«Τα Κομμουνιστικά Κόμματα και ο κοινοβουλευτισμός»: Από τις Θέσεις του Β’ Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς

Kομμουνιστική Διεθνής (1919)

1. Η νέα εποχή και ο νέος κοινοβουλευτισμός

Στην αρχή (στην εποχή της Πρώτης Διεθνούς), η στάση των σοσιαλιστικών κομμάτων σχετικά με τον κοινοβουλευτισμό συνίστατο στο να χρησιμοποιούν τα αστικά κοινοβούλια για την προπαγάνδα. Τη συμμετοχή στο κοινοβουλευτικό έργο την έβλεπαν από την άποψη της ανάπτυξης της συνείδησης της τάξης, δηλαδή του ξυπνήματος της εχθρότητας των προλεταριακών τάξεων εναντίον των τάξεων που κατέχουν την εξουσία. Ο τρόπος αυτός της αντιμετώπισης των τάξεων υπάρχει όχι υπό την επίδραση μιας θεωρίας, αλλά υπό την επίδραση της πολιτικής προόδου. Χάρη στην αδιάκοπη αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων και στην επέκταση του επιπέδου της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ο καπιταλισμός στερεώθηκε παρά πολύ, το ίδιο έγινε και για τα κοινοβουλευτικά κράτη.

Απ’ αυτό προέρχονται η προσαρμογή της κοινοβουλευτικής τακτικής των σοσιαλιστικών κομμάτων προς τη νομοθετική δράση των αστικών Κοινοβουλίων, η διαρκώς αυξάνουσα σημασία του αγώνα για την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων μέσα στο περιθώριο του καπιταλισμού, η επικράτηση του λεγόμενου «μίνιμουμ» προγράμματος των σοσιαλιστικών κομμάτων και η χρησιμοποίηση ενός «μάξιμουμ» προγράμματος που απέβλεπε σ’ έναν απομακρυσμένο «τελικό σκοπό». Πάνω σ’ αυτή τη βάση αναπτύχθηκαν έπειτα τα συμπτώματα του κοινοβουλευτικού ανταγωνισμού, της διαφθοράς, της φανερής ή κρυφής προδοσίας των πιο στοιχειωδών συμφερόντων της εργατικής τάξης.

Η Τρίτη Διεθνής εξετάζει τον κοινοβουλευτισμό όχι από την άποψη μιας νέας θεωρίας, αλλά σχετικά με τη μεταβολή που πρέπει να γίνει στο ρόλο του κοινοβουλευτισμού. Στην προηγούμενη εποχή, το κοινοβούλιο, ως πράκτορας του αναπτυσσόμενου καπιταλισμού, έπαιξε, οπωσδήποτε, σπουδαίο ιστορικό ρόλο, σημείωσε μια πρόοδο. Αλλά στους σημερινούς όρους του αχαλίνωτου ιμπεριαλισμού, το Κοινοβούλιο έγινε όργανο ψευτιάς, κατεργαριάς, βίας και εκνευριστικής φλυαρίας. Αν έχουμε υπόψη μας τους εξοπλισμούς, τις κλεψιές, τις βίες, τις καταστροφές, τις ληστείες που προκάλεσε ο ιμπεριαλισμός, οι κοινοβουλευτικές μεταρρυθμίσεις του σημερινού συστήματος δεν έχουν καμιά σταθερότητα και λογική βάση κι έχουν χάσει κάθε πρακτική σημασία.

Οπως ολόκληρη η αστική κοινωνία, έτσι κι ο κοινοβουλευτισμός έχασε όλη του τη σταθερότητα. Η ξαφνική μετάβαση από την οργανική στην κριτική περίοδο δημιουργεί καινούρια βάση για την τακτική του προλεταριάτου όσον αφορά τον κοινοβουλευτισμό. Ετσι, το ρωσικό εργατικό Κόμμα (οι μπολσεβίκοι) είχε ήδη από πριν καθορίσει τις βάσεις του επαναστατικού κοινοβουλευτισμού, γιατί από το 1905, η Ρωσία είχε χάσει την πολιτική και την κοινωνική της ισορροπία και είχε μπει σε μια περίοδο καταιγίδων και ανατροπών.

Οταν μερικοί σοσιαλιστές, αρνούμενοι τον κομμουνισμό, επιμένουν ότι για τις χώρες τους δεν έφτασε ακόμη η στιγμή της κοινωνικής επανάστασης και δε θέλουν, προς το παρόν, να χωριστούν από τους οπορτουνιστές κοινοβουλευτικούς, ξεκινάνε από μια συνειδητή ή ασυνείδητη εκτίμηση της σημερινής εποχής, που τη θεωρούν ως περίοδο σχετικής στερεότητας της ιμπεριαλιστικής κοινωνίας και γι’ αυτό το λόγο υποθέτουν ότι ο συνασπισμός με τον Τουράτι και με τον Λονγκέ θα μπορούσε να ‘χει κάποια πρακτικά αποτελέσματα στον αγώνα τους για τις μεταρρυθμίσεις.

Μόλις φανεί, ο κομμουνισμός πρέπει ν’ αρχίσει να εξηγεί θεωρητικώς το χαρακτήρα της εποχής του (ζενίθ του καπιταλισμού, τάσεις του ιμπεριαλισμού ν’ αρνείται τον εαυτό του και να καταστρέφεται μόνος του, ακράτητη αύξηση της έντασης του εμφύλιου πολέμου κλπ.). Οι πολιτικές μορφές, σχηματισμοί και καταστάσεις μπορεί να διαφέρουν στις διάφορες χώρες, αλλά, στο βάθος, η κατάσταση των πραγμάτων είναι παντού η ίδια. Εμείς πρέπει να προετοιμάσουμε αμέσως τους πολιτικούς και τεχνικούς όρους της επανάστασης που θα κάνει το προλεταριάτο για να καταστρέψει την αστική εξουσία και για να δημιουργήσει την προλεταριακή εξουσία.

Σήμερα, για τους κομμουνιστές, το Κοινοβούλιο δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι θέατρο ενός αγώνα για τις μεταρρυθμίσεις, για την καλυτέρευση της κατάστασης της εργατικής τάξης, όπως έγινε μερικές φορές στην προηγούμενη εποχή. Το κέντρο του βάρους της σημερινής πολιτικής ζωής έχει ξεπεράσει οριστικά τα κοινοβουλευτικά όρια. Εξάλλου, η αστική τάξη είναι υποχρεωμένη, όχι μόνο από τις σχέσεις που έχει με την εργαζόμενη τάξη, αλλά και με τα ίδια τα στοιχεία της, να περνάει όλες τις επιχειρήσεις κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο από το Κοινοβούλιο, όπου διάφορες συμμορίες τσακώνονται για την εξουσία, ξεσκεπάζοντας έτσι τη δύναμή τους, προδίδοντας τις αδυναμίες τους, σκοντάφτοντας κλπ.

Επομένως, το άμεσο ιστορικό καθήκον της εργατικής τάξης είναι ν’ αρπάξει τους οργανισμούς αυτούς απ’ τα χέρια των τάξεων που διοικούνε, να τους τσακίσει, να τους καταστρέψει και στη θέση τους να δημιουργήσει όργανα της προλεταριακής εξουσίας. Το επαναστατικό επιτελείο της εργατικής τάξης ενδιαφέρεται επίσης να έχει τους φωστήρες του μέσα στα αστικά κοινοβουλευτικά σώματα, για να ευκολύνει το καταστρεπτικό του έργο.

Ετσι θα δουν όλοι την ουσιώδη διαφορά που υπάρχει μεταξύ της τακτικής των κομμουνιστών, που μπαίνουν στο Κοινοβούλιο με σκοπό επαναστατικό και της τακτικής του κοινοβουλευτικού σοσιαλιστή. Ο κοινοβουλευτικός σοσιαλιστής αναγνωρίζει τη σχετική σταθερότητα του σημερινού συστήματος. Εργάζεται για να πετύχει με κάθε θυσία μεταρρυθμίσεις, ενδιαφέρεται οι κατακτήσεις των μαζών να περαστούν στο λογαριασμό του σοσιαλιστικού κοινοβουλευτισμού και να θεωρηθούν ως υπηρεσίες που αυτός προσέφερε (Τουράτι, Λονγκέ και Σία). Ο παλιός κοινοβουλευτισμός αντικαταστάθηκε από τον καινούριο, που είναι όργανο προορισμένο να καταστρέψει γενικώς τον κοινοβουλευτισμό. Τα αντιφατικά στοιχεία της παλιάς κοινοβουλευτικής τακτικής σπρώχνουν μερικά επαναστατικά στοιχεία στο στρατόπεδο εκείνων που είναι αντίπαλοι του κοινοβουλευτισμού (Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου, επαναστάτες συνδικαλιστές, Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα της Γερμανίας).

Ο Λένιν από το βήμα του Συνεδρίου

Οι θέσεις, που δέχτηκε για το ζήτημα αυτό το Β’ Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, είναι οι ακόλουθες:

2. Ο κομμουνισμός, ο αγώνας για τη δικτατορία του προλεταριάτου και η χρησιμοποίηση του αστικού κοινοβουλίου

1. Ο κοινοβουλευτισμός, ως κυβερνητικό σύστημα, είναι δημοκρατική μορφή της κυριαρχίας της αστικής τάξης. Σε μια ορισμένη στιγμή της ανάπτυξής του έχει ανάγκη από μια ψευτολαϊκή αντιπροσωπεία, που, μολονότι παρουσιάζεται σαν οργάνωση της κοινωνικής θέλησης ανεξαρτήτως τάξεων, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μηχανή καταναγκασμού και καταπίεσης στα χέρια του κυρίαρχου κεφαλαίου.

2. Ο κοινοβουλευτισμός είναι ορισμένη μορφή του κυβερνητικού συστήματος. Γι’ αυτό ποτέ δεν ταιριάζει στην κομμουνιστική κοινωνία, που δεν ξέρει ούτε τάξεις ούτε πάλη τάξεων ούτε κανένα είδος κυβερνητικής εξουσίας.

3. Ο κοινοβουλευτισμός δεν μπορεί να ‘ναι ούτε η μορφή της κυβέρνησης του προλεταριακού κράτους στη μεταβατική περίοδο που πάει από τη δικτατορία της αστικής τάξης στη δικτατορία του προλεταριάτου. Στο πιο οξύ σημείο της πάλης των τάξεων, όταν η πάλη αυτή μεταβάλλεται σε εμφύλιο πόλεμο, το προλεταριάτο πρέπει κατ’ ανάγκη να δημιουργήσει την κυβερνητική του οργάνωση ως οργάνωση «μάχης», στην οποία δε θ’ αφήσει να χωθεί κανένας αντιπρόσωπος των παλιών κυρίαρχων τάξεων, κάθε δήθεν λαϊκή θέληση, κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, είναι βλαβερή για το προλεταριάτο, το προλεταριάτο δεν έχει ανάγκη από τον κοινοβουλευτικό χωρισμό των εξουσιών, που μπορεί να είναι ολέθριος. Η σοβιετική δημοκρατία είναι η μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

4. Τα αστικά κοινοβούλια, που αποτελούν ένα από τα κυριότερα ελατήρια της κυβερνητικής μηχανής της αστικής τάξης, δεν μπορούν να κατακτηθούν, όπως γενικά το αστικό κράτος δεν μπορεί να κατακτηθεί από το προλεταριάτο. Το καθήκον του προλεταριάτου είναι να σπάσει και να καταστρέψει την αστική κυβερνητική μηχανή, στην οποία περιλαμβάνονται και τα κοινοβουλευτικά σώματα, είτε είναι δημοκρατικά είτε συνταγματικά μοναρχικά.

5. Το ίδιο θα γίνει και για τους δημοτικούς και κοινοτικούς οργανισμούς που δεν είναι σωστό να τους θεωρούμε αντίθετους θεωρητικώς προς τα κυβερνητικά όργανα. Πράγματι, ο μηχανισμός τους είναι απαράλλακτος με τον κυβερνητικό μηχανισμό της αστικής τάξης και οι οργανισμοί αυτοί πρέπει να καταστραφούν από το προλεταριάτο και ν’ αντικατασταθούν από τα τοπικά Σοβιέτ αντιπροσώπων εργατών.

6. Ο κομμουνισμός, λοιπόν, αρνείται κάθε μέλλον στον κοινοβουλευτισμό, δεν τον δέχεται ως μορφή της δικτατορίας της τάξης του προλεταριάτου, δεν παραδέχεται πως είναι δυνατό να κατακτηθούν τα Κοινοβούλια, έχει ως σκοπό την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Γι’ αυτό δεν μπορεί να υπάρξει ζήτημα χρησιμοποίησης των αστικών κυβερνητικών οργανισμών παρά μόνο με το σκοπό της καταστροφής τους. Μ’ αυτή, και μόνο μ’ αυτή την έννοια μπορεί να τεθεί το ζήτημα.

7. Κάθε αγώνας τάξεων είναι αγώνας πολιτικός, γιατί στο τέλος είναι αγώνας για την εξουσία. Κάθε απεργία που απλώνεται σε μια ολόκληρη χώρα, γίνεται απειλή για την αστική κυβέρνηση, και γι’ αυτό ακριβώς αποκτάει πολιτικό χαρακτήρα. Η προσπάθεια για την ανατροπή της αστικής τάξης και το τσάκισμα του κράτους με κάθε μέσο είναι υποστήριξη πολιτικού αγώνα. Η δημιουργία ενός κυβερνητικού μηχανισμού καταναγκασμού «τάξης» εναντίον της ανυπότακτης αστικής τάξης, οποιοσδήποτε και αν είναι ο μηχανισμός αυτός, είναι κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

8. Ο πολιτικός, λοιπόν, αγώνας δε συνοψίζεται καθόλου στο ζήτημα της στάσης μας έναντι του κοινοβουλευτισμού. Περιλαμβάνει ολόκληρο τον αγώνα της τάξης του προλεταριάτου, εφόσον ο αγώνας αυτός παύει να είναι τοπικός και μερικός, και τείνει στην ανατροπή του καπιταλιστικού καθεστώτος.

9. Η βασική μέθοδος της πάλης του προλεταριάτου εναντίον της αστικής τάξης, δηλαδή εναντίον της κυβερνητικής της εξουσίας, είναι πρώτα πρώτα η μέθοδος της δράσης κατά μάζες. Η δράση αυτή οργανώνεται και διευθύνεται από τις οργανώσεις των μαζών του προλεταριάτου (Σωματεία, Κόμματα, Σοβιέτ) υπό τη γενική οδηγία του στέρεα ενωμένου, πειθαρχικού και συγκεντρωτικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι πόλεμος. Στον πόλεμο αυτό, το προλεταριάτο πρέπει να ‘χει ένα σώμα πολιτικών αξιωματικών, ένα καλό πολιτικό επιτελείο, που διευθύνει όλες τις επιχειρήσεις σ’ όλους τους κλάδους της δράσης.

10. Ο αγώνας των μαζών αντιπροσωπεύει ολόκληρο σύστημα ενεργειών, που αναπτύσσονται, ζωογονούνται από την ίδια τη μορφή τους και οδηγούν λογικά στην επανάσταση κατά του καπιταλιστικού κράτους. Στον αγώνα αυτό των μαζών, που μοιραίως μεταβάλλεται σε εμφύλιο πόλεμο, το Κόμμα που διευθύνει το προλεταριάτο πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να ενισχύει πίσω του όλες τις νόμιμες θέσεις, να τις κάνει στέρεα στηρίγματα της επαναστατικής του δράσης και να τις υποτάσσει στο κύριο σχέδιο της εκστρατείας, δηλαδή στον αγώνα των μαζών.

11. Ενα τέτοιο στέρεο στήριγμα είναι το βήμα του αστικού Κοινοβουλίου. Δεν πρέπει να προβάλλουμε εναντίον της συμμετοχής στην κοινοβουλευτική δράση την αστική ιδιότητα του κυβερνητικού οργανισμού. Το Κομμουνιστικό Κόμμα μπαίνει μέσα στη Βουλή, όχι να κάνει δράση οργανωτική, αλλά να υποσκάψει από μέσα την κυβερνητική μηχανή και την ίδια τη Βουλή. (Παραδείγματα: η δράση του Λίμπκνεχτ στη Γερμανία, των μπολσεβίκων στην τσαρική Δούμα, στη «Δημοκρατική Συνέλευση», στο «προκοινοβούλιο του Κερένσκι» και, τέλος, στη «Συντακτική Εθνοσυνέλευση» καθώς και στους δήμους).

12. Η κοινοβουλευτική αυτή δράση, που κυρίως συνίσταται στη χρησιμοποίηση του κοινοβουλευτικού βήματος για το σκοπό της επαναστατικής προπαγάνδας για την καταγγελία των στρατηγημάτων του αντιπάλου, για την πολιτική συγκέντρωση των μαζών κλπ., πρέπει να υποτάσσεται τελείως στους σκοπούς και στα έργα του ομαδικού αγώνα που γίνεται έξω από το Κοινοβούλιο.

13. Αν οι κομμουνιστές πάρουν την πλειοψηφία στους κοινοτικούς οργανισμούς, πρέπει: α) να αντιπολιτεύονται την κεντρική αστική εξουσία, β) να κάνουν ό,τι μπορούν για να εξυπηρετούν το φτωχότερο μέρος του πληθυσμού (οικονομικά μέτρα, εισαγωγή ή προσπάθεια εισαγωγής οπλισμένης εργατικής εθνοφρουράς κλπ.), γ) να δείχνουν σε κάθε ευκαιρία τα εμπόδια που βάζει το αστικό κράτος για τις ριζικές μεταρρυθμίσεις, δ) πάνω σ’ αυτή τη βάση να αναπτύξουν επαναστατική προπαγάνδα όσο το δυνατό έντονη, χωρίς να φοβηθούν τη σύγκρουση με την κυβερνητική εξουσία, ε) ν’ αντικαταστήσουν, σ’ ορισμένες περιπτώσεις, τα κοινοτικά όργανα με τοπικά εργατικά Σοβιέτ. Ολη, λοιπόν, η δράση των κομμουνιστών πρέπει ν’ αποτελεί μέρος του γενικού έργου της καταστροφής του καπιταλιστικού συστήματος.

14. Και η προεκλογική δράση πρέπει να γίνεται όχι με το πνεύμα της επιτυχίας όσο το δυνατό περισσότερων βουλευτικών θέσεων, αλλά με το πνεύμα της κινητοποίησης των μαζών με τα συνθήματα της προλεταριακής επανάστασης. Η προεκλογική δράση δεν πρέπει να γίνεται μόνο από τους κορυφαίους του Κόμματος, αλλά από το σύνολο των μελών του Κόμματος. Κάθε κίνημα των μαζών πρέπει να χρησιμοποιείται (απεργίες, διαδηλώσεις, ταραχές μέσα στους στρατιώτες και τους ναύτες κλπ.). Ολες οι προλεταριακές οργανώσεις πρέπει να σπρώχνονται σε μια ζωηρή δράση.

15. Υπό τέτοιους όρους, η κοινοβουλευτική δράση βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τη σιχαμένη κοινοβουλευτική δράση που κάνουν τα σοσιαλιστικά κόμματα όλων των χωρών, των οποίων οι βουλευτές μπαίνουν στη Βουλή για να υποστηρίζουν ένα «δημοκρατικό» Σύνταγμα, ή το πολύ πολύ για να το «κατακτήσουν». Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν μπορεί να δεχτεί παρά μόνο την επαναστατική χρησιμοποίηση του κοινοβουλευτισμού, όπως μας την έδειξαν ο Καρλ Λίμπκνεχτ και οι μπολσεβίκοι.

16. Ο καταρχήν, λοιπόν, αντικοινοβουλευτισμός, δηλαδή η απόλυτη και κατηγορηματική άρνηση της συμμετοχής στις εκλογές και στην επαναστατική κοινοβουλευτική δράση, είναι παιδιακίστικη και απλοϊκή αντίληψη, που δεν μπορεί να αντισταθεί στην κριτική. Προέρχεται από μια βαθιά αποστροφή για τους κοινοβουλευτικούς πολιτευόμενους, αποστροφή που δημιουργείται γιατί υποθέτουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατικός κοινοβουλευτισμός. Εκτός τούτου, η γνώμη αυτή βασίζεται πάνω σε μια εντελώς εσφαλμένη αντίληψη για το ρόλο του Κόμματος, που στην περίπτωση αυτή δε θεωρείται ως η συγκεντρωτική εργατική πρωτοπορία στον αγώνα, αλλά ως μια αποκεντρωτική οργάνωση αποτελούμενη από επαναστατικά τμήματα που δε συνδέονται καλά μεταξύ τους.

17. Εξάλλου, η ανάγκη της πραγματικής συμμετοχής στις κοινοβουλευτικές συνελεύσεις δεν προέρχεται καθόλου από την καταρχήν αναγνώριση της επαναστατικής δράσης στο Κοινοβούλιο. Στο ζήτημα αυτό, όλα εξαρτώνται από ένα σωρό ειδικούς όρους. Σε μια ορισμένη στιγμή μπορεί να είναι ανάγκη να φύγουν οι κομμουνιστές από τη Βουλή. Αυτό κάνανε οι μπολσεβίκοι όταν άφησαν το προκοινοβούλιο του Κερένσκι, για να το καταστρέψουν, για να του αφαιρέσουν κάθε δύναμη και να του αντιτάξουν πιο ζωηρά το Σοβιέτ της Πετρούπολης μια μέρα πριν τεθούν επικεφαλής της επανάστασης, το ίδιο κάνανε στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση την ημέρα της διάλυσής της, φεύγοντας απ’ αυτή και πηγαίνοντας στο Τρίτο Συνέδριο των Σοβιέτ. Σ’ άλλες περιπτώσεις, μπορεί να ‘ναι ανάγκη να μποϊκοταριστούν οι εκλογές ή να γίνει αμέσως επίθεση εναντίον της αστικής κοινοβουλευτικής κλίκας ή να λάβουμε μέρος στις εκλογές, αλλά να μην πάμε στη Βουλή κλπ.

18. Ετσι, μολονότι αναγνωρίζει κατά γενικό κανόνα την ανάγκη της συμμετοχής στις εκλογές, τόσο για τη Βουλή όσο και για τα όργανα της τοπικής εξουσίας, καθώς και την ανάγκη να κάνει κομμουνιστική δράση μέσα σ’ αυτά τα σώματα, το Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να παίρνει το ζήτημα αυτό συγκεκριμένα και να λαβαίνει υπόψη του τους ιδιαιτέρους όρους κάθε στιγμής. Το μποϊκοτάζ των εκλογών ή της Βουλής καθώς και η αποχώρηση από τη Βουλή είναι μέσα στα οποία μπορεί να ‘ναι χρήσιμο να καταφύγουμε, προπάντων όταν βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα σύνολο όρων που μας επιτρέπουν ν’ αρχίσουμε αμέσως τον ένοπλο αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας.

19. Είναι απαραίτητο να έχουμε σταθερά υπόψη μας τη μικρή σχετική σημασία του ζητήματος αυτού. Αν το κέντρο του βάρους βρίσκεται στον αγώνα για την κυβερνητική εξουσία που γίνεται έξω από το Κοινοβούλιο, είναι φανερό ότι η προλεταριακή δικτατορία και ο αγώνας των μαζών για την πραγματοποίηση της δικτατορίας αυτής δεν έχουν τίποτα να κάνουν με το ιδιαίτερο ζήτημα της χρησιμοποίησης του κοινοβουλευτισμού.

20. Γι’ αυτό η Κομμουνιστική Διεθνής βεβαιώνει με τον κατηγορηματικότερο τρόπο ότι θεωρεί έγκλημα προς το εργατικό κίνημα κάθε σχίσμα ή απόπειρα σχίσματος μέσα στα κομμουνιστικά κόμματα που ακολουθούν αυτό το δρόμο. Το Συνέδριο κάνει έκκληση σ’ όλους εκείνους που παραδέχονται τον αγώνα των μαζών υπέρ της δικτατορίας του συγκεντρωτικά οργανωμένου επαναστατικού προλεταριάτου, που θα χρησιμοποιήσει όλη του την επιρροή μέσα σ’ όλες τις οργανώσεις της εργατικής τάξης, για να πραγματοποιήσει την τέλεια ενότητα των κομμουνιστικών στοιχείων, παρ’ όλες τις ασυμφωνίες που μπορούν να υπάρξουν για το ζήτημα του κοινοβουλευτισμού.

3. Για την επαναστατική κοινοβουλευτική τακτική

Είναι ανάγκη:

1. Το Κομμουνιστικό Κόμμα στο σύνολό του και η Κεντρική του Επιτροπή να εξασφαλιστούν γενικώς στην προεκλογική περίοδο για την ειλικρίνεια και την αξία του υποψηφίου. Η Κεντρική Επιτροπή πρέπει να ‘ναι υπεύθυνη για όλες τις πράξεις της κοινοβουλευτικής ομάδας. Πρέπει να έχει το αναμφισβήτητο δικαίωμα να απομακρύνει οποιονδήποτε υποψήφιο υποδεικνυόμενο από οποιαδήποτε οργάνωση, αν νομίζει ότι ο υποψήφιος αυτός δε θα μπορούσε να εκπληρώσει την κομμουνιστική του εντολή.

Τα κομμουνιστικά κόμματα πρέπει ν’ αφήσουν τη συνήθεια να εκλέγουν για βουλευτές προπάντων εκείνους που αντιπροσωπεύουν ελεύθερα επαγγέλματα, δηλαδή δικηγόρους κλπ. Κατά κανόνα πρέπει να παίρνουν τους υποψήφιους μέσα από τους εργάτες, χωρίς να φοβούνται την κομμουνιστική τους απειρία.

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα πρέπει να διώχνουν με αλύπητη περιφρόνηση τα συμφεροντολογικά στοιχεία που γλιστράνε μέσα στο Κόμμα την παραμονή των εκλογών, μόνο και μόνο για να μπούνε στη Βουλή. Οι Κεντρικές Επιτροπές πρέπει να εγκρίνουν τις υποψηφιότητες εκείνων μόνο που το παρελθόν τους δίνει αναμφισβήτητες αποδείξεις για την αφοσίωσή τους προς την εργατική τάξη.

2. Μόλις τελειώσουν οι εκλογές, η οργάνωση της κοινοβουλευτικής ομάδας πρέπει να βρεθεί τελείως στα χέρια της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος, αδιάφορο αν η Κεντρική Επιτροπή είναι νόμιμη ή παράνομη. Η εκλογή των μελών της διοίκησης της κοινοβουλευτικής ομάδας πρέπει να επικυρώνεται από την Κεντρική Επιτροπή. Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος πρέπει να ‘χει μέσα στην κοινοβουλευτική ομάδα αντιπρόσωπο με δικαίωμα ψήφου. Για όλα τα σπουδαία πολιτικά ζητήματα, η κοινοβουλευτική ομάδα πρέπει να ζητάει προηγουμένως οδηγίες από την Κεντρική Επιτροπή.

Η Κεντρική Επιτροπή έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να ορίζει ή να αλλάζει τους ρήτορες που πρόκειται να μιλήσουν στα σπουδαία ζητήματα. Οι ρήτορες υποβάλλουν στην έγκρισή της τις βάσεις πάνω στις οποίες θα μιλήσουν ή και ολόκληρο το κείμενο του λόγου τους.

Κάθε υποψήφιος του κομμουνιστικού συνδυασμού πρέπει να είναι υποχρεωμένος να παραιτείται μόλις το ζητήσει η Κεντρική Επιτροπή, για να μπορεί το Κόμμα να τον αντικαταστήσει σε κάθε στιγμή.

3. Στις χώρες όπου τα μεταρρυθμιστικά, μισομεταρρυθμιστικά ή απλώς συμφεροντολογικά στοιχεία έχουν χωθεί μέσα στην κομμουνιστική κοινοβουλευτική ομάδα (όπως έχει γίνει σε κάμποσες χώρες), οι Κεντρικές Επιτροπές των Κομμουνιστικών Κομμάτων πρέπει να τα διώξουν χωρίς έλεος. Μια μικρή, αλλά αληθινά κομμουνιστική κοινοβουλευτική ομάδα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης καλύτερα από μια ομάδα μεγάλη, αλλά χωρίς σταθερές κομμουνιστικές αρχές.

4. Κάθε κομμουνιστής βουλευτής πρέπει, κατά την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής, να συνδυάζει την παράνομη με τη νόμιμη δράση. Στις χώρες όπου οι κομμουνιστές βουλευτές έχουν ακόμα, σύμφωνα με τους αστικούς νόμους, τη βουλευτική ασυλία, πρέπει να χρησιμοποιούν την ασυλία αυτή για την παράνομη οργάνωση και δράση του Κόμματος.

5. Οι παραμικρότερες πράξεις των κομμουνιστών βουλευτών μέσα στη Βουλή πρέπει να υποτάσσονται στη μη κοινοβουλευτική εργασία του Κόμματος. Νομοσχέδια καθαρά επιδεικτικά και καμωμένα όχι για να γίνουν δεκτά από την αστική τάξη, αλλά για προπαγάνδα και δημιουργία κίνησης, μπορούν να υποβάλλονται σύμφωνα με οδηγίες της Κεντρικής Επιτροπής.

6. Στις διαδηλώσεις που οργανώνουν οι εργάτες στους δρόμους και σε οποιαδήποτε άλλη επαναστατική εκδήλωση, οι βουλευτές έχουν υποχρέωση να βρίσκονται επικεφαλής των εργατικών μαζών και να τις οδηγούνε.

7. Οι κομμουνιστές βουλευτές πρέπει με κάθε μέσο να βρίσκονται σε επαφή (υπό τον έλεγχο του Κόμματος) με τους εργάτες, τους χωρικούς και κάθε είδους εργαζόμενους ανθρώπους, ποτέ δεν πρέπει να ενεργούν σαν τους σοσιαλιστές βουλευτές που φροντίζουν να βρίσκονται σε ρουσφετολογικές σχέσεις με τους εκλογείς τους. Πρέπει πάντα να βρίσκονται στη διάθεση των κομμουνιστικών οργάνων για το έργο της προπαγάνδας στη χώρα.

8. Κάθε κομμουνιστής βουλευτής πρέπει να καταλάβει καλά ότι δεν είναι νομοθέτης που πρέπει να συνεννοηθεί με άλλους νομοθέτες, αλλά προπαγανδιστής του Κόμματος. Ο κομμουνιστής βουλευτής είναι υπεύθυνος όχι μπροστά στην ανώνυμη μάζα των εκλογέων, αλλά μπροστά στο Κομμουνιστικό Κόμμα, νόμιμο ή παράνομο.

9. Οι κομμουνιστές βουλευτές πρέπει μέσα στη Βουλή να μιλάνε σε γλώσσα που να την καταλαβαίνει κάθε εργάτης, κάθε τσοπάνης, κάθε πλύστρα, ώστε το Κόμμα να μπορεί να τυπώνει τους λόγους του σε φυλλάδια και να τα σκορπάει και στις πιο μακρινές γωνιές του τόπου.

10. Οι απλοί κομμουνιστές εργάτες πρέπει δίχως φόβο ν’ ανεβαίνουν στο βήμα των αστικών Κοινοβουλίων, χωρίς ποτέ να παραχωρούν τη θέση τους σε καλύτερους κοινοβουλευτικούς ρήτορες – και αν ακόμη οι εργάτες αυτοί βρίσκονται στην αρχή του κοινοβουλευτικού τους σταδίου. Εν ανάγκη, οι εργάτες βουλευτές διαβάζουν απλώς τους λόγους τους, που προορίζονται να δημοσιευτούν από τον Τύπο ή σε χωριστά φυλλάδια.

11. Οι κομμουνιστές βουλευτές πρέπει να χρησιμοποιούν το κοινοβουλευτικό βήμα για να ξεσκεπάζουν όχι μόνο την αστική τάξη και τους επίσημους υπηρέτες της, αλλά τους σοσιαλπατριώτες, τους μεταρρυθμιστές πολιτευόμενους του κέντρου και, εν γένει, κάθε αντίπαλο του κομμουνισμού και για να κάνουν πλατιά προπαγάνδα των ιδεών της Τρίτης Διεθνούς.

12. Οι κομμουνιστές βουλευτές, ακόμα και όταν είναι πολύ λίγοι, πρέπει να προκαλούν την αστική κοινωνία και να μην ξεχνάνε ποτέ ότι άξιος του ονόματος κομμουνιστής είναι μονάχα εκείνος, που όχι με λόγια, αλλά με έργα, δείχνει πως είναι θανάσιμος εχθρός της αστικής κοινωνίας και των σοσιαλπατριωτών υπηρετών της.

Απόσπασμα από τις Θέσεις που ενέκρινε το 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (6-25 Ιουλίου 1919) και στη διαμόρφωση των οποίων είχε πρωταγωνιστικό ρόλο ο Λένιν. Πρόκειται για το μέρος των Θέσεων που έχει τίτλο: «Τα Κομμουνιστικά Κόμματα και ο κοινοβουλευτισμός». Στο κείμενο αυτό δίνονται αναλυτικά οδηγίες για το πώς θα πρέπει να αναπτύξουν τα ΚΚ την κοινοβουλευτική τους τακτική έτσι ώστε να υπηρετούν πράγματι το στρατηγικό τους στόχο, ξεπερνώντας τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες των παλιών σοσιαλδημοκρατικών εργατικών κομμάτων της Β’ Διεθνούς. (Περιέχεται στην έκδοση «Η Κομμουνιστική Διεθνής», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 110-123)
*
Ενότητα:

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ

Η εισήγηση του Β. Ι. Λένιν, στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, (Απαντα, τόμ. 41 σελ. 215-235)

Σύντροφοι, οι θέσεις για τα βασικά καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς δημοσιεύτηκαν σε όλες τις γλώσσες και δεν αποτελούν (ιδιαίτερα για τους Ρώσους συντρόφους) κάτι το ουσιαστικά νέο, γιατί σ’ ένα μεγάλο βαθμό επεκτείνουν μερικά βασικά γνωρίσματα της επαναστατικής μας πείρας και τα διδάγματα του επαναστατικού μας κινήματος σε μία ολόκληρη σειρά δυτικές χώρες, στη Δυτική Ευρώπη. Γι’ αυτό στην εισήγησή μου θα σταθώ λίγο περισσότερο, αν και σε συντομία, στο πρώτο μέρος του θέματος που μου ανατέθηκε, και συγκεκριμένα στη διεθνή κατάσταση.

Τη βάση όλης της διεθνούς κατάστασης, όπως διαμορφώθηκε τώρα, την αποτελούν οι οικονομικές σχέσεις του ιμπεριαλισμού. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα διαμορφώθηκε τελείως αυτό το νέο, αυτό το ανώτερο και τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού. Ολοι σας φυσικά ξέρετε πως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά, τα πιο ουσιαστικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού αποτέλεσε το γεγονός ότι το κεφάλαιο πήρε τεράστιες διαστάσεις. Στη θέση του ελεύθερου συναγωνισμού ήλθε το τεραστίων διαστάσεων μονοπώλιο. Ενας ελάχιστος αριθμός καπιταλιστών κατάφερε να συγκεντρώσει στα χέρια του ολόκληρους μερικές φορές κλάδους βιομηχανίας. οι κλάδοι αυτοί πέρασαν στα χέρια ενώσεων, καρτέλ, συνδικάτων, τραστ, που έχουν συχνά διεθνή χαρακτήρα. Ετσι πέρασαν στα χέρια των μονοπωλητών, και από άποψη χρηματιστική και από άποψη του δικαιώματος ιδιοκτησίας, και εν μέρει από άποψη παραγωγική, ολόκληροι κλάδοι της βιομηχανίας, όχι μονάχα μερικών χωρών, αλλά όλου του κόσμου. Πάνω σ’ αυτή τη βάση αναπτύχθηκε μια χωρίς προηγούμενο κυριαρχία ενός ελάχιστου αριθμού μεγάλων τραπεζών, βασιλιάδων και μεγιστάνων του χρηματιστικού κεφαλαίου, που στην πραγματικότητα μετάτρεψαν και τις πιο ελεύθερες ακόμη δημοκρατίες σε χρηματιστικές μοναρχίες. Πριν τον πόλεμο αυτό το ομολογούσαν ανοιχτά ακόμη και συγγραφείς που δεν είναι καθόλου επαναστάτες, όπως π.χ. ο Λιζίς στη Γαλλία.

Η κυριαρχία αυτή μιας χούφτας καπιταλιστών έφτασε στην πλήρη ανάπτυξή της, όταν όλη η γήινη σφαίρα βρέθηκε μοιρασμένη όχι μόνο με την έννοια της κατάληψης των διαφόρων πηγών πρώτων υλών και των μέσων παραγωγής από τους μεγάλους καπιταλιστές, αλλά και με την έννοια της ολοκλήρωσης της προκαταρκτικής διανομής των αποικιών. Πριν 40 περίπου χρόνια ο πληθυσμός των αποικιών, που ήταν υποταγμένος σε έξι καπιταλιστικές δυνάμεις, υπολογιζόταν σε 250 εκατομμύρια και κάτι. Πριν τον πόλεμο του 1914 ο πληθυσμός των αποικιών υπολογιζόταν ήδη σε 600 εκατομμύρια περίπου, και αν προσθέσουμε και χώρες σαν την Περσία, την Τουρκία και την Κίνα, που τότε βρίσκονταν ήδη σε μισοαποικιακή κατάσταση, θα έχουμε χοντρικά ένα δισεκατομμύριο πληθυσμό, που τον καταδυνάστευαν oι πιο πλούσιες, οι πιο πολιτισμένες και οι πιο ελεύθερες χώρες μέσω της αποικιακής εξάρτησης. Και ξέρετε ότι η αποικιακή εξάρτηση προϋποθέτει, εκτός από την άμεση κρατική νομική εξάρτηση και μια ολόκληρη σειρά σχέσεων χρηματιστικής και οικονομικής εξάρτησης, προϋποθέτει μια ολόκληρη σειρά πολέμων, που δεν θεωρούνταν πόλεμοι, γιατί συχνά ήταν μόνο μακελειό, όπου τα ευρωπαϊκά και τα αμερικανικά ιμπεριαλιστικά στρατεύματα, οπλισμένα με τα πιο σύγχρονα όπλα εξόντωσης, εξολόθρευαν τους άοπλους και ανυπεράσπιστους κατοίκους των αποικιακών χωρών.

Από το μοίρασμα αυτό όλης της γης, από την κυριαρχία αυτή του καπιταλιστικού μονοπωλίου, από την παντοκρατορία αυτή ενός ελάχιστου αριθμού μεγάλων τραπεζών – δυο, τριών, τεσσάρων, πέντε το πολύ σε κάθε κράτος – γεννήθηκε αναπόφευκτα και ο πρώτος ιμπεριαλιστικός πόλεμος του 1914-1918. Ο πόλεμος αυτός έγινε για να ξαναμοιραστεί όλος ο κόσμος. Ο πόλεμος έγινε για να κριθεί ποια από τις μηδαμινές σε αριθμό ομάδες των μεγάλων κρατών – η αγγλική ή η γερμανική – θα αποκτήσει τη δυνατότητα και το δικαίωμα της καταλήστευσης, της καταδυνάστευσης και της εκμετάλλευσης όλης της γης. Και ξέρετε πως ο πόλεμος έλυσε το ζήτημα αυτό υπέρ της αγγλικής ομάδας. Και το αποτέλεσμα του πολέμου αυτού ήταν να έχουμε ασύγκριτα μεγαλύτερη όξυνση όλων των καπιταλιστικών αντιθέσεων. Ο πόλεμος έριξε αμέσως 250 περίπου εκατομμύρια πληθυσμού της γης σε μια κατάσταση που ισοδυναμεί με αποικιακή. Εριξε στην κατάσταση αυτή τη Ρωσία, που ο πληθυσμός της πρέπει να φτάνει περίπου τα 130 εκατομμύρια, την Αυστροουγγαρία, τη Γερμανία, τη Βουλγαρία, που έχουν το λιγότερο 120 εκατομμύρια. Εναν πληθυσμό από 250 εκατομμύρια, από χώρες που ανήκουν εν μέρει, όπως η Γερμανία, στις πιο προηγμένες, στις πιο μορφωμένες, στις πιο πολιτισμένες, και βρίσκονται τεχνικά στο επίπεδο της σύγχρονης προόδου. Μέσω της συνθήκης των Βερσαλλιών, ο πόλεμος επέβαλε σ’ αυτές τις χώρες τέτιους όρους, ώστε μια σειρά προηγμένοι λαοί να βρεθούν σε κατάσταση αποικιακής εξάρτησης, φτώχειας, πείνας, καταστροφής και έλλειψης δικαιωμάτων, γιατί έχουν δεθεί για πολλές γενεές με τη συνθήκη αυτή και έχουν ριχτεί σε τέτιες συνθήκες, που δεν τις έχει ζήσει κανένας πολιτισμένος λαός. Εχετε την εικόνα του κόσμου: αμέσως μετά από τον πόλεμο ένας πληθυσμός όχι λιγότερο από ένα δισεκατομμύριο 250 εκατομμύρια υφίσταται τον αποικιακό ζυγό, υφίσταται την εκμετάλλευση του άγριου καπιταλισμού που υπερηφανευόταν για φιλειρηνισμό και πριν πενήντα χρόνια, είχε ορισμένο δικαίωμα να υπερηφανεύεται γι’ αυτό, εφόσον η γη δεν είχε μοιραστεί, εφόσον δεν κυριαρχούσε το μονοπώλιο, εφόσον ο καπιταλισμός μπορούσε να αναπτύσσεται σχετικά ειρηνικά, χωρίς κολοσσιαίες πολεμικές συγκρούσεις.

Τώρα, ύστερα από την «ειρηνική» αυτή εποχή, έχουμε μια αφάνταστη όξυνση της καταπίεσης, βλέπουμε την επιστροφή σε μια αποικιακή και στρατιωτική καταπίεση πολύ χειρότερη από την προηγούμενη. Η συνθήκη των Βερσαλλιών έφερε και τη Γερμανία και μια ολόκληρη σειρά ηττημένα κράτη σε κατάσταση που η οικονομική τους ύπαρξη είναι αδύνατη από υλική άποψη, τα έφερε σε κατάσταση απόλυτης ταπείνωσης και έλλειψης δικαιωμάτων.

Πόσα έθνη ωφελήθηκαν από την κατάσταση αυτή; Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει να θυμηθούμε πως οι Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η μόνη χώρα που κέρδισε πέρα για πέρα από τον πόλεμο και μετατράπηκε εντελώς από χώρα με ένα σωρό χρέη σε χώρα που όλοι της χρωστούν – οι Ενωμένες Πολιτείες έχουν έναν πληθυσμό που δεν ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια. Η Ιαπωνία που κέρδισε πάρα πολλά, μένοντας έξω από την ευρωπαϊκο-αμερικανική σύρραξη και καταλαμβάνοντας τεράστια ασιατικά ηπειρωτικά εδάφη, έχει πληθυσμό που ισούται με 50 εκατομμύρια. Η Αγγλία που κέρδισε τα περισσότερα ύστερα από τις χώρες αυτές έχει πληθυσμό που φτάνει τα 50 εκατομμύρια. Αν τώρα προσθέσουμε και τα ουδέτερα κράτη με έναν πληθυσμό πολύ μικρό, που πλούτισαν στον καιρό του πολέμου, θα έχουμε χοντρικά 250 εκατομμύρια.

Ετσι, έχετε σε γενικές γραμμές την εικόνα του κόσμου, όπως διαμορφώθηκε ύστερα από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Εχουμε ένα δισεκατομμύριο διακόσια πενήντα εκατομμύρια ανθρώπους στις καταπιεζόμενες αποικίες – σε χώρες που τις μοιράζουν ζωντανές, όπως είναι η Περσία, η Τουρκία και η Κίνα, σε χώρες που νικήθηκαν και βρέθηκαν στη μοίρα των αποικιών. Εχουμε έναν πληθυσμό το πολύ 250 εκατομμύρια στις χώρες που διατήρησαν την παλιά τους κατάσταση, μα που έπεσαν όλες στην οικονομική εξάρτηση της Αμερικής και σε όλη την περίοδο του πολέμου βρίσκονταν σε στρατιωτική εξάρτηση, γιατί ο πόλεμος αγκάλιασε όλο τον κόσμο, δεν άφησε κανένα κράτος να μείνει πραγματικά ουδέτερο. Τέλος, έχουμε το πολύ 250 εκατομμύρια κατοίκων στις χώρες, όπου φυσικά μόνο η κορυφή, μόνο οι καπιταλιστές κέρδισαν από το μοίρασμα του κόσμου. Συνολικά έχουμε περίπου 1 3/4 δισεκατομμύρια ανθρώπους που αποτελούν όλο τον πληθυσμό της γης. Θέλησα να σας υπενθυμίσω την εικόνα αυτή του κόσμου, γιατί όλες οι βασικές αντιθέσεις του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού, που οδηγούν στην επανάσταση, όλες οι βασικές αντιθέσεις μέσα στο εργατικό κίνημα που οδήγησαν στην πιο σκληρή πάλη ενάντια στη ΙΙ Διεθνή, για την οποία μίλησε ο σ. πρόεδρος – όλα αυτά συνδέονται με το μοίρασμα του πληθυσμού της γης.

Φυσικά, οι αριθμοί αυτοί δίνουν μόνο σε χοντρές, σε γενικές γραμμές την οικονομική εικόνα του κόσμου. Και είναι φυσικό, σύντροφοι, με ένα τέτιο μοίρασμα του πληθυσμού όλης της γης να μεγαλώσει πολλές φορές η εκμετάλλευση από μέρους του χρηματιστικού κεφαλαίου, από μέρους των καπιταλιστικών μονοπωλίων.

Δεν είναι μόνο οι αποικιακές, οι ηττημένες χώρες που περιέρχονται σε κατάσταση εξάρτησης, αλλά και μέσα στην κάθε νικήτρια χώρα αναπτύχθηκαν πιο οξείες αντιθέσεις, οξύνθηκαν όλες οι καπιταλιστικές αντιθέσεις. Θα το δείξω σε γενικές γραμμές με μερικά παραδείγματα.

Πάρτε τα κρατικά χρέη. Ξέρουμε πως τα χρέη των κυριότερων ευρωπαϊκών κρατών αυξήθηκαν από το 1914 ως το 1920 τουλάχιστο εφτά φορές. Θα αναφέρω μια ακόμη οικονομική πηγή που αποκτά εξαιρετικά μεγάλη σημασία, πρόκειται για τον Κέινς, Αγγλο διπλωμάτη, συγγραφέα του βιβλίου «Οι οικονομικές συνέπειες της ειρήνης», που με εντολή της κυβέρνησής του πήρε μέρος στις διαπραγματεύσεις ειρήνης των Βερσαλλιών, τις παρακολούθησε άμεσα από καθαρά αστική σκοπιά, μελέτησε λεπτομερειακά το πρόβλημα βήμα προς βήμα και σαν οικονομολόγος πήρε μέρος στις συσκέψεις. Ο Κέινς κατέληξε σε συμπεράσματα που είναι πιο ισχυρά, πιο χειροπιαστά, πιο διδακτικά από οποιοδήποτε συμπέρασμα κομμουνιστή – επαναστάτη, γιατί τα συμπεράσματα αυτά τα βγάζει ένας αναμφίβολος αστός, αμείλικτος εχθρός του μπολσεβικισμού, για τον οποίο, σαν Αγγλος μικροαστός, πλάθει στο μυαλό του μια τερατώδη, άγρια, θηριώδη εικόνα. Ο Κέινς κατέληξε στο συμπέρασμα πως η Ευρώπη και όλος ο κόσμος με την ειρήνη των Βερσαλλιών τραβούν στη χρεοκοπία. Ο Κέινς παραιτήθηκε, πέταξε στα μούτρα της κυβέρνησης το βιβλίο του και είπε: αυτό που κάνετε είναι καθαρή τρέλα. Θα σας αναφέρω τους αριθμούς του που σε γενικές γραμμές είναι οι παρακάτω.

Πώς διαμορφώθηκαν οι χρεωστικές σχέσεις των κυριότερων δυνάμεων; Θα μετατρέψω τις λίρες στερλίνες σε χρυσά ρούβλια, υπολογίζοντας τη μια λίρα στερλίνα δέκα χρυσά ρούβλια. Και να τι βγαίνει: οι Ενωμένες Πολιτείες έχουν 19 δισεκατομμύρια ενεργητικό παθητικό – μηδέν. Αυτές πριν τον πόλεμο ήταν χρεοφειλέτες στην Αγγλία. Ο σ. Λεβί, στο τελευταίο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας, στις 14 του Απρίλη 1920, πολύ σωστά ανάφερε στην εισήγησή του πως τώρα έμειναν δυο δυνάμεις στον κόσμο που δρουν ανεξάρτητα: η Αγγλία και η Αμερική. Μόνο η Αμερική είναι στον οικονομικό τομέα απόλυτα ανεξάρτητη. Πριν τον πόλεμο ήταν χρεοφειλέτης, τώρα είναι μόνο πιστωτής. Ολες οι άλλες δυνάμεις του κόσμου είναι χρεωμένες. Η Αγγλία κατάντησε στο σημείο να φτάνει το ενεργητικό της 17 δισεκατομμύρια και το παθητικό της 8 δισεκατομμύρια, δηλ. μισοέφτασε ήδη στη θέση του χρεοφειλέτη. Εκτός απ’ αυτό, στο ενεργητικό της συμπεριλαμβάνονται περίπου 6 δισεκατομμύρια που της χρωστάει η Ρωσία. Τα πολεμικά αποθέματα που έφτιαχνε η Ρωσία τον καιρό του πολέμου συμπεριλαμβάνονται στο χρέος της. Τελευταία, όταν ο Κράσιν, σαν αντιπρόσωπος της ρωσικής σοβιετικής κυβέρνησης, έτυχε να συζητήσει με τον Λόυντ Τζώρτζ πάνω στο θέμα του διακανονισμού των χρεών, εξήγησε καθαρά στους επιστήμονες και στους πολιτικούς, στους ηγέτες της αγγλικής κυβέρνησης πως, αν λογαριάζουν να πάρουν και τα χρέη, τότε είναι πολύ γελασμένοι. Και την πλάνη τους αυτή την αποκάλυψε ήδη ο Αγγλος διπλωμάτης Κέινς.

Το ζήτημα φυσικά δεν είναι μονάχα, ή καλύτερα δεν είναι καθόλου, ότι η ρωσική επαναστατική κυβέρνηση δεν θέλει να πληρώσει τα χρέη. Οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να πληρώσει, γιατί αυτά τα χρέη είναι τοκογλυφικός επιπρόσθετος λογαριασμός πάνω σ’ εκείνο που 20 φορές ως τώρα πληρώθηκε, και αυτός ο ίδιος ο αστός Κέινς, που δεν συμπαθεί καθόλου το ρωσικό επαναστατικό κίνημα, λέει: «είναι ευνόητο πως αυτά τα χρέη δεν μπορεί να μπουν στο λογαριασμό».

Οσον αφορά τη Γαλλία, ο Κέινς παραθέτει τους παρακάτω αριθμούς: το ενεργητικό της ισοδυναμεί με τριάμισι δισεκατομμύρια, ενώ το παθητικό της με δεκάμισι! Και αυτή είναι η χώρα, για την οποία οι ίδιοι οι Γάλλοι έλεγαν πως είναι ο τοκογλύφος όλου του κόσμου, γιατί οι «αποταμιεύσεις» της ήταν κολοσσιαίες, η αποικιακή και η χρηματιστική καταλήστευση, που δημιούργησε το γιγάντιο κεφάλαιό της, της έδοσε τη δυνατότητα να παρέχει δισεκατομμύρια και δισεκατομμύρια δάνεια, ιδιαίτερα στη Ρωσία. Από τα δάνεια αυτά έπαιρνε τεράστια έσοδα. Και παρόλα αυτά, παρόλο που νίκησε, η Γαλλία κατάντησε να είναι χρεοφειλέτης.

Μια αμερικανική αστική πηγή, που την ανάφερε ένας κομμουνιστής, ο σύντροφος Μπράουν, στο βιβλίο του «Ποιος πρέπει να πληρώσει τα πολεμικά χρέη;» (Λειψία, 1920), καθορίζει ως εξής τη σχέση των χρεών και της εθνικής περιουσίας: στις νικήτριες χώρες, την Αγγλία και τη Γαλλία, τα χρέη αποτελούν τα 50% και πλέον όλης της εθνικής περιουσίας. Οσον αφορά την Ιταλία το ποσοστό αυτό αποτελεί τα 60-70%, όσον αφορά τη Ρωσία τα 90%, εμάς όμως, όπως ξέρετε, αυτά τα χρέη δεν μας ανησυχούν, γιατί εμείς λιγάκι νωρίτερα από την εμφάνιση του βιβλίου του Κέινς ακολουθήσαμε τη θαυμάσια συμβουλή του: ακυρώσαμε όλα τα χρέη.

Μόνο που ο Κέινς αποκαλύπτει με την ευκαιρία αυτή τη συνηθισμένη παραξενιά του φιλισταίου: συμβουλεύοντας να ακυρωθούν όλα τα χρέη, λέει πως ασφαλώς μόνο η Γαλλία θα κερδίσει, η Αγγλία ασφαλώς δεν θα χάσει πάρα πολλά, γιατί όπως και να έχουν τα πράγματα από τη Ρωσία τίποτε δεν πρόκειται να πάρουμε. αρκετά θα χάσει η Αμερική, ο Κέινς όμως υπολογίζει στην αμερικανική «γενναιοψυχία»! Στο σημείο αυτό δεν συμφωνούν οι απόψεις μας με τον Κέινς και τους άλλους μικροαστούς πασιφιστές. Νομίζουμε πως για την ακύρωση των χρεών θα αναγκαστούν να περιμένουν κάτι άλλο και να δουλέψουν σε κάποια άλλη κατεύθυνση, χωρίς να υπολογίζουν στη «γενναιοψυχία» των κυρίων καπιταλιστών.

Από τα πολύ συνοπτικά αυτά στοιχεία φαίνεται πως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος δημιούργησε και για τις νικήτριες χώρες κατάσταση αφόρητη. Αυτό το δείχνει και η τεράστια δυσαναλογία ανάμεσα στους μισθούς εργασίας και στην ύψωση των τιμών. Το Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο, που είναι ένα όργανο προστασίας του αστικού καθεστώτος όλου του κόσμου από την αναπτυσσόμενη επανάσταση, στις 8 του Μάρτη αυτού του χρόνου πήρε μια απόφαση που τελειώνει με μια έκκληση υπέρ της τάξης, της φιλεργίας και της οικονομίας, με τον όρο φυσικά ότι οι εργάτες θα παραμείνουν σκλάβοι του κεφαλαίου. Το Ανώτατο αυτό οικονομικό συμβούλιο, όργανο της Αντάντ, όργανο των καπιταλιστών όλου του κόσμου, έκανε αυτό τον απολογισμό.

Οι τιμές των προϊόντων ανέβηκαν κατά μέσο όρο στις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής κατά 120%, ενώ το μεροκάματο αυξήθηκε εκεί μόνο κατά 100%. Στην Αγγλία οι τιμές των προϊόντων ανέβηκαν κατά 170%, ο μισθός εργασίας κατά 130%. Στη Γαλλία οι τιμές των προϊόντων κατά 300%, ο μισθός εργασίας κατά 200%. Στην Ιαπωνία οι τιμές των προϊόντων κατά 130%, ο μισθός εργασίας κατά 60% (αντιπαραβάλλω τα στοιχεία του συντρόφου Μπράουν από την μπροσούρα του που αναφέρθηκε παραπάνω και τα στοιχεία του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου από την εφημερίδα «Τάιμς» της 10 του Μάρτη 1920).

Είναι καθαρό πως σε μια τέτια κατάσταση είναι αναπόφευκτο να μεγαλώνει η αγανάκτηση των εργατών, να δυναμώνουν οι επαναστατικές διαθέσεις και ιδέες, να φουντώνουν οι αυθόρμητες μαζικές απεργίες. Γιατί η κατάσταση των εργατών γίνεται αφόρητη. Οι εργάτες πείθονται με την πείρα τους πως οι καπιταλιστές κέρδισαν αμέτρητα πλούτη από τον πόλεμο και φορτώνουν τις δαπάνες και τα χρέη στις πλάτες των εργατών. Τελευταία μετάδοσε ο τηλέγραφος την είδηση πως η Αμερική θέλει να στείλει σε μας, στη Ρωσία, 500 ακόμη κομμουνιστές για να απαλλαγεί από τους «επικίνδυνους διαφωτιστές».

Και αν ακόμη η Αμερική μας έστελνε όχι 500, αλλά ολόκληρες 500.000 Ρώσους, Αμερικανούς, Ιάπωνες και Γάλλους «διαφωτιστές» η υπόθεση δεν θα άλλαζε, γιατί θα παρέμενε η δυσαναλογία αυτή των τιμών και για την οποία δεν μπορούν να κάνουν τίποτε. Και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, γιατί η ατομική ιδιοκτησία περιφρουρείται αυστηρότατα, στον τόπο τους είναι «ιερή». Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνούμε, γιατί η ατομική ιδιοκτησία των εκμεταλλευτών καταργήθηκε μόνο στη Ρωσία. Για τη δυσαναλογία αυτή των τιμών οι καπιταλιστές τίποτε δεν μπορούν να κάνουν, ενώ οι εργάτες με το παλιό μεροκάματο δεν μπορούν να ζήσουν. Ενάντια στο κακό αυτό τίποτε δεν μπορείς να κάνεις. Οποιαδήποτε παλιά μέθοδο και αν χρησιμοποιήσεις, καμιά μεμονωμένη απεργία, ούτε η κοινοβουλευτική πάλη, ούτε η ψηφοφορία μπορούν να κάνουν κάτι, γιατί η «ατομική ιδιοκτησία είναι ιερή», και οι καπιταλιστές συσσώρευσαν τόσα χρέη, ώστε όλος ο κόσμος να υποδουλωθεί σε μια χούφτα ανθρώπους. και στο μεταξύ οι συνθήκες ζωής των εργατών γίνονται όλο και περισσότερο αφόρητες. Δεν υπάρχει διέξοδος, εκτός από την κατάργηση της «ατομικής ιδιοκτησίας» των εκμεταλλευτών.

Ο σ. Λαπίνσκι στην μπροσούρα του «Η Αγγλία και η παγκόσμια επανάσταση», από την οποία το δικό μας «δελτίο του λαϊκού επιτροπάτου εξωτερικών» πήρε το Φλεβάρη του 1920 και δημοσίευσε πολύτιμα στοιχεία, αναφέρει πως οι εξαγωγικές τιμές του κάρβουνου στην Αγγλία ήταν δυο φορές μεγαλύτερες απ’ ό,τι πρόβλεπαν οι επίσημοι βιομηχανικοί κύκλοι.

Στο Λάνκασαϊρ τα πράγματα έφτασαν στο σημείο, ώστε η αξία των μετοχών να ανέβει κατά 400%. Τα έσοδα των τραπεζών φτάνουν το λιγότερο στα 40-50%, πρέπει μάλιστα να σημειώσουμε πως κατά τον καθορισμό των εσόδων των τραπεζών όλοι οι τραπεζικοί παράγοντες ξέρουν να καταχωρούν τη μερίδα του λέοντος των εσόδων μυστικά, με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη λέγεται έσοδο, αλλά να σκεπάζεται με τη μορφή των αμοιβών, των ποσοστών κτλ. συνεπώς, και εδώ τα αναμφισβήτητα οικονομικά γεγονότα αποδείχνουν πως ο πλούτος μιας μικρής χούφτας ανθρώπων μεγάλωσε αφάνταστα, η πρωτάκουστη πολυτέλεια ξεπερνάει κάθε όριο, ενώ ταυτόχρονα η φτώχεια της εργατικής τάξης όλο και μεγαλώνει. Ιδιαίτερα πρέπει να τονίσουμε και το γεγονός που εξαιρετικά έντονα το υπογράμμισε ο σ. Λεβί στην εισήγηση που αναφέραμε παραπάνω: την αλλαγή της αξίας των νομισμάτων. Τα νομίσματα υποτιμήθηκαν παντού λόγω των χρεών, της έκδοσης χαρτονομίσματος κτλ. Η ίδια ακριβώς αστική πηγή που ανάφερα ήδη, και συγκεκριμένα η δήλωση του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου της 8 του Μάρτη 1920 κάνει τον υπολογισμό πως στην Αγγλία η υποτίμηση της αξίας του νομίσματος σε σχέση με το δολάριο ανέρχεται πάνω-κάτω στο ένα τρίτο, στη Γαλλία και στην Ιταλία στα δύο τρίτα και στη Γερμανία φτάνει στα 96%.

Το γεγονός αυτό δείχνει πως ο «μηχανισμός» της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας διαλύεται τελείως. Οι εμπορικές σχέσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται στις συνθήκες του καπιταλισμού η προμήθεια πρώτων υλών και η πούληση των προϊόντων είναι αδύνατο να συνεχιστούν – δεν μπορεί προπαντός να συνεχιστούν πάνω στη βάση της υποταγής μιας ολόκληρης σειράς χωρών σε μια χώρα – λόγω της αλλαγής της αξίας των νομισμάτων. Καμιά χώρα, ακόμη και η πιο πλούσια, δεν μπορεί να υπάρχει και δεν μπορεί να εμπορεύεται, γιατί δεν μπορεί να πουλάει τα προϊόντα της, δεν μπορεί να προμηθεύεται πρώτες ύλες.

Και έτσι προκύπτει πως και η πιο πλούσια χώρα, η Αμερική, στην οποία υποτάσσονται όλες οι χώρες, δεν μπορεί να αγοράζει και να πουλάει. Και ο ίδιος ο Κέινς, που είδε πάρα πολλά στις διαπραγματεύσεις των Βερσαλλιών, υποχρεώθηκε να ομολογήσει αυτή την αδυναμία, παρόλη την ακλόνητη απόφασή του να υπερασπίσει τον καπιταλισμό, παρόλο του το μίσος ενάντια στον μπολσεβικισμό. Και με την ευκαιρία αυτή έχω να πω ότι δεν πιστεύω να υπάρχει έστω και μια κομμουνιστική ή γενικά επαναστατική προκήρυξη που να μπορεί να συγκριθεί σε δύναμη με τις σελίδες του Κέινς, όπου αυτός περιγράφει τον Ουίλσων και τον «ουιλσωνισμό» στην πράξη. Ο Ουίλσων ήταν το είδωλο των μικροαστών και των πασιφιστών σαν τον Κέινς και μια σειρά ήρωες της ΙΙ Διεθνούς (ακόμη και της «δυόμισι» Διεθνούς), που υποκλίνονταν μπροστά στα «14 σημεία» και έγραφαν ακόμη και «επιστημονικά» βιβλία για τις «ρίζες» της πολιτικής του Ουίλσων, ελπίζοντας πως ο Ουίλσων θα σώσει την «κοινωνική ειρήνη», θα συμφιλιώσει τους εκμεταλλευτές με τους εκμεταλλευόμενους, θα κάνει κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Ο Κέινς αποκάλυψε με τρόπο ανάγλυφο πως ο Ουίλσων αποδείχτηκε ένας ηλίθιος, και ότι όλες αυτές οι αυταπάτες διαλύθηκαν σαν καπνός στην πρώτη επαφή με την επιχειρηματική, στενά πρακτική, εμπορική πολιτική του κεφαλαίου, που εκπροσωπείται από τους κυρίους Κλεμανσώ και Λόυντ Τζωρτζ. Οι εργατικές μάζες βλέπουν τώρα όλο και καθαρότερα από την πείρα της ζωής τους, και οι χωμένοι στα βιβλία επιστήμονες θα μπορούσαν να δουν έστω και από το βιβλίο του Κέινς, πως οι «ρίζες» της πολιτικής του Ουίλσων περιορίζονται στην παπαδίστικη βλακεία, στη μικροαστική φρασεολογία και στην πλήρη άγνοια της ταξικής πάλης.

Εξαιτίας όλων αυτών ξεπηδούν τελείως αναπόφευκτα και φυσιολογικά δυο όροι, δυο θεμελιακές θέσεις. Από το ένα μέρος, μεγάλωσε σε αφάνταστο βαθμό η φτώχεια και η εξαθλίωση των μαζών και πρώτ’ απ’ όλα των 1.250 εκατομμυρίων ανθρώπων, δηλ. του 70% του πληθυσμού όλης της Γης. Πρόκειται για τις αποικιακές και εξαρτημένες χώρες με πληθυσμό χωρίς νομικά δικαιώματα, χώρες για τις οποίες «δόθηκε εντολή» στους χρηματιστές ληστές. Και εκτός απ’ αυτό, τη σκλαβιά των ηττημένων χωρών την κατοχύρωσε η συνθήκη των Βερσαλλιών και οι μυστικές συμφωνίες που υπάρχουν σχετικά με τη Ρωσία, οι οποίες, είναι αλήθεια, έχουν κάποτε τόση αντικειμενική ισχύ, όση και τα χαρτιά πάνω στα οποία γράφτηκε πως εμείς οφείλουμε τόσα δισεκατομμύρια. Εχουμε στην παγκόσμια ιστορία την πρώτη περίπτωση νομικής κατοχύρωσης της καταλήστευσης, της σκλαβιάς, της εξάρτησης, της φτώχειας και της πείνας 1.250 εκατομμυρίων ανθρώπων.

Από το άλλο μέρος, στην κάθε πιστώτρια χώρα οι εργάτες βρέθηκαν σε αφόρητη κατάσταση. Ο πόλεμος έχει οξύνει σε αφάνταστο βαθμό όλες τις καπιταλιστικές αντιθέσεις και σ’ αυτό βρίσκεται η πηγή του βαθύτατου επαναστατικού αναβρασμού που μεγαλώνει, γιατί οι άνθρωποι τον καιρό του πολέμου βρέθηκαν κάτω από τις συνθήκες της στρατιωτικής πειθαρχίας, ρίχτηκαν στο θάνατο ή βρέθηκαν κάτω από την άμεση απειλή των στρατοδικείων. Οι συνθήκες του πολέμου δεν έδιναν τη δυνατότητα να δουν την οικονομική πραγματικότητα. Οι συγγραφείς, οι ποιητές, οι παπάδες, όλος ο Τύπος εξυμνούσαν τον πόλεμο και μόνο τον πόλεμο. Τώρα που ο πόλεμος τέλειωσε, άρχισαν οι αποκαλύψεις. Ξεσκεπάστηκε ο γερμανικός ιμπεριαλισμός μαζί με την ειρήνη του Μπρεστ-Λιτόβσκ. Ξεσκεπάστηκε η ειρήνη των Βερσαλλιών, που έπρεπε να είναι η νίκη του ιμπεριαλισμού, ενώ αποδείχτηκε πως είναι η ήττα του. Το παράδειγμα του Κέινς δείχνει, ανάμεσα στ’ άλλα, πως δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, προερχόμενοι από τη μικροαστική τάξη, από τους διανοούμενους, από τους ανθρώπους που απλώς είναι κάπως αναπτυγμένοι και γραμματισμένοι στην Ευρώπη και στην Αμερική, αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο που ακολούθησε ο Κέινς, ο οποίος παραιτήθηκε και πέταξε στα μούτρα της κυβέρνησής του το βιβλίο που ξεσκεπάζει την κυβέρνηση αυτή. Ο Κέινς έδειξε τι γίνεται και τι θα γίνει στη συνείδηση χιλιάδων και εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, όταν θα καταλάβουν πώς όλοι οι λόγοι για τον «πόλεμο υπέρ τής ελευθερίας» κτλ. ήταν καθαρή απάτη, πως στην πραγματικότητα θησαύρισε μόνο ένας ασήμαντος αριθμός, ενώ οι υπόλοιποι καταστράφηκαν και υποδουλώθηκαν. Εξάλλου, ο αστός Κέινς λέει πως οι Αγγλοι για να σώσουν τη ζωή τους, για να σώσουν την αγγλική οικονομία πρέπει να πετύχουν την επανάληψη ελεύθερων εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στη Γερμανία και στη Ρωσία! Και με ποιο τρόπο μπορούν να το πετύχουν αυτό; Με την ακύρωση όλων των χρεών, όπως προτείνει ο Κέινς! Η ιδέα αυτή δεν είναι μόνο ιδέα του οικονομολόγου επιστήμονα Κέινς. Στην ιδέα αυτή κατέληξαν και θα καταλήξουν εκατομμύρια. Και εκατομμύρια άνθρωποι ακούν τους αστούς οικονομολόγους να λένε πως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος εκτός από την ακύρωση των χρεών, και γι’ αυτό «ας είναι καταραμένοι οι μπολσεβίκοι» (που ακύρωσαν τα χρέη) και ελάτε να απευθυνθούμε στη «γενναιοψυχία» της Αμερικής!! – Νομίζω πως θα έπρεπε εξ’ ονόματος του συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς να στείλουμε ένα ευχαριστήριο σ’ αυτούς τους οικονομολόγους-προπαγανδιστές υπέρ του μπολσεβικισμού.

Εφόσον, από το ένα μέρος, η οικονομική κατάσταση των μαζών κατάντησε αφόρητη, εφόσον, από το άλλο μέρος, μέσα στην ελάχιστη μειοψηφία των πανίσχυρων νικητριών – χωρών άρχισε να δυναμώνει η αποσύνθεση που περιγράφει ο Κέινς, τότε βρισκόμαστε μπροστά ακριβώς στην ανάπτυξη και των δυο όρων της παγκόσμιας επανάστασης.

Τώρα έχουμε μπροστά μας μια πιο ολοκληρωμένη κάπως εικόνα όλου του κόσμου. Ξέρουμε τι σημαίνει να εξαρτώνται από μια χούφτα πλούσιους 1.250 εκατομμύρια άνθρωποι που η ζωή τους κατάντησε αφόρητη. Από το άλλο μέρος, όταν παρουσίασαν στους λαούς τη συμφωνία της κοινωνίας των εθνών, σύμφωνα με την οποία η κοινωνία των εθνών διακηρύσσει πως σταμάτησε τον πόλεμο και από τώρα και πέρα δε θα επιτρέψει σε κανέναν να παραβιάσει την ειρήνη, όταν η συμφωνία αυτή, σαν η τελευταία ελπίδα των εργαζόμενων μαζών όλου του κόσμου, μπήκε σε ισχύ, αποδείχτηκε τεράστια νίκη για μας. Προτού ακόμη μπει σε ισχύ, έλεγαν: δεν μπορεί μια χώρα σαν τη Γερμανία να μην μπει κάτω από ειδικές συνθήκες· όταν θα γίνει η συμφωνία, θα δείτε πόσο καλά θα πάνε τα πράγματα. Και όταν δημοσιεύτηκε η συμφωνία, οι λυσσαλέοι εχθροί του μπολσεβικισμού υποχρεώθηκαν να την αποκηρύξουν! Οταν η συμφωνία μπήκε σε ισχύ, έβαλαν μια ελάχιστη ομάδα από τις πλούσιες χώρες, αυτή τη «μεγάλη τετράδα» – τον Κλεμανσώ, τον Λόυντ Τζωρτζ, τον Ορλάνδο και τον Ουίλσων να καθιερώσουν νέες σχέσεις! Οταν έβαλαν σε ενέργεια τη μηχανή της συμφωνίας, η μηχανή έφερε την ολοκληρωτική αποσύνθεση!

Αυτό το είδαμε στους πολέμους ενάντια στη Ρωσία. Η αδύνατη, η κατεστραμμένη, η τσακισμένη Ρωσία, η πιο καθυστερημένη χώρα παλεύει ενάντια σε όλα τα έθνη, ενάντια στη συμμαχία των πλούσιων, των ισχυρών δυνάμεων που κυριαρχούν πάνω σε όλη τη Γη, και βγαίνει νικήτρια. Δεν μπορούσαμε να αντιπαραθέσουμε έστω και κάπως ίσες δυνάμεις, και όμως βγήκαμε νικητές. Γιατί; Γιατί ανάμεσά τους δεν υπήρχε ούτε ίχνος ενότητας, γιατί η μια δύναμη ενεργούσε ενάντια στην άλλη. Η Γαλλία ήθελε να της πληρώσει η Ρωσία τα χρέη και να είναι μια απειλητική δύναμη ενάντια στη Γερμανία· η Αγγλία ήθελε το μοίρασμα της Ρωσίας, η Αγγλία προσπαθούσε να αρπάξει τα πετρέλαια του Μπακού και να κλείσει συμφωνία με τα ακρινά κράτη της Ρωσίας. Και στα επίσημα αγγλικά ντοκουμέντα υπάρχει ένα βιβλίο, όπου απαριθμούνται με εξαιρετική ευσυνειδησία όλα τα κράτη (14 τον αριθμό) που υποσχέθηκαν πριν από ένα εξάμηνο, το Δεκέμβρη του 1919, να καταλάβουν τη Μόσχα και την Πετρούπολη. Πάνω στα κράτη αυτά η Αγγλία στήριζε την πολιτική της, τους έδινε εκατομμύρια και εκατομμύρια δάνεια. Τώρα όμως όλοι αυτοί οι υπολογισμοί χρεοκόπησαν και όλα τα δάνεια πάνε περίπατο.

Να ποια είναι η κατάσταση που δημιούργησε η Κοινωνία των Εθνών. Η κάθε μέρα ύπαρξης αυτής της συνθήκης είναι η καλύτερη προπαγάνδα υπέρ του μπολσεβικισμού. Γιατί οι πιο ισχυροί οπαδοί της καπιταλιστικής «τάξης πραγμάτων» δείχνουν πως σε κάθε ζήτημα βάζουν τρικλοποδιές ο ένας στον άλλο. Για το μοίρασμα της Τουρκίας, της Περσίας, της Μεσοποταμίας, της Κίνας τρώγονται λυσσαλέα η Ιαπωνία, η Αγγλία, η Αμερική και η Γαλλία. Ο αστικός Τύπος αυτών των χωρών είναι γεμάτος από τις πιο λυσσαλέες επιθέσεις, από την πιο μανιασμένη αρθρογραφία ενάντια στους «συνεταίρους» τους, γιατί αρπάζουν τη λεία από το στόμα τους. Βλέπουμε απόλυτη αποσύνθεση στην κορυφή αυτής της χούφτας των μετρημένων στα δάχτυλα του χεριού πλουσιότατων χωρών. Τα 1.250 εκατομμύρια των ανθρώπων δεν μπορούν να ζουν υποδουλωμένα, όπως το θέλει ο «προηγμένος» και πολιτισμένος καπιταλισμός, και αυτά τα εκατομμύρια αποτελούν βλέπετε τα 70% του πληθυσμού της Γης. Και η μηδαμινότατη χούφτα των πλουσιότατων δυνάμεων, η Αγγλία, η Αμερική, η Ιαπωνία (η Ιαπωνία είχε τη δυνατότητα να ληστέψει τις ανατολικές, ασιατικές χώρες, όμως καμιά αυτοτελή οικονομική και στρατιωτική δύναμη δεν μπορεί να έχει, χωρίς την υποστήριξη άλλης χώρας), οι 2-3 αυτές χώρες δεν είναι σε θέση να ρυθμίσουν τις οικονομικές τους σχέσεις και κατευθύνουν την πολιτική τους στο τορπίλισμα της πολιτικής των κρατών που είναι μέλη και συνεταίροι τους στην Κοινωνία των Εθνών. Από δω πηγάζει η παγκόσμια κρίση. Και οι οικονομικές αυτές ρίζες της κρίσης αποτελούν τη βασική αιτία που εξηγεί, γιατί η Κομμουνιστική Διεθνής σημειώνει λαμπρές επιτυχίες.

Σύντροφοι! Τώρα πλησιάσαμε στο ζήτημα της επαναστατικής κρίσης, που αποτελεί τη βάση της επαναστατικής μας δράσης. Και εδώ πρέπει πρώτα πρώτα να σημειώσουμε δυο διαδομένα λάθη. Από το ένα μέρος, οι αστοί οικονομολόγοι παρουσιάζουν αυτή την κρίση σαν μια απλή «αναταραχή», σύμφωνα με τη λεπτή έκφραση των Αγγλων. Από το άλλο μέρος, οι επαναστάτες προσπαθούν μερικές φορές να αποδείξουν πως η κρίση δεν έχει καμιά διέξοδο.

Αυτό είναι λάθος. Τελείως αδιέξοδες καταστάσεις δεν υπάρχουν. Η αστική τάξη ενεργεί σαν ληστής που αποθρασύνθηκε και έχασε το λογικό του, κάνει βλακείες πάνω στις βλακείες, οξύνοντας την κατάσταση, επιταχύνοντας το χαμό της. Ολα αυτά είναι σωστά. Δεν μπορεί όμως «να αποδείξουμε» πως δεν υπάρχει καμιά απολύτως δυνατότητα να αποκοιμίσει κάποια μειοψηφία εκμεταλλευομένων με κάποιες υποχωρήσεις, να πνίξει κάποιο κίνημα η εξέγερση κάποιας μερίδας καταπιεζομένων και εκμεταλλευομένων. Η προσπάθεια να αποδείξουμε από τα πριν πως δεν υπάρχει «καμιά» διέξοδος θα ήταν μια ανόητη στενοκεφαλιά η ένα παιχνίδι με τις έννοιες και τα λογάκια. Στο ζήτημα αυτό και σε άλλα παρόμοια μόνο η πρακτική μπορεί να αποτελέσει πραγματική «απόδειξη». Το αστικό καθεστώς περνάει σε όλο τον κόσμο μεγάλη επαναστατική κρίση. Η πράξη των επαναστατικών κομμάτων πρέπει «να αποδείξει» τώρα πως αυτά έχουν αρκετή συνειδητότητα, οργανωτική ικανότητα, σύνδεση με τις εκμεταλλευόμενες μάζες, αποφασιστικότητα, δεξιοτεχνία για να εκμεταλλευτούν αυτή την κρίση για μια επιτυχημένη και νικηφόρα επανάσταση.

Και για την προετοιμασία αυτής της «απόδειξης» συγκεντρωθήκαμε, κυρίως, στο σημερινό συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Σαν ένα παράδειγμα που δείχνει σε ποιο βαθμό κυριαρχεί ακόμη ο οπορτουνισμός μέσα στα κόμματα που επιθυμούν να προσχωρήσουν στην ΙΙΙ Διεθνή, πόσο μακριά βρίσκεται ακόμη η δουλιά μερικών κομμάτων από την προετοιμασία της επαναστατικής τάξης να εκμεταλλευτεί την επαναστατική κρίση, θα αναφερθώ στον Ράμσεϋ Μακντόναλντ, τον αρχηγό του αγγλικού «Ανεξάρτητου Εργατικού κόμματος». Στο βιβλίο του «Κοινοβούλιο και επανάσταση», που αφιερώνεται στα βασικά ακριβώς ζητήματα που απασχολούν και μας τώρα, ο Μακντόναλντ περιγράφει την κατάσταση πάνω – κάτω με το πνεύμα των αστών πασιφιστών. Παραδέχεται πως υπάρχει επαναστατική κρίση, πως οι επαναστατικές διαθέσεις μεγαλώνουν, πως οι εργατικές μάζες συμπαθούν τη Σοβιετική εξουσία και τη δικτατορία του προλεταριάτου (σημειώστε πως πρόκειται για την Αγγλία), πως η δικτατορία του προλεταριάτου είναι καλύτερη από τη σημερινή δικτατορία της αγγλικής αστικής τάξης.

Ο Μακντόναλντ όμως παραμένει πέρα για πέρα ένας αστός πασιφιστής και συνθηκολόγος, ένας μικροαστός που ονειρεύεται μια εξωταξική κυβέρνηση. Ο Μακντόναλντ παραδέχεται την ταξική πάλη μόνο σαν «περιγραφικό γεγονός», όπως κάνουν όλοι οι ψεύτες, οι σοφιστές και οι σχολαστικοί δάσκαλοι της αστικής τάξης. Ο Μακντόναλντ αποσιωπά την πείρα του Κερένσκι και των μενσεβίκων και εσέρων της Ρωσίας, την παρόμοια πείρα της Ουγγαρίας, της Γερμανίας κτλ. σχετικά με τη δημιουργία «δημοκρατικής» και δήθεν εξωταξικής κυβέρνησης. Ο Μακντόναλντ αποκοιμίζει το κόμμα του και τους εργάτες εκείνους που έχουν το ατύχημα να παίρνουν αυτό τον αστό για σοσιαλιστή και το Φιλισταίο αυτό για ηγέτη, με τα λόγια: «εμείς ξέρουμε πως αυτή (δηλ. η επαναστατική κρίση, ο επαναστατικός αναβρασμός) θα περάσει, θα καταλαγιάσει». Ο πόλεμος, λέει, προκάλεσε αναπόφευκτα κρίση, μετά τον πόλεμο όμως, αν και όχι αμέσως, «όλα θα καταλαγιάσουν»!

Και αυτά τα γράφει ένας άνθρωπος, που είναι αρχηγός ενός κόμματος, το όποιο επιθυμεί να προσχωρήσει στη ΙΙ Διεθνή. Εχουμε εδώ ένα σπάνιο σε ειλικρίνεια και γι’ αυτό εξαιρετικά πολύτιμο ξεσκέπασμα αυτού που παρατηρείται αρκετά συχνά στις κορυφές του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος και του γερμανικού Ανεξάρτητου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και συγκεκριμένα: όχι μόνο ανικανότητα, αλλά και απροθυμία να εκμεταλλευτούν με την επαναστατική έννοια την επαναστατική κρίση, με άλλα λόγια και ανικανότητα και απροθυμία να κάνουν πραγματικά επαναστατική προετοιμασία του κόμματος και της τάξης για τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Αυτό είναι το βασικό κακό που έχουν πολλά, πάρα πολλά κόμματα, τα οποία αποχωρούν τώρα από τη ΙΙ Διεθνή. Και γι’ αυτό ακριβώς στις θέσεις αυτές που πρότεινα στο σημερινό συνέδριο, στέκομαι κυρίως στον όσο το δυνατό πιο συγκεκριμένο και ακριβή καθορισμό των καθηκόντων προετοιμασίας για τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Ενα παράδειγμα ακόμη. Τελευταία βγήκε ένα νέο βιβλίο ενάντια στον μπολσεβικισμό. Τέτοια βιβλία βγαίνουν τώρα στην Ευρώπη και στην Αμερική πάρα πολλά, και όσο περισσότερα βιβλία βγαίνουν ενάντια στον μπολσεβικισμό, τόσο πιο πολύ και πιο γρήγορα μεγαλώνουν οι συμπάθειες των μαζών προς αυτόν. Εχω υπόψη μου το βιβλίο του Οττο Μπάουερ: «Μπολσεβικισμός ή σοσιαλδημοκρατία;». Το βιβλίο αυτό δείχνει παραστατικά για τους Γερμανούς τι πράγμα είναι ο μενσεβικισμός, που τον επαίσχυντο ρόλο του στη ρωσική επανάσταση τον κατάλαβαν αρκετά καλά οι εργάτες όλων των χωρών. Ο Οττο Μπάουερ έγραψε έναν εντελώς μενσεβίκικο λίβελο, αν και απόκρυψε τη συμπάθειά του προς το μενσεβικισμό. Τώρα όμως τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Αμερική πρέπει να μάθουν επακριβέστερα τι είναι ο μενσεβικισμός, γιατί αποτελεί κοινή έννοια για όλα τα δήθεν σοσιαλιστικά, σοσιαλδημοκρατικά κτλ. ρεύματα, που είναι εχθρικά προς τον μπολσεβικισμό. Για μας, τους Ρώσους, θα ήταν ανιαρό να γράψουμε για την Ευρώπη τι είναι ο μενσεβικισμός. Ο Οττο Μπάουερ το έδειξε αυτό πραγματικά στο βιβλίο του, κι εμείς ευχαριστούμε προκαταβολικά τους αστούς και οπορτουνιστές εκδότες που θα το εκδώσουν και θα το μεταφράσουν σε διάφορες γλώσσες. Το βιβλίο του Μπάουερ θα είναι ένα ωφέλιμο, αν και ιδιόμορφο συμπλήρωμα των εγχειριδίων του κομμουνισμού. Πάρτε οποιαδήποτε παράγραφο, οποιονδήποτε συλλογισμό του Οττο Μπάουερ και δείξτε πού βρίσκεται εδώ ο μενσεβικισμός, πού βρίσκονται εδώ οι ρίζες των απόψεων που οδηγούν στην πρακτική των προδοτών του σοσιαλισμού, των φίλων του Κερένσκι, του Σάιντεμαν κτλ. Ενα τέτοιο πρόβλημα θα μπορούσαμε με όφελος και επιτυχία να το προτείνουμε στις «εξετάσεις» για να ελέγξουμε, αν αφομοιώθηκε ο κομμουνισμός. Αν δεν μπορείτε να λύσετε αυτό το πρόβλημα, δεν είστε ακόμη κομμουνιστές και καλύτερα είναι να μην μπείτε στο Κομμουνιστικό Κόμμα. –(χ ε ι ρ ο κ ρ ο τ ή μ α τ α)–

Ο Οττο Μπάουερ διατύπωσε θαυμάσια όλη την ουσία των απόψεων του παγκόσμιου οπορτουνισμού με μια φράση για την οποία, αν είχαμε ελευθερία δράσης στη Βιέννη, θα έπρεπε να του στήσουμε μνημείο τον καιρό που βρίσκεται ακόμη στη ζωή. Η χρησιμοποίηση βίας στην ταξική πάλη των σύγχρονων δημοκρατιών – αποφθέγγεται ο Οττο Μπάουερ – θα ήταν «βία πάνω στους κοινωνικούς παράγοντες της δύναμης».

Θα βρείτε ίσως πως αυτό αντηχεί παράξενα και ακατανόητα; Ορίστε ένα παράδειγμα που δείχνει πού κατάντησαν το μαρξισμό, σε τι βαθμό χυδαιότητας και υπεράσπισης των εκμεταλλευτών μπορεί να οδηγηθεί η πιο επαναστατική θεωρία. Χρειάζεται η γερμανική ποικιλία του μικροαστισμού για να έχετε τη «θεωρία» ότι οι «κοινωνικοί παράγοντες της δύναμης» σημαίνουν τον αριθμό, το βαθμό οργάνωσης, τη θέση στο προτσές της παραγωγής και της διανομής, τη δραστηριότητα και τη μόρφωση. Αν ο εργάτης γης στο χωριό, ο εργάτης στην πόλη ασκεί επαναστατική βία ενάντια στον τσιφλικά ή τον καπιταλιστή, αυτό δε σημαίνει καθόλου δικτατορία του προλεταριάτου, δε σημαίνει καθόλου βία ενάντια στους εκμεταλλευτές και τους καταπιεστές του λαού. Καθόλου. Αυτό είναι «βία πάνω στους κοινωνικούς παράγοντες της δύναμης».

Ισως το παράδειγμά μου να ήταν λίγο χιουμοριστικό. Τέτοια όμως είναι πια η φύση του σημερινού οπορτουνισμού, ώστε η πάλη του ενάντια στον μπολσεβικισμό να μετατρέπεται σε έργο χιουμοριστικό. Να προσελκυστεί η εργατική τάξη, το κάθε σκεπτόμενο στοιχείο της, στην πάλη ανάμεσα στο διεθνή μενσεβικισμό (των Μακντόναλντ, Ο. Μπάουερ και σία) και στον μπολσεβικισμό – είναι για την Ευρώπη και την Αμερική το πιο ωφέλιμο και το πιο επιτακτικό πράγμα.

Εδώ πρέπει να βάλουμε το ερώτημα: πώς εξηγείται η σταθερότητα των ρευμάτων αυτών στην Ευρώπη και γιατί ο οπορτουνισμός αυτός στη δυτική Ευρώπη είναι ισχυρότερος απ’ ό,τι είναι στη χώρα μας; Γιατί οι προηγμένες χώρες δημιούργησαν και δημιουργούν τον πολιτισμό τους χάρη στη δυνατότητα που έχουν να ζουν σε βάρος ενός δισεκατομμυρίου καταπιεζόμενων ανθρώπων. Γιατί οι καπιταλιστές αυτών των χωρών εισπράττουν πολύ περισσότερα απ’ ό,τι θα μπορούσαν να εισπράξουν σαν κέρδος από τη ληστεία των εργατών της χώρας τους.

Πριν τον πόλεμο υπολόγιζαν πως οι τρεις πλουσιότερες χώρες, η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία, μόνο από την εξαγωγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, χωρίς να υπολογιστούν τα άλλα έσοδά τους, είχαν έσοδα 8-10 δισεκατομμύρια φράγκα το χρόνο.

Εννοείται πως από το θαυμάσιο αυτό ποσό μπορεί κανείς να ρίξει έστω και μισό δισεκατομμύριο για ελεημοσύνη στους εργατικούς ηγέτες, στην εργατική αριστοκρατία, για κάθε λογής εξαγορές. Και όλη η υπόθεση καταλήγει ακριβώς στην εξαγορά. Αυτό γίνεται με χίλιους δυο τρόπους: με το ανέβασμα του πολιτισμού στα πιο μεγάλα κέντρα, με τη δημιουργία εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, με τη δημιουργία χιλιάδων θέσεων για τους ηγέτες των συνεταιρισμών, για τους ηγέτες των τρέιντ-γιούνιον, για τους κοινοβουλευτικούς ηγέτες. Αυτό όμως γίνεται παντού, όπου υπάρχουν σύγχρονες πολιτισμένες καπιταλιστικές σχέσεις. Και τα δισεκατομμύρια αυτά των υπερκερδών αποτελούν την οικονομική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ο οπορτουνισμός μέσα στο εργατικό κίνημα. Στην Αμερική, στην Αγγλία, στη Γαλλία παρατηρούμε ένα ασύγκριτα πιο μεγάλο πείσμα των οπορτουνιστών ηγετών, των κορυφών της εργατικής τάξης, της εργατικής αριστοκρατίας· προβάλλουν πιο ισχυρή αντίσταση στο κομμουνιστικό κίνημα και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το ότι η απαλλαγή των εργατικών κομμάτων της Ευρώπης και της Αμερικής από την αρρώστια αυτή θα γίνει δυσκολότερα απ’ ό,τι έγινε σε μας. Ξέρουμε πως από τότε που έχει ιδρυθεί η ΙΙΙ Διεθνής είχαμε τεράστιες επιτυχίες στη θεραπεία αυτής της αρρώστιας, δε φτάσαμε όμως ακόμη στην οριστική εξαφάνισή της: το ξεκαθάρισμα των εργατικών κομμάτων, των επαναστατικών κομμάτων του προλεταριάτου όλου του κόσμου από την αστική επιρροή, από τους οπορτουνιστές που βρίσκονται στους κόλπους τους απέχει ακόμη πολύ από το να έχει τελειώσει.

Δεν θα μιλήσω για το συγκεκριμένο τρόπο εφαρμογής αυτού του έργου. Γι’ αυτό γίνεται λόγος στις θέσεις μου που δημοσιεύτηκαν. Η δουλιά μου είναι να δείξω εδώ τις βαθιές οικονομικές ρίζες αυτού του φαινομένου. Η αρρώστια αυτή παρατάθηκε, η θεραπεία της τράβηξε περισσότερο απ’ ό,τι μπορούσαν να ελπίζουν οι αισιόδοξοι. Ο οπορτουνισμός είναι ο κυριότερος εχθρός μας. Ο οπορτουνισμός στις κορυφές της εργατικής τάξης δεν είναι προλεταριακός σοσιαλισμός, αλλά αστικός. Η πράξη απόδειξε πως οι παράγοντες του εργατικού κινήματος που ανήκουν στο οπορτουνιστικό ρεύμα είναι καλύτεροι υπερασπιστές της αστικής τάξης, παρά οι ίδιοι οι αστοί. Χωρίς την καθοδήγηση των εργατών απ’ αυτούς η αστική τάξη δεν θα μπορούσε να σταθεί. Αυτό δεν το αποδείχνει μόνο η ιστορία του καθεστώτος Κερένσκι στη Ρωσία, αυτό το αποδείχνει και η ρεπουμπλικανική δημοκρατία στη Γερμανία με επικεφαλής τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνησή της, το αποδείχνει η στάση του Αλμπέρ Τομά στην αστική κυβέρνησή του. Αυτό το αποδείχνει η ανάλογη πείρα της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών. Εδώ βρίσκεται ο κυριότερος εχθρός μας και τον εχθρό αυτό πρέπει να τον νικήσουμε. Πρέπει να φύγουμε από το συνέδριο με τη σταθερή απόφαση να φέρουμε σε πέρας αυτή την πάλη μέσα σε όλα τα κόμματα. αυτό είναι το κυριότερο καθήκον μας.

Σε σύγκριση με το καθήκον αυτό, η διόρθωση των λαθών του «αριστερού» ρεύματος μέσα στον κομμουνισμό θα είναι ένα καθήκον εύκολο. Σε μια ολόκληρη σειρά χώρες παρατηρούμε έναν αντικοινοβουλευτισμό, που δεν τον μεταφέρουν τόσο τα στοιχεία που προέρχονται από τη μικροαστική τάξη, όσο τον υποστηρίζουν μερικά πρωτοπόρα τμήματα του προλεταριάτου, ξεκινώντας από το μίσος ενάντια στον παλιό κοινοβουλευτισμό, από το δικαιολογημένο, το σωστό, το απαραίτητο μίσος ενάντια στη στάση των κοινοβουλευτικών παραγόντων της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, όλων των χωρών. Πρέπει να δώσουμε καθοδηγητικές οδηγίες από μέρους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, να κάνουμε τους συντρόφους να δουν από πιο κοντά και πιο καλά τη ρωσική πείρα, τη σημασία που έχει ένα πραγματικό προλεταριακό πολιτικό κόμμα. Η δουλιά μας θα συνίσταται στην εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος. Και η πάλη ενάντια στα λάθη αυτά του προλεταριακού κινήματος, ενάντια στις αδυναμίες αυτές θα είναι χίλιες φορές ευκολότερη από την πάλη ενάντια στην αστική τάξη, που εισχωρεί με τη μορφή των ρεφορμιστών στα παλιά κόμματα της ΙΙ Διεθνούς και δίνει σε όλη τη δουλιά τους ένα πνεύμα όχι προλεταριακό, αλλά αστικό.

Σύντροφοι, κλείνοντας, θα μιλήσω για μια ακόμη πλευρά του ζητήματος. Εδώ ο σύντροφος πρόεδρος είπε πως το συνέδριο αξίζει να ονομαστεί παγκόσμιο. Νομίζω πώς έχει δίκιο, κυρίως επειδή έχουμε εδώ αρκετούς αντιπροσώπους του επαναστατικού κινήματος των αποικιακών, των καθυστερημένων χωρών. Αυτό είναι μόνο μια μικρή αρχή, το σπουδαίο όμως είναι πώς έγινε πια αυτή η αρχή. Η ένωση των επαναστατών προλεταρίων των καπιταλιστικών, των προηγμένων χωρών με τις επαναστατικές μάζες εκείνων των χωρών που δεν έχουν είτε σχεδόν δεν έχουν προλεταριάτο, με τις καταπιεζόμενες μάζες των αποικιακών, των ανατολικών χωρών, η ένωση αυτή γίνεται στο σημερινό συνέδριο. Και από μας εξαρτάται – και είμαι βέβαιος πως θα το πετύχουμε αυτό – η ένωση αυτή να εδραιωθεί. Ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός πρέπει να καταρρεύσει, όταν η επαναστατική έφοδος των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων εργατών μέσα σε κάθε χώρα, υπερνικώντας την αντίσταση των μικροαστικών στοιχείων και την επιρροή της μηδαμινής κορυφής που αποτελεί η εργατική αριστοκρατία, θα συνενωθεί με την επαναστατική έφοδο των εκατοντάδων εκατομμυρίων της ανθρωπότητας, που ως τώρα στέκονταν έξω από την ιστορία, θεωρούνταν απλώς σαν αντικείμενό της.

Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος βοήθησε την επανάσταση, η αστική τάξη απόσπασε στρατιώτες από τις αποικίες, από τις καθυστερημένες χώρες, από εγκαταλειμμένες στο έλεος της τύχης γωνιές για να τους ρίξει στον ιμπεριαλιστικό αυτό πόλεμο. Η αγγλική αστική τάξη προσπαθούσε να πείσει τους Ινδούς στρατιώτες πως χρέος των Ινδών αγροτών είναι να υπερασπίζουν την Αγγλία από τη Γερμανία, η γαλλική αστική τάξη προσπαθούσε να πείσει τους στρατιώτες των γαλλικών αποικιών πως χρέος των μαύρων είναι να υπερασπίζουν τη Γαλλία. Τους μάθαιναν την τέχνη να χειρίζονται τα όπλα. Αυτή η τέχνη είναι εξαιρετικά χρήσιμη, και γι’ αυτό το πράγμα θα μπορούσαμε να ευχαριστήσουμε θερμότατα την αστική τάξη – να την ευχαριστήσουμε από μέρους όλων των Ρώσων εργατών και αγροτών και ιδιαίτερα από μέρους όλου του ρωσικού Κόκκινου Στρατού. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος τράβηξε τους εξαρτημένους λαούς στην παγκόσμια ιστορία. Και τώρα ένα από τα βασικότερα καθήκοντά μας είναι να σκεφτούμε πώς θα βάλουμε το πρώτο λιθάρι της οργάνωσης του σοβιετικού κινήματος στις μη καπιταλιστικές χώρες. Εκεί μπορεί να δημιουργηθούν Σοβιέτ. Αυτά δεν θα είναι εργατικά, θα είναι αγροτικά Σοβιέτ ή Σοβιέτ των εργαζομένων.

Θα χρειαστεί πολλή δουλιά, θα γίνουν οπωσδήποτε λάθη, θα συναντήσουμε στο δρόμο αυτό πολλές δυσκολίες. Το βασικό καθήκον του ΙΙ συνεδρίου είναι να επεξεργαστεί ή να σκιαγραφήσει τις πρακτικές αρχές, ώστε η δουλιά που ως τα τώρα γινόταν μέσα σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους ανοργάνωτα, να γίνει οργανωμένα, με συνοχή, με σύστημα.

Υστερα από ένα χρόνο και κάτι μετά το Ι συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς παρουσιαζόμαστε τώρα νικητές απέναντι στη ΙΙ διεθνή. οι σοβιετικές ιδέες δεν έχουν διαδοθεί μόνο ανάμεσα στους εργάτες των πολιτισμένων χωρών, δεν είναι μόνο αυτοί που τις κατάλαβαν και τις ξέρουν οι εργάτες όλων των χωρών κοροϊδεύουν τους εξυπνάκηδες, ανάμεσα στους οποίους δεν είναι λίγοι εκείνοι που λένε πως είναι σοσιαλιστές και κρίνουν με επιστημονικό ή σχεδόν με επιστημονικό τρόπο το σοβιετικό «σύστημα», όπως αγαπούν να εκφράζονται οι Γερμανοί οπαδοί της συστηματικής, ή τη σοβιετική «ιδέα», όπως εκφράζονται οι Αγγλοι οπαδοί του «χιλδεϊκού» σοσιαλισμού· οι κρίσεις αυτές για το σοβιετικό «σύστημα» και τη σοβιετική «ιδέα» γεμίζουν συχνά με σκουπίδια τα μάτια και το μυαλό των εργατών. Οι εργάτες όμως πετούν τα σκουπίδια αυτά του σχολαστικισμού και αρπάζουν το όπλο που τους έδωσαν τα Σοβιέτ. Η κατανόηση του ρόλου και της σημασίας των σοβιέτ διαδόθηκε τώρα και στις χώρες της Ανατολής.

Οι βάσεις του σοβιετικού κινήματος μπήκαν σε όλη την Ανατολή, σε όλη την Ασία, σε όλους τους αποικιακούς λαούς.

Η θέση πως ο εκμεταλλευόμενος πρέπει να σηκωθεί ενάντια στον εκμεταλλευτή και να δημιουργήσει τα δικά του Σοβιέτ δεν είναι τόσο πολύπλοκη. Υστερα από τη δική μας πείρα, ύστερα από 2,5 χρόνια Σοβιετικής Δημοκρατίας στη Ρωσία, ύστερα από το Ι συνέδριο της ΙΙΙ Διεθνούς, η θέση αυτή γίνεται προσιτή σε μάζες εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων που καταπιέζονται από τους εκμεταλλευτές σε όλο τον κόσμο και, αν τώρα εμείς, στη Ρωσία, είμαστε συχνά αναγκασμένοι να κάνουμε συμβιβασμούς, να περιμένουμε τον πιο κατάλληλο καιρό, γιατί είμαστε πιο αδύνατοι από τους διεθνείς ιμπεριαλιστές, ξέρουμε πως τα 1.250 εκατομμύρια του πληθυσμού είναι η μάζα, της οποίας τα συμφέροντα υπερασπίζουμε εμείς. Για την ώρα μας δυσκολεύουν τα εμπόδια, οι προλήψεις, η αμάθεια που με κάθε ώρα που περνάει απομακρύνεται στο παρελθόν· εμείς όμως, όσο προχωρεί ο καιρός, τόσο και περισσότερο αντιπροσωπεύουμε και υπερασπίζουμε αποτελεσματικά αυτά τα 70% του πληθυσμού της Γης, τη μάζα αυτή των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων. Μπορούμε να πούμε με υπερηφάνεια: στο πρώτο συνέδριο ήμασταν ουσιαστικά μόνο προπαγανδιστές, το μόνο που κάναμε είναι ότι ρίχναμε στο προλεταριάτο όλου του κόσμου τις βασικές ιδέες, ρίξαμε μόνο το σύνθημα της πάλης, ρωτούσαμε μόνο: πού είναι οι άνθρωποι που μπορούν να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο; Τώρα έχουμε παντού πρωτοπόρο προλεταριάτο. Υπάρχει παντού, αν και κάποτε άσχημα οργανωμένος, ένας προλεταριακός στρατός που χρειάζεται αναδιοργάνωση, και αν οι σύντροφοί μας όλου του κόσμου μας βοηθήσουν να οργανώσουμε τώρα έναν ενιαίο στρατό, τότε καμιά αδυναμία δεν θα μας εμποδίσει να πραγματοποιήσουμε το έργο μας. Το έργο αυτό είναι το έργο της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης, το έργο της δημιουργίας μιας παγκόσμιας σοβιετικής δημοκρατίας.