Βιβλίο: «Το Ξένο Κεφάλαιο στην Ελλάδα» του Νίκου Μπελογιάννη

Το έργο του Πάμπλο Πικάσο "Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο"

Δεν είναι ευρύτερα γνωστή η επιστημονική ενασχόληση του Νίκου Μπελογιάννη με τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, της οικονομίας και της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Το κενό ήρθε να καλύψει η έκδοση της μελέτης του, το 1998, από τη «Σύγχρονη Εποχή»: «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα» που είναι αφιερωμένη στα 80χρονα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας.

Η έκδοση του βιβλίου του Νίκου Μπελογιάννη δεν αποτελεί απλώς φόρο τιμής στο συγγραφέα αλλά και εκπλήρωση ενός χρέους προς αυτή την ηγετική κομμουνιστική μορφή που αναδείχθηκε από τα σπλάχνα του ΚΚΕ.

Μετά από μισό αιώνα εκπληρώθηκε η επιθυμία του ίδιου του Νίκου Μπελογιάννη. Από το κελί του μελλοθανάτου στις 12/3/1952, γράφει: «Η ανάπαυλα του 1945 μου έδοσε τη δυνατότητα να συνεχίσω διάφορες μελέτες μου και να τελειώσω και δύο βιβλία μου: «Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας» και «Η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας», που όμως είναι και τα δύο ανέκδοτα, γιατί οι νέοι διωγμοί εμπόδισαν την έκδοσή τους».

Οι διώξεις, η συμμετοχή του στην Αντίσταση, στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, οι φυλακίσεις και τελικά η εκτέλεσή του, δεν του έδοσαν τη δυνατότητα να αναδείξει όλες τις διανοητικές επιστημονικές ικανότητες που διέθετε.

Ο Νίκος Μπελογιάννης αγωνίστηκε και υπερασπίστηκε τη μαρξιστικο-λενινιστική θεωρία και ιδεολογία. Στην απολογία του δήλωσε: «Εμείς πιστεύουμε στην πιο σωστή θεωρία που διανοήθηκαν τα πιο προοδευτικά μυαλά της ανθρωπότητας. Και η προσπάθειά μας, ο αγώνας μας είναι να γίνει η θεωρία αυτή πραγματικότητα για την Ελλάδα και τον κόσμο ολόκληρο».

Τον καιρό που γραφόταν το βιβλίο, η Ελλάδα μόλις είχε βγει από τον πόλεμο με μεγάλες καταστροφές και θύματα. Η Αγγλία είχε επέμβει στρατιωτικά. Το ΚΚΕ στο 7ο Συνέδριο είχε προβάλει πρόγραμμα ανόρθωσης και κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης ως πρόγραμμα της Λαϊκής Δημοκρατίας. Ομως για να αποτραπεί η εξέλιξη προς αυτή την κατεύθυνση, έγινε η ιμπεριαλιστική επέμβαση της Αγγλίας και των ΗΠΑ.

Ο Νίκος Μπελογιάννης μελέτησε τα νεοελληνικά προβλήματα έχοντας αφομοιώσει βαθιά τη μαρξιστική λενινιστική θεωρία. Με επιστημονική γλαφυρή γλώσσα, με αυστηρές εκτιμήσεις και τεκμηριωμένα επιχειρήματα, αποκάλυψε το ρόλο του ξένου κεφαλαίου, τη διαπλοκή του με το ντόπιο κεφάλαιο και τις αρνητικές επιπτώσεις για το λαό. «Η πολιτική ζωή της χώρας μας», σημειώνει στο βιβλίο του, «επηρεάστηκε σημαντικά από τις θελήσεις και, τα συμφέροντα αυτά ήταν πάντοτε αντίθετα με τα συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της».

Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο Ν. Μπελογιάννης στο ρόλο και τις επιπτώσεις του εξωτερικού δανεισμού, ως μορφή απομύζησης παραγομένου από τον εργαζόμενο ελληνικό λαό πλούτου, από το ξένο κεφάλαιο. Την ανάλυσή του την αναπτύσσει ιστορικά ξεκινώντας από τα πρώτα λεγόμενα δάνεια ανεξαρτησίας, φτάνοντας μέχρι το δανεισμό του 1940. Περιγράφει τους σκοπούς των δανειστών, τους ληστρικούς όρους με σκοπό την αποκόμιση κερδών και δίπλα σε αυτά την οικονομική και πολιτική εξάρτηση. Υπογραμμίζει ότι τα λεγόμενα δάνεια ανεξαρτησίας, τάφαγαν σχεδόν στο σύνολό τους οι ξένοι τοκογλύφοι και οι ντόπιοι αστικο-κοτζαμπάσηδες. Από το λεγόμενο δάνειο του Οθωνα του 1833 για την Ελλάδα δε διατέθηκε ούτε ένα μονόλεπτο. Στο βιβλίο υπάρχει αναφορά και στον εσωτερικό δανεισμό και στο ρόλο της Εθνοτράπεζας.

Στο μεταίχμιο του 19ου και 20ού αιώνα, ο καπιταλισμός του ελεύθερου συναγωνισμού περνά στο μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, στον ιμπεριαλισμό. Η εξαγωγή κεφαλαίων παίζει πια τον πρώτο ρόλο σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων. Στην Ελλάδα η διείσδυση του ξένου κεφαλαίου συνεχίστηκε και με τη μορφή των δανείων, ένα από τα οποία ονομάστηκε δάνειο «σιδηροδρόμων».

Ακολούθησε το λεγόμενο δάνειο «μονοπωλίων» όπου οι ξένοι δανειστές επέβαλαν όρους ώστε να έχουν τις εισπράξεις των «μονοπωλίων» και το φόρο του καπνού.

Η εξυπηρέτηση των ξένων δανείων δημιούργησε αφόρητη οικονομική κατάσταση και έτσι φτάσαμε στις 9 Δεκέμβρη του 1893 όπου η χώρα βρέθηκε σε αδυναμία να πληρώνει τους δανειστές και ο Τρικούπης δήλωσε στη Βουλή: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».

Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει ότι μετά την τραγωδία του 1897 και τη Συνθήκη που υπογράφτηκε «….τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας περιορίστηκαν, γιατί η Συνθήκη τούτη μας χάρισε τον έλεγχο των ξένων στα οικονομικά μας, τον περίφημο ΔΟΕ*. Βάλανε τους Τούρκους να ζητάνε 100.000.000 φράγκα αποζημίωση γιατί διαφορετικά δε θα έφευγαν από τη Θεσσαλία (σελ. 148). Και επειδή η Ελλάδα δεν είχε οικονομικά να πληρώσει τα 100 εκατομμύρια φράγκα στην Τουρκία, οι μεγάλες δυνάμεις της πρόσφεραν δάνειο υπό τον όρο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχθεί τον ΔΟΕ, και τον δέχθηκε!». Ο ιμπεριαλιστικός αυτός θεσμός είχε χρησιμοποιηθεί και σε άλλες εξαρτημένες χώρες και οικονομικά καθυστερημένες πχ. στην Τυνησία, Αίγυπτο, Σερβία, Βουλγαρία και Τουρκία.

Το 1922 επέρχεται η Μικρασιατική καταστροφή, ως η μοιραία συνέπεια της συμμετοχής της άρχουσας τάξης της χώρας μας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Ο Νίκος Μπελογιάννης γράφει: «Η Μεγάλη Ιδέα θάφτηκε στις απέραντες ερημιές και στα φαράγγια της Μικράς Ασίας, εκεί όπου έμειναν άθαφτα και άκλαφτα εκατοντάδες χιλιάδες κορμιά δυστυχισμένων παιδιών του λαού, που πολέμησαν τόσα χρόνια και πότισαν με το αίμα τους τα αμέτρητα εκατομμύρια που κέρδισαν από τον πόλεμο οι Ελληνες αστοτσιφλικάδες» (σελ. 184). Ακολούθησαν τα επόμενα εξωτερικά δάνεια, όπως τα προσφυγικά, που συνάπτονταν μετά από έγκριση του ΔΟΕ έναντι εγγυήσεων είσπραξης εσόδων. Ο συγγραφέας εκτεταμένα περιγράφει τους οικονομικούς μηχανισμούς, τον έλεγχο, τις μηχανορραφίες των ξένων δανειστών με σκοπό να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη από τα δάνεια που χορήγησαν στα χρόνια 1924-1940.

Η πολιτική της άρχουσας τάξης οδήγησε στην τέταρτη μεγάλη οικονομική χρεοκοπία το 1932. Η μεγάλη οικονομική κρίση 1929-1933 έπληξε βαθιά την ελληνική οικονομία και ιδιαίτερα τους εργαζόμενους. Επακολούθησε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου το 1936 και ο Μεταξάς ξεκίνησε στο εξωτερικό για νέα εξωτερικά δάνεια.

Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει: «Ηρθε ο πόλεμος του 1939 και οι ομολογιούχοι εξακολουθούσαν να εισπράττουν το 40%. Με τελική συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση του Μεταξά το Γενάρη του 1940, οι ομολογιούχοι θα έπαιρναν από εδώ και πέρα 43%. Το καταπληκτικότερο όμως είναι ότι αυτό το 43% εξακολουθούσαν οι ομολογιούχοι να το παίρνουν ακόμα και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου» (σελ. 255-256).

Στο βιβλίο ο αναγνώστης θα βρει εκτίμηση για τα ποσά που δανειστήκαμε, τί πληρώσαμε για τοκοχρεολύσια και πόσα άλλα χρωστούσαμε ακόμη. Συνολικά η αστική πολιτική έφερε τα οικονομικά του κράτους μέσα σε 110 χρόνια σε 4 μεγάλες πτωχεύσεις. Η πρώτη το 1827, η δεύτερη το 1843, η τρίτη το 1893 και η τέταρτη το 1932. Οι πτωχεύσεις δικαιολογούνταν πάντα με το επιχείρημα της «ψωροκώσταινας».

Ο Νίκος Μπελογιάννης σημειώνει ειρωνικά μεταξύ άλλων για το μύθο της φτωχής Ελλάδας: «Από δεκάδες τώρα χρόνια αυτοί που κυβέρνησαν την Ελλάδα, προσπάθησαν να κάνουν όλο τον κόσμο να πιστέψει στο μύθο πως η χώρα μας είναι φτωχιά και άγονη, έχει τάχα πολλά βουνά και λίγους κάμπους» (σελ. 297).

Ο Νίκος Μπελογιάννης αναφέρεται και στο διεθνές και βαλκανικό πλαίσιο. Γράφει, ότι «οι μεγάλες αντιθέσεις και ανταγωνισμοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, συγκεντρώθηκαν και εκδηλώθηκαν και στα Βαλκάνια με σκοπό την οικονομική και πολιτική κυριαρχία πάνω στην τόσο πλούσια και στρατηγικά τόσο σπουδαία χερσόνησο» (σελ. 361). Ο χώρος αυτός των Βαλκανίων που αποκαλείται «μπαρουταποθήκη» γίνεται και σήμερα πεδίο σκληρών ανταγωνισμών των ΗΠΑ, Γερμανίας, Γαλλίας και υποδεέστερων χωρών όπως η Ελλάδα, για σφαίρες επιρροής και αγορές, τους οποίους πληρώνουν οι λαοί με το αίμα τους.

Από τον καιρό που γράφτηκε το βιβλίο άλλαξαν πολλά πράγματα στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ενδιάμεση και εξαρτημένη θέση στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η χρηματιστική ολιγαρχία διατηρεί στενούς δεσμούς και με τα τρία ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η άρχουσα τάξη της χώρας μας μέσα στα πλαίσια της ΕΕ μετέχει ενεργά κυρίως στη διείσδυση στα Βαλκάνια, συμμετέχει στις πολεμικές επιδρομές του ΝΑΤΟ. Το διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο ελέγχει βασικούς τομείς της οικονομίας της χώρας μας. Το ελληνικό κεφάλαιο διαπλέκεται όλο και περισσότερο με τα συμφέροντα του διεθνούς μονοπωλιακού κεφαλαίου. Η αδηφαγία του κεφαλαίου, ξένου και ντόπιου, δεν άλλαξε. Δεν άλλαξε και η ληστρική ουσία του ιμπεριαλισμού.

Ο Νίκος Μπελογιάννης μας άφησε μια πολύτιμη κομμουνιστική παρακαταθήκη. Να μελετάμε βαθιά και να αφομοιώνουμε τη μαρξιστική διαλεκτική μέθοδο και αντίληψη. Αυτό θα μας βοηθήσει να εμβαθύνουμε στην έρευνα και μελέτη των σύγχρονων οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της χώρας μας. Η μελέτη αυτή είναι όπλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό για τον οποίο πάλευε και έδοσε τη ζωή του ο Νίκος Μπελογιάννης.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή

Βλέπε επίσης:

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Α

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Β

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Γ

Από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη (1η & 2η δίκη): Το αγωνιστικό ήθος του κομμουνιστή αντηχεί στην Ιστορία μέχρι το σήμερα

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Β

Η πολεμική για την αποστολή Μπελογιάννη

Στα 58 χρόνια από την εκτέλεση του κομμουνιστή

(β΄ μέρος)

Σχετικά με την αποστολή του Νίκου Μπελογιάννη έχει διεξαχθεί και συνεχίζεται ως τις μέρες μας έντονη ιδεολογικοπολιτική επίθεση κατά του ΚΚΕ, κυρίως από την πλευρά του οπορτουνιστικού χώρου. Στο επίκεντρο της επίθεσης βρίσκεται πρωταρχικά ο χαρακτήρας του ΚΚΕ ως κόμματος νέου τύπου, όπως επίσης και ο τότε ΓΓ της ΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης.

Τόσο στην προπολεμική περίοδο, όσο και στα χρόνια που αναφερόμαστε, στην επίθεση κατά του ΚΚΕ και του Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα, πρωτοστάτησαν, φυσικά, οι ιδεολογικοί και πολιτικοί μηχανισμοί της αστικής τάξης. Ωστόσο, πολλές φορές η παρέμβασή τους γινόταν σχεδόν περιττή, αφού το ρόλο τους αναλάβαιναν άλλοι, προερχόμενοι «εκ των έσω». Για παράδειγμα, είναι περίπου μνημειώδης η συκοφαντική επίθεση του Γιάννη Πετσόπουλου, ο οποίος, σε βιβλίο του – λίβελο1 κατά του Ζαχαριάδη, τον κατηγορεί ότι «έσπασε» στα μπουντρούμια της Μεταξικής δικτατορίας και έγραψε ένα σοσιαλπατριωτικό γράμμα (εννοεί το πρώτο γράμμα για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο), προκειμένου να σώσει τη ζωή του!

Μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ακολούθησε η 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (11-12 Μαρτίου 1956), η οποία καθαίρεσε τον Ζαχαριάδη από ΓΓ της ΚΕ. Στη συνέχεια, η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (18-24 Φεβρουαρίου 1957) τον καθαίρεσε από την ΚΕ και τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος, ενώ αποφάσισε να διερευνήσει ολόκληρη την κομματική πορεία του, για να εξετάσει αν ήταν πράκτορας του εχθρού.

Ολα αυτά τα χρόνια, τόσο η αστική, όσο και η οπορτουνιστική προπαγάνδα έχουν υψώσει ένα αντιδημοκρατικό ιδεολογικό τείχος, με σκοπό να γίνει απροσπέλαστη, αν όχι να φαίνεται εκ προοιμίου αφερέγγυα και δογματική, κάθε άλλη φωνή που επιχειρεί να κρίνει αντικειμενικά τον Ζαχαριάδη. Σε αυτό το πλαίσιο αντιμετωπίζεται και η αποστολή του Μπελογιάννη στην Ελλάδα.Ο οπορτουνιστικός χώρος έχει υποστηρίξει ότι η αποστολή του Μπελογιάννη υπονόμευε την πορεία της πολιτικής και δημοκρατικής ομαλότητας, που, όπως ισχυρίζεται, είχε ξεκινήσει από τον Απρίλιο του 1950, με το σχηματισμό της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα – Σοφ. Βενιζέλου – Γ. Παπανδρέου. Και αυτό γιατί:

«Οταν ο Μπελογιάννης έφυγε από το Βουκουρέστι, άφησε εκεί μια κομμουνιστική ηγεσία και ένα Κόμμα που μολονότι είχε ηττηθεί, δεν είχε αποβάλει την αντάρτικη στολή και την ψυχολογία του βουνού. Ο Ζαχαριάδης διακήρυσσε από το ραδιοφωνικό σταθμό που είχε εγκαταστήσει στις ανατολικές χώρες ότι οι αντάρτες κρατούν τα όπλα «παρά πόδα».

(…) Ετσι στο εσωτερικό της χώρας άρχισε να καλλιεργείται από το «σκληρό πυρήνα» της άκρας δεξιάς η ανησυχία ότι ο κομμουνιστές ετοιμάζουν τον «τρίτο γύρο»».2

Ακόμα:

«Και ο Μπελογιάννης, σ’ αυτή την υπόθεση (…) ήταν ο ιδεολόγος κομμουνιστής που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια και πνευματική ηρεμία τις συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου που, ενώ είχε λήξει από καιρό, οι «σκληροί» πυρήνες των αντιπάλων συντηρούσαν το κλίμα του τεχνητά, σ’ ένα απίθανο και εθνικά επιζήμιο πολιτικό παιχνίδι».3

Χαώδης είναι η απόσταση που χωρίζει αυτές τις απόψεις από κάθε έννοια επαναστατικής αντίληψης και πρακτικής, που περιλαμβάνει και την παράνομη, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε συνθήκες. Είναι άποψη που αρνείται κάθε έννοια στοιχειώδους αντίστασης απέναντι στην αιματοβαμμένη αστική εξουσία.Παρόμοιες αντιλήψεις του οπορτουνιστικού χώρου δείχνουν επιπλέον τέλεια αδιαφορία για όσα συνέβαιναν στον κόσμο, που μέρος τους αποτελούσαν και οι εξελίξεις στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, οι τέτοιες απόψεις της ηττοπάθειας και της υποταγής εμπεριέχουν και το εχθρικό στοιχείο απέναντι στην πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης, που την τοποθετούν στη θέση της συνυπεύθυνης με τις ΗΠΑ για την πολιτική του «ψυχρού πολέμου». Κι ας κηρύχθηκε ο τελευταίος από τον ιμπεριαλισμό, κόντρα στη φιλειρηνική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Είναι γεγονός ότι η 6η Ολομέλεια (9 Οκτωβρίου 1949) είχε αποφασίσει:

«…στη χώρα ξεσπούν κα φουντώνουν μεγάλοι λαϊκοί αγώνες, ενώ οι κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ, παρά τη μοναρχοφασιστική επιτυχία στο Βίτσι – Γράμμο, παραμένουν άθιχτες και με το όπλο παρά πόδα».4

Ταυτόχρονα, η 6η Ολομέλεια είχε αποφασίσει την πλήρη αλλαγή της τακτικής του ΚΚΕ. Συγκεκριμένα:

«α) Να σταματήσει σήμερα τον ένοπλο αγώνα αφήνοντας μόνο μικρά παρτιζάνικα τμήματα, σαν μέσο πίεσης για όσο το δυνατόν περισσότερο εκδημοκρατισμό της πολιτικής ζωής του τόπου με βάση τις προτάσεις της Σ.Ε. και σαν μορφή άμυνας εναντίον του δολοφονικού οργίου των κρατικών και παρακρατικών οργάνων του μοναρχοφασισμού.β) Να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δουλειάς του στην οργάνωση και καθοδήγηση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων… (…)

δ) Στο κέντρο της προσοχής του Κόμματος πρέπει να μπει το πρόβλημα της υπεράσπισης της ειρήνης (…)

ζ) Το Κόμμα πρέπει, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που υπάρχουν, να βγάλει στην Αθήνα νόμιμη, περιοδική, μαζική πολιτική εφημερίδα».5

Με βάση αυτά τα ντοκουμέντα, πρέπει να προσεγγίζεται η ιστορική αλήθεια και για την «υπόθεση Μπελογιάννη», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι στην πολιτική του ΚΚΕ εντοπίζεται η αντίφαση, από τη μία να γίνεται λόγος για επαναστατική κατάσταση και, από την άλλη, να ακολουθείται (σωστά) η προηγούμενη πολιτική κατεύθυνση.

Ομως, η επίθεση για την αποστολή Μπελογιάννη έχει και τα συκοφαντικά χαρακτηριστικά της. Εξιστόρησε στο παρελθόν η Ελλη Παππά, που τα λεγόμενά της έγραψε Η ΑΥΓΗ μετά το θάνατό της:

«Ο Ζαχαριάδης είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον μύθο ενός μάρτυρα και τον μύθο ενός προδότη. Τον Μπελογιάννη τον χρησιμοποίησε στη θέση του μάρτυρα. Και τον Πλουμπίδη στη θέση του προδότη»6.

Τα ίδια έγραψαν οι Πότης Παρασκευόπουλος, Τάσος Βουρνάς κ.ά. Τα γεγονότα διαψεύδουν τέτοιες αυθαιρεσίες.

Η αποστολή του Μπελογιάννη ήταν αναγκαία και από την άποψη ότι χρειαζόταν να έρθει στην Ελλάδα κάποιο από τα πιο ικανά στελέχη που διέθετε τότε το ΚΚΕ. Και ήρθαν εκείνα τα χρόνια δεκάδες στελέχη από την προσφυγιά, για να βοηθήσουν στην ανασυγκρότηση του Κόμματος. Ετσι έπρεπε να κάνει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που σέβεται το όνομά του και την ιστορία του.

Εκείνα τα χρόνια ήρθε παράνομα η Ρούλα Κουκούλου, γυναίκα του Ζαχαριάδη, μέλος της ΚΕ. Επίσης, τα μέλη του ΠΓ Δημήτρης Βλαντάς, Γιώργης Βοντίσιος (Γούσιας), Κώστας Κολιγιάννης, Γιώργης Ερυθριάδης (Πετρής), πολλά μέλη της ΚΕ, όπως οι Αύρα Παρτσαλίδου, Χαρίλαος Φλωράκης, Κώστας Λουλές, Μιλτιάδης Πορφυρογένης, Βασίλης Ζάχος, Μήτσος Δάλλας και άλλοι. Ο Πλουμπίδης ζητούσε να έρθει στην Ελλάδα μέλος του ΠΓ, μετά τη σύλληψη του Αναστασιάδη.

Στον Μπελογιάννη το ΠΓ και η ΚΕ είχαν επενδύσει μεγάλες ελπίδες. Το έδειχναν η ανάδειξή του στην ΚΕ και η ευθύνη που του ανατέθηκε στον παράνομο μηχανισμό.

Ετσι, είναι απόλυτα ταιριαστές οι παρακάτω φράσεις:

«Για να μην υπάρξουν ταλαντεύσεις και στο εσωτερικό και να εφαρμοστεί πιστά η γραμμή της, η ηγεσία του ΚΚΕ στέλνει με πλαστά διαβατήρια στην Ελλάδα τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη, παλιό μαθητή της σχολής Ευελπίδων και ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή».7

Ο Μπελογιάννης είχε γράψει στο ημερολόγιό του:

«…μια ζωή μονότονη, πληχτική, χωρίς σοβαρό περιεχόμενο. Οαση η Συνδιάσκεψη και η 6η Ολομέλεια. Ο καιρός περνάει με το διάβασμα και με την προσμονή να ριχτούμε από μέρα σε μέρα στη δουλειά και στη δράση».8

Ιδιαίτερα σε εκείνες τις συνθήκες, στην Ελλάδα έπρεπε να έρθουν στελέχη σαν τον Μπελογιάννη, για τον οποίο ισχύουν στο ακέραιο τα λόγια του Στάλιν:

«Να θυμάστε, σύντροφοι, ότι μόνο εκείνα τα στελέχη είναι καλά, που δε φοβούνται τις δυσκολίες, που δεν κρύβονται από τις δυσκολίες, αλλά, αντίθετα, πηγαίνουν να συναντήσουν τις δυσκολίες για να τις υπερνικήσουν και να τις εξαλείψουν. Μόνο στην πάλη με τις δυσκολίες σφυρηλατούνται τα πραγματικά στελέχη».9

Παρέμβαση της Ελλης Παππά …μετά θάνατον
Στα τόσα που γράφτηκαν και ειπώθηκαν για τον Μπελογιάννη, μετά το θάνατο της Ελλης Παππά, οι ρήτορες και οι συγγραφείς επεδίωξαν να αποσυνδέσουν τον Μπελογιάννη από το πραγματικό γεγονός: Οτι έζησε και εκτελέστηκε ως στέλεχος του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα, ισχυρίστηκαν, και συνεχίζουν να ισχυρίζονται, ότι ο Μπελογιάννης δεν ανήκει στο ΚΚΕ, αλλά ότι ανήκει στη λεγόμενη «κομμουνιστική αριστερά» ή και γενικότερα στην «αριστερά»! Ετσι, μετά τον Λ. Κύρκο, ο οποίος έγραψε ότι ο Μπερλινγκουέρ του θύμισε αργότερα κάτι από τον Μπελογιάννη(!), πολλοί ακόμα από τον οπορτουνιστικό και σοσιαλδημοκρατικό χώρο, όπως οι Π. Παρασκευόπουλος, Τ. Βουρνάς κ.ά., έγραψαν παρόμοια φαιδρά, ενώ πρόσφατα στην ΕΤ-3 (27/3/2010) ο συγγραφέας Β. Βασιλικός είπε ότι ο Μπελογιάννης ήταν ο Ελληνας Γκράμσι!..

Επίσης έχουν επιχειρήσει διάφοροι να «τεκμηριώσουν» το παράδοξο, ότι ο Μπελογιάννης, όπως και ο Πλουμπίδης, δεν ανήκουν στο ΚΚΕ, αλλά ότι ανήκουν στον πολιτικό χώρο που βρίσκονται σήμερα τα συγγενικά τους πρόσωπα!..

Οι Μπελογιάννηδες ανήκουν στο ΚΚΕ. Και βεβαίως δεν ανήκουν πολιτικά στους συγγενείς τους, οπουδήποτε και αν βρίσκονται οι τελευταίοι ιδεολογικά ή και κομματικά. Είναι τελείως διαφορετικοί οι συγγενικοί δεσμοί αίματος, από τους δεσμούς αίματος των ηρωικών νεκρών μας με το ΚΚΕ. Μόνον αυτοί οι δεσμοί μπορούν να αποτιμηθούν ιστορικά και πολιτικά.

Παρόμοιες τοποθετήσεις είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν η Ελλη Παππά. Σε μία από αυτές, με αφορμή συνέντευξη που έδωσαν στη ΝΕΤ (22 Απριλίου 1998) η ίδια και η Διδώ Σωτηρίου, είχε απαντήσει ο «Ριζοσπάστης» με το άρθρο Το ΚΚΕ γεννάει Μπελογιάννηδες10. Ανάμεσα σε άλλα στο άρθρο γράφτηκε:

«…δεν μπορεί κανείς να μην επισημάνει, τόσο ορισμένες ουσιώδεις παραλείψεις, όσο και αρνητικές υπογραμμίσεις στις οποίες στάθηκαν η Διδώ Σωτηρίου και η Ελλη Παππά.

(…) Ο Νίκος Μπελογιάννης υπήρξε γνήσιο παιδί του ΚΚΕ. Στις γραμμές του διαπαιδαγωγήθηκε και αναπτύχθηκε, μέσα στις φυλακές, στην ΕΑΜική Αντίσταση, στο Δημοκρατικό Στρατό, στην παρανομία. Ουσιαστικά ο Μπελογιάννης, όντας στο ΚΚΕ από τα πρώτα εφηβικά χρόνια μέχρι το τέλος του, δεν γνώρισε άλλη ζωή πέραν αυτής στο ΚΚΕ. Εκεί διαμόρφωσε την προσωπικότητά του. Δίχως το ΚΚΕ δεν θα υπήρχε Μπελογιάννης. Οπως δεν θα υπήρχαν και οι χιλιάδες επώνυμοι και μη επώνυμοι Μπελογιάννηδες που γέννησε τούτο το Κόμμα.

Και όμως, αυτό το οφθαλμοφανέστατο, αυτό το χιλιάδες φορές αποδεδειγμένο και θεμελιακής σημασίας θέμα, δεν θεώρησαν άξιο λόγου να το αναφέρουν ούτε μια φορά οι Ελλη Παππά και Διδώ Σωτηρίου(…) Το προσπέρασαν ως μη υπάρχον.

(…) Να σημειωθεί, με την ευκαιρία, ότι μια σειρά ασχολούμενοι με την Ιστορία του ΚΚΕ συνηθίζουν να διαχωρίζουν τα πρόσωπα από το Κόμμα, σα να πρόκειται για δύο άσχετες μεταξύ τους οντότητες».

Πολλά χρόνια πριν από το θάνατό της η Ελλη Παππά κατέθεσε στο Μουσείο Μπενάκη δύο πολυσέλιδα κείμενα, με την εντολή να δημοσιευτούν αφού πεθάνει. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχει δημοσιευτεί μόνο η επιστολή11, την οποία κατέθεσε με το δεύτερο κείμενο και που την έχει σχολιάσει ο «Ριζοσπάστης» (6 Δεκεμβρίου 2009).

Διαβάζοντας την επιστολή αντιλαμβάνεται κανείς γιατί πανηγύρισε ο αστικός Τύπος, που βεβαίως δεν σκοτίστηκε για την ιστορική αλήθεια, παρά μόνο για το πώς θα επιτεθεί στο ΚΚΕ.

Στο μεταξύ τίποτα το νέο δεν υπάρχει στα δημοσιεύματά τους επί δεκαετίες. Απλώς αναμασούν τα ίδια και τα ίδια. Και εκλαμβάνουν περίπου ως θέσφατο οτιδήποτε έχει πει κάποιος από τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής, αρκεί αυτό να στρέφεται κατά του ΚΚΕ. Για τον ίδιο λόγο αντιμετωπίζουν ως ιστορική πηγή κάθε μαρτυρία της Ελλης Παππά. Αυτό συνιστά αυθαιρεσία. Το γιατί, φαίνεται από το εξής παράδειγμα:

Πολλές φορές η Ελλη Παππά υπογράμμισε σε συνεντεύξεις της ότι ο Μπελογιάννης της είπε «να ζήσεις για το παιδί και για την εκδίκηση». Το νόημα που η Ελλη Παππά έδωσε σε αυτήν τη φράση, έπειτα από χρόνια, είναι ότι με τη λέξη «εκδίκηση» ο Μπελογιάννης, ούτε λίγο – ούτε πολύ, εννοούσε ανατροπές στην οργανωτική λειτουργία του Κόμματος, στα επαναστατικά του χαρακτηριστικά και άλλα, όπως και «εκδίκηση» για την επιλογή από το ΚΚΕ της ένοπλης πάλης στα 1946-1949. Ομως, άλλα έγραψε η ίδια πριν από πολλά χρόνια σχετικά με τη λέξη «εκδίκηση».

Στις 3 Μαΐου 1952 ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» μετέδωσε το δεύτερο γράμμα της Ελλης Παππά, που είχε δημοσιευτεί στη γαλλική εφημερίδα «Ουμανιτέ» τέσσερις μέρες πριν (29 Απριλίου), με τον τίτλο «Εκδίκηση». Εκεί έγραψε:

«Πρέπει να ζήσεις για την εκδίκηση. Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του Μπελογιάννη όταν έφευγε για το εκτελεστικό απόσπασμα. Είμαι βέβαιη πως εσείς λεύτεροι άνθρωποι στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο, τον ακούσατε μαζί μου, μα και πως σας εμπνέουν την ίδια αγανάκτηση, την ίδια φλόγα, για να εκδικηθείτε τους δολοφόνους του Μπελογιάννη, τους δολοφόνους χιλιάδων και χιλιάδων αγωνιστών, εκείνους που αλυσοδένουν τους λαούς και δολοφονούν τα καλύτερα παιδιά του»12.

Εξάλλου, στα γράμματα που έστειλε στον Νίκο Ζαχαριάδη από τη φυλακή, το 1952, η Ελλη Παππά αναφέρθηκε και πάλι στην «εκδίκηση», γράφοντας:

«Αγαπητέ μου σ., αυτά είναι λίγα μπροστά στα όσα έχω να σου πω. Δεν ξέρω αν κατάφερα τίποτα, βλέπεις δεν διαβάζω13 και τι γράφω και ίσως βρεις και ασυναρτησίες. Πάντως το να σας το πω έστω και κουτσά το θεωρώ σαν υπέρτατη υποχρέωσή μου και σε σας και στο Κόμμα και στην εκδίκηση που μου ζήτησε ο Νίκος. Σκέφτεσαι σ. πως όλη αυτή η πλεκτάνη δεν θα μπορούσε να γίνει αν ζούσε; Γι’ αυτό τον φάγανε (…) Σύντροφε, σου στέλνουμε όλη μας τη σκέψη, την αγάπη και την ελπίδα πως θα γιατρέψετε γρήγορα την κατάσταση όπως πρέπει και όπως περιμένουμε»14.

Τόσο από αυτό, όσο και από το γράμμα στην «Ουμανιτέ», γίνεται φανερό ότι άλλο ήταν το νόημα της λέξης «εκδίκηση» και όχι αυτό που εκ των υστέρων υποστήριξε η Ελλη Παππά.

Το βέβαιο είναι ότι ο Μπελογιάννης επέδειξε αταλάντευτη στάση στην εφαρμογή της πολιτικής του Κόμματος. Και πάντως κανένας δε δικαιούται να «μεταφέρει» σήμερα τον Μπελογιάννη στο λεγόμενο «ανανεωτικό» χώρο. Γιατί αυτό επιχειρείται.

Δεν είναι, λοιπόν, αξιόπιστη κάθε μαρτυρία της Ελλης Παππά, αφού στα λόγια και στα γραπτά της υπάρχουν πολλές αντιφάσεις. Ας προστεθούν εδώ και τα παρακάτω αξιοσημείωτα:

Αν και η Ελλη Παππά σωστά πάλεψε για να πείσει ότι ο Πλουμπίδης δεν ήταν πράκτορας του εχθρού, όπως τον είχε άδικα κατηγορήσει η ηγεσία του ΚΚΕ, ωστόσο κάποιο διάστημα και η ίδια είχε ερωτηματικά για τον Πλουμπίδη, τα οποία διατύπωσε στον Ν. Ζαχαριάδη σε μία από τις εκθέσεις που του έστειλε από τη φυλακή. Διαβάζουμε:

«Λίγα ακόμα για το ζήτημα του Πλουμπίδη. Εμένα με βασάνισαν τρία σημεία: 1) Οταν ήρθε στη φυλακή η Κατερίνα Τριανταφ(υλλίδη) μου είπε: «Ο Πλουμπίδης είναι έξω φρενών μαζί σου γιατί πήγες στο σπίτι του Καλοφωλιά, ενώ στο είχε απαγορεύσει». Εγώ έμεινα κατάπληχτη, γιατί στο σπίτι του Καλοφ(ωλιά) πήγα ακριβώς ύστερα από συνεννόηση μαζί του (από κει θα παίρναμε επαφή με την οργάνωση μετά τη σύλληψη του Νίκου). Τότε το απέδωσα σε υπερβολικότητες της Κατερίνας. Μετά την καταγγελία για τον Πλ(ουμπίδη) με βασάνισε πολύ. 2) Η τοποθέτηση της Ειρήνης Καστανάκη σε τόσο σοβαρή δουλειά. Απ’ αυτήν ξεκινάει στην υπόθεσή μας όλο το κορδόνι της παρακολούθησης. Ο Πλ. όταν την έβαλε στη δουλειά μού είχε διαβάσει μια έκθεσή της στην οποία έλεγε πως υπέγραψε δήλωση στη Μακρόνησο ύστερα από βασανιστήρια, «που δεν έπαθε ούτε ο Χριστός». Του είχα πει τότε πως δεν μ’ αρέσει εμένα αυτή η γυναίκα που διαφημίζει το τι πέρασε για να δικαιολογήσει τη δήλωσή της (τότε δεν ξέραμε ακόμη πως δεν έγιναν ατομικά βασανιστήρια στη Μακρον. στις γυναίκες). Οταν ήρθα στη φυλακή έμαθα από τις γυναίκες πως η Καστανάκη ουδέποτε είχε πάει στη Μακρ., ότι αντίθετα είχε συλληφθεί το 1948 με τους ιδιωτ. υπάλληλους, ότι αφέθηκε ελεύθερη, χωρίστηκε η δίκη της και δεν έγινε ποτέ (όπως και τώρα). Το έγραψα στον Πλ. ρωτώντας τον πώς μας κορόιδεψε. Δεν πήρα απάντηση. Κι αυτό μ’ απασχολεί πολύ. 3) Η υποχώρησή του στις εκλογές για να μην χάσουμε τον Κύρκο, ενώ είχαμε πεισθεί πριν πιαστώ πως ο Κύρκος ήταν ανοιχτός χαφιές και προβοκάτορας. Ομως όλα αυτά τα ήξερε ο Νίκος, τα δυο τελευταία τα συζητήσαμε στην Καλλιθέα, μα ποτέ δεν έδειξε να αμφέβαλε για την καλή πίστη του Πλ(ουμπίδη)»15.

Και τα έγραψε αυτά στην ίδια επιστολή όπου στη συνέχεια σωστά υπεραμυνόταν της αθωότητας του Πλουμπίδη.

Εξάλλου η Ελλη Παππά ήταν κατηγορηματική και για την Ρόζα Ιμβριώτη και για πολλές άλλες συγκρατούμενές της:

«Χρησιμοποιούνται ανεξέλεγκτα από την οργάνωση στοιχεία αντικομματικά – αντιηγετικά που έκαναν θραύση στις φυλακές και στις εξορίες (όπως κάτι δικηγορίνες που είχαμε εδώ) ή η Ρόζα Ιμβριώτη που στην εξορία έκανε καθαρά αντιηγετική δουλιά και κατά τη γνώμη μου είναι πράχτορας»16.

Κατηγορηματική ήταν η Ελλη Παππά και όσον αφορά τον Βαβούδη. Σίγουρα χαφιέ θεωρούσε η Ελλη Παππά και τον Νίκο Ακριτίδη. Μέχρι το θάνατό της πίστευε ότι ο Ακριτίδης πρόδωσε τον Μπελογιάννη. Εγραψε η Ελλη Παππά στον Ζαχαριάδη:

«Και – έξω απ’ τους μικρούς – πραγματικός χαφιές είναι αυτός που βρίσκεται στην Αθήνα επικεφαλής της δουλειάς. Αν αυτός είναι πάντα ο Ακριτίδης, τότε χαφιές είναι ο Ακριτίδης».17

Ακόμα:

«2) Τι συμβαίνει με τους κώδικες; Πριν αρχίσει η δεύτερη δίκη ο Μπάρμπας μού είχε γράψει πως αρχείο δεν κρατιόταν και δεν μπορούσαν να έχουν τίποτα στα χέρια τους. Αποδείχτηκε ότι είχαν πολλά στα χέρια τους. Σχηματίσαμε βαριές υπόνοιες για τον Βαβούδη. Ο Νίκος μάλιστα στην Καλλιθέα μου είπε πως ο Β. στην Κατοχή ήταν στον Τίτο και μπορεί να τον ψωνίσανε τότε. Για το Β. εγώ είχα υπόνοιες από τις εκλογές του 1950. Αλλοτε μπορώ να σας πω πού τις στήριζα. Τις είπα στο Μπάρμπα, που όμως δεν τις πήρε στα σοβαρά. Και μάλιστα του τις είπε σαν κριτική δική μου. Από τότε χρονολογείται και το άσβεστο μίσος του Β. για μένα που το πληροφορήθηκα πολύ αργά, μόλις είδα το αξιοθρήνητο σήμα για μένα και το Νίκο. Τις υπόνοιές μου για αυτόν τις διατηρώ. Κανείς δεν τον είδε νεκρό. Θα φρίξετε αν κάποτε μάθετε πώς δούλευε αυτός ο άνθρωπος. Μα και μόνο η προσπάθειά του να μας συκοφαντεί όλους και η τάση του να θέλει να πάρει όλη τη δουλειά στα χέρια του, δείχνουν πολλά. Ούτε και μπορούμε να πιστέψουμε πως αυτοί έχουν στις γραμμές μας ένα πράχτορα και όχι δίχτυ από τέτοιους. Αν οι κώδικες δεν είναι από τον Βαβούδη, ποιος τους έδωσε; Σ’ αυτό ίσως θα μπορούσε να δώσει απάντηση ο Μπάρμπας. Νομίζω πως αυτό θα μπορούσε να το κάνει μόνο ο Ακριτίδης»18.

Επομένως, ούτε η Ελλη Παππά ήταν απαλλαγμένη από τη γενικότερη τάση «χαφιεδολογίας» που υπήρχε στην ηγεσία του Κόμματος, βεβαίως σε συνθήκες που η Ασφάλεια κατέφερε ισχυρά χτυπήματα στις παράνομες οργανώσεις του, αλλά και σε συνθήκες εσωκομματικής ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης, την οποία αξιοποιούσε ο ταξικός εχθρός.

Το γεγονός ότι η Ελλη Παππά έκανε λαθεμένες εκτιμήσεις για πρόσωπα και πράγματα, εξηγείται, μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να δικαιολογείται, παίρνοντας κανείς υπόψη τις δύσκολες και σύνθετες συνθήκες δράσης του ΚΚΕ. Ωστόσο, στις μέχρι το θάνατό της δημόσιες τοποθετήσεις, δεν έχει σταθεί αυτοκριτικά, ενώ έχει επιπλέον καταγγείλει άλλους που υπέπεσαν στα ίδια λάθη με τα δικά της.

Για τη μαρτυρία ως ιστορική πηγή
Σχετικά με τη μαρτυρία διατυπώθηκε και η εξής άποψη:

«…η μαρτυρία ως αναδρομική εξιστόρηση, μνήμη και αναστοχασμός, αποτυπώνει τα βιώματα, τις σκέψεις και τις εμπειρίες μιας εποχής, δανειζόμενη από την ύστερη γνώση και τις μεταγενέστερες συνειδητοποιήσεις»19.

Η αποδοχή αυτής της άποψης για τη μαρτυρία είναι πιθανό να οδηγήσει στην αποδοχή μιας παραποιημένης πραγματικότητας, ακόμα και αν δεχθούμε ότι τη συγκεκριμένη στιγμή που η μαρτυρία διαμορφωνόταν, πράγματι απεικόνιζε με ακρίβεια το ιστορούμενο γεγονός. Γιατί οι μεταγενέστερες συνειδητοποιήσεις και η ύστερη γνώση, ίσως «δανείζουν» στη μαρτυρία, όμως δανείζοντας μπορεί και να την παραμορφώνουν. Αυτό συμβαίνει σε πάμπολλες περιπτώσεις. Τα στρώματα του χρόνου που συσσωρεύονται στη μνήμη, ανακατεμένα σε πολλούς και πολλές με την παθογένεια νέων ιδεολογικών τάσεων (οπορτουνιστικών), κάνουν τη μαρτυρία σύμβουλο κακό. Στην περίπτωση της Ελλης Παππά αυτό το τελευταίο είναι αναμφισβήτητο.

Επιπλέον υπάρχει το εξής ερώτημα: Με ποια κριτήρια θεωρείται φερέγγυα η τάδε ή η δείνα μαρτυρία της και με ποια κριτήρια δεν θεωρείται φερέγγυα κάποια άλλη;

Καμιά προσωπική μαρτυρία δεν αποτελεί ιστορική πηγή, παρά μόνο στην περίπτωση που επιβεβαιώνεται από επίσημα ντοκουμέντα. Αν το τελευταίο δεν συμβαίνει, τότε απαραίτητη προϋπόθεση, για να θεωρηθεί η μαρτυρία ιστορική πηγή, είναι να υπάρχουν και άλλες μαρτυρίες που να συμπίπτουν με τη συγκεκριμένη προσωπική μαρτυρία. Προϋπόθεση είναι, ακόμα, όλες μαζί να συναρθρώνονται στην ολόπλευρη και λεπτομερή ανάλυση της εξεταζόμενης περιόδου. Διαφορετικά, η αξιοπιστία κάθε μαρτυρίας μένει να αποδειχθεί.

Η μαρτυρία ενός μεμονωμένου προσώπου αναμφίβολα μετά την πάροδο χρόνων σημαδεύεται με συναισθηματικά κίνητρα, προσωπικά κριτήρια, αναστοχασμούς κλπ. Ομως, αυτά δεν ακυρώνουν τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει στη μαρτυρία του η πολιτική του τοποθέτηση. Πολύ περισσότερο, θα λέγαμε ότι το ατομικό ταξικό πρίσμα προσδιορίζει και τα συναισθηματικά κριτήρια και τους αναστοχασμούς.

Από την άλλη, η μαρτυρία δεν είναι από μόνη της Ιστορία. Για παράδειγμα, η μαρτυρία ενός «ανανήψαντος» (ή και πολλών), που πιστεύει ότι ήταν λάθος του να πολεμήσει στα 1946-1949, δεν είναι δυνατό να στοιχειοθετήσει ότι κακώς διεξήχθη ο αγώνας του ΔΣΕ.

Σειρά λόγων, λοιπόν, συνηγορούν στο να μην είναι πολλές φορές οι πρωταγωνιστές και οι πιο αντικειμενικοί κριτές ιστορικών γεγονότων. Επιπλέον, οι πρωταγωνιστές δεν ερμηνεύονται αυθεντικά μόνο ή κυρίως από τις μαρτυρίες συγγενών και φίλων. Αυτό επιχειρείται σήμερα για τους Μπελογιάννη και Πλουμπίδη, ενώ συμπίπτουν στους στόχους συγγενείς και αστική ιδεολογία. Γι’ αυτό οι προσωπικές εκμυστηρεύσεις έχουν ελάχιστη ιστορική αξία. Τις εκμυστηρεύσεις έχει χρησιμοποιήσει κατά κόρον και με σαφή υπονοούμενα η Ελλη Παππά, κάνοντας συνεχείς αναφορές στο τι της είπε ή δεν της είπε ο Μπελογιάννης, ή τι εννοούσε για το ένα ή για το δείνα θέμα.

Αστοχο. Ούτε μπορεί να την διαψεύσει κανείς, αφού κανείς δεν ήταν παρών στην απομόνωση του κρατητηρίου, ούτε εκείνη μπορούσε να αποδείξει τα λεγόμενά της. Και αν υπολόγιζε ότι στους ισχυρισμούς, που έχει εγείρει, δίνει το ακαταμάχητο το αγωνιστικό της παρελθόν, επίσης αστόχησε. Γιατί είπε τόσα στο παρελθόν, τα οποία στη συνέχεια «ξέχασε», ώστε έχει χάσει και το «ακαταμάχητο».

Η ανάδειξη της ιστορικής αλήθειας απαιτεί επιστημονική μεθοδολογία, ανάλυση όλων των βασικών παραγόντων που διαμόρφωσαν τα ιστορικά γεγονότα, μελέτη της διαλεκτικής σχέσης των διαφόρων παραγόντων, εργασία που απαιτεί συλλογικότητα και σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται με την ατομική μαρτυρία.

Η ιστοριογραφία είναι ταξική. Δεν υπάρχει «ουδέτερη» συγγραφή, είτε αυτό το αντιλαμβάνεται ο ιστορικός που τοποθετείται με την αστική σκοπιά, είτε δεν το αντιλαμβάνεται.

Βιβλιογραφία – σημειώσεις:

1. Γιάννης Πετσόπουλος, «Τα πραγματικά αίτια της διαγραφής μου από το ΚΚΕ», Αθήνα 1946.

2. Πότης Παρασκευόπουλος, «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», σελ. 19-20, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ.

3. Πότης Παρασκευόπουλος, «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», σελ. 10, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ.

4. 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 71, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ (μόνο για εσωκομματική χρήση).

5. 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 92 – 93, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ (μόνο για εσωκομματική χρήση).

6. Η ΑΥΓΗ, 1 Νοεμβρίου 2009.

7. Σπύρος Λιναρδάτος, «Από τον εμφύλιο στη χούντα», τ. Α΄, σελ. 216 – 217, εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ.

8. Περιοδικό «Νέος Κόσμος», Μάρτιος 1954, σελ. 49, άρθρο του Αλέκου Ψηλορείτη ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ.

9. Ι. Β. Στάλιν, ΑΠΑΝΤΑ τ. 14ος , σελ. 107, εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ.

10. «Ριζοσπάστης», 26 Απριλίου 1998.

11. Τα βασικά σημεία της επιστολής αναφέρονται και σχολιάζονται σε άλλες σελίδες του παρόντος.

12. Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης», ΑΜ 441416. Η επιστολή της Ελλης Παππά γράφτηκε στις 2 Απριλίου 1952 και μεταδόθηκε από τον ρ/φ σταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» στις 3 Μαΐου του 1952. Είχε δημοσιευτεί στην «Ουμανιτέ» στις 29 Απριλίου 1952.

13. Η Ελλη Παππά έγραψε τα γράμματα με χυμό λεμονιού στις λευκές σελίδες και στα περιθώρια ενός βιβλίου.

14. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.

15. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.

16. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.

17. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.

18. Αρχείο ΚΚΕ – Εγγραφο 119112: Εκθέσεις της Ελλης Ιωαννίδου προς τον Ν. Ζαχαριάδη.

19. Ιωάννα Παπαθανασίου, από διανεμημένη ομιλία της στην παρουσίαση του βιβλίου «Οι παράνομοι», με τίτλο «Οι παράνομοι ως αντι – ήρωες της επαναστατικής δράσης», ξενοδοχείο Τιτάνια, 7 Μαΐου 1997.

Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Βλέπε επίσης:

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Α

Ιστορικό-πολιτικό αφιέρωμα στο Νίκο Μπελογιάννη, μέρος Γ

Από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη (1η & 2η δίκη): Το αγωνιστικό ήθος του κομμουνιστή αντηχεί στην Ιστορία μέχρι το σήμερα