Der Spiegel: Αναρωτιέστε που είναι τα λεφτά; (οεο) 600 δις ευρώ καταθέσεις Ελλήνων πλουσίων σε ελβετικές τράπεζες

Ποσό αφορολόγητο, πιθανότατα «μαύρο» (χώρια οι offshore, κλπ)
Ποσό πολλαπλάσιο των ελληνικών δανείων από την Τρόϊκα
Ποσό υπερπολλαπλάσιο των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «DER SPIEGEL»
Τεράστια ελληνικά κεφάλαια στα σεντούκια της Ελβετίας

Το μέγεθος της ληστείας του λαού από μια χούφτα πλουτοκράτες δείχνει το δημοσίευμα του περιοδικού

Αμύθητο πλούτο, που έχει παραχθεί με τον ιδρώτα του ελληνικού λαού, κρατάει συσσωρευμένο σε τράπεζες της Ελβετίας το ντόπιο κεφάλαιο, σύμφωνα με δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», το οποίο αναφέρει εκτιμήσεις ότι «οι Ελληνες έχουν καταθέσει περίπου 600 δισ. ευρώ στην Ελβετία, δηλαδή σχεδόν τρεις φορές περισσότερα χρήματα απ’ όσα στην ίδια τη χώρα τους».

Κίνητρο για το δημοσίευμα δεν αποτέλεσε βέβαια ο «πόνος» του περιοδικού για τον κλεμμένο πλούτο των Ελλήνων εργαζόμενων, αλλά οι πληροφορίες που θέλουν την ελληνική κυβέρνηση να ετοιμάζεται για διαπραγματεύσεις με την Ελβετία, με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών γύρω από τη φοροδιαφυγή, καθώς εκτιμάται ότι «μεγάλο μέρος αυτών των χρημάτων δεν έχει δηλωθεί στην εφορία».

Σύμφωνα με το «Der Spiegel», στο περιθώριο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός υπήρξαν επαφές για το θέμα μεταξύ του Γ. Παπανδρέου και της προέδρου της Ελβετικής Ομοσπονδίας Micheline Calmy-Rey, με στόχο να εντοπιστούν οι φοροφυγάδες και να καταβάλουν εκ των υστέρων τον προβλεπόμενο φόρο. Τη συνάντηση επιβεβαίωσε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

Χτες, ωστόσο, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Δ. Γεωργακόπουλος έσπευσε να καθησυχάσει την ντόπια πλουτοκρατία για τις προθέσεις της κυβέρνησης, λέγοντας ότι «δεν υπάρχουν τόσα χρήματα είναι υπερβολή» και πως «220-230 δισεκατομμύρια είναι οι καταθέσεις των Ελλήνων εντός της χώρας (…) δεν μπορώ να έχω σαφή τάξη μεγέθους αλλά να είναι 100-150 (στις ελβετικές τράπεζες)». Ο ίδιος είπε ότι τα χρήματα αυτά κατά την κατάθεσή τους έχουν ελεγχθεί, οπότε θεωρητικά δεν είναι «μαύρα» ή έχουν «λευκανθεί».

Σκάνδαλα, εξοπλιστικά προγράμματα, μίζες και υποβρύχια που πληρώνονται αδρά και παραλαμβάνονται όποτε λάχει…

*
Κατά τα άλλα δεν έχουμε λεφτά για μισθούς και συντάξεις γιατί όλοι τα φάγαμε…
*
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΝΑΥΠΗΓΟΕΠΙΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Χορός εκατομμυρίων ευρώ για τις πολυεθνικές

Την κορυφή του παγόβουνου αποτελούν οι αποκαλύψεις του περιοδικού «Der Spiegel» για τα υποβρύχια από τη Γερμανία

Το υποβρύχιο «Παπανικολής» κατά τον απόπλου από τα Ναυπηγεία του κίελου
Το χορό εκατομμυρίων που έχουν στήσει κυβέρνηση και πολυεθνικές γύρω από τα εξοπολιστικά προγράμματα της χώρας, αναδεικνύει η σύμβαση που υπογράφτηκε το 2000, για την αγορά των τεσσάρων υποβρυχίων τύπου 214, ανάμεσά τους και του «Παπανικολή», που παραδόθηκε τελικά πριν από μερικές εβδομάδες, με πέντε χρόνια καθυστέρηση.

Σε δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», γίνεται αναφορά σε ύποπτες πληρωμές, δηλαδή μίζες, στην υπόθεση της πώλησης των υποβρυχίων. Οπως αναφέρει το περιοδικό, «στα τέλη Οκτώβρη του 2010, οι έρευνες δεν είχαν εντοπίσει ακόμα ποιοι πολιτικοί και στρατιωτικοί στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και τη Νότια Αφρική είχαν δωροδοκηθεί», ωστόσο υπογραμμίζει ότι «το μοίρασμα μιζών θεωρείται πλέον βέβαιο από όσους έχουν αναλάβει τη διαλεύκανση της υπόθεσης».

Αντιδρώντας στο δημοσίευμα, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Ευ. Βενιζέλος επιχειρεί να κρατήσει αποστάσεις από όσα έγιναν τα προηγούμενα χρόνια από τους προκατόχους του, κυρίως του ΠΑΣΟΚ, σημειώνοντας πως «το ζήτημα που αναδεικνύεται ερευνάται εδώ και καιρό από την ελληνική και τη γερμανική δικαιοσύνη και το ΣΔΟΕ (…) Εφόσον θεμελιώνονται αξιώσεις του Ελληνικού Δημοσίου για αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης ή αδικοπραξίας, αυτές θα εγερθούν το ταχύτερο».

Σκάνδαλο με προϊστορία

Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση των υποβρυχίων αποτελεί μια σκανδαλώδη διαδικασία από το ξεκίνημά της, χωρίς ο χαρακτηρισμός αυτός να αφορά μόνο τις ενδεχόμενες μίζες. Το 2000, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με απόφαση του ΚΥΣΕΑ, προχώρησε στην παραγγελία των νέων υποβρυχίων, επιλέγοντας να αγοράσει έναν νέο τύπο, το Τ-214, για το οποίο δεν υπήρχε ούτε πρότυπο ούτε κάποιο μοντέλο. Η απόφαση είναι πρωτοφανής για τη ναυπηγική βιομηχανία, ειδικά όταν πρόκειται για πολεμικά σκάφη, καθώς κάθε φορά που βγαίνει ένας νέος τύπος, κατασκευάζεται πριν ένα μοντέλο, υπό κλίμακα, το οποίο δοκιμάζεται σε δεξαμενές.

Ωστόσο, η τότε ελληνική κυβέρνηση, συμφώνησε ν’ αγοράσει το πρώτο από την αλυσίδα παραγωγής, πάνω στο οποίο αναγκαστικά έγιναν δοκιμές και πειράματα. Είναι αυτό που ονομάστηκε «Παπανικολής» και διαπιστώθηκε στην πορεία ότι… έγερνε! Με άλλα λόγια, ο ελληνικός λαός πλήρωσε τη γερμανική εταιρεία για την ανάπτυξη της τεχνογνωσίας και ακολούθως χρυσοπλήρωσε τα υποβρύχια, ακόμα και το δοκιμαστικό.

Τη συνέχεια στο συγκεκριμένο σκάνδαλο την έδωσε η σημερινή κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που στο τέλος του 2010 υπέγραψε αναθεώρηση της σύμβασης του 2000. Σύμφωνα με τη νέα σύμβαση, παρέλαβε, μετά από 5 χρόνια καθυστέρηση, το πρώτο υποβρύχιο (το «Παπανικολής»), χάρισε ποινικές ρήτρες για τις καθυστερήσεις, εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, ανέλαβε τα πρόστιμα απέναντι στην ΕΕ, δεσμεύτηκε για σχεδόν μηδενικές ποινικές ρήτρες από δω και μπρος σε τυχόν νέες καθυστερήσεις στην παράδοση των άλλων υποβρυχίων.

Στους ιδιώτες τα Ναυπηγεία

Το κυριότερο, με τη σύμβαση η κυβέρνηση ανέλαβε την ουσιαστική διάλυση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, μιας και αυτά μπορούν πλέον να κατασκευάζουν μόνο πολεμικά σκάφη. Αφού λοιπόν πρόσφερε όλα αυτά, παρήγγειλε δύο ακόμα νέα υποβρύχια αυτού του τύπου (Τ-214), συνολικά δηλαδή 6 κομμάτια, προσφέροντας ακόμα 1 δισ. ευρώ σαν πανωπροίκι στη μεταβίβαση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά από τη γερμανική πολυεθνική, στην πολυεθνική με έδρα το Αμπου Ντάμπι.

Η συνολική δαπάνη των 6 υποβρυχίων Τ-214 και ενός ακόμα, παλαιότερου τύπου 209 που ανακατασκευάστηκε, μέχρι σήμερα ανέρχεται σε πάνω από 3,5 δισ. ευρώ, από τα οποία έχουν καταβληθεί περίπου 2,3 δισ. Την ίδια ώρα, το ελληνικό Δημόσιο έχει στα χέρια του μόνο ένα από τα 7 υποβρύχια, το «Παπανικολής», που η γερμανική εταιρεία το κοστολόγησε 300 εκατ. ευρώ σε περίπτωση μεταπώλησής του.