Ε. Τέλμαν: «Τα διδάγματα της εξέγερσης του Αμβούργου» (1925)

Στη μέση και προς τα αριστερά ο ηγέτης του γερμανικού προλεταριάτου Ερνστ Τέλμαν

Στη μέση και προς τα αριστερά ο ηγέτης του γερμανικού προλεταριάτου Ερνστ Τέλμαν

Σαν σήμερα πριν δύο χρόνια, στις 23 Οκτώβρη 1923, το Αμβούργο εξεγέρθηκε. Παρακινούμενο από την εξαθλίωση της περιόδου του πληθωρισμού1, εξωθημένο από την ανήκουστη ανέχεια των εργαζόμενων μαζών, εμπνευσμένο από το πνεύμα του μπολσεβικισμού, το καλύτερο, το πιο επαναστατικό τμήμα της εργατιάς του Αμβούργου πήρε τα όπλα και ξεκίνησε τον αγώνα ενάντια στους καπιταλιστές καταπιεστές.

Δύο χρόνια πέρασαν από την 23η Οκτώβρη 1923. Πολλά άλλαξαν εν τω μεταξύ τόσο στη Γερμανία όσο και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς, οι κομμουνιστές, ηττηθήκαμε και μαζί με εμάς ηττήθηκε ολόκληρη η γερμανική εργατιά. Η σταθεροποίηση της αστικής Γερμανίας επιτεύχθηκε σ’ έναν ορισμένο, αν και περιορισμένο βαθμό. Δημιουργήθηκαν νέες ελπίδες στην αστική τάξη. Το προλεταριάτο βίωσε ένα χρόνο απογοήτευσης και υποχώρησης. Αν σήμερα μνημονεύουμε τις οδομαχίες του Αμβούργου που έλαβαν χώρα πριν δύο χρόνια, αυτό δεν το κάνουμε παρακινούμενοι απλώς από το γεγονός ότι το ημερολόγιο δείχνει και πάλι 23 Οκτώβρη. Για τους κομμουνιστές και για το ταξικά συνειδητοποιημένο τμήμα του προλεταριάτου οι επέτειοι δεν είναι απλά μέρες μνήμης, αλλά χαράσσουν κατευθύνσεις για την ταξική πάλη, αποτελούν καθοδήγηση για τη δράση. Ιδιαίτερα η πολιτική κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε σήμερα, μας θέτει το επιτακτικό καθήκον να κατανοήσουμε με σαφήνεια την ιστορική σημασία και τα διδάγματα της εξέγερσης του Αμβούργου.

Ποιες ήταν οι αιτίες του αγώνα του Αμβούργου; Ηταν μόνο η προπαγάνδα των κομμουνιστών, ήταν οι αποφάσεις παράνομων μυστικών οργάνων, όπως ισχυρίζονται τα αστικά δικαστήρια; Οχι! Οι αιτίες είναι βαθύτερες. Η εξέγερση δεν ξεπήδησε ούτε από την τυφλή τύχη, ούτε από την ελεύθερη βούληση μερικών συνωμοτών. Η εξέγερση του Αμβούργου ξεπήδησε από την επαναστατική κατάσταση του φθινοπώρου του 1923.

Το φθινόπωρο του 1923 έφερε τη βαθιά κρίση της αστικής τάξης, την κρίση που αγκάλιασε ολόκληρη τη Γερμανία, όλες τις τάξεις και τα στρώματα του πληθυσμού. Ο ιμπεριαλισμός της Αντάντ ολοκλήρωσε την καταστροφική του εργασία. Ο πόλεμος της περιοχής του Ρουρ που κράτησε δέκα μήνες χάθηκε για τη γερμανική αστική τάξη. Το νόμισμα, το μάρκο, το οποίο όταν ανέλαβε η κυβέρνηση Κούνο ήταν στα 8.0002, ανήλθε αργότερα στο ένα τρισεκατομμύριο. Οι εργάτες δεν μπορούσαν ν’ αγοράσουν τίποτα με τους μισθούς τους. Ακόμα και «οι πιο πιστοί υπηρέτες του κράτους», οι υπάλληλοι, άρχισαν να επαναστατούν. Τα μεσαία στρώματα καταστράφηκαν. Το φάντασμα της πείνας περιπλανιόταν στη Γερμανία. Οι κυβερνήσεις της αστικής τάξης ήταν ανήμπορες απέναντι στη διάλυση.

Ο Στρέσεμαν3, ο υπουργός Εξωτερικών εκείνης της εποχής, διακήρυττε μετά από τις απεργίες Κούνο4 «ότι η κυβέρνησή του θα ήταν η τελευταία αστική κυβέρνηση στη Γερμανία».

Ηδη την άνοιξη του 1923 ξέσπασαν στην περιοχή του Ρουρ και της Ανω Σιλεσίας απεργιακά κινήματα. Νέα κύματα της ταξικής πάλης αναπτύχθηκαν σε ολόκληρη τη Γερμανία. Οι εργάτες δεν αγωνίζονταν ακόμα για την εξουσία, αλλά για τις πιο επιτακτικές καθημερινές τους ανάγκες, για την καταπολέμηση της πιο οξυμένης ανέχειας. Ο αγώνας διεξαγόταν ακόμα με «ειρηνικές» μορφές. Ενώ οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες, οι Σόλμαν5 και Σέβερινγκ6, είχαν έρθει ήδη σε συνεννόηση με τους στρατηγούς της Ράιχσβερ7 και εξοπλίζονταν για την αιματηρή κατάπνιξη του προλεταριάτου, οι «αριστεροί» σοσιαλδημοκράτες έκαναν τα πάντα για να καταστήσουν την εργατιά ανίκανη ν’ αμυνθεί, για να την εμποδίσουν να διεξάγει πάλη για την εξουσία, για να την κοροϊδέψουν με διάφορες φράσεις, για να την περιορίσουν στις «ειρηνικές», κοινοβουλευτικές μορφές πάλης της προπολεμικής περιόδου. Αλλά η λογική των πέντε επαναστατικών χρόνων ήταν ισχυρότερη από την προστυχιά των δεξιών και τη δειλία των «αριστερών» σοσιαλδημοκρατών ηγετών.

Η σπίθα του εμφύλιου πολέμου στη Γερμανία ξεπήδησε από τη στιγμή της ανατροπής της κυβέρνησης Κούνο. Ηδη πριν την ανατροπή αυτή είχαν γίνει ανταλλαγές πυρών στο Ρουρ, το Ανόβερο, την Ανω Σιλεσία, τη Βαυαρία και σε άλλα μέρη της Γερμανίας. Τώρα ήταν σε όλους καθαρό ότι μια ειρηνική διευθέτηση των ζητημάτων δεν ήταν πια δυνατή. Η αμείλικτη, βίαιη πάλη με όρους τάξης απέναντι σε τάξη έγινε αναπόφευκτη. Οι απεργίες κατέληγαν σε συγκρούσεις, οι διαδηλώσεις σ’ αιματηρές μικρές μάχες ανάμεσα στους εργάτες και την αστυνομία σε μια ντουζίνα γερμανικές πόλεις. Εφτασε η στιγμή κατά την οποία αποδείχτηκε, όπως έλεγε ο Λένιν στα «Διδάγματα από την εξέγερση της Μόσχας» του έτους 1906, «ότι η γενική απεργία, σαν αυτοτελής και κύρια μορφή πάλης, έχει ξεπεραστεί, ότι το κίνημα ξεφεύγει με αυθόρμητη, ακράτητη δύναμη απ’ αυτά τα στενά πλαίσια και γεννά μια ανώτερη μορφή πάλης, την εξέγερση»8.

Ακριβώς αυτήν τη στιγμή προσεγγίζαμε με τρομακτική ταχύτητα τον Οκτώβρη του 1923. Μπροστά μας είχαμε μια άμεση επαναστατική κατάσταση. Πληρούνταν όλες οι προϋποθέσεις για τη νίκη της εργατικής τάξης, εκτός από μία: την ύπαρξη ενός ξεκάθαρου κομμουνιστικού κόμματος με σιδερένια συνοχή και αδιάλυτους δεσμούς με τις πιο πλατιές μάζες, ενός κόμματος αποφασισμένου και ικανού να ενώσει την αυθόρμητη πάλη των εργατικών μαζών, να την οργανώσει και να την καθοδηγήσει.

Την κρίσιμη στιγμή η καθοδήγηση του Κόμματός μας απέτυχε. Η είσοδος κομμουνιστών ηγετών από κοινού με τους «αριστερούς» σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση της Σαξονίας θα ήταν σωστή μόνο αν εξυπηρετούσε έναν μοναδικό στόχο: την οργάνωση της επανάστασης, το κίνημα των μαζών, την ανάληψη της πάλης σε ολόκληρη τη Γερμανία.

Ακριβώς αυτόν το στόχο έχασε από τα μάτια της η τότε ηγεσία του Κόμματος. Οι ηγέτες μας αξιοποίησαν τις θέσεις τους στη σαξονική κυβέρνηση όχι προς όφελος της εξαπόλυσης της επίθεσης, αλλά προς όφελος της αποτροπής της σύγκρουσης. Πολιτική συνασπισμού δεν ήταν η είσοδος στη σαξονική κυβέρνηση, αλλά ότι αφέθηκαν σε αυτήν την κυβέρνηση να ξεγελαστούν και να καθοδηγηθούν, αντί αυτοί να καθοδηγήσουν τις εργατικές μάζες ενάντια στην κυβέρνηση του Ράιχ.

Ξέχασαν ότι το κίνημα έπρεπε να περάσει «σε μια ανώτερη μορφή πάλης». Περιορίστηκαν σε «στενά πλαίσια», προσπάθησαν μάλιστα επιπλέον να «στενέψουν» ακόμα περισσότερο τα ήδη στενά πλαίσια. Εδωσαν την εντολή να σταματήσουν τα απεργιακά κινήματα που βρίσκονταν σ’ εξέλιξη, επειδή «η αποφασιστική μάχη βρίσκεται μπροστά μας».

Το Κόμμα μας ως σύνολο ήταν ακόμα πολύ ανώριμο για να εμποδίσει αυτά τα λάθη της καθοδήγησης. Ετσι, το φθινόπωρο του 1923 η επανάσταση απέτυχε λόγω της απουσίας μίας εκ των πιο σημαντικών προϋποθέσεών της: της ύπαρξης ενός μπολσεβίκικου κόμματος.

Η πολιτική στη Σαξονία τελείωσε με μια αμαχητί οπισθοχώρηση. Η εκτελεστική εξουσία του Ράιχ, η είσοδος των λευκών στρατηγών, επισφράγισε την ήττα.9

Εξαντλείται με αυτά η ιστορία του Οκτώβρη του 1923; Οχι και πάλι όχι! Ακόμα και αργότερα διαπράττονταν πολλές φορές το λάθος, σε αποφάσεις και σε άρθρα, ακόμα και σε λόγους στο αστικό δικαστήριο να γίνεται αναφορά μόνο στη Σαξονία όταν γινόταν λόγος για τον Οκτώβρη του 1923. Ωστόσο δεν υπήρχε μόνο η Σαξονία, υπήρχε και το Αμβούργο!

Το Αμβούργο επιβεβαίωσε στο μέγιστο βαθμό τη λενινιστική διδασκαλία «ότι το κίνημα ξεφεύγει με αυθόρμητη, ακράτητη δύναμη απ’ αυτά τα στενά πλαίσια και γεννά μια ανώτερη μορφή πάλης, την εξέγερση».

Η εξέγερση του Αμβούργου διαμόρφωσε, όπως αναφέρεται στις Θέσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής του 1924 «τον αντίθετο πόλο της Σαξονίας».

Αυτοί που βλέπουν στην ιστορία ολόκληρου του Κόμματός μας μέχρι τη Φρανκφούρτη10 μόνο ανικανότητα, προδοσία και οπορτουνισμό, ξεχνάνε τα τεράστια διδάγματα του αγώνα του Αμβούργου. Ξεχνάνε ότι οι πλατιές μάζες των μελών του Κόμματός μας σε καμία περίπτωση δεν υιοθέτησαν παθητική στάση αναμονής, αλλά ήταν αποφασισμένες να δώσουν τη ζωή τους για τη διεκδίκηση της εξουσίας. Και οι εργάτες του Αμβούργου δικαιούνται περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλον να πούνε: Δεν ήταν μόνο οι κομμουνιστές εργάτες του Αμβούργου, αλλά και του Βερολίνου, της Σαξονίας και όλοι οι υπόλοιποι οι οποίοι ήταν έτοιμοι για μάχη.

Οι περιοχές των ακτών της Βόρειας Θάλασσας (Wasserkante) είχαν την ίδια εξέλιξη με ολόκληρη την υπόλοιπη Γερμανία. Ενα κύμα απεργιών και οικονομικών αγώνων θέριεψε σε ολόκληρη την περιοχή της Βόρειας Ακτής. Στις 20 Οκτώβρη έλαβαν χώρα στο Αμβούργο δυναμικές διαδηλώσεις των ανέργων. Σε διάφορα σημεία της πόλης κατέληξαν σε λεηλασίες μαγαζιών με τρόφιμα και σ’ αιματηρές συγκρούσεις με την αστυνομία. Οι απαγορευτικές ζώνες της αστυνομίας διασπάστηκαν με τη βία για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια. Την Τρίτη 23 Οκτώβρη, στις 5 η ώρα το πρωί, όλα τα αστυνομικά τμήματα στα προάστια του Αμβούργου καταλήφθηκαν αστραπιαία από επαναστατικές ομάδες μάχης, όλοι οι αστυνομικοί αφοπλίστηκαν. Οι επαναστατικές ομάδες μάχης πήραν όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά από τα είκοσι έξι αστυνομικά τμήματα που πιάστηκαν στον ύπνο. Οταν η διεύθυνση της αστυνομίας έστειλε τις ειδικές μονάδες επίθεσης και τις ενισχύσεις που είχαν ήδη καταφτάσει από άλλες περιοχές, οι αγωνιζόμενες περιοχές είχαν μετατραπεί σε οπλισμένα φρούρια. Εκατοντάδες εργάτες κι εργάτριες έστησαν στους δρόμους οδοφράγματα. Αθάνατη παραμένει η φήμη του κόκκινου Μπάρμπεκ11. Τα αστυνομικά στρατεύματα προέλαυναν σε ολόκληρους λόχους και τάγματα, αλλά ήταν υποχρεωμένα συνέχεια να επιστρέφουν άπραγα, αφού οι απώλειές τους αυξάνονταν σε κάθε έφοδο που έκαναν. Οι εργάτες του Μπάρμπεκ έριξαν δέντρα, ξερίζωσαν τα πεζοδρόμια, έφραξαν τους δρόμους με οδοφράγματα από κορμούς δέντρων, πέτρες κι άμμο. Πίσω από αυτά τα οχυρώματα πολεμούσαν σαν τίγρεις.

Οι πρώτες ομάδες μάχης που προχώρησαν σε αστραπιαίες επιθέσεις στα αστυνομικά τμήματα ήταν άοπλες. Ολα τα όπλα και τα πυρομαχικά τα προμηθεύτηκαν από την αστυνομία. 300 άντρες δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από 6.000 έμμισθους της αστυνομίας, της Ράιχσβερ και του Ναυτικού. Αντεξαν τρεις μέρες και τρεις νύχτες. Πυροβολούσαν τρεις μέρες και τρεις νύχτες. Επιτίθονταν, έπεφταν, υποχωρούσαν, αλλά δεν παραδίνονταν. Διέσωσαν την τιμή του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Ηταν οι πρωτοπόροι της γερμανικής εργατικής τάξης.

Το Αμβούργο ηττήθηκε. Οι μαχητές των οδοφραγμάτων έπεσαν. Ωστόσο μόνο λίγοι σκοτώθηκαν, το μεγαλύτερο τμήμα αιχμαλωτίστηκε, καταδιώχτηκε και διασκορπίστηκε. Ακόμα και σήμερα βρίσκονται σε φυλακές και φρούρια. Η ηρωική τους υπεράσπιση κατά τις δίκες του Αμβούργου με την κατηγορία της υψίστης προδοσίας αποτελούν παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο οι κομμουνιστές στέκονται μπροστά στα αστικά ταξικά δικαστήρια.

Η προλεταριακή επανάσταση υπέστη περισσότερες από μία αιματηρές ήττες. Ωστόσο ποτέ δεν αιμορράγησε μέχρι θανάτου. Προχωράει πιο ισχυρή, πιο περήφανη, πιο αποφασισμένη. Η Παρισινή Κομμούνα τσαλαπατήθηκε. Η ρωσική επανάσταση του 1905 τελείωσε στις τσαρικές κρεμάλες, στα μπουντρούμια, στη Σιβηρία. Και, παρόλ’ αυτά, ξύπνησε εκ νέου! Ετσι και το Αμβούργο δεν είναι νεκρό, Αντίθετα, το Αμβούργο είναι ανίκητο. Νέες εξεγέρσεις του προλεταριάτου, νέες νίκες της αντεπανάστασης θ’ ακολουθήσουν το γερμανικό Οκτώβρη. Στην Πολωνία, την Εσθονία, τη Βουλγαρία ξεσηκώνονται οι εργάτες και ηττούνται. Και, παρόλ’ αυτά, θα νικήσουν!

Οι εξεγέρσεις του προλεταριάτου αποτελούν στάδια στη νικηφόρα πορεία της επανάστασης, όχι μόνο λόγω των άμεσων θετικών αποτελεσμάτων τους, αλλά κυρίως λόγω των μεγάλων διδαγμάτων που εμφυσούνε σε ολόκληρη την εργατική τάξη.

Εξέγερση του Αμβούργου (1923)

Εξέγερση του Αμβούργου (1923)

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ;

1. Οι μικρές αριθμητικά προλεταριακές δυνάμεις, οι οποίες πολέμησαν με το μέγιστο ηρωισμό κάτω από τη σημαία της δικτατορίας, μπόρεσαν να σταθούν στρατιωτικά μ’ επιτυχία ενάντια στην εικοσαπλάσια υπεροχή των θαυμάσια οργανωμένων κι οπλισμένων στρατευμάτων της αστικής τάξης.

2. Η άφθαρτη φήμη των μαχητών του Οκτώβρη στο Αμβούργο έγκειται στ’ ότι άρπαξαν τα όπλα σε μια επαναστατική κατάσταση, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχαν 99% πιθανότητες νίκης. Ο λενινισμός διδάσκει ότι η μάχη πρέπει ν’ αρχίζει όταν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες για τη νίκη. Εγγύηση για τη νίκη δεν υπάρχει ποτέ εκ των προτέρων. Η ήττα σ’ έναν τέτοιο αγώνα είναι χίλιες φορές πιο γόνιμη και πολύτιμη για το μέλλον της ταξικής πάλης από μια υποχώρηση χωρίς μάχη.

3. Η εξέγερση οδηγήθηκε στην ήττα γιατί έμεινε απομονωμένη, αφού δεν υποστηρίχτηκε αμέσως ούτε στη Σαξονία, ούτε σ’ ολόκληρο το Ράιχ. Οι εργάτες σ’ ένα συγκεκριμένο μέρος μπορούν ν’ αρχίσουν τον αγώνα με το μέγιστο ηρωισμό, ωθούμενοι από το πιο ισχυρό μαζικό κίνημα: Θα ηττηθούν αν δεν πάει μαζί τους το προλεταριάτο ολόκληρης της χώρας. Ειδικά σ’ αυτό έγκειται ο ρόλος του Κομμουνιστικού Κόμματος ως εμπροσθοφυλακής του προλεταριάτου, στην οργάνωση και τη συσπείρωση ολόκληρης της εργατικής τάξης σ’ όλα τα βιομηχανικά κέντρα και τις μεγάλες πόλεις, σ’ ολόκληρη τη χώρα. Ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό χρειαζόμαστε ένα σιδερένιο, απόλυτα αποφασισμένο, απόλυτα πειθαρχημένο κόμμα με ακλόνητη συνοχή.

4. Δεν είν’ αλήθεια ότι η εξέγερση του Αμβούργου ήταν πραξικόπημα. Αντίθετα, είχε τη συμπάθεια των πιο πλατιών μαζών. Ακόμα και ο αστυνομικός διευθυντής Χένσε (Hense) αναγκάστηκε οργισμένος να παραδεχτεί ότι οι σοσιαλδημοκράτες εργάτες στο Αμβούργο, αυτή η πολύ δεξιά οργάνωση του SPD και μαζί τους «οι πιο πλατιοί κύκλοι του πληθυσμού στάθηκαν στο πλάι των κομμουνιστών». Η αδυναμία μας έγκειτο μόνο στο γεγονός ότι δεν καταφέραμε να συσπειρώσουμε αυτές τις μάζες στέρεα γύρω μας, να τις τραβήξουμε έγκαιρα σ’ όλες τις επιμέρους μάχες, να σχηματίσουμε μ’ αυτές το Ενιαίο Μέτωπο απέναντι στους σοσιαλδημοκράτες ηγέτες.

5. Για να μπορέσουμε να νικήσουμε σε αγώνες παρόμοιους μ’ αυτούς του Αμβούργου, που θα έρθουν αναπόφευκτα και μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερη έκταση, πρέπει να εισχωρήσουμε σαν σφήνα μέσα στις μάζες, να τις ενώσουμε μαζί μας με χίλια νήματα, να σχηματίσουμε ένα πραγματικά προλεταριακό Ενιαίο Μέτωπο μ’ εκατομμύρια εργάτες. Στα συνδικάτα, σε όλες τις μη κομματικές οργανώσεις της εργατικής τάξης πρέπει ν’ αναπτυχθεί μια μεγάλη επαναστατική πτέρυγα, η οποία θ’ αποτελέσει μαζί με τους κομμουνιστές το φορέα των επερχόμενων αγώνων.

6. Ως ιδιαίτερη έλλειψη βιώσαμε στις μέρες του Οκτώβρη στο Αμβούργο την απουσία ενός ισχυρού κινήματος των Συμβουλίων (Räte-bewegung). Αυτό το γεγονός δεν έχει κατανοηθεί ακόμα επαρκώς στο Κόμμα. Τα Συμβούλια είναι τα όργανα τα οποία συνενώνουν σε μια επαναστατική κατάσταση τα εκατομμύρια των μαζών του προλεταριάτου, αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του αγώνα. Αυτό το δίδαγμα δεν πρέπει να το ξεχνάμε ούτε στη σημερινή περίοδο, την περίοδο μεταξύ δύο επαναστάσεων.

7. Η κατάκτηση της εξουσίας του προλεταριάτου δεν είναι μονόπρακτο έργο. Δεν περιορίζεται μόνο στο στρατιωτικό αγώνα εναντίον των στρατευμάτων της αστικής τάξης, αλλά πρέπει να προετοιμαστεί με μακρόχρονη δουλειά του Κομμουνιστικού Κόμματος και ολόκληρου του προλεταριάτου. Οι μελλοντικοί νικητές επί της αστικής τάξης πρέπει να διαπαιδαγωγηθούν, να προετοιμαστούν, να οργανωθούν μέσα σε αμέτρητους επιμέρους αγώνες. Εδώ βρίσκεται το βασικό μας καθήκον αυτήν την περίοδο.

8. Είναι λάθος ότι με την ήττα του Οκτώβρη του 1923 χάθηκε για πάντα μια μοναδική επαναστατική κατάσταση. Η ήττα του 1923 δε θα έχει μεγάλη διάρκεια, ακριβώς όπως και η ήττα του Συνδέσμου του Σπάρτακου12 δεν είχε μεγάλη διάρκεια στις μέρες του Νόσκε το 1919. Η σταθεροποίηση της αστικής Γερμανίας δεν έχει μεγάλη πνοή: Παρά το Σχέδιο Ντάουες13 και το Εγγυητικό Σύμφωνο14 -ή καλύτερα: λόγω του Σχεδίου Ντάουες και του Εγγυητικού Συμφώνου. Η καπιταλιστική σταθεροποίηση στη Γερμανία βιώνει ήδη τώρα την πρώτη της «δύσπνοια». Η μεγάλη συνέπεια της εξέγερσης του Αμβούργου είναι ότι οι εργάτες είδαν για τρία εικοσιτετράωρα την αδυναμία του φαινομενικά ανίκητου ταξικού αντιπάλου σε ολόκληρη την έκτασή της. Κατά τη διάρκεια των ημερών του Αμβούργου οι εργάτες είδαν την αστική τάξη να στέκεται στο χείλος της αβύσσου. Κι αυτήν την εικόνα δεν πρόκειται να την ξεχάσουν ποτέ! Δε θα βαλτώσουμε, αντίθετα θα προχωρήσουμε σε νέους αγώνες, ενώ η δεύτερη επανάσταση στη Γερμανία θα μας βρει με ακόμα πιο βαθιά συνείδηση της αναγκαιότητάς της.

9. Η εξέγερση ήταν υπόδειγμα θαυμάσιας οργάνωσης του επαναστατικού αγώνα, υπόδειγμα οργάνωσης χωρίς περιττές τριβές. Ταυτόχρονα όμως αποκάλυψε και τα μεγαλύτερα οργανωτικά λάθη του Κόμματός μας. Οι μαχητές του Αμβούργου κέρδισαν την πλήρη συμπάθεια των εργατών στις επιχειρήσεις, αλλά οργανωτικά δεν είχαν καμία σύνδεση με αυτούς. Αποδείχτηκε σε όλο της το μεγαλείο η αχρηστία, η ολέθρια οπισθοδρομικότητα της παλιάς μας σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης στη βάση του τόπου κατοικίας. Ο εκλογικός μηχανισμός δεν αξίζει τίποτα στα οδοφράγματα! Το μεγαλύτερο κενό στο πολεμικό μέτωπο του Αμβούργου ήταν η απουσία κομμουνιστικών πυρήνων στις επιχειρήσεις. Μια μάζα μαχητών, όπως αυτή του Αμβούργου, η οποία όμως θα στηρίζεται σε καλά ριζωμένους πυρήνες σε όλες τις επιχειρήσεις και στη συνένωση των πιο πλατιών εργατικών μαζών, θα είναι σε μια αντίστοιχη κατάσταση στο μέλλον ανίκητη.

10. Το μεγαλύτερο, το πιο πολύτιμο δίδαγμα της εξέγερσης του Αμβούργου είναι η μεγαλειώδης εκπλήρωση του ρόλου του Κομμουνιστικού Κόμματος στην προλεταριακή επανάσταση. Οι κομμουνιστές ήταν όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη η εμπροσθοφυλακή, η καθοδήγηση, ο οδηγός της εργατικής τάξης. Προσέδωσαν στο κίνημα ένα σαφώς προσδιορισμένο στόχο, ένα διαμορφωμένο με ακρίβεια πρόγραμμα: Τη δικτατορία του προλεταριάτου. Σε σχέση μ’ αυτό, ο αγώνας του Αμβούργου στέκεται σ’ ένα πολύ ψηλότερο επίπεδο απ’ όλα τα προηγούμενα κινήματα. Η Δράση του Μάρτη του 192115 δεν αντέχει σε καμία σύγκριση με την εξέγερση του Αμβούργου. Μόνο επειδή το Κόμμα κρατούσε σταθερά στα χέρια του την καθοδήγηση του αγώνα έγινε κατορθωτό να συνειδητοποιηθεί και να πραγματοποιηθεί από τους επαναστάτες του Αμβούργου -για πρώτη φορά στη Δυτική Ευρώπη- η μαρξιστική-λενινιστική διδασκαλία σύμφωνα με την οποία η εξέγερση είναι τέχνη και ο βασικός νόμος αυτής της τέχνης είναι η θαρραλέα, σταθερή, αποφασιστική επίθεση.

Αυτά είναι τα πιο σημαντικά διδάγματα από την εξέγερση του Αμβούργου. Το φρικτό κόστος που πληρώσαμε γι’ αυτήν ήταν ο θάνατος και η φυλάκιση των καλύτερων ανθρώπων μας. Κι όμως: Αυτή η θυσία θα έχει εκατονταπλάσια αξία. Δεν έπεσαν μόνο για την οικοδόμηση ενός μπολσεβίκικου κόμματος στη Γερμανία, αλλά και για το μέλλον ολόκληρης της εργατικής τάξης.

Τώρα δε βρισκόμαστε στην περίοδο της άμεσης εφόδου, του άμεσου αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας. Βρισκόμαστε στην περίοδο ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη επανάσταση. Η ανάλυση τόσο της παγκόσμιας κατάστασης όσο και της συγκεκριμένης κατάστασης στη Γερμανία φανερώνει σε κάθε σοβαρό άνθρωπο ότι η τωρινή «ανάσα» (σ.μ.: της καπιταλιστικής σταθεροποίησης) δε θα διαρκέσει πολύ. Πρέπει να την αξιοποιήσουμε καλά για να μάθουμε, για να διευρύνουμε τις δυνάμεις μας, για να εκπαιδεύσουμε την εργατική τάξη, για να προετοιμαστούμε οργανωτικά ενόψει των νέων ημερών του Αμβούργου, οι οποίες θα βιώσουν μια αναγέννησή τους σε όλες τις πόλεις της Γερμανίας.

Ειδικά στην τωρινή περίοδο των υπομονετικών μερικών αγώνων, των γερών, αργά αναπτυσσόμενων μερικών κινημάτων, δε μας επιτρέπεται να ξεχάσουμε ούτε για μια στιγμή τη σημασία και τα διδάγματα της εξέγερσης του Αμβούργου. Το Κόμμα μας πραγματοποιεί μια αποφασιστική προσαρμογή από την κορυφή μέχρι τη βάση του. Ξεριζώνει το ψευτοεπαναστατικό πνεύμα που είναι ριζοσπαστικό μόνο στα λόγια. Παραμερίζει τα υπολείμματα του σεχταρισμού, της υποτίμησης των μαζών στις γραμμές του. Αλλάζει την τακτική του για να συνδεθεί πιο στέρεα, πιο στενά με τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες, με τις μάζες στα συνδικάτα και τις επιχειρήσεις. Προχωράει στη ριζική αναμόρφωση των οργανωτικών του αρχών. Εργάζεται στην κατεύθυνση σχηματισμού μιας μεγάλης αριστερής πτέρυγας στο εργατικό κίνημα.

Για την εκπλήρωση αυτών των καθηκόντων χρειαζόμαστε κυρίως την υπομονετική, κουραστική, επίμονη καθημερινή δουλειά. Μήπως αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τη γραμμή της πολιτικής της εξέγερσης του Αμβούργου; Οχι! Αν την χάσουμε αυτή, χαθήκαμε! Μέσω της μετάβασης στην πολιτική του κερδίσματος και της καθοδήγησης των μαζών σφυρηλατούμε την ταξική βάση για μια νέα Εξέγερση του Αμβούργου, ασύγκριτα μεγαλύτερης έκτασης από την πρώτη, πολύ μεγαλύτερου εύρους, ακόμα πιο βαθιάς ιστορικής σημασίας.

Περισσότερο από ποτέ κάθε κομμουνιστής, κάθε κομματικό μέλος, κάθε μέλος της Κομμουνιστικής Ενωσης Νεολαίας, κάθε επαναστάτης εργάτης πρέπει αυτήν την περίοδο να έχει στο μυαλό του την εικόνα των μαχητών της εξέγερσης του Αμβούργου: Ψύχραιμοι, περιφρονώντας το θάνατο, ολόπλευρα δοσμένοι στην υπόθεση της εργατικής τάξης, με τ’ όπλο στο χέρι, μπροστά τους τα οδοφράγματα, έτοιμοι να υποδεχτούν τον εχθρό και με το βλέμμα στραμμένο σ’ έναν και μόνο στόχο, στο μεγαλύτερο, στον πιο περήφανο στόχο που υπάρχει για τον κομμουνιστή: Τη δικτατορία του προλεταριάτου!

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στις 23 Οκτώβρη 1925, στην εφημερίδα «Rote Fahne» (Κόκκινη σημαία), όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας από το 1919 μέχρι το 1945. Το κείμενο περιλαμβάνεται στη συλλογή κειμένων «Ernst Thälmann, Reden und Aufsätze zur Geschichte der deutschen Arbeiterbewegung Ι» (Ερνστ Τέλμαν, Ομιλίες και παρεμβάσεις για την ιστορία του γερμανικού εργατικού κινήματος) του Ινστιτούτου Μαρξ – Ενγκελς – Λένιν – Στάλιν της ΚΕ του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας, σελ. 254-264.

1. Ως περίοδος του υπερπληθωρισμού στη Γερμανία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης θεωρείται ιδιαίτερα η περίοδος από τα μέσα του 1921 μέχρι τα τέλη του 1923, αν και μερικές φορές συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν ολόκληρη η περίοδος 1914-1923. Σε αυτήν την περίοδο συντελέστηκε τεράστια αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων και διολίσθηση της αξίας του γερμανικού μάρκου σε σχέση με τα υπόλοιπα νομίσματα. Στην εξέλιξη αυτή σημαντικό ρόλο έπαιξε η απότομη αύξηση της έκδοσης χρήματος για την αποπληρωμή των κρατικών χρεών από τον πόλεμο και την καταβολή των αποζημιώσεων προς τους νικητές, που προβλεπόταν από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Χαρακτηριστικό είναι ότι το Νοέμβρη του 1923 ένα δολάριο ισούταν με 420 δισ. μάρκα.

2. Σ.μ.: Εδώ ο Τέλμαν αναφέρεται μάλλον στο πόσα χάρτινα μάρκα χρειάζονταν για ν’ αγοράσουν ένα χρυσό μάρκο ως ένδειξη της ταχύτητας διολίσθησης του γερμανικού νομίσματος την περίοδο του υπερπληθωρισμού.

3. Ο Γκούσταφ Στρέσεμαν (Gustav Stressemann), ηγέτης του Γερμανικού Λαϊκού Κόμματος, ήταν υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας από το 1923 μέχρι το 1929, ενώ ηγήθηκε ως καγκελάριος και μιας βραχύβιας κυβέρνησης 102 ημερών (13 Αυγούστου – 23 Νοέμβρη 1923).

4. Απεργιακό κύμα ενάντια στην κυβέρνηση Cuno τον Αύγουστο του 1923 που συντέλεσε στην πτώση της.

5. Ο Βίλχελμ Σόλμαν (Wilhelm Sollmann) ήταν στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD) και υπουργός Εσωτερικών (13 Αυγούστου 1923-11 Νοέμβρη 1923) στη βραχύβια κυβέρνηση με καγκελάριο τον Γκούσταφ Στρέσεμαν.

6. Ο Καρλ Σέβερινγκ (Carl Severing) ήταν στέλεχος του SPD. Διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών της Πρωσίας (1920-1926 και 1930-1932) και υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας (1928-1930).

7. Η επίσημη ονομασία του γερμανικού στρατού από το 1919 μέχρι το 1935. Μεταφράζεται ως «Αμυνα του Ράιχ». Το 1935 μετονομάστηκε σε Βέρμαχτ (Wehrmacht) που σημαίνει Αμυντική Δύναμη.

8. Β. Ι. Λένιν: «Τα διδάγματα από την εξέγερση της Μόσχας», «Απαντα», τ. 13, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 373.

   9. Η κεντρική κυβέρνηση του Ράιχ έστειλε από το Βερολίνο στρατεύματα «για την αποτροπή της κομμουνιστικής ανατροπής». Στις 21 Οκτώβρη 1923 τα στρατεύματα του Ράιχ απάλλαξαν -στη βάση του διατάγματος εκτάκτου ανάγκης του σοσιαλδημοκράτη Νόσκε- τη σαξονική κυβέρνηση από τα καθήκοντα της.

10. Σ.μ.: Ο Τέλμαν μάλλον αναφέρεται εδώ στο 9ο Συνέδριο του ΚΚΓ που έλαβε χώρα υπό καθεστώς παρανομίας το διάστημα 7-10 Απρίλη 1924 στη Φρανκφούρτη και το Οφενμπαχ. Το Συνέδριο αυτό θεωρούνταν την περίοδο που γράφτηκε το άρθρο ότι διόρθωσε κάποια από τα «δεξιά» λάθη του κόμματος κατά την προηγούμενη περίοδο και καθαίρεσε από την καθοδήγηση του κόμματος τους Μπράντλερ (Brandler), Ταλχάιμερ (Thalheimer) και Βάλχερ (Walcher).

11. Η περιοχή του Αμβούργου στην οποία το ΚΚΓ είχε τη μεγαλύτερη επιρροή. Μετατράπηκε στο κέντρο των μαχών των τριών ημερών.

12. Την άνοιξη του 1915 συγκροτήθηκε η ομάδα «Διεθνής» από μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος που αντιπολιτεύονταν τη γραμμή του κόμματος γενικά, αλλά κυρίως στο θέμα του πολέμου. Η ομάδα αυτή πήρε συνεπή διεθνιστική θέση κόντρα στη σοσιαλπατριωτική γραμμή του κόμματος. Η ομάδα αυτή αποτελούνταν από γνωστούς Γερμανούς επαναστάτες, όπως οι Καρλ Λίμπκνεχτ (Karl Liebknecht), Ρόζα Λούξεμπουργκ (Rosa Luxemburg), Φραντς Μέρινγκ (Franz Mehring), Κλάρα Τσέτκιν (Klara Zetkin), Χέρμαν και Κέτε Ντούνκερ (Hermann & Käte Duncker), Βίλχελμ Πικ (Wilhelm Pieck) κ.ά. Βασική τους θέση ήταν ότι ο κύριος εχθρός κάθε λαού -και του γερμανικού- βρίσκεται στην ίδια του τη χώρα. Ενα χρόνο αργότερα η ομάδα άρχισε να εκδίδει σειρά πολιτικών φυλλαδίων με το όνομα «Γράμματα του Σπάρτακου», απ’ όπου πήρε και το όνομά της. Η ομάδα αυτή μετεξελίχτηκε μαζί με κάποια μέλη του «Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας» στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, το οποίο ιδρύθηκε στη Συνδιάσκεψη των Σπαρτακιστών από τις 30 Δεκέμβρη μέχρι τη 1 Γενάρη 1919.

13. Συμφωνία της Γερμανίας με τις νικήτριες δυνάμεις για τον επανακαθορισμό των όρων αποπληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων.

14. Το λεγόμενο Εγγυητικό Σύμφωνο περιλαμβανόταν στο τελικό πρωτόκολλο που υπογράφηκε στο Λονδίνο την 1η Δεκέμβρη 1925 για να επικυρώσει και τυπικά τις αποφάσεις των Συνθηκών του Λοκάρνο. Οι τελευταίες ήταν σειρά συμφωνιών που συνάφθηκαν τον Οκτώβρη του 1925, με βάση τις οποίες οριστικοποιούνταν τα σύνορα των κρατών της Ευρώπης τα οποία είχαν διαμορφωθεί με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Το Εγγυητικό Σύμφωνο, που περιλαμβανόταν στο τελικό πρωτόκολλο, υπογράφηκε ανάμεσα στη Γερμανία, τη Γαλλία και το Βέλγιο. Σύμφωνα με αυτό, η Γερμανία αναγνώριζε τα δυτικά της σύνορα όπως αυτά είχαν καθοριστεί με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Τα δυτικά αυτά σύνορα της Γερμανίας εγγυούνταν η Μ. Βρετανία και η Ιταλία, οι οποίες θα επενέβαιναν στρατιωτικά εναντίον οποιουδήποτε επιχειρούσε τη μετατόπισή τους. Τ’ ανατολικά σύνορα της Γερμανίας παρέμεναν ακόμα ανοιχτά προς διαπραγμάτευση.

15. Ενοπλη εργατική εξέγερση που πραγματοποιήθηκε το Μάρτη του 1921 στις βιομηχανικές περιοχές της Κεντρικής Γερμανίας υπό την καθοδήγηση του ΚΚΓ (αν και συμμετείχαν κι άλλα κόμματα). Η εξέγερση κατεστάλη στρατιωτικά στις 29 Μάρτη 1921.

Πηγή: ΚΟΜΕΠ, τ.6, 2013

Από την απολογία του Γκ. Δημητρόφ στη δίκη της Λειψίας: «Οποιος δε θέλει να ‘ναι το αμόνι, πρέπει να γίνει το σφυρί!»

Ο Βούλγαρος κομμουνιστής ηγέτης Γκ. Δημητρόφ

Ο Βούλγαρος κομμουνιστής ηγέτης Γκ. Δημητρόφ

Ο Γκεόργκι Δημητρώφ (1882 – 1949) υπήρξε στέλεχος του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Παιδί εργατικής οικογένειας από τη νοτιοδυτική Βουλγαρία, δούλεψε ως στοιχειοθέτης σε τυπογραφείο και αναδείχθηκε σε συνδικαλιστής ηγέτης. Εντάχθηκε στο Βουλγαρικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα το 1902 και προσχώρησε στην επαναστατική – μαρξιστική πτέρυγά του με επικεφαλής τον Ντίμιταρ Μπλαγκόεφ, τους λεγόμενους «στενούς σοσιαλιστές». Το 1903, οι «στενοί σοσιαλιστές» δημιούργησαν ξεχωριστό κόμμα. Το 1915 ως εκλεγμένος βουλευτής στο κοινοβούλιο αντιτάχθηκε στην ψήφιση των πολεμικών πιστώσεων. Γι’ αυτό το λόγο φυλακίστηκε μέχρι το 1917. Το 1919 το κόμμα των «στενών σοσιαλιστών» μετονομάζεται σε Κομμουνιστικό Κόμμα Βουλγαρίας και εντάσσεται στην Κομμουνιστική Διεθνή. Μετά την επικράτηση της δικτατορίας του Τσάνκοφ στη Βουλγαρία, ο Γκ. Δημητρώφ διέφυγε στο εξωτερικό, ενώ καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Εμεινε στη Σοβιετική Ενωση μέχρι το 1929. Στη συνέχεια, ταξίδεψε στη Γερμανία, χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα και ανέλαβε ευθύνη στο Κεντροευρωπαϊκό τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Το Μάρτη του 1933, συνελήφθη μαζί με τους Βούλγαρους κομμουνιστές Ποπόφ, Τάνεφ, τον αρχηγό της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΚ Γερμανίας Ερνστ Τόργκλερ με την κατηγορία του εμπρησμού του Ράιχσταγκ στις 27 Φλεβάρη 1933. Ο Γκ. Δημητρώφ αναδείχθηκε το 1934 σε Γραμματέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς μέχρι και την αυτοδιάλυσή της το 1943. Από αυτήν τη θέση πρωτοστάτησε στην πολιτική γραμμή της Διεθνούς, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά το 7ο Συνέδριο. Το 1944, μετά από 22 χρόνια εξορίας, επέστρεψε στη Βουλγαρία. Ηγήθηκε του ΚΚ Βουλγαρίας ως Γενικός Γραμματέας και της εγκαθίδρυσης της σοσιαλιστικής εξουσίας στη χώρα. Πέθανε τον Ιούλη του 1949. Ο εμπρησμός τους Ράιχσταγκ (γερμανικό κοινοβούλιο) έγινε λίγες μέρες πριν από τις εκλογές του Μάρτη του 1933. Ηδη, από τις 30 Γενάρη, ο Χίτλερ είχε διοριστεί καγκελάριος από τον Πρόεδρο Χίντεμπουργκ και με τις ευλογίες του γερμανικού κεφαλαίου. Η ναζιστική κυβέρνηση υποστήριξε πως ο εμπρησμός ήταν μέρος σχεδίου «κομμουνιστικής εξέγερσης» και έτσι πέρασε σε μια ανελέητη ανοιχτή επίθεση ενάντια στους κομμουνιστές με συλλήψεις στελεχών και μελών του ΚΚ ανάμεσά τους και του ηγέτη του Ερνστ Τέλμαν.

 

Η δίκη της υπόθεσης πραγματοποιήθηκε στην πόλη της Λιψίας. Ξεκίνησε στις 21 Σεπτέμβρη του 1933, στο IV Ποινικό Δικαστήριο του Ράιχ και ολοκληρώθηκε στις 23 Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου. Οπως αποδείχθηκε, ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ αποτέλεσε οργανωμένη προβοκάτσια των ναζί, με στόχο να ενοχοποιήσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας και την Κομμουνιστική Διεθνή. Το κατηγορητήριο της δίκης κατέρρευσε και οι ναζιστικές αρχές υποχρεώθηκαν να αφήσουν τον Δημητρώφ και τους συντρόφους του ελεύθερους να φύγουν για την ΕΣΣΔ.

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελείται από αποσπάσματα της απολογίας του Γκ. Δημητρώφ στις 16 Δεκέμβρη του 1933. Στα αποσπάσματα που επιλέχθηκαν αναδεικνύεται η στάση του κομμουνιστή απέναντι σε ένα δικαστήριο οργανωμένο από το αστικό κράτος (και ειδικότερα από τη φασιστικής μορφής διακυβέρνηση) που έχει ως στόχο όχι μόνο τη φυσική του εξόντωση αλλά την ηθική και πολιτική καταδίκη του κομμουνισμού, της πάλης της εργατικής τάξης για την απελευθέρωσή της. Η στάση του Γκ. Δημητρώφ είναι υποδειγματική, δε στέκεται ως ένα ξεχωριστό άτομο απέναντι στους δικαστές του. Αναδεικνύει εξαρχής τον πολιτικό στόχο της δίκης. Η αντιπαράθεση στη δίκη γίνεται αντιπαράθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη, ανάμεσα στην αστική εξουσία και τους μηχανισμούς της και το επαναστατικό εργατικό κίνημα, το κομμουνιστικό κίνημα. Ο Γκ. Δημητρώφ αξιοποιεί το βήμα του δικαστηρίου, για να αναπτύξει τις θέσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, να προπαγανδίσει την ανάγκη υπεράσπισης της Σοβιετικής Ενωσης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να κατανοήσουμε και τα αποσπάσματα από την απολογία του, που αναφέρονται στην έκκληση της ΚΔ για κοινή δράση κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών ενάντια στο φασισμό. Το ΚΚΕ έχει θέσει το ζήτημα της ανάγκης κριτικής μελέτης των επεξεργασιών του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και εκείνης της περιόδου, με σκοπό την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το σήμερα και το αύριο. Για το ζήτημα της συμμαχίας κομμουνιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων υπενθυμίζουμε την εξής επισήμανση του «Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ β’ τόμος (1949-1968)» στη σελ. 99:

«(…) κυριάρχησε η άποψη ότι τα Κομμουνιστικά Κόμματα δεν θα μπορούσαν να απεγκλωβίσουν τις εργατικές δυνάμεις που ακολουθούσαν τη σοσιαλδημοκρατία, ότι θα απομονώνονταν από αυτές αν δεν ακολουθούσαν πολιτική συμμαχίας με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.

Οι ιστορικές εξελίξεις έδειξαν ότι μεγάλο μέρος της βάσης των άλλων κομμάτων κερδίζεται με την όξυνση της ταξικής πάλης, με ισχυρό ιδεολογικό μέτωπο κατά της αστικής πολιτικής και του οπορτουνισμού, και ότι αυτό αφορά και την περίοδο κορύφωσης των κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων, ακόμα περισσότερο αυτή».

Την μετάφραση των αποσπασμάτων που ακολουθούν έκανε ο Γιώργος Πολυμερίδης.

************
Ο Δημητρόφ από το βήμα του δικαστηρίου

Ο Δημητρόφ από το βήμα του δικαστηρίου

Δημητρώφ: Αναγνωρίζω ότι μιλώ απότομα και σκληρά. Ο αγώνας μου και η ζωή μου επίσης ήταν απότομη και σκληρή. Η γλώσσα μου όμως είναι γλώσσα ειλικρινής και άδολη. Συνηθίζω να λέω τα πράγματα με τ’ όνομά τους.

Δεν είμαι δικηγόρος που από υποχρέωση υπερασπίζεται τον πελάτη του.

Υπερασπίζομαι τον εαυτό μου σαν κατηγορούμενος κομμουνιστής.

Υπερασπίζομαι την ίδια μου την κομμουνιστική, επαναστατική τιμή.

Υπερασπίζομαι τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου κομμουνιστικές πεποιθήσεις.

Υπερασπίζομαι το νόημα και το περιεχόμενο της ζωής μου.

Να γιατί καθετί που λέω στο δικαστήριο είναι αίμα από το αίμα μου και σάρκα από τη σάρκα μου.

Κάθε λέξη είναι έκφραση της πιο βαθιάς μου αγανάκτησης ενάντια στην άδικη κατηγορία, ενάντια στο γεγονός ότι ένα τέτοιο αντικομμουνιστικό έγκλημα προσάπτεται στους κομμουνιστές.

Συχνά μ’ έψεξαν για το ότι δεν παίρνω στα σοβαρά την ανώτατη γερμανική Δικαιοσύνη. Αυτό δεν είναι καθόλου σωστό.

Είναι αλήθεια ότι για μένα σαν κομμουνιστή ανώτατος νόμος είναι το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ανώτατο δικαστήριο, είναι η Επιτροπή Ελέγχου της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Αλλά για μένα σαν κατηγορούμενος, το Δικαστήριο του Ράιχ είναι μια δικαστική αρχή που πρέπει να την παίρνω σοβαρά υπόψη.

Οχι μόνο γιατί τα μέλη αυτού του δικαστηρίου είναι πέρα για πέρα αρμόδια, αλλά και γιατί αποτελεί έναν πολύ σπουδαίο τροχό της κρατικής εξουσίας, της κοινωνικής τάξης που κυριαρχεί εδώ, γιατί είναι μια δικαστική αρχή που μπορεί οριστικά και αμετάκλητα να απαγγείλει την εσχάτη των ποινών. Εγώ μπορώ να δηλώσω με ήσυχη τη συνείδησή μου ότι μπροστά στο δικαστήριο, άρα και μπροστά στην κοινή γνώμη, σε όλα τα ζητήματα έλεγα μόνο την αλήθεια. Σε ό,τι αφορά το κόμμα μου, το οποίο βρίσκεται σε κατάσταση παρανομίας, αρνούμαι να δώσω τα όποια αποδειχτικά στοιχεία. Εγώ πάντα μιλούσα σοβαρά και με το αίσθημα της πιο βαθιάς πεποίθησης.

Πρόεδρος: Δεν θα ανεχθώ, σ’ αυτήν εδώ την αίθουσα, να ασχολείστε με κομμουνιστική προπαγάνδα. Αυτό το κάνατε σε όλη τη διάρκεια του δικαστηρίου. Αν συνεχίσετε σ’ αυτό το πνεύμα, θα σας αφαιρέσω το λόγο.

Δημητρώφ: Αντιτίθεμαι αποφασιστικά ενάντια στον ισχυρισμό ότι επιδιώκω προπαγανδιστικούς σκοπούς. Οτι η υπεράσπισή μου μπρος στο δικαστήριο του Ράιχ, πέτυχε, επιπλέον, και προπαγανδιστικά αποτελέσματα, αυτό είναι σωστό. Μπορεί ακόμα να παραδεχτεί κανείς ότι η στάση μου μπρος στο δικαστήριο μπορεί να χρησιμεύσει σαν παράδειγμα για έναν κατηγορούμενο κομμουνιστή. Ομως, δεν είναι αυτός ο σκοπός της υπεράσπισής μου. Ο δικός μου σκοπός ήταν να διαψεύσω την κατηγορία ότι δήθεν οι Δημητρώφ, Τόργκλερ, Ποπόφ και Τάνεφ, το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα και η Κομμουνιστική Διεθνής έχουν κάτι το κοινό με τον εμπρησμό.

Γνωρίζω ότι κανένας στη Βουλγαρία δεν πιστεύει στη δική μας απίθανη συμμετοχή στον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Γνωρίζω ότι στο εξωτερικό είναι ζήτημα αν πιστεύει κανείς κάτι τέτοιο. Στη Γερμανία, όμως, οι συνθήκες είναι άλλες, εδώ μπορεί να πιστέψουν σε τέτοιους παράξενους ισχυρισμούς.

Να γιατί εγώ θέλω να αποδείξω ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε και δεν έχει τίποτε το κοινό με τη συμμετοχή σ’ ένα τέτοιο έγκλημα.

(…)

Κύριοι δικαστές!

Δεν είναι η πρώτη φορά που προσάπτουν στους κομμουνιστές παρόμοια εγκληματική δολοφονική πράξη. Δεν μπορώ να παραθέσω εδώ όλα τα παραδείγματα αυτού του είδους. Υπενθυμίζω το ατύχημα της σιδηροδρομικής γραμμής εδώ στη Γερμανία, κοντά στο Γιούτερμποργκ, που προκάλεσε ένας ψυχοπαθής, τυχοδιώκτης, προβοκάτορας.

Τότε όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες, στη διάρκεια πολλών μηνών, διαδιδόταν ο ισχυρισμός ότι αυτή η υπόθεση είναι έργο του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και ότι αυτή η τρομοκρατική πράξη είναι των κομμουνιστών. Μετά έγινε γνωστό ότι αυτή η πράξη έγινε από τον ψυχοπαθή και τυχοδιώκτη Μάτουσκα. Ο ίδιος συνελήφθη και καταδικάστηκε.

Αναφέρω άλλο παράδειγμα -η δολοφονία του Γάλλου Προέδρου από τον Γκουργκούζωφ. Τότε, επίσης, σε όλες τις χώρες γράφανε ότι εδώ υπάρχει ανάμειξη των κομμουνιστών. Ο Γκουργκούζωφ παρουσιάστηκε σαν κομμουνιστής σαν σοβιετικός πράκτορας. Τι αποδείχτηκε; Αποδείχτηκε ότι η απόπειρα δολοφονίας είχε οργανωθεί από τους λευκοφρουρούς και ότι ο Γκουργκούζωφ ήταν προβοκάτορας που επιδίωκε τη διακοπή των σχέσεων ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και τη Γαλλία.

Υπενθυμίζω, επίσης, τη δολοφονική απόπειρα στον καθεδρικό ναό της Σόφιας. Αυτή η δολοφονική απόπειρα δεν ήταν οργανωμένη από το Βουλγάρικο Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά για το λόγο αυτό καταδιώχτηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Δυο χιλιάδες εργάτες, αγρότες και διανοούμενοι δολοφονήθηκαν με θηριώδικο τρόπο από τις φασιστικές συμμορίες με το πρόσχημα ότι ο καθεδρικός ναός της Σόφιας τινάχτηκε στον αέρα από τους κομμουνιστές. Αυτή η προβοκάτσια είχε οργανωθεί από τη βουλγάρικη αστυνομία.

Ακόμα από το 1920, ο ίδιος ο διοικητής της αστυνομίας της Σόφιας Προύτκιν οργάνωσε τη βομβιστική δολοφονική επίθεση κατά τη διάρκεια της απεργίας των σιδηροδρομικών σαν μέσο για να προβοκάρει τους Βούλγαρους εργάτες.

(…)

Οποιος θέλει να αγωνίζεται σωστά με τον αντίπαλό του, αυτός πρέπει να γνωρίζει καλά αυτόν τον αντίπαλο. Η απαγόρευση του κόμματος, η διάλυση των μαζικών οργανώσεων, η απώλεια της νομιμότητας – όλα αυτά είναι βαριά χτυπήματα πάνω στο επαναστατικό κίνημα. Τούτο, όμως, δε σημαίνει ότι τα πάντα έχουν χαθεί.

Το Φλεβάρη του 1933, το Κομμουνιστικό Κόμμα βρισκόταν μπρος στον κίνδυνο της απαγόρευσης. Ο κομμουνιστικός Τύπος είχε απαγορευτεί, αναμενόταν η απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα την περίμενε. Γι’ αυτό γινόταν λόγος στις προκηρύξεις και στις εφημερίδες. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήξερε καλά ότι σε πολλές χώρες τα κομμουνιστικά κόμματα είναι απαγορευμένα, ωστόσο συνεχίζουν τη δράση τους και τον αγώνα. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα είναι απαγορευμένα σε Πολωνία, Βουλγαρία, Ιταλία και σε μερικές άλλες χώρες.

Εγώ μπορώ να μιλώ γι’ αυτό με βάση την πείρα του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Μετά την εξέγερση το 1923, το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα είχε απαγορευτεί, αλλά αυτό δρούσε, παρ’ όλο που αυτό του κόστισε πολυάριθμα θύματα, το κόμμα έγινε πιο δυνατό απ’ ό,τι ήταν πριν από το 1923. Τούτο το καταλάβαινε ο κάθε κριτικά σκεπτόμενος άνθρωπος.

Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και παράνομο, μπορεί ανάλογα με την κατάσταση να πραγματοποιήσει την επανάσταση. Αυτό δείχνει η πείρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσίας ήταν παράνομο, υποβλήθηκε σε αιματηρές καταδιώξεις, όμως, μετά απ’ αυτό η εργατική τάξη με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα ήρθε στην εξουσία. Οι ηγέτες του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούσαν να θεωρούν ότι όλα χάθηκαν και ότι το ζήτημα έμπαινε είτε-είτε: ή εξέγερση ή χαμός. Οι ηγέτες του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούσε να σκέπτονται έτσι ανόητα. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήξερε καλά ότι η παράνομη δουλειά θα έχει πολλά θύματα, θα απαιτεί αυτοθυσία και τόλμη, ήξερε επίσης ότι οι επαναστατικές του δυνάμεις θα δυναμώσουν και ότι το ίδιο θα αποδειχθεί ικανό να πραγματοποιήσει τα άμεσα καθήκοντα που στέκονται μπροστά του. Να γιατί αποκλείεται τελείως ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα θα έπρεπε σ’ αυτήν την περίοδο να τα παίξει όλα για όλα. Οι κομμουνιστές δεν είναι ευτυχώς τόσο κοντόφθαλμοι όσο οι αντίπαλοί τους. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές δεν χάνουν τον έλεγχο των νεύρων τους.

Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τ’ άλλα κομμουνιστικά κόμματα είναι τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. (…)

Σε αυτό το παγκόσμιο κόμμα των εκατομμυρίων μελών της Κομμουνιστικής Διεθνούς το πιο ισχυρό κόμμα είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης. Είναι το κυβερνών κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης -στο μεγαλύτερο κράτος του κόσμου. Η Κομμουνιστική Διεθνής -το παγκόσμιο κομμουνιστικό κόμμα- κάνει εκτίμηση της πολιτικής κατάστασης από κοινού με τις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων όλων των χωρών.

Η Κομμουνιστική Διεθνής, ενώπιον της οποίας είναι άμεσα υπεύθυνα όλα τα τμήματα, δεν είναι οργάνωση των συνωμοτών, αλλά παγκόσμιο κόμμα. Ενα τέτοιο παγκόσμιο κόμμα δεν μπορεί να παίζει με την εξέγερση και την επανάσταση. Ενα τέτοιο παγκόσμιο κόμμα δεν μπορεί να λέει επίσημα τούτο ή εκείνο το πράγμα στα εκατομμύρια των οπαδών του και ταυτόχρονα, αλλά στα κρυφά, να κάνει το αντίθετο. Ενα τέτοιο κόμμα, αγαπητέ μου Δρ. Ζακ, δεν κρατά λογιστική διπλογραφία!

(…)

Βρήκαν πάνω μου την έκκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Εγώ νομίζω ότι αυτή μπορεί επίσης να διαβαστεί. Σ’ αυτήν την έκκληση έχουν ιδιαίτερη σημασία δύο σημεία. Σ’ αυτήν γίνεται λόγος για τις διαδηλώσεις στις διάφορες χώρες σε σχέση με τα γεγονότα στη Γερμανία. Σ’ αυτή γίνεται λόγος για τα καθήκοντα του Κομμουνιστικού Κόμματος στην πάλη ενάντια στην εθνικοσοσιαλιστική τρομοκρατία, όπως και για την υπεράσπιση των Οργανώσεων και του Τύπου της εργατικής τάξης. Σ’ αυτήν την έκκληση, μεταξύ των άλλων, αναφέρεται:

«Το κύριο εμπόδιο στο δρόμο της δημιουργίας του ενιαίου μαχητικού μετώπου των κομμουνιστών και των σοσιαλδημοκρατών εργατών ήταν και είναι η πολιτική της συνεργασίας με την αστική τάξη, που ακολουθούσαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τα οποία έθεσαν τώρα το παγκόσμιο προλεταριάτο κάτω από τα χτυπήματα του ταξικού εχθρού. Αυτή η πολιτική της συνεργασίας με την αστική τάξη, γνωστή με το όνομα της λεγόμενης πολιτικής «το μικρότερου κακού», οδήγησε πρακτικά στο θρίαμβο του φασισμού στη Γερμανία.

Η Κομμουνιστική Διεθνής και τα κομμουνιστικά κόμματα σε όλες τις χώρες πολλές φορές (όχι μια φορά) έχουν δηλώσει την ετοιμότητά τους για κοινό αγώνα με τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, της πολιτικής αντίδρασης και στον κίνδυνο του πολέμου.»

(…)

Ο μύθος ότι τάχα ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ είναι έργο των κομμουνιστών κατέρρευσε. Εγώ δε θα παραθέσω εδώ τις καταθέσεις των μαρτύρων, όπως αυτό το έκαναν οι άλλοι συνήγοροι. Το ζήτημα, όμως, αυτό μπορεί να θεωρείται τελείως διευκρινισμένο για κάθε αλλιώς σκεπτόμενο άνθρωπο. Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ δεν έχει καμιά σχέση με τη δράση του κομμουνιστικού κόμματος όχι μόνο με την εξέγερση, αλλά και με τη διαδήλωση, και με την απεργία, ή και με άλλες παρόμοιες πράξεις.

Τούτο αποδείχτηκε πέρα για πέρα από τη δικαστική ανάκριση. Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ -εγώ δε μιλώ για τους ισχυρισμούς των εγκληματιών και των ψυχοπαθών- δεν είχε υιοθετηθεί από κανέναν σαν σύνθημα για εξέγερση. Σε σχέση με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ κανένας δεν είχε παρατηρήσει τις οποιεσδήποτε ενέργειες, πράξεις, απόπειρες για εξέγερση. Κανένας δεν άκουσε τίποτα. Ολοι οι μύθοι προς αυτήν την κατεύθυνση αναφέρονται σε μια περίοδο μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Οι εργάτες την περίοδο αυτή βρίσκονταν σε κατάσταση άμυνας ενάντια στην επίθεση του φασισμού. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα προσπάθησε να οργανώσει την αντίσταση των μαζών, την άμυνα. Ομως, είναι αποδεδειγμένο ότι ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ ήταν το πρόσχημα, το προανάκρουσμα για μια πλατιά σχεδιασμένη συντριβή της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας -του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

(…)

Σε σχέση μ’ αυτό, απόδειξη είναι επίσης και το έκτακτο διάταγμα της γερμανικής κυβέρνησης από τις 25 του Φλεβάρη του 1933.

Αυτό είχε εκδοθεί αμέσως μετά τον εμπρησμό. Διαβάστε αυτό το διάταγμα. Τι λέγεται σ’ αυτό;

Σ’ αυτό αναφέρεται ότι αναστέλλονται άρθρα του συντάγματος, και συγκεκριμένα το άρθρο για την ελευθερία του συνέρχεσθαι, την ελευθερία, το απαραβίαστο της ανθρώπινης προσωπικότητας, το απαραβίαστο της κατοικίας κ.τ.λ. Σ’ αυτό βρίσκεται η ουσία αυτού του έκτακτου διατάγματος, στη δεύτερη παράγραφό του – εκστρατεία ενάντια στην εργατική τάξη…

Πρόεδρος: Οχι ενάντια στους εργάτες, αλλά ενάντια στους κομμουνιστές.

Δημητρώφ: Πρέπει να πω ότι με βάση αυτό το έκτακτο διάταγμα συνελήφθησαν όχι μόνο κομμουνιστές, αλλά και σοσιαλδημοκράτες και χριστιανοί εργάτες, ενώ διέλυσαν και τις οργανώσεις τους.

Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι αυτό το έκτακτο διάταγμα τασσόταν όχι μόνο ενάντια στο Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και αυτό εννοείται, ήταν πρώτα απ’ όλα εναντίον του, αλλά και ενάντια στ’ άλλα αντιπολιτευτικά κόμματα και ομάδες.

Ο νόμος αυτός ήταν απαραίτητος για τη δημιουργία κατάστασης έκτακτης ανάγκης, και αυτός συνδέεται άμεσα, οργανικά με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ.

(…)

Κύριε Πρόεδρε, Εσείς μου κάνετε μομφή. Εγώ μπορώ να σας εκφράσω την αντίρρησή μου σ’ αυτό: σαν Βούλγαρος επαναστάτης ενδιαφέρομαι για το επαναστατικό κίνημα σε όλες τις χώρες, ενδιαφέρομαι, λόγου χάρη, και για τα νοτιοαμερικανικά πολιτικά ζητήματα και τα γνωρίζω ίσως όχι λιγότερο από τα γερμανικά, αν και ποτέ δεν ήμουν στην Αμερική. Εξάλλου, αν στη Νότια Αμερική πυρποληθεί το κτίριο κάποιου κοινοβουλίου, τούτο δε σημαίνει ότι εγώ θα ευθύνομαι γι’ αυτό. Στη διάρκεια της δικαστικής έρευνας εδώ, στο δικαστήριο, εγώ έμαθα πολλά και χάριν της πολιτικής μου αίσθησης προσανατολίστηκα σε πολλές λεπτομέρειες.

(…)

Ο αστυνομικός υπάλληλος Χέλερ παραθέτει εδώ ένα κομμουνιστικό ποίημα από ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 1925, για να αποδείξει ότι το 1933 οι κομμουνιστές πυρπόλησαν το Ράιχσταγκ.

Εγώ, επίσης, θα παραθέσω ένα ποίημα, αλλά από τον μεγαλύτερο Γερμανό ποιητή Γκαίτε:

Ετοίμασε έγκαιρα το νου σου.

Στους δυο δίσκους της ζυγαριάς της

μεγάλης ευτυχίας

σπάνια υπάρχει ηρεμία:

είσαι υποχρεωμένος ή να υψώνεσαι

ή να κατεβαίνεις προς τα κάτω

Εξουσίαζε ή υπάκουε,

με την τελετή ή γνωρίσου με

τον πόνο,

υψώσου σαν το βαρύ σφυρί –

ή στάσου σαν το αμόνι.

ΝΑΙ, όποιος δε θέλει να ‘ναι

το αμόνι, πρέπει να γίνει το σφυρί!

(…)

Ο ανώτατος εισαγγελέας πρότεινε να αθωωθούν οι κατηγορούμενοι Βούλγαροι λόγω έλλειψης αποδειχτικών. Για μένα αυτό δεν είναι καθόλου απλό. Αυτό δεν θα μπορούσε να αποβάλει τις υποψίες. Οχι, στη διάρκεια του δικαστηρίου αποδείχτηκε ότι εμείς δεν έχουμε τίποτε το κοινό με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ, να γιατί δεν μπορούν να υπάρχουν οι οποιεσδήποτε υποψίες. Εμείς οι Βούλγαροι, όπως και ο Τόργκλερ, πρέπει να αθωωθούμε όχι λόγω έλλειψης αποδείξεων, αλλά γιατί σαν κομμουνιστές που είμαστε, δεν έχουμε, και δεν μπορούσαμε να έχουμε, καμία σχέση με τούτη την αντικομμουνιστική πράξη.

Εγώ προτείνω να ληφθεί η παρακάτω απόφαση:

1) Το ανώτατο δικαστήριο να αναγνωρίσει την αθωότητά μας σε τούτη την υπόθεση και το κατηγορητήριο για άδικο, τούτο αφορά εμένα, τον Τόργκλερ, τον Ποπόφ και τον Τάνεφ.

2) Ο Βαν ντερ Λούμπε να θεωρηθεί σαν όργανο που χρησιμοποίησαν οι εχθροί της εργατικής τάξης.

3) Οι ένοχοι γι’ αυτήν την αδικαιολόγητη κατηγορία εναντίον μας να κληθούν για να λογοδοτήσουν.

4) Οι υπεύθυνοι αυτοί να καταδικαστούν σε αποζημίωση απέναντί μας για το χρόνο και την υγεία που μας έκαναν να χάσουμε, καθώς και για τις ταλαιπωρίες που μας έκαναν να περάσουμε.

Πρόεδρος: Αυτές τις λεγόμενες προτάσεις σας το δικαστήριο θα τις πάρει υπόψη κατά τη συζήτηση της ποινής.

Δημητρώφ: Θα ‘ρθει ο καιρός που τα αιτήματα αυτά θα εξοφληθούν μαζί με τους τόκους. Σε ό,τι αφορά την πλήρη διαλεύκανση του ζητήματος του εμπρησμού στο Ράιχσταγκ και την αποκάλυψη των πραγματικών εμπρηστών και αυτό, εννοείται, θα το πραγματοποιήσει το λαϊκό δικαστήριο της μελλοντικής προλεταριακής δικτατορίας.

Στο XVII αιώνα, ο θεμελιωτής της επιστημονικής Φυσικής Γαλιλαίος Γαλιλέι παραπέμφθηκε στο αυστηρό δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης, που έπρεπε να τον καταδικάσει σαν αιρετικό σε θάνατο.

Με βαθιά πεποίθηση και αποφασιστικότητα είπε:

«Και όμως η γη γυρίζει!» Και αυτή η επιστημονική θέση έγινε αργότερα κτήμα ολάκερης της ανθρωπότητας.

Πρόεδρος: (Διακόπτει απότομα τον Δημητρώφ, σηκώνεται, μαζεύει τα χαρτιά και ετοιμάζεται να βγει)

Δημητρώφ (συνεχίζει): Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε τώρα όχι λιγότερο αποφασιστικά απ’ το γέρο Γαλιλαίο να πούμε: «Και όμως η γη γυρίζει!»

Ο τροχός της Ιστορίας κινείται προς τα μπρος, προς μια σοβιετική Ευρώπη, προς μια παγκόσμια Ενωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών.

Και αυτόν τον τροχό που τον σπρώχνει το προλεταριάτο, κάτω από την καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, κανένα μέτρο εξόντωσης, καμία καταδίκη σε καταναγκαστικά μέτρα, καμιά καταδίκη σε θάνατο δεν θα τον σταματήσει. Γυρίζει και θα γυρίζει ως την οριστική νίκη του κομμουνισμού!

(Οι αστυνομικοί πιάνουν τον Δημητρώφ και με τη βία τον υποχρεώνουν να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου.

Ο Πρόεδρος και το δικαστήριο αποσύρονται σε συνεδρίαση για το ζήτημα, αν ο Δημητρώφ μπορεί να συνεχίσει το λόγο του. Μετά τη συνεδρίαση, το δικαστήριο επέστρεψε και ανακοινώνει ότι αφαιρείται οριστικά ο λόγος από τον Δημητρώφ.)

Πηγή: Ριζοσπάστης, 15/12/2013