20) ή είκοσι πέντε (25) και αιτιολογεί διατί (Οράτε κατάθεσιν ομοίως και τας 47 και 98). Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι εις τους καταλόγους των επισήμως ανακοινωθέντων δέκα πέντε (15) νεκρών και υπό της ερεύνης βεβαιωθέντων τριών (3) τοιούτων δέον να προστεθούν και έτεροι δέκα έξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οίτινες, τονιστέον και πάλι, ουδεμίαν έχουν, ως προς την ταυτότητα, σχέσιν με τους επισήμως ανακοινωθέντος. Παραμένει βεβαίως πάντοτε το ερώτημα: Τι εγένοντο τα πτώματα των νεκρών τούτων και διατί οι οικείοι των εξακολουθητικώς σιωπούν; Δεν είναι εύκολος η απάντησις εις τον χαράσσοντα τας γραμμάς ταύτας. Είναι υποχρέωσις, όμως, η έναντι του προβλήματος θέσις και η κατανόησις των ανερμήνευτων ή αδυνάτων. (Οράτε σχετικώς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, υπ. αριθμ. 71).

δ) Νεκροί εκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι:

Πολλά τω όντι περί μεγάλου αριθμού νεκρών διαδίδονται και θρυλούνται. Διάφοροι κατάλογοι περί τούτων κυκλοφορούν, δύο των οποίων αναφερόντες ονόματα νεκρών 46 και 59, αντιστοίχως, περιήλθαν εις χείρας μου και απετέλεσαν αντικείμενον ειδικής, επισταμένης και αγωνιώδους ερεύνης. Αμφότεροι εκυκλοφόρησαν το πρώτον εις την αλλοδαπήν και ο εις εξ αυτών επιμέλεια πολλών γνωστών Ελλήνων, εις το εξωτερικόν κατά την εποχήν της Δικτατορίας ευρισκομένων. Είναι αμφότεροι ελλιπείς κατά τα στοιχεία των και η επ’ αυτών έρευνα εις ουδέν το συγκεκριμένον απέληξε. Βεβαίως ο πρώτος αυτών κατετέθη παρά προσώπου λίαν αξιόπιστου, βεβαιώσαντος περί της σοβαρότητος της ερεύνης και της εγκυρότητος των πορισμάτων αυτής εν τη αναγραφή των ονομάτων του καταλόγου. Εξ ουδενός, όμως, ετέρου στοιχείου ενισχύθη η άποψις αυτή και των αναγραφομένων ονομάτων η συμπλήρωσις δεν επετεύχθη, ίνα διευκλυνθή ακολούθως η έρευνα εν τη αναζητήσει της αληθείας. Ο έτερος των καταλόγων κατά πολύ ελλιπέστερος εμφανίζεται κατά το περιεχόμενόν του και ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβεβαίωσίν του. Ο υιοθετήσας τούτον μάρτυς επί της υποθέσεως και μηνυτής Γρηγόριος Παπαδάτος, ειδικώς εφ’ ημών κληθείς όπως προσκόμιση ή κατονομάση έστω στοιχεία ενισχυτικά των απόψεων του, ουδέν περί του αντικειμένου τούτου κατέθεσεν. Σοβαρώς εξ ετέρου εκ της ερεύνης ημών επιθανολογήθη ότι εξ (6) εκ των αυτώ αναφερομένων ονομάτων αφορούν τους τραυματίας των γεγονότων, ενώ πλήρως εβεβαιώθη ότι όνομα αναμφισβητήτως νεκρού, του Αλεξ. Σπαρτίδη, δεν αναφέρεται εν αυτών (οράτε το από 20.7.74 ενημερωτικόν σημείωμα Γεν. Ασφαλείας και της υπ’ αριθμ. 51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 αναφοράν της προς υμάς). Ουδείς βεβαίως δύναται να αποκλείση το ενδεχόμενον μήνυμα αληθείας εκ των καταλόγων τούτων να εκπορεύεται και πολλοί ή και άπαντες οι προαναφερθέντες, αριθμητικώς μόνον ως βασίμως προκύπτοντες, νεκροί να αποτελούν μέλη των εν αυτοίς αναγραφομένων ομάδων ή και να αναφέρονται εις αυτούς αι υπό ετέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι, ανεπιβεβαίωτοι όμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανών νεκρών (οράτε καταθέσεις υπ’ αριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 και 55). Τα ενδεχόμενα όμως ταύτα πόρρω αφίστανται του ασφαλούς και βέβαιου, όπερ και μόνον δύναται να αποτελέση στοιχείον αποδεικτικόν. Οίκοθεν νοείται ότι η αυτή προσήκει απάντησις και υπεύθυνος θέσις και έναντι των περί υπάρξεως ομαδικών τάφων διαθρυλουμένων, μολονότι σκληρά δια τον γράφοντα υπήρξε δοκιμασία η λήψις της καταθέσεως ατόμου, στρατιώτου όντος κατά την ερευνωμένην περίοδον, όστις, δια των κατατεθέντων του και της όλης του τραγικής – αληθώς – εμφανίσεως, πολλάς και συγκλονιστικός μοι προεκάλεσεν ανησυχίας και απορίας (κατάθεσις υπ’ αριθμ. 190).»

Χρονολογικό αφιέρωμα στο Δεκέμβρη του 1944: 5 Δεκέμβρη

Οδοφράγματα του ΕΛΑΣ φτιαγμένα από ράγες ενάντια σε αγγλικά τανκ

Οδοφράγματα του ΕΛΑΣ φτιαγμένα από ράγες ενάντια σε αγγλικά τανκ

Τις πρώτες πρωινές ώρες ο Τσόρτσιλ απέστειλε οδηγίες στους Ουίλσον, Σκόμπι και Λήπερ. Στον πρώτο υπογράμμισε πως «πρώτος σκοπός μας με προτεραιότητα υπέρτατης τάξεως είναι νίκη στην Αθήνα», εξασφαλίζοντας την αποστολή νέων βρετανικών δυνάμεων. Αντίστοιχα, στον Σκόμπι τόνισε: «Είσθε υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που θα πλησιάσουν προς την πόλη…Μην διστάσετε πάντως να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση…»[1]

Στην πρωτεύουσα η γενική απεργία συνεχίστηκε με καθολική επιτυχία. Οι απεγνωσμένες προσπάθειες Χιτών και Χωροφυλακής να σπάσει η απεργία στην Εθνική Τράπεζα δεν ευοδώθηκαν. Δεκάδες συνεργεία ΕΠΟΝιτών όργωσαν από τα χαράματα τις εργατογειτονιές καλώντας τον κόσμο σε κινητοποίηση. Πράγματι, εκατοντάδες χιλιάδες λαού πλημμύρισαν για μια ακόμη φορά το κέντρο της Αθήνας. Στα Χαυτεία η πορεία δέχθηκε και πάλι «ταυτόχρονη δολοφονική επίθεση από το ξενοδοχείο ‘Μητρόπολις’…και από ένα οίκημα της οδού Πατησίων. Χειροβομβίδες ρίχτηκαν κατά του άοπλου πλήθους και πυροβολισμοί με αυτόματα και οπλοπολυβόλα. Ο λαός γονάτισε, χωρίς να κινηθεί, ενώ οι γυναίκες που είχαν πάρει μέρος στη διαδήλωση ζωσμένες με ελληνικές σημαίες τραγουδούσαν: ‘Στο τίμιο λάβαρο πάντα πιστοί…’ Στο μεταξύ έφτασαν άντρες του ΕΛΑΣ και άρχισαν την πολιορκία του ξενοδοχείου ‘Μητρόπολις’ του άντρου αυτού των δολοφόνων.»[2] Ο απολογισμός: 30 νεκροί και πάνω από 100 τραυματίες. Γενικότερα, η τρομοκρατία κατά του λαϊκού κινήματος, με συλλήψεις, βασανισμούς, δολοφονίες, κλπ., εντάθηκε, η κυκλοφορία απαγορεύτηκε μετά τις 17:30, καθώς και η οποιαδήποτε είσοδος-έξοδος από την Αθήνα. Η πρωτοβουλία των κινήσεων όμως ανήκε στον ΕΛΑΣ.

Η ΚΕ του ΕΛΑΣ εξέδωσε διαταγή προς το Α’ ΣΣ να εκκαθαρίσει τις συνοικίες και να τις κρατήσει ελεύθερες. Ακολούθως, συνεχίστηκαν οι επιχειρήσεις κατά των αστυνομικών τμημάτων που δεν είχαν ακόμα εξουδετερωθεί. Υπήρχαν βεβαίως και περιπτώσεις, όπως του Τάγματος Εθνοφυλακής Κορωπίου, το οποίο προσχώρησε σχεδόν σύσσωμο στον ΕΛΑΣ, ή του 3ου Τάγματος της Αθήνας, που διαλύθηκε από την ίδια την κυβέρνηση διότι δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη! Ο κλοιός του ΕΛΑΣ περισφίχτηκε γύρω από την Ειδική Ασφάλεια, την Ανώτερη Διοίκηση της Χωροφυλακής, κ.α. εστίες του εχθρού. Έως το βράδυ είχαν καταληφθεί: οι φυλακές Συγγρού (όπου ήταν οχυρωμένη η φρουρά και 120 περίπου δωσίλογοι-κρατούμενοι), η Εφορία Υλικού Πολέμου, η έδρα των Χιτών στη Σόλωνος 108, κ.α. Οι βρετανικές δυνάμεις επενέβησαν επανειλημμένα: στις φυλακές Συγγρού (όπου κατάφεραν να περισώσουν αρκετούς δωσίλογους, αλλά είχαν και τους πρώτους 2 νεκρούς), στην Εφορία Υλικού Πολέμου (την οποία ανακατέλαβαν με τη συνδρομή ισχυρής δύναμης αρμάτων μάχης) και αλλού.

Στο Πολυτεχνείο μάλιστα (το οποίο είχε νωρίτερα καταλάβει και τώρα υπερασπιζόταν ο λόχος σπουδαστών «Λόρδος Βύρων» του ΕΛΑΣ), οι Βρετανοί εισέβαλαν με παρόμοιο τρόπο όπως η Χούντα 69 χρόνια αργότερα: «Ζώσανε το Πολυτεχνείο κι ένα τανκ έπεσε πάνω στην κεντρική σιδερένια πύλη και την έριξε. Ένα τμήμα τους μπήκε αιφνιδιαστικά στο κτήριο της Γραμματείας και άρχισε να ρίχνει πισώπλατα στους σπουδαστές που πολεμούσαν απ’ τα παράθυρα και σ’ όσους βρίσκονταν στο διάδρομο.» Ο επικεφαλής των βρετανικών στρατευμάτων απείλησε τους σπουδαστές-μαχητές πως, αν δεν παραδίδονταν αμέσως, θα τους εξόντωναν όλους. Εκείνοι όμως πολέμησαν παλικαρίσια απέναντι στις υπέρτερες δυνάμεις που είχαν απέναντί τους και τελικά όταν νύχτωσε κατάφεραν να διαφύγουν. Οι Βρετανοί αποσύρθηκαν και την επόμενη μέρα ο λόχος σπουδαστών επέστρεψε ανακαταλαμβάνοντας όλα τα κτίρια του Πολυτεχνείου.[3]

Το απόγευμα, το μεγαλύτερο μέρος της Ορεινής Ταξιαρχίας κατέλαβε θέσεις στο κέντρο της Αθήνας (Πανεπιστημίου-Ακαδημίας), ενώ στον Πειραιά το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό αποβίβασε νέες δυνάμεις στο μέγαρο Βάτη. Στο αεροδρόμιο του Χασανίου (Ελληνικό) κατέφθασαν 40 μεταγωγικά αεροπλάνα μεταφέροντας 1.500 Βρετανούς στρατιώτες.

Και ο ΕΛΑΣ όμως ενισχύθηκε (αν και ομολογουμένως σε πολύ μικρότερο βαθμό, σε άντρες και οπλισμό). Το βράδυ κατέφθασε στο Βύρωνα έπειτα από μακρά εξουθενωτική πορεία ένα Σύνταγμα του ΕΛΑΣ Κορίνθου. Η υποδοχή του λαού ήταν συγκινητική: «Χωρίς χρονοτριβή τους προσφέρθηκε από το λαό, ό,τι ήτανε δυνατό στις περιστάσεις εκείνες να τους ξεκουράσει, και ύστερα να πλυθούνε και να φάνε. Ένα συνεργείο γυναικών με τις ραπτομηχανές τους, εγκατασταθήκανε στα γρήγορα…και έραβε συνέχεια όλη εκείνη τη νύχτα, από τόπια κάμποτ που τους έφερε η Λαϊκή Επιτροπή της Ν. Ελβετίας…»[4] Οι αστείρευτες δυνάμεις και το μεγαλείο της ψυχής του λαϊκού παράγοντα αποτυπώθηκαν εκείνο το βράδυ και στον Πειραιά, όπου νέοι, γέροι, άνδρες, γυναίκες, σύσσωμος ο λαός, ρίχτηκαν στη μάχη των οδοφραγμάτων. Σχεδόν 2.000 οδοφράγματα υψώθηκαν στον Πειραιά, μόνο το βράδυ της 5ης προς 6ης Δεκέμβρη!

Το ίδιο βράδυ το Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ εξέδωσε διαταγή σχετικά με τη μεταχείριση των αιχμαλώτων, τονίζοντας: «Παρακαλούμεν όπως λάβετε τα αναγκαία μέτρα δια την ασφάλειαν της ζωής των συλλαμβανομένων αιχμαλώτων (αστυνομικών, χωροφυλάκων, κλπ.)…Απαγορεύεται η κακομεταχείρισις και η αφαίρεσις της ζωής αυτών…Οι δωσίλογοι εκ των αιχμαλώτων δεν πρόκειται να αποφύγωσι τας ποινάς οίτινες επισύρουσιν οι άδικοι πράξεις αυτών, πλην αυταί θα επιβάλλονται νομίμως και υπό της αρμοδίας αρχής.»[5]

Στις 5 του Δεκέμβρη διακόπηκε η ηλεκτροδότηση στην περιοχή της πρωτεύουσας.

***

[1] Βλ. Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, Δεκέμβρης-Εμφύλιος 1944-1949, σελ.118, εκδ. Κ. Καπόπουλος, Αθήνα, 1994 και Σπύρος Α. Κωτσάκης, Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα, σελ.78-79, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986.

[2] Ριζοσπάστης, 6/12/1944

[3] Σπύρος Τζουβέλης, Μέρες και νύχτες του Δεκέμβρη, σελ.11-14, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 2003.

[4] Βλ. Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «Τα Δεκεμβριανά στις Ανατολικές Συνοικίες της Αθήνας», στο Δεκέμβρης ’44: Οι μάχες στις γειτονιές της Αθήνας, σελ.74, εκδ. Ε-Ιστορικά, Αθήνα, 2010. Για τις Λαϊκές Επιτροπές βλ. στη συνέχεια.

[5] Όπως παρατίθεται στο Αυτός ήταν ο Δεκέμβρης: Η ένοπλη απάντηση του λαού στην Αγγλική κατοχή, σελ.76-77, εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα, 2004.

Πηγή: «Δεκέμβρης του ’44: Κρίσιμη ταξική σύγκρουση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2014 – Αναστάσης Γκίκας, «Το χρονικό του Δεκέμβρη 1944″