1 Δεκέμβρη 1960: Η απεργία των οικοδόμων που συγκλόνισε την Αθήνα και έσπασε τον φόβο της μετεμφυλιακής τρομοκρατίας

Οι οικοδόμοι στο γιαπί ψηφίζουν για κινητοποίηση ("Αυγή", 25/5/1963)

Οι οικοδόμοι στο γιαπί ψηφίζουν για κινητοποίηση («Αυγή», 25/5/1963)

1960. Το συνδικαλιστικό κίνημα λυμαίνονται οι εργατοπατέρες του κυβερνητικού συνδικαλισμού και όλα τα «σκιάζει η φοβέρα.» Το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι παράνομο, οι διώξεις αποτελούν καθημερινό φαινόμενο και η Ασφάλεια βρίσκεται παντού. Την ίδια περίοδο, οι πρώτοι απολυμένοι κομμουνιστές από τις εξορίες και τις φυλακές, καθώς και εκείνοι που δεν μπορούσαν να βρουν πουθενά αλλού εργασία λόγω των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, συγκροτούν στον σχετικά «ελεύθερο» κλάδο των οικοδόμων, μια σημαντική μαχητική-ριζοσπαστική μαγιά, που δεν αργεί να δώσει καρπούς…

Βρισκόμαστε στα τέλη του 1960 και οι  οικοδόμοι εμπαίζονται εδώ και καιρό από τους κρατούντες: οι διαμαρτυρίες τους απαντιόνταν με αόριστες υποσχέσεις, τα ψηφίσματά τους κατέληγαν στα συρτάρια των «αρμοδίων» και τα προβλήματά τους παρέμεναν άλυτα. Σε μια δε από τις αλλεπάλληλες συναντήσεις της Επιτροπής με τον υπουργό Εργασίας, ο τελευταίος δεν δίστασε να χαρακτηρίσει προκλητικά τις απεργίες ως «νοσηρόν σύμπτωμα.» Ο κόμπος πια είχε φτάσει στο χτένι.[1]

Τέλη Νοέμβρη συνεδρίασε στο σπίτι του Κ. Τερζάκη η Παράνομη Κομματική Οργάνωση του ΚΚΕ, όπου, σύμφωνα με τον Κ. Μπουλντή (μέλος τότε της ΠΚΟ των Μπετατζήδων), «πάρθηκε η απόφαση οριστικά ότι η απεργία θα γίνει στις δύο πρώτες μέρες του Δεκέμβρη, αφού θα έχει ολοκληρωθεί [η προετοιμασία της] σε βάθος και πλάτος σ’ όλο το εργαζόμενο δυναμικό του οικοδομικού κλάδου. Ταυτόχρονα θα έχει ενημερωθεί και ο ελληνικός λαός. Ο χρόνος περνά γρήγορα. Τα αιτήματα των οικοδόμων σ’ όλο τον ελληνικό λαό με κάθε τρόπο γίνονται γνωστά. Δεν έμεινε χώρος που να μην έφτασε προκήρυξη των οικοδόμων με τα αιτήματά τους.»[2]

Η προκήρυξη της Συντονιστικής, που τυπώθηκε σε χιλιάδες αντίτυπα και διακινήθηκε από δεκάδες συνεργία σε κάθε χώρο δουλειάς και εργατογειτονιά της Αθήνας και του Πειραιά, έγραφε: «Συνάδελφοι, γνωρίζετε όλοι πολύ καλά ότι με τους αγώνες που πραγματοποιήσαμε και διεξαγάγαμε τόσον επιτυχώς δώσαμε στους κυβερνώντες να καταλάβουν ότι οι Οικοδόμοι δεν είναι δυνατόν να ανεχθούν και να καταπιούν καινούργιες κοροϊδίες. Και ότι είναι αποφασισμένοι να αγωνισθούν με ψυχή και καρδιά, ενωμένοι σαν ένας άνθρωπος και σε απέραντη και ατράνταχτη στρατιά για την λύση των προβλημάτων που τους απασχολούν…Μόνο με τον αγώνα μας θα κερδίσουμε εκείνα που μας στερούνε.»[3]

«Ετοιμάζεται η μεγάλη, η ηρωική και ιστορική απεργία των Οικοδόμων», αναφέρει στη μαρτυρία του ο Δ. Πατρέλης (τότε Πρόεδρος των Κτιστών Αθήνας), «που θα μείνει μεγαλύτερος σταθμός στην ιστορία του κινήματος. Πιάτσες, συνοικίες, γιαπιά, σωματεία σ’ όλη τη χώρα κινητοποιούνται για μια σκληρή πάλη. Αλλιώς τα προβλήματα δεν πρόκειται να λυθούν. Οι αρμόδιοι, δεν μας υπολογίζουν. Στις επαφές που έχουμε μας κοροϊδεύουν φανερά. Παίζουν με τη δυστυχία χιλιάδων ανθρώπων…Στη βάση όλοι οι Οικοδόμοι από μέρα σε μέρα ενώνονται. Από την ύπαιθρο, από μικρά και μεγάλα σωματεία, από Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Μυτιλήνη, Κρήτη, Λάρισα κλπ. φτάνουν αντιπρόσωποι στην Αθήνα, εξουσιοδοτημένοι από τις οργανώσεις τους να ζητήσουν άμεσα αγώνα του κλάδου. Πολλοί ενισχύουν κατά δύναμη και οικονομικά. Χρειάζονται τεράστια έξοδα τα οποία θα βγουν από μας. Υπάρχουν Οικοδόμοι που διαθέτουν το μεροκάματό τους. Άλλοι μπροστάρηδες, τρέχουν μέρες στις οικοδομές για να ενημερώσουν τους συναδέλφους τους.

Ο Λυκιαρδόπουλος και ο Αντωνάτος βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Μένουν γυμνοί. Το σκέπτονται. Ή μέσα στο χορό για να μην χρεοκοπήσουν ολοκληρωτικά ή έξω από τον χορό για να σώσουν την εθνικοφροσύνη τους…Η απεργία έχει προγραμματιστεί για την 1η του Δεκέμβρη 1960 μαζί με την Ομοσπονδία. Ο αγώνας γίνεται από κοινού. Το βάρος, όμως, το σηκώνουμε εμείς. Η Ομοσπονδία στην Αθήνα είναι με πολύ λίγες δυνάμεις. Υπάρχουν όμως συντηρητικοί, ανοργάνωτοι Οικοδόμοι, που θα πάρουν μέρος στην απεργία και τη συγκέντρωση πιο άφοβα. Εμάς μας φοβούνται. Είμαστε αριστεροί συκοφαντημένοι εδώ και πολλά χρόνια. Τώρα είναι μαζί και η Ομοσπονδία που είναι δεξιά. Πρέπει να κατέβουν όλοι στο πεζοδρόμιο.»[4]

Η μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση των οικοδόμων στο ΕΚΑ

Η μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση των οικοδόμων στο ΕΚΑ

Και πράγματι, την ημέρα της απεργίας 15.000 οικοδόμοι κατέκλυσαν το ΕΚΑ δίνοντας το μαχητικό παρόν στην απεργιακή συγκέντρωση.[5] «Από τις 8 το πρωί οι απεργοί οικοδόμοι συρρέουν από όλους τους δρόμους προς το Εργατικό Κέντρο Αθηνών. Μέσα σε λίγη ώρα ολόκληρη η περιοχή από την πλατεία Κουμουνδούρου μέχρι την οδόν Ζήνωνος έχει κατακλυσθεί από απεργούς. Μια πραγματική ανθρωποθάλασσα που πάλλεται από ενθουσιασμό για την απόλυτη επιτυχία της απεργίας. Από τα μεγάφωνα του Εργατικού Κέντρου ανακοινώνεται ότι σ’ ολόκληρη την Ελλάδα η απεργία εσημείωσε τεράστια επιτυχία και ότι σε όλα τα Εργατικά Κέντρα της χώρας πραγματοποιούνται την ίδια στιγμή μεγαλειώδεις πανοικοδομικές συγκεντρώσεις. Για την απεργία στην Αθήνα γίνεται γνωστό ότι όλα τα γιαπιά έχουν νεκρωθεί και ότι αστυνομικές δυνάμεις απεστάλησαν σ’ όλες τις μεγάλες οικοδομές. Αγανάκτηση προκάλεσε στους συγκεντρωμένους η είδησις ότι η αστυνομία το πρωί διενήργησε συλλήψεις απεργών οι οποίοι κρατούνται σε διάφορα αστυνομικά τμήματα…

Η αστυνομία βρίσκεται από το πρωί σε πρωτοφανή κινητοποίηση. Σ’ όλους τους δρόμους γύρω από το Εργατικό Κέντρο έχουν εγκατασταθεί μεγάλες ομάδες αστυφυλάκων εν στολή. Ομάδες επίσης αστυνομικών έχουν λάβει θέσεις μέχρι την Ομόνοια, ενώ αστυνομικά αυτοκίνητα πλήρη ανδρών σταθμεύουν σε διάφορα σημεία της περιοχής. Γενικά η συγκέντρωσις, πριν ακόμη αρχίσουν οι ομιλίες ήταν ασφυκτικά πολιορκημένη από ζώνες αστυνομικών…»[6]

«Κατέβηκα στο ΕΚΑ», θυμάται ο Δ. Πατρέλης, «κι οι Οικοδόμοι είχαν κιόλας γεμίσει τους γύρω δρόμους. Μέσα στα σωματεία πατείς με-πατώ σε. Άλλοι γράφονταν σαν καινούργια μέλη κι άλλοι πλήρωναν συνδρομές. Τα μεγάφωνα είχαν στηθεί στους γύρω δρόμους. Το μικρόφωνο βρίσκονταν στο πρώτο πάτωμα του κτιρίου. Ο Λυκιαρδόπουλος βρίσκονταν εκεί και κουβέντιαζε με στελέχη του ΕΚΑ…Γύρω-γύρω, τριγύριζαν αξιωματούχοι της Συνδικαλιστικής Ασφάλειας, με τους κατώτερούς τους. Ανήσυχοι όλοι αυτοί οι κύριοι, για τις χιλιάδες των Οικοδόμων που έρχονταν σαν ποτάμια απ’ όλους τους δρόμους…Ο Λυκιαρδόπουλος θα μιλούσε από μέρους της Ομοσπονδίας, πρώτος. Μόλις πήρε το μικρόφωνο στο χέρι και φάνηκε στο παράθυρο, ακούστηκαν λίγα χειροκροτήματα. Όταν άρχισε να μιλάει περί υπουργού, περί υποσχέσεων αρμοδίων υπηρεσιών και ‘περί καλής θελήσεως’, για τους σκληρούς αγώνες της Ομοσπονδίας, άρχισαν από κάτω να τον γιουχαΐζουν. Του φώναζαν ‘έμπα μέσα προδότη’, ‘φύγε εργατοπατέρα’, ‘να βγει η Συντονιστική να μας μιλήσει’. Κρύος ιδρώτας τους έκοψε όλους.»[7]

Αφού ολοκληρώθηκαν οι ομιλίες, «μέσα σε θύελλα χειροκροτημάτων και εκδηλώσεων εγκρίνεται ψήφισμα για την αθέτηση των ρητών υποσχέσεων του κ. Δημητράτου και ζητείται η άμεση επίλυσις των εκκρεμών αιτημάτων του κλάδου. Η επιτροπή των εκπροσώπων των οικοδομικών οργανώσεων Αθηνών-Πειραιώς-Ελευσίνος αναχωρεί για να επιδώσει το ψήφισμα στον υπουργό Εργασίας. Την στιγμή ακριβώς αυτή οι αστυνομικοί που βρίσκονται στην οδό Κολωνού και Αγησιλάου βγάζουν ως εκ συνθήματος τα κλομπς και εφορμούν εναντίον της συγκεντρώσεως κτυπώντας ανηλεώς τους απεργούς. Επακολουθούν σκηνές πρωτοφανούς αγριότητος. Οι απεργοί πέφτουν αναίσθητοι από τα κτυπήματα των κλομπς, ποδοπατούνται από τους αστυνομικούς, ενώ άλλων απεργών τους στρίβουν τα χέρια, τους ακινητοποιούν και τους χτυπούν στο πρόσωπο, στο στομάχι, στην κοιλιά. Οι απεργοί υποχωρούν προς το κτίριο του Εργατικού Κέντρου, ενώ χάμω στον δρόμο σφαδάζουν τραυματίαι οικοδόμοι καταματωμένοι, με σπασμένα κεφάλια και σχισμένα πρόσωπα.

Η εντελώς απρόκλητη αυτή επίθεσις των αστυνομικών εναντίον ενός πλήθους που διαδήλωνε ειρηνικά την αγανάκτησή του για τον εμπαιγμό που υφίσταται, προκαλεί φοβερή οργή. Γυναίκες που από τα παράθυρα των γύρω σπιτιών παρακολουθούν τις σκηνές φωνάζουν: ‘Χειρότερα από τους Γερμανούς’! Ενώ η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται εναντίον των εργατών που κουβαλούν στους ώμους τους τραυματισμένους συναδέλφους τους, η μάζα των απεργών ανασυντάσσεται μπροστά στο Εργατικό Κέντρο και όταν οι αστυνομικοί επιτίθενται εκ νέου για να τους διαλύσουν οι οικοδόμοι αμύνονται απεγνωσμένα και προσπαθούν με τα σώματά των να συγκρατήσουν την επίθεση. Τα κτυπήματα με τα κλομπς δεν σταματούν ούτε στιγμή. Αστυνομικά αυτοκίνητα σφυρίζοντας δαιμονισμένα φθάνουν στον τόπο των επεισοδίων και αδειάζουν συνεχώς αστυνομικούς. Στην οδόν Πειραιώς, στο ύψος της πλατείας Ωδείου, καταφθάνουν μεγάλα στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα στρατό. Οι στρατιώτες κατέρχονται και προχωρούν με τα όπλα προταγμένα και σε σχηματισμό μάχης…

Από το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της "Αυγής" την επόμενη μέρα (1)

Από το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της «Αυγής» την επόμενη μέρα (1)

Σε μια στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί από την πλευρά της οδού Πειραιώς και η κραυγή των υποχωρούντων απεργών ‘μας σκοτώνουν’, ‘ρίχνουν στο ψαχνό’. Η αγανάκτησις φθάνει στο αποκορύφωμά της. Οι οικοδόμοι αρπάζουν τα ξύλα που βρίσκουν μέσα σε μια αποθήκη της οδού Αγησίλαου, ξηλώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων και ετοιμάζονται να αμυνθούν ενεργητικά υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους…Οι αστυνομικοί επιχειρούν νέα, βιαιότερη επίθεση. Αυτή την φορά οι δυνάμεις των αστυνομικών αποκρούονται από τους οικοδόμους. Πέφτουν οι πρώτες πέτρες και οι αστυνομικοί οπισθοχωρούν προσπαθώντας να καλυφθούν στις παρόδους της οδού Αγησιλάου η οποία καταλαμβάνεται και πάλι από τους απεργούς. Σε λίγο όμως και ενώ στο μεταξύ έχουν καταφθάσει ενισχύσεις η αστυνομία εκ νέου εφορμά.

Οι απεργοί καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοκίνητα Ι.Χ. που βρίσκονται στην οδό Αγησιλάου ρίχνουν πέτρες και τούβλα κατά των επιτιθέμενων. Οι αστυνομικοί φθάνουν μέχρι τα αυτοκίνητα αλλά είναι αδύνατον να προχωρήσουν. Τώρα αρπάζουν και αυτοί από χάμω πέτρες και τις ρίχνουν κατά των απεργών. Ένας φοβερός πετροπόλεμος αρχίζει. Ισχυρή αστυνομική δύναμις επιτίθεται από την οδό Βούλγαρη και κόβει τους απεργούς σε δύο τμήματα. Νέα μεγάλη μάχη αρχίζει. Οι αστυνομικοί απωθούν τους οικοδόμους κάτω από το Εργατικό Κέντρο. Στο μεταξύ από την πλευρά της οδού Κολοκυνθούς εκδηλώνεται άλλη επίθεσις των αστυνομικών οι οποίοι φορούν κράνη και αντιασφυξιογόνες προσωπίδες. Ένας αστυνόμος βγάζει το περίστροφό του και πυροβολεί. Ένας νέος εργάτης πέφτει αιμόφυρτος. Η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται και στις δύο πλευρές. Βροχή από πέτρες εξαπολύεται και από τις δύο πλευρές. Μεταξύ των απεργών και των αστυνομικών έχει τώρα δημιουργηθεί μια ‘νεκρή ζώνη.’ Στην οδό Κεραμικού αστυφύλακες σπάζουν και αυτοί πλάκες των πεζοδρομίων και εφοδιάζουν τους συναδέλφους τους.

Σε μια στιγμή πλάι στα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα ξεπηδά μια λουρίδα φωτιάς. ‘Δακρυγόνα’!…Η φωτιά από τα δακρυγόνα μεταδίδεται στην βενζίνη που έχει χυθεί από ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο το οποίο αναφλέγεται.

Οι υποχωρούντες απεργοί επιδιώκουν να φθάσουν στο κτίριο του ΕΚΑ. Στην ‘μάχη’ που εξακολουθεί οι αστυνομικοί τρέπονται εις φυγήν αφήνοντας την οδό Αγησιλάου ελεύθερη. Ο δρόμος παρουσιάζει ένα άγριο θέαμα καθώς είναι καλυμμένος από πέτρες, φέιγ-βολάν, από αίματα και από καπέλα αστυφυλάκων και αστυνόμων που τα εγκατέλειψαν κατά την φυγήν των. Το πανδαιμόνιο που κάνουν οι σειρήνες των αστυνομικών αυτοκινήτων, των πυροσβεστικών αντλιών και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων που αρχίζουν να καταφθάνουν, οι κραυγές διαμαρτυρίας των απεργών, οι οιμωγές των τραυματισμένων δημιουργούν μια εφιαλτική ατμόσφαιρα.»[8]

Από το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της "Αυγής" την επόμενη μέρα (2)

Από το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της «Αυγής» την επόμενη μέρα (2)

Ακολούθησε μια σχετική ηρεμία. Κατόπιν, έφθασε στο Εργατικό Κέντρο ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών Θ. Ρακιτζής, οποίος, επανειλημμένα και «στο λόγο της τιμής του», διαβεβαίωσε τα μέλη της Συντονιστικής πως, αν διαλύονταν «ησύχως», κανείς απεργός δεν θα συλλαμβάνονταν. Όντως, οι αστυνομικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν και οι πόρτες του ΕΚΑ άνοιξαν. Ωστόσο, «απ’ όσους φεύγανε κάνανε αρκετές συλλήψεις. Ο Δ/ντης της αστυνομίας δεν κράτησε το λόγο της τιμής του.»[9]

Ο απολογισμός της κατασταλτικής μανίας του αστικού κράτους: 173 συλλήψεις και 66 τραυματίες (3 από σφαίρες). «Για πρώτη φορά στην Ελλάδα εχρησιμοποιήθησαν καπνογόνες και δακρυγόνες βόμβες.» Στη διάρκεια των συγκρούσεων τραυματίστηκαν επίσης 55 αστυνομικοί, τους οποίους επισκέφτηκε στο νοσοκομείο ο ίδιος ο Διάδοχος του Θρόνου Κωνσταντίνος δηλώνοντας «ικανοποιημένος» με «τον τρόπον με τον οποίον αντιμετώπισε τους διαδηλωτάς η αστυνομία.»[10]

Σύσσωμος ο αστικός κόσμος ξεσπάθωσε κατά των οικοδόμων. Ο υπουργός Εργασίας Α. Δημητράτος απέδωσε την αποκλειστική ευθύνη των γεγονότων –σε ποιους άλλους;- στους απεργούς, «οι οποίοι κατευθύνονται από γνωστά κομμουνιστικά στοιχεία.» «Απείλησε» δε πως «δεν θα ανεχθεί ‘έκνομους ενέργειας’ και ‘κομμουνιστικήν δράσιν’ στα συνδικάτα.»[11] Στον ίδιο τόνο, ο υφυπουργός Εσωτερικών Ε. Καλαντζής, έκανε λόγο για «κομμουνιστές εγκληματίες, οι οποίοι εις πάσαν ευκαιρίαν επιζητούν την αιματοχυσίαν», «προειδοποιώντας» και αυτός με τη σειρά του πως «πάσα παρόμοια επαναστατική ενέργεια θα αντιμετωπισθεί με την μεγίστην αυστηρότητα», προκειμένου να «προστατευθεί η γαλήνη του λαού» και να «παταχθεί η κομμουνιστική εγκληματικότητα.»[12]

«Οι κομμουνισταί προεκάλεσαν χθες αιματηράς ταραχάς εις Αθήνας», έγραφε στις 2/12 η Καθημερινή. «Ουδεμία επιτρέπεται αμφιβολία ότι αι σκηναί υπεκινήθηκαν και οργανώθησαν υπό των κομμουνιστών, οι οποίοι έρριψαν εις την ‘μάχην’ επίλεκτα στελέχη των.» «Τα αιματηρά γεγονότα», διάβαζε αντίστοιχα ο τίτλος του ρεπορτάζ της Βραδυνής, «είχον προετοιμασθή υπό των ερυθρών. Ομάδες του σκληρού πυρήνος ενήργησαν αλλεπάλληλους επιθέσεις κατά αστυνομικών. Αφήρεσαν και τα περίστροφα τραυματιών.» «Πρόκειται περί καθαρώς κομμουνιστικής προκλήσεως», μετέδιδε από τη μεριά του ο ραδιοσταθμός της Θεσσαλονίκης, «αποσκοπούσα εις την δημιουργία χάους, εις εφαρμογήν γενικότερου σχεδίου κινητοποιήσεως των επαναστατικών δυνάμεων της διεθνούς μονάδος κρούσεως…Με τις αιματηρές συγκρούσεις των Αθηνών, ξαναζωντανεύουν στη μνήμη όλων στιγμές φρίκης [σ.σ. αναφέρεται στο Δεκέμβρη του 1944]…Υπάρχουν δυστυχώς αφελείς που πίπτουν θύματα της κομμουνιστικής δημαγωγίας.»[13]

Στο «χορό» των αντικομμουνιστικών δηλώσεων μπήκε επίσης το ΕΚΑ, καταγγέλλοντας τον «κομμουνισμό» που «δια των πρακτόρων του, ως εις την περίπτωσιν των χθεσινών αιματηρών γεγονότων, διεδραμάτισε τον εγκληματικόν ρόλον του.» Αλλά και ο Π. Αντωνάτος (Γ.Γ. της ΟΟΕ), ο οποίος, σε σχετική του ανακοίνωση τόνιζε: «Η Ομοσπονδία Οικοδόμων Ελλάδος μετ’ αγανακτήσεως και αποτροπιασμού καταγγέλλει εις την κοινήν γνώμην τας δολοφονικάς αυτάς μεθόδους του κομμουνιστικού κόμματος και εκφράζει βαθυτάτην θλίψιν, διότι οι ίδιοι άνθρωποι έγιναν αφορμή να χυθή δια μίαν ακόμη φοράν αίμα αδελφικόν.»[14]

Η απεργία των οικοδόμων αποτέλεσε πεδίο αντιπαράθεσης και στη Βουλή. Απαντώντας στον Ι. Πασαλίδη (Πρόεδρο της ΕΔΑ) ο Κ. Καραμανλής (Πρωθυπουργός) τόνισε: «Είπατε ότι ο τόπος αιματοκυλείται. Σας λέγω ότι δεν αιματοκυλείται. Σεις προσπαθείτε να τον αιματοκυλήσετε.» Τα «οδοφράγματα», υπογράμμισε ο Ε. Καλαντζής, «μεταφέρουν την σκέψιν του θρησκευτικώς προσηλωμένου Ελληνικού λαού…εις άλλας περιόδους και εποχάς, αι οποίαι είναι εκείναι από τας οποίας εξεπορεύθη το πνεύμα της γενικής ανταρσίας κατά του νόμου και της συστηματικής υπονομεύσεως της αποστολής των οργάνων των Σωμάτων Ασφαλείας.» «‘Δεκέμβριος!’ αναφώνησε από τα έδρανα ένας βουλευτής που δεν καταγράφεται το όνομά του.» Ο Γ. Παπανδρέου υπογράμμισε πως «δια τας ευθύνας των γεγονότων…πρέπον είναι να αναμείνωμεν το πόρισμα της δικαιοσύνης», ωστόσο, «όσον αφορά άκραν αριστεράν είναι βεβαρημένον το ιστορικόν της και δεν είναι περίεργον αν μέχρι αποδείξεως την συνοδεύουν αι υποψίαι.» «Η δική σας ενοχή είναι βεβαία, όχι ύποπτος», του απάντησε ο Β. Εφραιμίδης (ΕΔΑ). «Δεν γνωρίζω αν αυτό ήτο ευφυές εκ μέρους της άκρας αριστεράς», αντέδρασε ο Γ. Παπανδρέου, «το να ομιλεί κατά τας ημέρας μάλιστα του Δεκεμβρίου περί δικών μου ευθυνών και ανυπαρξίας ιδικών της, είναι βαρυτάτη πρόκλησις.» «Τον Δεκέμβριον [σ.σ. του 1944]», επανήλθε ο Β. Εφραιμίδης, «τον επροκαλέσατε σεις.»[15]

Οι οικοδόμοι δεν πτοήθηκαν. Αργά το βράδυ τα σωματεία της Αθήνας και του Πειραιά αποφάσισαν νέα 24ωρη απεργία για την επόμενη μέρα. Στο πλευρό τους τάχθηκαν με ψηφίσματα και απεργίες αλληλεγγύης δεκάδες οργανώσεις: οι Τυπογράφοι, Μηχανουργοί, Υποδερματεργάτες και Λογιστές της Αθήνας, οι εργαζόμενοι στο Φωταέριο και την Ηλεκτρική Εταιρία Αθηνών-Πειραιώς, οι Οδηγοί και Εισπράκτορες Λεωφορείων, οι Λογιστές, Μηχανουργοί, Νοσηλευτές, Αρτεργάτες και Υαλουργοί του Πειραιά, κ.α.[16]

Από τη δεύτερη 24ωρη απεργία των οικοδόμων στην Αθήνα και τον Πειραιά στις 2 Δεκέμβρη ("Αυγή", 3/12/1960)

Από τη δεύτερη 24ωρη απεργία των οικοδόμων στην Αθήνα και τον Πειραιά στις 2 Δεκέμβρη («Αυγή», 3/12/1960)

Στις 2/12 «σαράντα πέντε χιλιάδες οικοδόμοι των δύο πόλεων [σ.σ. Αθήνας και Πειραιά] πήραν μέρος στην απεργία που απετέλεσε μια συγκλονιστική εκδήλωση αλληλεγγύης στα θύματα της άγριας επιθέσεως –συλληφθέντας και τραυματισθέντας- και μια αποστομωτική απάντησις στις σοφιστείες της κυβερνήσεως περί ‘υποκινητών’, ‘κομμουνιστικού δακτύλου’ κλπ. Η κυβέρνησις του μίσους εξαπέλυσε και πάλι χθες τις αστυνομικές δυνάμεις και τα μηχανοκίνητα εναντίον των οικοδόμων οι οποίοι εδέχθησαν εντελώς απρόκλητα βίαιες επιθέσεις στα επαγγελματικά των καφενεία [σ.σ. πιάτσες] και στους δρόμους. Έγιναν επίσης πολλές συλλήψεις απεργών…Η Αθήνα παρουσίαζε και χθες την όψη στρατοκρατούμενης πόλεως…

Οι 45.000 οικοδόμοι επειθάρχησαν απολύτως στην απόφαση των σωματείων τους, η οποία μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι οικοδόμοι όταν ειδοποιούντο για την συνέχιση της απεργίας απαντούσαν: ‘Και χωρίς να μας το λέγατε δεν θα πηγαίναμε αύριο στην δουλειά. Μας φωνάζει το αίμα των συναδέλφων μας’. Σε ορισμένες οικοδομές που οι εργάτες έπιασαν το πρωί δουλειά μόλις επληροφορούντο την απόφαση για απεργία άφηναν αμέσως τα εργαλεία και έφευγαν από την οικοδομή. Σε πολλά γιαπιά έβλεπε κανείς χθες κασμάδες μπηγμένους στην γη, φτυάρια μέσα στη λάσπη, κομπρεσέρ μέσα στο έδαφος, όπως δηλαδή τα εγκατέλειψαν οι εργάτες την στιγμή που έμαθαν ότι οι συνάδελφοί των απεργούν.

Κατεβλήθησαν απεγνωσμένες προσπάθειες να ‘πεισθούν’ έστω και ελάχιστοι οικοδόμοι να πιάσουν δουλειά σε ορισμένες οικοδομές του κέντρου των Αθηνών, ώστε να μην παρουσιάζεται εικόνα πλήρους ερημώσεως. Οι προσπάθειες αυτές απέτυχαν. Από το πρωί, ομάδες αστυνομικών ευρίσκοντο έξω από τις μεγάλες κεντρικές οικοδομές και διενήργησαν συλλήψεις οικοδόμων που περνούσαν από κει. Ισχυρές επίσης αστυνομικές δυνάμεις είχαν καταλάβει θέσεις στην Ομόνοια και στους γύρω δρόμους. Το Εργατικό Κέντρο Αθηνών είχε αποκλεισθεί από αστυνομικούς και απηγορεύετο η είσοδος εργατών…Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων ενεφανίσθησαν στην Ομόνοια και καμιόνια με στρατό.»[17]

Η σημασία της απεργίας, όχι μόνο για τους οικοδόμους, αλλά και για την εργατική τάξη της χώρας μας συνολικότερα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. «Ο πρώτος ιστορικός σταθμός για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του δημοκρατικού κινήματος στη χώρα μας», αναφέρει στη μαρτυρία του ο παλαίμαχος οικοδόμος Β. Κατσαρός, «είναι το 1960, όταν οι οικοδόμοι πλέον ξέσπασαν, έβγαλαν τελείως κάθε φόβο από πάνω τους και έφτασαν στο σημείο πλέον να κάνουνε ολόκληρη, όχι μόνο την ελληνική κοινή γνώμη, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, να κοιτάει στο πρόσωπό τους μπροστά σ’ αυτή την τεράστια κίνηση που κάνανε.» «Ηττήθησαν για πρώτη φορά οι δυνάμεις του κράτους από το εγχώριο προλεταριάτο», σημειώνει από τη μεριά του ο Θ. Σταυρόπουλος (συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των οικοδόμων-βλ. στη συνέχεια). «Ήταν μεγίστης σημασίας αυτό το γεγονός. Διότι πριν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1960 όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά’, από την άποψη της πολιτικής τρομοκρατίας.» «Οι οικοδόμοι», έγραφε ο Νέος Κόσμος, «έσπασαν τη φοβία που επικρατούσε και έγιναν το αγωνιστικό παράδειγμα για όλους τους άλλους κλάδους, αναδείχθηκαν στην πρωτοπορία των κλαδικών αγώνων.»[18]

Η απεργία της 1ης Δεκέμβρη είχε πράγματι και «διεθνή αντίκτυπο.» Πολλά ξένα έντυπα, όπως η Πράβντα, η Μοντ, η Ουνιτά, κ.α., φιλοξένησαν ρεπορτάζ και φωτογραφίες από τις επιθέσεις της αστυνομίας κατά των απεργών. Στις 9/12 ο ραδιοσταθμός της Μόσχας, αναφερόμενος «στα δημοσιεύματα των εφημερίδων ‘Βραδυνή’ και ‘Απογευματινή’ που έφτασαν να ανακαλύψουν και ‘δάκτυλο της Μόσχας’…παρατήρησε ότι για να ικανοποιήσουν τα αφεντικά τους και να κρύψουν τους πραγματικούς ενόχους των τραγικών γεγονότων της Ελλάδας, οι ενσυνείδητοι κονδυλοφόροι γράφουν για τον ανύπαρκτο δάκτυλο της Μόσχας, ελπίζοντας έτσι να καμουφλάρουν τον πραγματικό δάκτυλο της Ουάσινγκτον. Αν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πεινούν, αν στους δρόμους περιπλανώνται άνεργοι, αν τα παιδιά δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε σχολείο, αιτία γι’ αυτό είναι κατά πρώτο λόγο τ’ αβάσταχτα βάρη των εξοπλισμών που επέβαλαν στην Αθήνα οι αμερικάνοι ‘ευεργέτες’ οι οποίοι την παρέσυραν στον επιθετικό συνασπισμό του ΝΑΤΟ…γιατί τα αμερικάνικα, αγγλικά και δυτικογερμανικά και άλλα μονοπώλια τυλίγουν την Ελλάδα με υποδουλωτικές συμφωνίες…Οι επινοήσεις για το ‘δάκτυλο της Μόσχας’ χρειάζονται στους λακέδες της Ουάσιγκτον για να δικαιολογήσουν στα μάτια του λαού την επιθετική ατλαντική γραμμή που ακολουθούν με ζήλο οι ιθύνοντες ελληνικοί κύκλοι.»[19]


[1] Αυγή, 29/11/1960

[2] Μπουλντής Κ, 2005, σελ.120

[3] Αυγή, 29/11/1960, 1/12/1960

[4] Όπως παρατίθεται στο Στάβερης Η, Οικοδόμοι: Ηρωικοί αγώνες μιας 7ετίας 1960-1967, εκδ. «Παρασκήνιο», Αθήνα2003, σελ.78

[5] «Καθολική επιτυχία» σημείωσε η απεργία και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, τη Θεσσαλονίκη (όπου 2.000 οικοδόμοι έλαβαν μέρος στην απεργιακή συγκέντρωση στο ΕΚΘ), την Πάτρα (πάνω από 1.000 οικοδόμοι στη συγκέντρωση), το Αγρίνιο, τη Ρόδο, το Ηράκλειο, τα Χανιά, την Λάρισα, τη Μυτιλήνη, κ.α. Αυγή, 2/12/1960

[6] Αυγή, 2/12/1960

[7] Όπως παρατίθεται στο Στάβερης Η, ό.π., σελ.79

[8] Αυγή, 2/12/1960

[9] Μαρτυρία Χρήστου Τσεσμελή (ΑΟΟ). «Συλλήψεις», πρόσθεσε στη συνέχεια ο Χρ. Τσεσμελής, «έγιναν αρκετές, δεν θυμάμαι πόσες συγκεκριμένα. Εγώ, αφού έδιωξα όλους τους οικοδόμους, έμεινα με τον Λυκιαρδόπουλο στο Εργατικό Κέντρο. Μπροστά μου στεκότανε κάποιος της Ασφάλειας της Αθήνας ο οποίος λεγότανε Βλάσης κι ερχόταν προς το μέρος μου για να με συλλάβει. Φαίνεται όμως ότι εκείνη τη στιγμή, καθώς ήμουνα με τον Λυκιαρδόπουλο, ο Λυκιαρδόπουλος του έγνεψε να μη με συλλάβει κι ο Βλάσης υποχώρησε και τραβήχτηκε.»

[10] Αυγή, 2/12/1960, Ελευθερία, 2/12/1960

[11] Αυγή, 2/12/1960. «Οι μαχητικές απεργιακές εκδηλώσεις», τόνισε μεταξύ άλλων, «γίνονται για να αποσπασθεί η προσοχή της κοινής γνώμης από τα επιτεύγματα της κυβερνητικής πολιτικής»!

[12] Καθημερινή, 2/12/1960

[13] Καθημερινή, 2/12/1960, Βραδυνή, 2/12/1960, Έγγραφο: Σχόλια των Ρ/Σ Αθήνας και Θεσσαλονίκης για τα επεισόδια στη διαδήλωση των οικοδόμων στην Αθήνα, 2/12/1960 (Αρχείο ΚΚΕ). Τις επόμενες μέρες, τα αστικά μέσα «ενημέρωσης» συνέχισαν να τροφοδοτούν τον αντικομμουνισμό και την τρομοϋστερία που σύσσωμος ο αστικός πολιτικός κόσμος προσπάθησε να περάσει στη συνείδηση του κόσμου έναντι των ταξικών αγώνων. «Αδιάψευστα στοιχεία αποδεικνύουν ότι το ΚΚΕ υπεκίνησε και οργάνωσε αιματηράς ταραχάς», έγραφε η Βραδυνή στις 8/12/1960, προσθέτοντας: «Από μακρού κατεβάλλετο προσπάθεια προς διείσδυσιν εις τα εργατικά σωματεία και μαχητικάς εκδηλώσεις.» Την ίδια μέρα ο ραδιοσταθμός της Αθήνας εξέπεμπε: «Μόνιμος επιδίωξις των κομμουνιστών είναι η αναταραχή…Τα αιματηρά αυτά γεγονότα επροκάλεσαν όχι μικράν φρικίασιν εις εκείνους οι οποίοι έζησαν τον Δεκεμβριανόν εφιάλτην, διότι τους υπενθύμισαν ότι ο κομμουνιστικός κίνδυνος είναι μόνιμος.» Έγγραφο 230525: Ρ/Σ Αθηνών 8/2/1960 – Σχόλιο του Θ. Παπακωνσταντίνου με τίτλο ‘Ένας μικρός Δεκέμβρης’, σχετικά με τα επεισόδια στην απεργία των οικοδόμων (Αρχείο ΚΚΕ)

[14] Καθημερινή, 2/12/1960

[15] Καθημερινή, 2/12/1960, 3/12/1960 και Πρακτικά των Συζητήσεων της Βουλής, όπως παρατίθενται στο Λαμπροπούλου Δ, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα 1950-1967, εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα, 2009, σελ.337

[16] Αυγή, 2/12/1960

[17] Αυγή, 3/12/1960

[18] Βλ. αντίστοιχα: Συνέντευξη Βασίλη Κατσαρού (ΑΟΟ), Ζωιτοπούλου-Μαυροκεφαλίδου Κ (επ.), Όταν η οργή ξεχειλίζει, εκδ. «Επιτροπή Πρωτοβουλίας», Αθήνα, 2006, σελ.132, «Οικοδόμοι-τρία χρόνια στην πρώτη γραμμή των εργατικών αγώνων», στο Νέος Κόσμος, τ.12, 1963, σελ.50 Ενδεικτικό ίσως του σεβασμού που κατέκτησαν, ήταν και το γεγονός πως «μετά τη συγκλονιστική απεργία και γεγονότα που ακολούθησαν…οι οικοδόμοι μπορούσαν να μπαίνουν στα λεωφορεία, στα τρόλεϊ και στο τρένο με τα εργαλεία τους.» Κάτι, που μέχρι πρότινος δεν τους επιτρέπονταν. Μαρτυρία Δ. Κουτσούνη, στο Ζωιτοπούλου-Μαυροκεφαλίδου Κ (επ.), Όταν η οργή ξεχειλίζει, εκδ. «Επιτροπή Πρωτοβουλίας», Αθήνα, 2006, σελ.64

[19] Έγγραφο 287163: Ρ/Σ «ΦΑ» 1960/12/10 ΑΔ 344 – Εκπομπή με βάση σχόλιο του Ρ/Σ «Μόσχας» για το ματοκύλισμα των απεργών οικοδόμων από την κυβέρνηση και Έγγραφο 290242: Ρ/Σ «ΦΑ» 1960/12/20 – Σχόλιο με τίτλο ‘Η πλειοψηφία των ελληνικών εφημερίδων επικρίνουν την κυβέρνηση για την βάρβαρη επίθεση της αστυνομίας κατά των απεργών οικοδόμων (Αρχείο ΚΚΕ)

Πηγή: 

“Από την πείρα του κινήματος των οικοδόμων στην Ελλάδα”

Το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Β’ τόμος) για τη Χούντα και τα αίτιά της

Τανκς έξω από τη Βουλή

Τανκς έξω από τη Βουλή

21 Απρίλη 1967. Επιβολή της 7χρονης στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας στην Ελλάδα. Μια περίοδος στη νεότερη Ιστορία, η μνήμη της οποίας ξύνει τις ίδιες πληγές της σύγχρονης πραγματικότητας, για τους ίδιους ακριβώς λόγους που η δικτατορία του κεφαλαίου με κοινοβουλευτικό μανδύα, έχει εξαπολύσει τον πιο βάρβαρο ταξικό πόλεμο, προκειμένου να αντιμετωπίσει την καπιταλιστική οικονομική κρίση σε όφελος του κεφαλαίου, στέλνοντας την εργατική τάξη και τ’ άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα στην κόλαση. Η εξουσία του κεφαλαίου είναι η μήτρα της χούντας. Σχετικά με το γιατί επιβλήθηκε η χούντα, μια άποψη της κυρίαρχης προπαγάνδας απαντά ότι επιβλήθηκε για να μην ανέβει στην κυβερνητική εξουσία η Ενωση Κέντρου, με τις εκλογές, που θα διεξάγονταν στις 28 Μάη 1967, αποτέλεσμα που θεωρούσαν πιο πιθανό. Ποιοι όμως δεν ήθελαν την Ενωση Κέντρου στην κυβέρνηση; Το Παλάτι κατανοούσε ότι το νόημα της λαϊκής ψήφου προς την Ενωση Κέντρου θα ήταν ταυτόχρονα, σε μεγάλο βαθμό, και ψήφος ενάντιά του, ιδιαίτερα με τις εξελίξεις μετά τα Ιουλιανά, το 1965. Επίσης, το άλλο αστικό κόμμα, η ΕΡΕ, που διεκδικούσε τη δική του άνοδο στην κυβερνητική εξουσία, δεν ήθελε την άνοδο της Ενωσης Κέντρου στην κυβέρνηση. Ισως αυτά να εξηγούν, γιατί το Παλάτι σχεδίαζε την επιβολή δικτατορίας με τη «χούντα των στρατηγών». Η επιβολή της δικτατορίας δικαιολογήθηκε από τη χούντα με τον «κομμουνιστικό κίνδυνο», που δήθεν απειλούσε την Ελλάδα. Βεβαίως, μετά το παλατιανό πραξικόπημα (Ιούλης 1965), τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις και τις δυσκολίες στη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος (αδυνατούσε για σχεδόν δύο χρόνια να σχηματίσει σταθερή κυβέρνηση), είχαν προκηρυχτεί εκλογές για το Μάη του 1967. Βεβαίως, τα ίδια τα λαϊκά προβλήματα συνέβαλαν στην ανάπτυξη των αγώνων εκείνης της εποχής, που ήταν μαζικοί, μαχητικοί και, αναμφίβολα, θα επιδρούσαν και στο εκλογικό αποτέλεσμα. Αλλά αυτοί οι αγώνες δε δικαιολογούσαν άμεσα «κομμουνιστικό κίνδυνο» για την άρχουσα τάξη και τους ξένους συμμάχους της. Είναι δε γεγονός ότι εκείνη την περίοδο το ΚΚΕ, χωρίς κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα, και προπαντός η ΕΔΑ, δεν είχαν στον προσανατολισμό τους την προετοιμασία της εργατικής τάξης και του λαού γενικότερα, ακόμη και για να αντισταθούν στο πραξικόπημα, δεν είχαν προβλέψει τον κίνδυνο. Ετσι, παρά τους ηρωικούς αγώνες του ΚΚΕ, που ηγήθηκε της πάλης του λαϊκού κινήματος, για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του λαού, δεν ανετράπη ούτε το παλατιανό πραξικόπημα, ούτε απετράπη η δικτατορία.

Στην καρδιά της οργάνωσης του αντιδικτατορικού αγώνα βρέθηκε εξαρχής το ΚΚΕ με τις παράνομες Οργανώσεις του. Από την πρώτη κιόλας μέρα του πραξικοπήματος, και χωρίς διακοπή, μέχρι την πτώση της δικτατορίας, οι κομμουνιστές αγωνίζονταν για την αποτίναξη του ζυγού. Το ΚΚΕ ήταν ο μεγάλος κίνδυνος για το καθεστώς της πιο άγριας τρομοκρατίας, των φυλακών, των βασανιστηρίων, της κατάλυσης κάθε δημοκρατικού δικαιώματος, για το καθεστώς της υποτέλειας.

Την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος, η «Φωνή της Αλήθειας» μετέδιδε προκήρυξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, που ανάμεσα στα άλλα τόνιζε: «Κατέλυσαν κατά τον πιο στυγνό τρόπο το Σύνταγμα της χώρας. Διέπραξαν έγκλημα εναντίον του λαού. Δημιουργούν άμεση σοβαρότατη απειλή για την Κύπρο, για την εμπλοκή της χώρας στο βρώμικο πόλεμο του Βιετνάμ, για την ειρήνη στο χώρο της ΝΑ Μεσογείου». Την ώρα που εκατοντάδες κομμουνιστές μαζί με πολλούς δημοκράτες συναγωνιστές είχαν συλληφθεί και έπαιρναν το δρόμο για τις φυλακές, μόνο η φωνή του ΚΚΕ, η «Φωνή της Αλήθειας», έφθανε στα αυτιά του λαού. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, με την ίδια προκήρυξη, απηύθυνε κάλεσμα ενότητας και αντίστασης: «Καλούμαστε όλοι, πάνω από οποιεσδήποτε διαφορές, να υψώσουμε υπερήφανο το εθνικό μας ανάστημα και να αντιτάξουμε το ΟΧΙ στη δικτατορία. Περιφρονήστε τα φασιστικά στρατοκρατικά μέτρα και αντιταχθείτε με την πιο μεγάλη αποφασιστικότητα στη βασιλοφασιστική δικτατορία. (…) Η Ελλάδα θα προχωρήσει. Η θέληση του ελληνικού λαού θα επιβληθεί». Οι πραξικοπηματίες άρχισαν το πογκρόμ κατά των κομμουνιστών. Καραβιές ολόκληρες αγωνιστών μετέφεραν στα ξερονήσια. Σειρές ήταν οι κλούβες, που μετέφεραν μέλη, φίλους κι οπαδούς του ΚΚΕ στις φυλακές. Κι όμως, η αντίσταση των κομμουνιστών δε σταμάτησε.

Μαζί στις επάλξεις σημαία του αγώνα και ο παράνομος «Ριζοσπάστης». Με την κυκλοφορία του, ο παράνομος «Ρ» του Μάρτη του 1968, έγραψε μια από τις σημαντικότερες σελίδες της Ιστορίας του.

Μαζί με το ΚΚΕ, στην πρώτη γραμμή του αντιδικτατορικού αγώνα, και η ΚΝΕ. Η πορεία της, στα πρώτα της βήματα, είναι συνυφασμένη με τον αντιδικτατορικό αγώνα, με την οργάνωση της πρωτοπόρας πάλης της νεολαίας κατά της χούντας. Η ΚΝΕ ιδρύθηκε στα τέλη του ’68. Από την πρώτη μέρα της ίδρυσής της, έβαλε σαν άμεσους στόχους την οργάνωση, την ενότητα, την κινητοποίηση της δημοκρατικής νεολαίας για το γκρέμισμα της δικτατορίας. Η ΚΝΕ ανέπτυξε δραστηριότητα σε όλα τα τμήματα της νεολαίας, στους φοιτητές, στους μαθητές, στα εργοστάσια, στα νυχτερινά σχολεία. ΚΝίτικες Οργανώσεις στήθηκαν σε όλους τους χώρους της νεολαίας. Πήρε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία της αντι-ΕΦΕΕ, που δημιουργήθηκε για να συντονίσει και να συνενώσει σε ενιαία οργάνωση την αντιδικτατορική δράση των φοιτητών. Η δράση της ΚΝΕ είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη συμμετοχή των φοιτητών και άλλων τμημάτων της νεολαίας στον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου.

Για όλα τα παραπάνω ιστορικά ζητήματα, το ΚΚΕ έχει κάνει εκτιμήσεις στο «Δοκίμιο Ιστορίας, Β’ τόμος, 1949 – 1968 απ’ όπου δημοσιεύουμε σήμερα τα σχετικά κεφάλαια και τον «Επίλογο» του Δοκιμίου.

***
3.Β.11.β. Το «Κίνημα των 70 ημερών». Οι θέσεις του ΚΚΕ

Η παρέμβαση του βασιλιά, που στόχευε στον έλεγχο του υπουργείου Αμυνας (δηλαδή του στρατού), προκάλεσε μαζικές λαϊκές αντιδράσεις που για ορισμένες μέρες πήραν πρωτοφανείς διαστάσεις για τα χρόνια μετά από τον εμφύλιο πόλεμο και χαρακτηρίστηκαν ως «κίνημα των 70 ημερών» (15.7-25.9.1965). Στη διαδήλωση της 21.7.1965 δολοφονήθηκε από την αστυνομία ο φοιτητής της Ανωτάτης Εμπορικής Σωτήρης Πέτρουλας, ενώ υπήρχαν και πολλοί τραυματίες.

Στο «κίνημα των 70 ημερών» πήραν μέρος τρεις γενιές: Της ΕΑΜικής Αντίστασης, της μεταπολεμικής εργατικής τάξης, της φοιτητικής και σπουδάζουσας νεολαίας, ακόμα και μαθητές. Πολιτικά κυριαρχούσε το αίτημα για ομαλή λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, απαλλαγμένου από σκουριές του μετεμφυλιακού πλέγματος καταστολής.

Οι λαϊκές αντιδράσεις που ακολούθησαν μετά από την παραίτηση της κυβέρνησης του «Κέντρου» δημιούργησαν έντονο προβληματισμό και ανησυχία στο ΣΕΒ, επειδή:

«Η κυβερνητική κρίσις παρετάθη επί πολύ, παρετάθη καθ’ υπερβολήν, παρετάθη πέραν παντός ορίου» (1057)

Σε κοινωνικό επίπεδο, το «κίνημα των 70 ημερών» τροφοδοτήθηκε από την πολύχρονη αντιλαϊκή πολιτική. Περιέκλειε ανικανοποίητους λαϊκούς πόθους δεκαετιών. Ομως σε πολιτικό επίπεδο επικεντρωνόταν αποκλειστικά στην αντίθεση με τη λεγόμενη «Δεξιά» και το Παλάτι, στους «προδότες της δημοκρατίας», καθώς και με τον ξένο παράγοντα. Στο «κίνημα των 70 ημερών» κυριαρχούσαν οι πολιτικές αυταπάτες και οι χίμαιρες για την επικείμενη φιλολαϊκή διέξοδο που ανακόπηκε.

Τα συνθήματα που κυριάρχησαν και με την παρέμβαση της ΕΔΑ, της Ενωσης Κέντρου, καθώς και των μαζικών οργανώσεων που οργάνωσαν τις κινητοποιήσεις, ήταν: «114», «κάτω οι αυλόδουλοι», «αποσταCIA», «κάτω η Χούντα» κ.ά. Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και η σάτιρα στη σκιτσογραφία και στις θεατρικές επιθεωρήσεις. Τα πιο προωθημένα συνθήματα ήταν «έξω οι Αμερικανοί», «κάτω η μοναρχία», «παρ’ τη μάνα σου και μπρος». Οι κινητοποιήσεις υποχώρησαν, σχεδόν σταμάτησαν, με τη σταθεροποίηση της κυβέρνησης Στεφανόπουλου.

Το χαρακτηριστικό των αντιφάσεων και των αδιεξόδων που εκδηλώθηκαν στο «κίνημα των 70 ημερών» ήταν ότι στο εργατικό και ευρύτερα στο λαϊκό κίνημα κυριάρχησαν πολιτικά συνθήματα δυνάμεων του συστήματος, βασικά της Ενωσης Κέντρου. Το ΚΚΕ, ακολουθώντας τη γραμμή της «δημοκρατικής ομαλότητας», με την αναφανδόν υποστήριξη της Ενωσης Κέντρου, στέρησε το κίνημα από έναν ταξικό προσανατολισμό. Βέβαια και η ΕΔΑ συμπαρατάχτηκε με την Ενωση Κέντρου στη γραμμή της λεγόμενης ομαλότητας.

Μεταγενέστερα ο Ανδρέας Παπανδρέου εκτίμησε:

«Η ΕΔΑ, που έπρεπε να είχε επωφεληθεί από τη διάσπαση του κόμματός μας, δεν ωφελήθηκε καθόλου. Αντίθετα, έχασε πολλούς από τους οπαδούς της, που εντάχθηκαν στις αναπτυσσόμενες δυνάμεις της Κεντροαριστεράς στα πλαίσια της Ενωσης Κέντρου». (1058)

Βεβαίως η ΕΔΑ υλοποιούσε την πολιτική του ΚΚΕ, το οποίο με σχετική Απόφαση της 9ης Ολομέλειας της ΚΕ (12-15.8.1965) εκτίμησε για τα «Ιουλιανά»:

«Οξύτερα από κάθε άλλη φορά μπαίνει το δίλημμα: Θα προχωρήσει η χώρα προς τον εκδημοκρατισμό της εσωτερικής ζωής ή θα γυρίσει πίσω προς τον εκφασισμό (…).

3. Το παλατιανό πραξικόπημα, η συνεχιζόμενη ωμή καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών και της συνταγματικής τάξης και ομαλότητας σήκωσε στο πόδι όλο το Εθνος (…). (1059)

Οι κομμουνιστές επιβάλλεται να συγκεντρώσουν όλες τους τις δυνάμεις (…) για την επιβολή του σεβασμού της συνταγματικής τάξης και της δημοκρατικής διεξόδου από τη σημερινή ανωμαλία». (1060)

Για το ίδιο ζήτημα, η 10η Ολομέλεια της ΚΕ (25.12.1966 – 24.1.1967) εκτίμησε ανάμεσα σε άλλα:

«… Με το Ιουλιανό πραξικόπημα η Αντίδραση κατόρθωσε ν’ ανακόψει τη δημοκρατική πορεία. (…) Συντελέστηκε μια παραπέρα συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του Παλατιού και της στρατοκρατικής χούντας. (…) Δεν μπόρεσαν, όμως, οι κύκλοι της ανωμαλίας, παρ’ όλες τις προσπάθειές τους, να επιτύχουν τον κύριο σκοπό τους: Να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση και ν’ απομονώσουν την Αριστερά». (1061)

Τα πιο προχωρημένα συνθήματα και οι διαθέσεις της περιόδου των «Ιουλιανών» εξέφραζαν ως προοπτική την αστική δημοκρατία που εγκαθιδρύθηκε αργότερα με τη συμβολή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Η ίδρυση και η ανάπτυξη του ΠΑΣΟΚ πήγασε από τα χρόνια εκείνα. Τότε, με ευθύνη του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, πλατιές λαϊκές μάζες ακολούθησαν μια ρεφορμιστική λογική, εκείνη του «μικρότερου κακού», πιστεύοντας στον αστικό εκσυγχρονισμό που εξέφραζε το «Κέντρο» και κυρίως η «αριστερή» του πτέρυγα, με επικεφαλής τον Ανδρέα Παπανδρέου.

3.Β.11.γ. Μετά από τα «Ιουλιανά»

Η ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου από τη Βουλή αποτέλεσε προσωρινή αστική διέξοδο από την κοινοβουλευτική κρίση. Πράγματι, τα πιο εμφανή γεγονότα και όσα υπέβοσκαν μαρτυρούσαν ότι ήταν πολύ πιο βαθιές οι ανακατατάξεις και οι αλλαγές που χρειαζόταν το αστικό πολιτικό σύστημα.

Το κύριο ήταν ότι οξύνθηκαν οι ενδοαστικές αντιθέσεις, ενώ εμφανίστηκαν και νέες, στο φόντο των προσπαθειών εξεύρεσης της πιο συμφέρουσας για την αστική τάξη λύσης. Οι αντιθέσεις εκφράστηκαν ανάμεσα στις αστικές πολιτικές δυνάμεις (μεταξύ τους και των περισσότερων με τη βασιλεία), αλλά και στο εσωτερικό καθεμιάς από αυτές.

Οπως προκύπτει από παλιότερα και νεότερα στοιχεία, συνεχιζόταν η ψυχρότητα στις σχέσεις Κ. Καραμανλή και Ανακτόρων. Διαφωνίες υπήρχαν και ανάμεσα στον ιδρυτή της ΕΡΕ και στελέχη της (Κ. Τσάτσο, Π. Παπαληγούρα κ.ά.) με τον Παν. Κανελλόπουλο, που προσπαθούσε να συνεννοηθεί με τον Γ. Παπανδρέου. Ρήξη εκδηλώθηκε και στην Ενωση Κέντρου, ανάμεσα στον Γεώργιο και τον Ανδρέα Παπανδρέου, που αρχικά επέκρινε τον πατέρα του για συμβιβαστική πολιτική. Στο χώρο των «αποστατών» επίσης ήταν έντονη η κρίση, κυρίως επειδή δεν είχαν αποκτήσει λαϊκό έρεισμα.

Ηγετικά στελέχη της ΕΡΕ θεωρούσαν ως καλύτερη λύση τη δημιουργία κυβέρνησης «εθνικής ενότητας». Την ίδια θέση υιοθέτησαν και τα Ανάκτορα ένα χρόνο μετά από τα «Ιουλιανά», οπότε έστειλαν τον Δ. Μπίτσιο δύο φορές στο Παρίσι για τις σχετικές συνεννοήσεις με τον Καραμανλή. Στις συνεννοήσεις αντέδρασαν ο Π. Κανελλόπουλος και ο Κ. Μητσοτάκης που αργότερα τάχτηκε υπέρ της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας», όπως και ο Σπ. Μαρκεζίνης. Ωστόσο, ο Καραμανλής απέρριψε αυτήν την πρόταση και τάχτηκε υπέρ της κοινοβουλευτικής εκτροπής. Σε επιστολή του προς τον Κωνσταντίνο Τσάτσο από το Παρίσι (10.5.1966) έγραψε:

«… Ασπάζομαι (…) ανεπιφύλακτα τις σκέψεις σου. Εισηγούμεθα λοιπόν παρεκτροπήν από το πολίτευμα και μίαν προσωρινήν δικτατορίαν – ίσως ενός έτους». (1062)

Στις 7.2.1966 η Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΔΑ απηύθυνε σε όλα τα κόμματα πρόταση – έκκληση συνεννόησης («τα 5 σημεία» 1063), προκειμένου να υιοθετήσουν κοινή κατεύθυνση προς τις βουλευτικές εκλογές. Οι προτάσεις της ΕΔΑ απορρίφτηκαν από την ΕΡΕ. Ο Π. Κανελλόπουλος δήλωσε ότι δεν κάνει διάλογο με την ΕΔΑ και ότι θα μπορούσε να δεχτεί την απελευθέρωση των 79 πολιτικών κρατουμένων για ανθρωπιστικούς λόγους. Ο Γ. Παπανδρέου βρήκε θετικά τα 5 σημεία της ΕΔΑ, δίχως να δώσει συνέχεια στο θέμα.

Ενώ η κυβέρνηση Στεφανόπουλου είχε συμπληρώσει ένα χρόνο στη διακυβέρνηση δίχως να επιφέρει αλλαγές στο συσχετισμό των δυνάμεων, από το Σεπτέμβρη του 1966 άρχισαν μυστικές επαφές Ανακτόρων – Ενωσης Κέντρου – ΕΡΕ (Παν. Κανελλόπουλου) για ομαλοποίηση των σχέσεων όλων των πλευρών. Ο Παπανδρέου πρότεινε στον Κανελλόπουλο το σχηματισμό κυβέρνησης που θα οδηγούσε σε εκλογές. Ο Κανελλόπουλος αποδέχτηκε την πρόταση. Ετσι σχηματίστηκε η κυβέρνηση Παρασκευόπουλου με βάση το «μνημόνιο» που συντάχτηκε. Η νέα κυβέρνηση πήρε ψήφο εμπιστοσύνης στις 14.1.1967.

Το γεγονός προκάλεσε τις αντιδράσεις της «καραμανλικής» μερίδας της ΕΡΕ, ανεξάρτητα από το ότι υπερψήφισε τελικά την κυβέρνηση Παρασκευόπουλου. Αντέδρασε και ο Π. Πιπινέλης που ήθελε βασιλική δικτατορία, αλλά και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η «υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ» (1064) δε συμπεριλαμβανόταν στο «μνημόνιο», ενώ η δίκη στο Στρατοδικείο συνεχιζόταν.

Λίγο καιρό μετά από την ορκωμοσία της κυβέρνησης Παρασκευόπουλου, η «φιλοκαραμανλική» μερίδα της ΕΡΕ (Κωνσταντίνος Τσάτσος, Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου κ.ά.) άρχισε να αντιδρά και να επισείει τον «κίνδυνο του λαϊκού μετώπου», επειδή θεωρούσε ότι αθροιστικά η Ενωση Κέντρου και η ΕΔΑ θα συγκέντρωναν ίσως και το 60% των ψήφων.

Ετσι, στις 29.3.1967 η κυβέρνηση Παρασκευόπουλου ανατράπηκε από την ΕΡΕ, η οποία στις 3 Απρίλη σχημάτισε δική της κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Π. Κανελλόπουλο, που προκήρυξε εκλογές για τις 28.5.1967.

Ταυτόχρονα, εντεινόταν ο αντικομμουνισμός από διάφορα κέντρα, κυρίως από το Παλάτι, την ΕΡΕ και το φιλικό της Τύπο, την ΚΥΠ, την πρεσβεία και άλλες υπηρεσίες των ΗΠΑ και βεβαίως από το στρατό. Στους Λαμπράκηδες και γενικά στην ΕΔΑ αποδίδονταν σχέδια ένοπλης κατάληψης της εξουσίας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτηριζόταν «νέος Κερένσκι». Ταυτόχρονα, ομάδες «αντιφρονούντων πολιτών» έκαναν συχνή την παρουσία τους, με τραμπουκισμούς και διαμαρτυρίες για τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» που απειλούσε τον τόπο.

Ετσι, στην ενέργεια της στρατιωτικής χούντας να επιβάλει την «πολιτική σταθερότητα» το βιομηχανικό κεφάλαιο έδωσε την υποστήριξή του. Την ίδια στάση κράτησε και το εφοπλιστικό κεφάλαιο.

3.B.12. Η στρατιωτική δικτατορία της 21ης Απρίλη 1967 3.Β.12.α. Αιτίες επιβολής της

Οι εξελίξεις των χρόνων 1965-1966 είχαν στρώσει το δρόμο για την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, που εξάλλου είχαν προαναγγείλει το 1966 οι τέσσερις διαλέξεις (1065) του Σάββα Κωνσταντόπουλου, διακεκριμένου ιδεολογικού προπαγανδιστή της αστικής τάξης.

Συνήθως γίνεται αναφορά στον ΙΔΕΑ ως φορέα του απριλιανού πραξικοπήματος. Ορθότερο όμως είναι ότι ηγήθηκαν σε αυτό αξιωματικοί ενταγμένοι στη συνωμοτική οργάνωση Ενωσις Ελλήνων Νέων Αξιωματικών (ΕΕΝΑ), ενώ συμμετείχαν και μέλη του ΙΔΕΑ.

Ποια ήταν τα κίνητρα (1066) επιβολής της δικτατορίας της 21.4.1967;

Οι δικτάτορες αιτιολόγησαν την επιβολή της με τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» που απειλούσε την Ελλάδα. Βεβαίως, άμεσος «κομμουνιστικός κίνδυνος» δεν υπήρχε για την εγχώρια αστική τάξη και τους συμμάχους της, κάτι που εξάλλου ομολογήθηκε από τον επικεφαλής του πραξικοπήματος:

«Αλλά η χαριστική βολή στο ιδεολογικό οικοδόμημα της «Επαναστάσεως» δόθηκε από τον ίδιο τον αρχηγό της, τον συνταγματάρχη Παπαδόπουλο. Τρεισήμισι χρόνια αργότερα, στην πολύκροτη συνέντευξή του προς τον επιφανή Βρεττανό δημοσιογράφο σερ Χιου Γκρην, ωμολόγησε ότι πριν από την «Επανάσταση» «η Δημοκρατία στην Ελλάδα δεν διέτρεχε κανέναν άμεσο κίνδυνο από τις δραστηριότητες των κομμουνιστών»». (1067)

Οι βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν στη στρατιωτική δικτατορία της 21.4.1967 πρέπει να αναζητηθούν πρωταρχικά στις οξυμένες ενδοαστικές αντιθέσεις σε ολόκληρο το πλέγμα του αστικού κράτους, όπως διαμορφώθηκε μετά από τη Συμφωνία της Βάρκιζας και κυρίως από το 1946. Αυτές οι αντιθέσεις, που ήταν αντανάκλαση και διεθνών ανταγωνισμών στις προηγούμενες δεκαετίες, διατηρούνταν και οξύνονταν στη δεκαετία 1960.

Η άρχουσα τάξη, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και στη συνέχεια το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, είχε κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της και όλες τις μορφές οργάνωσής της (πρωταρχικά το στρατό, θεσμικό πλαίσιο, κρατικές και «παρακρατικές» οργανώσεις κ.ά.). Η βασιλεία είχε παίξει ρόλο στον πόλεμο κατά του ΔΣΕ ως «σύμβολο της πάλης κατά του κομμουνισμού», ενώ συνέχιζε να κατέχει μερίδιο στους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας και μετά από τον εμφύλιο πόλεμο.

Και μόνο το γεγονός ότι το 1952 όλα τα κόμματα της Βουλής, με εξαίρεση την ΕΔΑ, ψήφισαν νόμο που διατηρούσε επ’ αόριστον σε ισχύ τα «έκτακτα μέτρα» του 1947 είναι αρκετό για να δείξει το περιεχόμενο της κρατικής ανασυγκρότησης μετά από τη νίκη της αστικής τάξης και των συμμάχων της.

Τα «έκτακτα μέτρα» διατηρήθηκαν μέχρι το 1974, ενώ μόλις το 1962 θεωρήθηκε ότι έληξε η «ανταρσία των κομμουνιστοσυμμοριτών». Η διατήρησή τους δεν αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση υπαρκτών άμεσων κινδύνων. Θεωρούνταν μέσα ασφάλειας, σε μια περίοδο που η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα συνεχιζόταν αμείωτη και η Ελλάδα ήταν προκεχωρημένο ιμπεριαλιστικό φυλάκιο στα σύνορα των κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Ανάμεσα στα μέτρα που πήρε η αστική τάξη ήταν και το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων» για την είσοδο πρώτα απ’ όλα στο Δημόσιο, αλλά και γενικότερα. Για την έκδοσή του εξεταζόταν η πολιτική τοποθέτηση και δράση των παππούδων, των γονιών, ακόμα και των μακρινών συγγενών των νέων ανθρώπων, που δεν είχαν γεννηθεί στα χρόνια της Κατοχής ή της ένοπλης ταξικής πάλης.

Από την άλλη, στοιχεία στρατιωτικής πειθαρχίας είχαν ενσωματωθεί ακόμα και στην εκπαίδευση, έχοντας συγκροτήσει κώδικα συμπεριφοράς της νεολαίας σύμφωνα με την αντιδραστική ιδεολογία και ηθική του «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού», με έμφαση στα «εθνικά ιδεώδη».

Ομως, 15-20 χρόνια μετά από τον αγώνα του ΔΣΕ, οξύνονταν οι αντιθέσεις που προκαλούσε η άμεση ανάμειξη και ο έλεγχος που ασκούσε το Παλάτι στα κέντρα της αστικής εξουσίας (στρατός, κυβέρνηση κ.ά.).

Ρεαλιστές αστοί πολιτικοί (Καραμανλής, Γ. Παπανδρέου κ.ά.) επιχείρησαν εκσυγχρονισμούς που τους έφεραν σε σύγκρουση με το Παλάτι. Αυτές οι αντιθέσεις όξυναν την αγανάκτηση του λαού ενάντια στο Παλάτι. Τα αστικά κόμματα δεν μπορούσαν να αγνοήσουν αυτόν τον παράγοντα. Δεν μπορούσε να τον αγνοήσει ιδιαίτερα η Ενωση Κέντρου, της οποίας στελέχη και η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων της, ήταν αντιβασιλικοί.

Ωστόσο, αν και το μεγάλο μέρος της ηγεσίας των αστικών κομμάτων έβλεπε την ανάγκη εκσυγχρονιστικών ρυθμίσεων, δεν αντιμετώπιζε τις αντιδράσεις (του θρόνου, θυλάκων στο στρατό και αλλού) για να προχωρήσει αποφασιστικά στην υλοποίηση μέτρων εκσυγχρονισμού. Αυτό επιβεβαιώθηκε και με την ΕΡΕ και με την Ενωση Κέντρου.

Και μετά από τα «Ιουλιανά» συνεχίστηκε η κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος εξαιτίας της οξύτατης σύγκρουσης των κυβερνήσεων με το Παλάτι για τον έλεγχο στο στρατό και γενικότερα για τις αρμοδιότητες του βασιλιά. Αυτό σήμαινε ότι ήταν αμφίβολο αν η κρίση στην αστική διακυβέρνηση θα ξεπερνιόταν με τις εκλογές που είχε προκηρύξει η κυβέρνηση Κανελλόπουλου για τις 28.5.1967. Προβλεπόταν ότι οι εκλογές θα έδιναν το προβάδισμα στην Ενωση Κέντρου, με συσπειρωμένους τους βουλευτές της γύρω από τον Γεώργιο και κυρίως τον Ανδρέα Παπανδρέου, του οποίου το κύρος και η επιρροή είχαν αυξηθεί κατά πολύ στην περίοδο της λεγόμενης «αποστασίας».

Ταυτόχρονα, σημαντικός παράγοντας που όξυνε την κρίση της αστικής διακυβέρνησης ήταν και το Κυπριακό, με δοσμένη την αποφασιστική στάση του Μακάριου απέναντι στις ελληνικές κυβερνήσεις και σε ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Τουρκία, που πίεζαν και εξεβίαζαν για ΝΑΤΟική λύση. Η τελευταία είχε τη σημασία της στο πλαίσιο της σύγκρουσης ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό.

Κάτω από την επίδραση τουλάχιστον των παραπάνω παραγόντων, το τμήμα της άρχουσας τάξης που είχε δύναμη στον πιο ισχυρό μηχανισμό, το στρατό, έδωσε τη δικτατορική αστική λύση (1068). Εξάλλου, έχει υποστηριχτεί από πολλές πλευρές ότι και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ετοίμαζε στρατιωτικό πραξικόπημα (των στρατηγών). Αυτούς πρόλαβαν οι συνταγματάρχες, που μέχρι και την τελευταία στιγμή εμφανίζονταν σαν φιλοβασιλικοί.

Σχετικά με την κατάσταση που σημαντική δύναμη του αστικού πολιτικού κόσμου θεωρούσε ότι έπρεπε να διαμορφωθεί μετά από τη δικτατορία, είναι αποκαλυπτική η επιστολή του Κ. Καραμανλή προς τον αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο (8.9.1967):

«Διότι το θέμα δεν είναι να επανέλθωμεν εις την ομαλότητα διά της αποτυχίας της επαναστάσεως, αλλά διά της επιτυχίας της. (…) Η επανάστασις, άπαξ και εγένετο, προσφέρει μίαν ευκαιρίαν ανασυντάξεως της ζωής του Εθνους. (…) Διότι δεν θα σημαίνη βέβαια αποκατάστασιν της ομαλότητος η επάνοδος εις την υφισταμένην προ του κινήματος κατάστασιν. Το τελευταίο δε αυτό έχει βαρύνουσαν σημασίαν, δεδομένου ότι συνιστά τον πυρήνα του προβλήματος». (1069)

Δεν είναι, λοιπόν, βάσιμη η άποψη που θεωρεί ότι η δικτατορία εξέφραζε μονόπλευρα τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή, στον ανταγωνισμό της με τα ΕΟΚικά. Η δικτατορία της 21.4.1967 στηρίχτηκε από όλα τα τμήματα του κεφαλαίου που ήταν υπέρ της σύνδεσης της Ελλάδας με την ΕΟΚ. Το ίδιο και η στρατιωτική χούντα. Οπως τόνιζε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, «… είναι φυσικόν η επιδίωξίς μας να είναι η οικονομική ανάπτυξις της χώρας εντός του πλαισίου της Οικονομικής Κοινότητος εις την οποίαν ανήκομεν». (1070)

Πολύ περισσότερο, δεν έχει την παραμικρή δόση αλήθειας ο ισχυρισμός ότι η δικτατορία ήταν έργο ορισμένων «αφρόνων αξιωματικών», όπως υποστήριξε ο Ευάγγελος Αβέρωφ στη διάρκεια της δικτατορίας και αργότερα η Νέα Δημοκρατία. Αντίθετα, αυτός ο συνειδητά παραπλανητικός ισχυρισμός στόχευε στη συγκάλυψη της ταξικής ουσίας της δικτατορίας.

Αναφέρεται συχνά ότι οι συνταγματάρχες ενέργησαν κατά της συνταγματικής νομιμότητας. Αυτός ο ισχυρισμός παραγνωρίζει ότι η νομιμότητα που υπήρχε ήταν εκείνη που έθετε εκτός νόμου το ΚΚΕ, κατοχύρωνε όλο το αντικομμουνιστικό νομικό πλαίσιο, ενώ ίσχυαν τυπικά διατάξεις του Συντάγματος που αφορούσαν στοιχειώδη δικαιώματα. Από την άλλη, παραγνωρίζει ότι το Σύνταγμα του 1952 νομιμοποιούσε την επιβολή δικτατορίας, με τη διαφορά ότι αναγνώριζε το δικαίωμα κατάλυσης του κοινοβουλευτισμού μόνο στο βασιλιά, μετά από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου.

Και στη μια και στην άλλη περίπτωση ήταν κοινά και η βάση και ο σκοπός της ενέργειας: Η υπεράσπιση των συμφερόντων της αστικής τάξης. Η συνταγματική εκτροπή στις 21.4.1967 αφορούσε το φορέα αναστολής του κοινοβουλευτισμού και όχι αυτή καθαυτή την αναστολή, την οποία προέβλεπε και το Σύνταγμα του 1952. (1071)

Τα συνθήματα της δικτατορίας ήταν κατοχυρωμένα στο Σύνταγμα του 1952:

«… Η διδασκαλία αποσκοπεί εις την ηθικήν και πνευματικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της ηθικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των ιδεολογικών κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού». (1072)

«Ο δημόσιος υπάλληλος οφείλει πίστιν και αφοσίωσιν εις την πατρίδα και τα εθνικά ιδεώδη, είναι εκτελεστής της θελήσεως του κράτους». (1073)

Μια πλευρά που ασφαλώς χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση είναι οι σχέσεις ΗΠΑ και δικτατορίας. Ολα αυτά τα χρόνια δεν έλειψαν οι προσπάθειες αθώωσης και απενοχοποίησης των ΗΠΑ, σε σχέση με το ρόλο μηχανισμών τους στο απριλιανό πραξικόπημα.

Βεβαίως, οι συνταγματάρχες ενέργησαν έχοντας τη στήριξη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ ή μηχανισμών τους. Από την άλλη, δεν πρέπει να προκαλούν έκπληξη ορισμένες ενέργειές τους που έδειχναν διαφοροποίηση από την πολιτική των ΗΠΑ ή που έρχονταν και σε αντίθεση με αυτή, δίχως να αλλάζουν το ΝΑΤΟικό, φιλοαμερικανικό, ιμπεριαλιστικό, αντικομμουνιστικό χαρακτήρα της δικτατορίας. Για παράδειγμα, η χουντική κυβέρνηση δεν αναγνώρισε το Ισραήλ και είχε φιλικές σχέσεις με τις αραβικές κυβερνήσεις.

Τα παραπάνω μπορούν να εξηγηθούν με το γεγονός ότι ισχυρότατα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης είχαν οικονομικά συμφέροντα και συναλλαγές με τις αραβικές χώρες.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1057. Δελτίο ΣΕΒ της 15.9.1965.

1058. Ανδρέας Παπανδρέου, Η δημοκρατία στο απόσπασμα, σελ. 272, εκδ. «Καρανάσης», Αθήνα, 1974.

1059. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 9, σελ. 586, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2002.

1060. Ο.π., σελ. 589.

1061. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 9, σελ. 741, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2002.

1062. Κωνσταντίνος Καραμανλής, Αρχείο. Γεγονότα και Κείμενα, σελ. 220, έκδ. «Η Καθημερινή», Αθήνα, 2005.

1063. Τα 5 σημεία των προτάσεων της ΕΔΑ ήταν: «1. Τα πολιτικά κόμματα καταδικάζουν οιανδήποτε απειλήν κατά των κοινοβουλευτικών θεσμών. (…) 2. Μόνη οδός διά την αποκατάστασιν της ομαλότητος είναι αι εκλογαί. (…) θα πρέπει να υπάρξει (…) σχηματισμός υπηρεσιακής Κυβερνήσεως κοινής εμπιστοσύνης όλων των κομμάτων (…) Κατά την διάρκειαν των τριών μηνών θα εξασφαλισθούν από την Βουλήν αι εγγυήσεις διά την διεξαγωγήν τιμίων και αδιαβλήτων εκλογών με απλήν αναλογικήν. 3. (…) Η εξασφάλισις ίσων ευκαιριών εις όλα τα Κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, (…) Η γενική αποκατάστασις της ισοπολιτείας, με την κατάργησιν όλων των εκτάκτων και αντισυνταγματικών μέτρων και την αμνήστευσιν των αδικημάτων που συνδέονται με πολιτικούς λόγους, (…) 4. (…) Η ΕΔΑ, (…) παρά την παγίαν προγραμματικήν θέσιν της υπέρ της αβασιλεύτου Δημοκρατίας, θεωρεί (…) ότι ημπορεί να συμφωνηθεί (…) από τα πολιτικά κόμματα ότι δεν θέτουν πολιτειακόν ζήτημα. (…) ο ρόλος που το πολίτευμα διαγράφει διά τον Βασιλέα είναι αυστηρώς ρυθμιστικός (…) 5. (…) απαιτείται να καταδικασθεί και εξουδετερωθεί η ΧΟΥΝΤΑ (…) να εξετασθεί η δυνατότης παύσεως δι’ αμνηστεύσεως οιασδήποτε διώξεως εναντίον στρατιωτικών διά τας υποθέσεις ΠΕΡΙΚΛΗ και ΑΣΠΙΔΑ.» Η Αυγή, 8.2.1966.

1064. Βλ. αναλυτικά για τον «ΑΣΠΙΔΑ» στο Παράρτημα του Δοκιμίου, σελ. 657.

1065. Οι διαλέξεις πραγματοποιήθηκαν στις 4, 8, 11 και 14.3.1966 στο ξενοδοχείο «Χίλτον». Τις παρακολούθησε πλήθος στελεχών του αστικού πολιτικού κόσμου (Π. Κανελλόπουλος, Ι. Παρασκευόπουλος, Κ. Γεωργακόπουλος, Δ. Κιουσόπουλος κ.ά.). Κυκλοφόρησαν σε βιβλίο με τίτλο «Ο φόβος της δικτατορίας», Αθήνα, 1966.

1066. Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου «…το στρατιωτικό καθεστώς κατέλαβε την εξουσία στην Ελλάδα για να παραδώσει τη χώρα στα οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα του βιομηχανικού – στρατιωτικού συγκροτήματος της Αμερικής (…) Αυτός ο τύπος κυριαρχίας μπορεί να ονομασθεί «νεοαποικιακός» μάλλον. (…) Η Ελλάδα αποτελεί ένα χάσμα στη Δυτικοευρωπαϊκή Κοινότητα, όντας ο πρώτος αμερικανικός δορυφόρος (…) που συνδέεται με την Κοινή Αγορά. (…) Η ελληνική βιομηχανική και μεγαλεμπορική τάξη δεν είναι μόνο μικρή, αλλά και χωρίς βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνικοοικονομική δομή». (Βλ. Ανδρέας Παπανδρέου, Η δημοκρατία στο απόσπασμα, σελ. 461-462, εκδ. «Καρανάσης», Αθήνα, 1974.)

Στη βάση αυτής της ανάλυσης υποστήριζε ότι ο αντιδικτατορικός αγώνας έπαιρνε μορφή εθνικού απελευθερωτικού αγώνα (βλ. Ο.π., σελ. 465).

Η παραπάνω προσέγγιση:

1. Υποτιμούσε το επίπεδο της εσωτερικής καπιταλιστικής συσσώρευσης, τη διασύνδεσή του με το ξένο κεφάλαιο, τη διαμόρφωση δεσμών κοινών συμφερόντων.

2. Υποτιμούσε το μακροπρόθεσμο συμφέρον της αστικής τάξης στην Ελλάδα από τη σύνδεση – ένταξη στην ΕΟΚ.

3. Συνέδεε τη χούντα αποκλειστικά με το λεγόμενο βιομηχανικό – στρατιωτικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ και όχι με τη συνολική πολιτική του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

4. Οριζε την επιβολή της δικτατορίας ως αποτέλεσμα εξωτερικής χρησιμοποίησης πρακτόρων από τη CIA, παραγνωρίζοντας τις εσωτερικές δυνάμεις που την εξέθρεψαν.

Λαθεμένα χαρακτήριζε το ελληνικό αστικό καθεστώς ως «νεοαποικιακό».

Η παραπάνω ανάλυση του Ανδρέα Παπανδρέου εξέφραζε τη γνωστή τροτσκίζουσα θέση περί της σχέσης ΗΠΑ – Ελλάδας ως σχέσης μητρόπολης – περιφέρειας.

1067. Γιάννης Κάτρης, «Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα», σελ. 76, εκδ. «Παπαζήση», Αθήνα, 1974.

1068. Το πραξικόπημα δεν ήταν αναίμακτο. Την ίδια μέρα υπήρξαν τουλάχιστο 2 νεκροί, ο 15χρονος Βασίλης Πεσλής και η 24χρονη Μαρία Καλαβρού. Λίγες μέρες αργότερα (25.4.1967) δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στον Ιππόδρομο ο Παναγιώτης Ελής από τον ανθυπίλαρχο Κωνσταντίνο Κώτσαρη, ενώ στις 22 Μάη δολοφονήθηκε ο Νικηφόρος Μανδηλαράς και στις 5.9.1967 ο Γιάννης Χαλκίδης, στέλεχος του ΠΑΜ Νέων. Στις 9.5.1968 δολοφονήθηκε στο Γ΄Σώμα Στρατού ο πρώην βουλευτής της ΕΔΑ και στέλεχος του ΚΚΕ Γιώργης Τσαρουχάς.

1069. Γεώργιος Π. Μαλούχος, «Εγώ, ο Ιάκωβος», σελ. 247-248, εκδ. «Α. Α. Λιβάνη», Αθήνα, 2002.

1070. Γ. Παπαδόπουλος, «Το πιστεύω μας», τόμ. Α΄, σελ. 10, εκδ. Γενική Διεύθυνσις Τύπου και Πληροφοριών, Αθήνα, 1967.

1071. Το άρθρο 91 του Συντάγματος του 1952 όριζε και τα ακόλουθα:

«Ο Βασιλεύς δύναται μετά πρότασιν του Υπουργικού Συμβουλίου, εν περιπτώσει εμπολέμου καταστάσεως ή επιστρατεύσεως ένεκεν εξωτερικών κινδύνων ή σοβαράς διαταραχής ή εκδήλου απειλής της δημόσιας τάξεως και ασφαλείας της χώρας εξ εσωτερικών κινδύνων, να αναστείλη διά Βασιλικού Διατάγματος εις όλην την επικράτειαν ή εις μέρος αυτής την ισχύν των άρθρων 5, 6, 8, 10, 11, 12, 14, 20, 95 και 97 του Συντάγματος ή τινών τούτων και θέτων εις εφαρμογήν τον εκάστοτε ισχύοντα Νόμον «περί καταστάσεως πολιορκίας» να συστήση εξαιρετικά δικαστήρια».

(Βλ. Βουλή των Ελλήνων, Σύνταγμα της Ελλάδος, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, εν Αθήναις, 1952, σελ. 45).

Το Σύνταγμα του 1952 ψηφίστηκε από τη Βουλή επί κυβερνήσεως Σοφ. Βενιζέλου. Εγκρίθηκε με 132 ψήφους σε σύνολο 250 βουλευτών. Ο Ελληνικός Συναγερμός (Παπάγος) αποχώρησε από τη συνεδρίαση επειδή η Βουλή ήταν απλή και δεν είχε αναθεωρητικές αρμοδιότητες. Υπερψήφισαν οι βουλευτές της ΕΠΕΚ (Πλαστήρας), των Φιλελευθέρων, 2 βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος, οι συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση Αγροτικοί και ο Λεωνίδας Καραμαούνας. Ο Μιχάλης Κύρκος ψήφισε «παρών».

1072. Αρθρο 16, παρ. 2 του Συντάγματος του 1952.

1073. Αρθρο 100, παρ. 1, 2 του Συντάγματος.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η στρατιωτική δικτατορία διάρκεσε μέχρι τις 23.7.1974, οπότε αποκαταστάθηκε η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία και διαμορφώθηκε το πολιτικό σύστημα που υπάρχει μέχρι σήμερα.

Η περίοδος της στρατιωτικής δικτατορίας και των εξελίξεων στο Κυπριακό θα αποτελέσει αντικείμενο του επόμενου, Γ΄ τόμου της Ιστορίας του ΚΚΕ, στον οποίο θα βαρύνει αναπότρεπτα η αντεπανάσταση του 1989-1991 και οι επιπτώσεις της στο ΚΚΕ, καθώς και η πορεία του μέχρι την ανασυγκρότησή του (14ο Συνέδριο).

Από τις αρχές αυτής της περιόδου η μακρόχρονη πάλη μεταξύ βασικών στοιχείων και λειτουργιών του αστικού κράτους από τη μια και του ενσωματωμένου στο πολιτικό σύστημα θεσμού της βασιλείας από την άλλη λύθηκε με την κατάργησή της.

Η διενέργεια και η επικράτηση του στρατιωτικού πραξικοπήματος ανέτρεψαν την επιρροή του Παλατιού στο στρατό και έλυσαν την αντίθεση (1213) ανάμεσα στο Παλάτι και τα αστικά κόμματα, αντίθεση που σημάδεψε τις σχέσεις Παλατιού – κυβερνήσεων και κατά τις δεκαετίες 1950 και 1960.

Αρχικά οι πραξικοπηματίες επιδίωξαν τη νομιμοποίησή τους ως φορέα της εξουσίας με την αποδοχή τους από το Παλάτι. Ετσι, μια από τις πρώτες κινήσεις της χούντας ήταν η ορκωμοσία της «Επαναστατικής Κυβερνήσεως» από τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Σε αντάλλαγμα, η χούντα ανέθεσε την πρωθυπουργία στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και έμπιστο του Παλατιού, Κωνσταντίνο Κόλλια, ο οποίος χαρακτήρισε το πραξικόπημα «επιβεβλημένο» και «σωτήριο». Αυτές οι ενέργειες φάνηκαν ως «συμβιβασμός» μεταξύ διαφορετικών επιρροών στο στρατό και στη σχέση του με το Παλάτι.

Οι εξελίξεις όμως έδειξαν ότι όχι μόνο δεν αμβλύνθηκαν οι αντιθέσεις στρατού και Ανακτόρων, αλλά και έφτασαν στη ρήξη. Ανθρωποι της χούντας κατέλαβαν γρήγορα όλες τις θέσεις-κλειδιά, αφήνοντας στο Παλάτι θέσεις δίχως στρατιωτική και ουσιαστική πολιτική δύναμη.

Οι σχεδιασμοί του Παλατιού να ανατρέψει και να αντικαταστήσει τη χουντική από άλλη κυβέρνηση, ελεγχόμενη από το ίδιο, δεν τελεσφόρησαν. Οι κινήσεις του βασιλιά (επαφές με φιλοβασιλικούς αξιωματικούς, περιοδείες στις στρατιωτικές μονάδες της Βόρειας Ελλάδας τον Αύγουστο) προκάλεσαν την έγκαιρη ετοιμότητα της χούντας. Οταν το βασιλικό κίνημα-οπερέτα εκδηλώθηκε στις 13.12.1967, εξουδετερώθηκε αμέσως και με ευκολία. Η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε αυθημερόν την προσπάθεια και κατέφυγε στη Ρώμη.

Ωστόσο, το πολίτευμα της Ελλάδας εξακολουθούσε να είναι η βασιλευομένη δημοκρατία, όπως όριζε το Σύνταγμα του 1952. Χρέη αντιβασιλέα ανέλαβε ο μέχρι τότε υφυπουργός Αμυνας, στρατηγός Γ. Ζωιτάκης, και πρωθυπουργού ο Γ. Παπαδόπουλος.

Οπως ήδη έχει αναφερθεί, το βασικό επιχείρημα που χρησιμοποίησε η δικτατορία ήταν ο «κομμουνιστικός κίνδυνος». Επιβεβαιώθηκε ακόμα μια φορά ότι ο αντικομμουνισμός είναι πάντα ο προπομπός για την περιστολή αστικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, την επιβολή γενικότερων αντιλαϊκών μέτρων, που θίγουν άμεσα και βίαια τα πιο ζωτικά συμφέροντα όλων των εργαζομένων και όχι μόνο των κομμουνιστών.

Η επικράτηση της συγκεκριμένης στρατιωτικής δικτατορίας συντελέστηκε με ένα γενικό αιφνιδιασμό, αν και είχαν προηγηθεί πολιτικές τοποθετήσεις για το ενδεχόμενο αναστολής της λειτουργίας της Βουλής, για πραξικοπηματικές κινήσεις του βασιλιά.

Βαρύνει την ηγεσία του ΚΚΕ, πρωταρχικά το Γραφείο του Κλιμακίου της ΚΕ που βρισκόταν στην Ελλάδα, καθώς και την ηγεσία της ΕΔΑ, το γεγονός ότι χιλιάδες στελέχη και μέλη του ΚΚΕ και της ΕΔΑ πιάστηκαν κυριολεκτικά στον ύπνο και σύρθηκαν στην εξορία. Οι σχεδιασμοί για εγκαθίδρυση στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα βρίσκονταν γενικά στην πρόβλεψη του καθοδηγητικού οργάνου του ΚΚΕ. Ωστόσο, δεν υπήρξε η συγκεκριμένη ανάλογη επαγρύπνηση, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει και καμία προετοιμασία για την προβολή αντίστασης ενάντια στους πραξικοπηματίες. Ταυτόχρονα η τελευταία περιοριζόταν ως δυνατότητα εξαιτίας της απουσίας Κομματικών Οργανώσεων του ΚΚΕ. Ετσι, δεν υπήρξε ούτε στοιχειώδης παράνομος μηχανισμός για τη διεξαγωγή της αντιδικτατορικής πάλης.

Η Απόφαση του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, που συνήλθε στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (4-10.12.1973), εκτίμησε σχετικά:

«…Αν είχε συνειδητοποιηθεί ο κίνδυνος της δικτατορίας και είχε γίνει και μέσα ακόμα στα πλαίσια της ΕΔΑ σχετική προετοιμασία, θα ήταν δυνατόν (…) να δημιουργηθούν συνθήκες για τη συνέχιση της αντιδικτατορικής πάλης από καλύτερες θέσεις» (1214).

«Το στρατιωτικό-φασιστικό πραξικόπημα βρήκε την ΚΕ και όλο το Κόμμα απροετοίμαστα. Το καθοδηγητικό κέντρο στο εσωτερικό δεν μπόρεσε με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας να αποκαταστήσει επαφές και δεσμούς και να οργανώσει τις κομματικές δυνάμεις. Ορισμένα στελέχη και μέλη του Κόμματος, από εκείνα κυρίως που ήταν οργανωμένα στις Κομματικές Ομάδες, πήραν την πρωτοβουλία για την ανασύνταξη των κομματικών δυνάμεων, των δυνάμεων γενικότερα του αντιδικτατορικού κινήματος» (1215).

Η πολιτική της δικτατορίας συνδύαζε την ωμή καταστολή με την ευελιξία. Παράλληλα, ένα σημαντικό τμήμα των πιο συντηρητικών μικροαστικών στρωμάτων ανέχτηκε τη δικτατορία ή και συντάχτηκε με αυτή. Συντέλεσε σε αυτό και η πολιτική προσεταιρισμού αυτοαπασχολούμενων (π.χ., ιδιοκτητών ταξί κ.ά.), που ακολούθησε η χούντα. Η δικτατορία στήριξε την πολιτική συμμαχιών της στη διαγραφή των αγροτικών χρεών, στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης τα πρώτα χρόνια μετά από το πραξικόπημα και στη μείωση της ανεργίας χάρη στην ανάπτυξη που είχε συντελεστεί την προηγούμενη περίοδο, αλλά και στην ανάπτυξη του κλάδου των κατασκευών. Ακόμα, στηρίχτηκε σε μια ορισμένη άμβλυνση του προβλήματος της λαϊκής κατοικίας που έφερε το σύστημα της αντιπαροχής.

Παράλληλα, η χουντική κυβέρνηση, στην προσπάθεια να αμβλύνει τις αντιδράσεις που εκδηλώνονταν έξω από την Ελλάδα, αλλά και για να εξωραΐσει την εικόνα της στο εσωτερικό, αμνήστευσε τους υπευθύνους του βασιλικού στρατιωτικού κινήματος, καθώς και όσους φέρονταν ότι είχαν αναμειχθεί στην «υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ». Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο Α. Παπανδρέου, στον οποίο χορηγήθηκε διαβατήριο και έφυγε στο εξωτερικό.

Στις 29.9.1968 διενεργήθηκε από τη χούντα δημοψήφισμα για το νέο Σύνταγμα, με το οποίο κατοχυρωνόταν θεσμικά ο στρατός ως ανώτατος ρυθμιστής της πολιτικής ζωής. Πριν και στη διάρκεια της διεξαγωγής του, ασκήθηκε ψυχολογική βία και τρομοκρατία, ενώ υπήρξε και αλλοίωση των ψηφοδελτίων, με αποτέλεσμα να εμφανιστεί ποσοστό έγκρισης του νέου Συντάγματος πάνω από 90%.

Το επίπεδο του εργατικού κινήματος, γενικά της ταξικής πάλης, καθώς και η κατάσταση στην οποία βρισκόταν το 1967 ο συνειδητός υποκειμενικός παράγοντας, το ΚΚΕ, προσδιόρισαν και το επίπεδο της πάλης που θα ακολουθούσε και το οποίο, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια, ήταν πολύ κατώτερο των περιστάσεων. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να εκδηλωθούν τα πρώτα μαζικά σκιρτήματα αντίδρασης, κύρια σε χώρους φοιτητών και σπουδαστών. Με τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκούσαν στις συνδικαλιστικές οργανώσεις η κρατική Ασφάλεια και οι διορισμένοι εργοδοτικοί και κυβερνητικοί συνδικαλιστές, η δικτατορία μπόρεσε να καθηλώσει, επί της ουσίας να διαλύσει το εργατικό και τα άλλα συνδικαλιστικά κινήματα.

Στο χαμηλό επίπεδο του κινήματος επέδρασαν αποφασιστικά το γενικότερο κλίμα της τρομοκρατίας, οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια και η λειτουργία των στρατοδικείων, όπως και η ηττοπάθεια που καλλιεργούνταν από διάφορες πλευρές ότι η δικτατορία ήταν ακλόνητη.

Το κλίμα της ηττοπάθειας εκφράστηκε από τις πρώτες μέρες του πραξικοπήματος και ανάμεσα στους πολιτικούς κρατουμένους, ένα μέρος των οποίων υποχώρησε. Τότε μάλιστα άρχισε να διαδίδεται η αντίληψη ότι η υπογραφή «δήλωσης μετανοίας» δεν ήταν και τόσο επιβαρυντική, ότι μπορούσε να αποτελέσει ελιγμό.

Βεβαίως, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ταυτόχρονα μια μεγάλη μερίδα πολιτικών κρατουμένων, που εξορίστηκαν στη Γυάρο και έπειτα στη Λέρο και αλλού, ανάμεσα στους οποίους και νεολαίοι της ΕΔΑ και της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, στάθηκαν αλύγιστοι. Πολλοί από αυτούς στη συνέχεια αποτέλεσαν δυναμικό του ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ ήταν και αυτήν τη φορά η πολιτική δύναμη που έδωσε στην αντιδικτατορική πάλη τις περισσότερες θυσίες. Το κίνημα στα χρόνια 1967-1974 ενισχυόταν ηθικά και ιδεολογικά από την ηρωική στάση πολλών κομμουνιστών και κομμουνιστριών στην ανάκριση, στα βασανιστήρια και τα στρατοδικεία. Σημαντικό ρόλο στα παραπάνω έπαιξε η δημιουργία της ΚΝΕ.

Η ΚΝΕ δημιουργήθηκε στις 15.9.1968. Σχετικά με τη δημιουργία της η ειδική Απόφαση της 13ης Ολομέλειας της ΚΕ (11-17.1.1969) «για την ανασύσταση Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας» αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:

«1. Η 13η Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ χαιρετίζει την ανασύσταση της οργάνωσης της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας (ΚΝΕ).

2. Η Ολομέλεια θεωρεί ότι οι σημερινές συνθήκες στην Ελλάδα καθώς και οι διεθνείς επιβάλλουν την ανασύσταση της Κομμουνιστικής Νεολαίας. Η ΚΝΕ θα συγκεντρώνει στις γραμμές της το πρωτοπόρο τμήμα της ελληνικής νεολαίας και, στηριγμένη στη θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού, θα διαπαιδαγωγεί την ελληνική νεολαία με τα ιδανικά της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, με τις ηρωικές παραδόσεις της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ), με τις καλύτερες παραδόσεις της ΕΠΟΝ και της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη.

Η ΚΝΕ προετοιμάζει τα μέλη της να γίνουν ικανά ν’ αποτελέσουν μέλη του Κόμματος της εργατικής τάξης, του ΚΚΕ.

3. Η ΚΝΕ έχει σαν φιλοδοξία να βρεθεί στις πρώτες γραμμές και να παίξει όλο και πιο σοβαρό ρόλο στην πάλη της νεολαίας και όλου του λαού για τα ζητήματα των νέων για την ανατροπή της δικτατορίας (…) για την ειρήνη και την κοινωνική πρόοδο.

(…) Στις σημερινές συνθήκες, η ΚΝΕ δημιουργεί παράνομες Οργανώσεις στους τόπους δουλειάς και κατοικίας των νέων, με βάση τις αρχές της συνωμοτικότητας, της επαγρύπνησης και της αποκέντρωσης (…)

(…) 5. Η Ολομέλεια της ΚΕ αναθέτει στο ΠΓ και τις Οργανώσεις του Κόμματος το καθήκον να βοηθήσουν στη συγκρότηση Οργανώσεων της ΚΝΕ» (1216).

Αντλώντας πείρα από τη διαδρομή του νεολαιίστικου κινήματος, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ (2005) υπογράμμισε για την ΚΝΕ αυτό ακριβώς το θέμα στις σύγχρονες συνθήκες:

«Η ίδρυση της ΚΝΕ, το 1968, δικαίωσε την απόφαση του ΚΚΕ με την επαναλειτουργία του στην Ελλάδα, σε συνθήκες παρανομίας, ύστερα από τη διάλυση των ΚΟ το 1958. Η ύπαρξη επαναστατικής οργάνωσης νεολαίας, υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ, είναι απολύτως αναγκαία. Καμία άλλη νεολαιίστικη οργάνωση, όσο μαζική και ριζοσπαστική και να είναι, δεν μπορεί να την αντικαταστήσει, να την υποκαταστήσει» (1217).

Επίσης:

«Η ΚΝΕ δρα στο πλευρό του Κόμματος και κάτω από την καθοδήγησή του, έχοντας ως στρατηγικό σκοπό το σοσιαλισμό. Από εδώ προκύπτει ο χαρακτήρας της Οργάνωσης. Από εδώ προκύπτει η ανάγκη η ΚΝΕ να συμβάλλει στην προώθηση της στρατηγικής του Κόμματος, στην οικοδόμηση του Μετώπου, δύναμη του οποίου θα αποτελέσει και το ίδιο το νεολαιίστικο κίνημα. Πράγμα που απαιτεί να γνωρίσει και να αφομοιώσει τις θέσεις του Κόμματος και μάλιστα μέσα από τις δικές της εμπειρίες» (1218).

Η ανασυγκρότηση των Οργανώσεων του ΚΚΕ πραγματοποιούνταν σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, όμως στην πορεία ενισχυόταν με τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που επέστρεφαν από την εξορία ή τη φυλακή και ήταν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον αγώνα από τις γραμμές του ΚΚΕ και της ΚΝΕ. Και βέβαια η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ στηρίχτηκε και με τη σχεδιασμένη και επαναλαμβανόμενη αποστολή πολλών κομματικών στελεχών από το εξωτερικό, ειδικά μετά από τη 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής (1968).

Την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ δυσκόλευε η σύγχυση που προκλήθηκε τον πρώτο καιρό μετά από τη 12η Ολομέλεια. Οι συνθήκες της παρανομίας εμπόδιζαν την ανοιχτή και μαζική διαπάλη, τόσο σχετικά με τις αιτίες της διάσπασης όσο και με το ποιες δυνάμεις εξέφραζαν το Κόμμα. Ηταν ακόμα η φάση που πλατιές μάζες της ΕΔΑ επηρεάζονταν από την ηγεσία της, αυτή γνώριζαν, ενώ η πλειοψηφία αυτής της ηγεσίας ήταν στελέχη του αυτοαποκαλούμενου «ΚΚΕ εσωτερικού».

Παρ’ όλα αυτά, η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ ήταν προϋπόθεση για την ανάπτυξη της μαζικής αντιδικτατορικής πάλης. Η ηγεσία του σωστά επέλεξε την αδιάλλακτη αντιπαράθεση με το «ΚΚΕ εσωτερικού», ως κύριο οπορτουνιστικό φορέα, εμπόδιο και στην κατεύθυνση της αντιδικτατορικής πάλης. Η ανάπτυξη των Οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ επέδρασε και στη δημιουργία της Ενιαίας Συνδικαλιστικής Αντιδικτατορικής Κίνησης – ΕΣΑΚ (3.4.1968), της Αντι-ΕΦΕΕ και της Μαθητικής Οργάνωσης Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΜΟΔΝΕ).

Η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ προχώρησε ταχύτερα μετά από τη 17η Ολομέλεια της ΚΕ (9-13.12.1972), στην οποία ο μέχρι τότε Α΄ Γραμματέας της ΚΕ, Κώστας Κολιγιάννης, αντικαταστάθηκε από τον Χαρίλαο Φλωράκη, που είχε βγει παράνομα στο εξωτερικό και συμμετείχε στην καθοδήγηση του ΚΚΕ. Συνεχίστηκε με το 9ο Συνέδριο.

Σημαντικό όπλο για την ανάπτυξη της αντιδικτατορικής πάλης και την οργάνωση των κομματικών δυνάμεων αποτέλεσαν ο παράνομος Τύπος της ΚΕ του ΚΚΕ, της Κομμουνιστικής Νεολαίας, της ΚΟΑ («Ριζοσπάστης», «Οδηγητής», «Αδούλωτη Αθήνα», «Δημοκρατική Αλλαγή», «Ελεύθερη Πατρίδα» κ.ά.), η κυκλοφορία προκηρύξεων και άλλων εντύπων, η αναγραφή συνθημάτων. Ιδιαίτερο ρόλο είχαν το θεωρητικό περιοδικό του Κόμματος «Νέος Κόσμος», ο ραδιοφωνικός σταθμός «Η Φωνή της Αλήθειας», από τις εκπομπές του οποίου καθοδηγούνταν οι Κομματικές Οργανώσεις στην καθημερινή οργανωτική και πολιτική δράση τους και γενικότερα στην αντιδικτατορική λαϊκή πάλη.

Τη δική τους συμβολή στην πάλη κατά της δικτατορίας είχαν και οι οργανώσεις Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο, Ρήγας Φεραίος, Δημοκρατική Αμυνα, Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα – ΠΑΚ (28.2.1968) και άλλες μικρότερης εμβέλειας, ενώ σημαντικός ήταν ο ρόλος πολλών οργανώσεων στο εξωτερικό, τόσο στις χώρες όπου υπήρχαν Ελληνες οικονομικοί μετανάστες όσο και στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Στην πορεία, πήραν μέρος στον αγώνα κατά της χούντας και οργανώσεις αστικών κομμάτων, ακόμα και βασιλόφρονες.

Ενάμιση χρόνο πριν το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας, το λαϊκό κίνημα άρχισε να σημειώνει αισθητή άνοδο και κορυφώθηκε με τον ξεσηκωμό στο Πολυτεχνείο το Νοέμβρη του 1973. Την τριήμερη κατάληψη του Πολυτεχνείου (14-15-16 Νοέμβρη) κατέστειλαν τελικά στρατιωτικές δυνάμεις με την εισβολή τανκ και στρατού στο ίδρυμα τη νύχτα της 17ης Νοέμβρη. Η επέμβαση του στρατού και της αστυνομίας στο Πολυτεχνείο και στις γύρω περιοχές οδήγησε σε έναν αιματηρό απολογισμό με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες.

Η κυβέρνηση Μαρκεζίνη παραιτήθηκε, ενώ στις 25.11.1973 η χούντα του Παπαδόπουλου ανατράπηκε από το στρατιωτικό πραξικόπημα του ταξίαρχου Ιωαννίδη. Τη χαριστική βολή στη δικτατορία έδωσε το πραξικόπημα για την ανατροπή της κυβέρνησης Μακάριου (15.7.1974), που υποκίνησε η ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία με Ελληνοκύπριους πολιτικούς και στρατιωτικούς της ΕΟΚΑ Β΄. Αμέσως ακολούθησε η εισβολή, σε δύο φάσεις, των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο (20-22 Ιούλη και 14-16 Αυγούστου). Η κυβέρνηση της δικτατορίας δεν μπορούσε πια να σταθεί.

Η ελληνική αστική τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι ανησύχησαν μήπως δυσκολέψει ο έλεγχος της κατάστασης. Τότε ακριβώς η δικτατορία παρέδωσε τη διακυβέρνηση. Τη νύχτα της 23ης προς 24.7.1974 ήρθε στην Ελλάδα από το Παρίσι ο Κ. Καραμανλής και σχημάτισε κυβέρνηση της λεγόμενης «εθνικής ενότητας», από πολιτικούς της προδικτατορικής ΕΡΕ και του «κεντρώου» χώρου. Αρχισε η φάση της λεγόμενης μεταπολίτευσης.

Η ΚΕ του ΚΚΕ χαρακτήρισε ως εξής την αλλαγή:

«…Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, η χουντική ηγεσία, με οδηγίες της Ουάσιγκτον και άλλων ηγετικών ΝΑΤΟικών κύκλων, ανέθεσε τη διακυβέρνηση της χώρας σε συντηρητικούς αστούς πολιτικούς, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Καραμανλή» (1219).

Το πιο σημαντικό γεγονός που χρωμάτισε αυτήν τη φάση ήταν η νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Βασικός λόγος που την επέβαλε ήταν η ντε φάκτο παρέμβαση του ΚΚΕ αμέσως μετά από την κατάρρευση της δικτατορίας, με την άφιξη του ΠΓ στην Ελλάδα και με το άνοιγμα των κεντρικών γραφείων του στην Αθήνα, στην πλατεία Κάνιγγος. Τις ίδιες μέρες εκδόθηκε η εφημερίδα ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ, πριν την επίσημη νομιμοποίηση του ΚΚΕ.

Στις 24.9.1974 η ΚΕ απηύθυνε χαιρετιστήριο για τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ «προς την εργατική τάξη, την αγροτιά, τους διανοούμενους, όλο το λαό» (1220). Στις 25.9.1974 κυκλοφόρησε ο «Ριζοσπάστης», ημερήσιο όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ.

Μετά από 27 χρόνια συνεχόμενης παρανομίας, το ΚΚΕ σημείωσε μια σημαντική κατάκτηση. Παρά τις διώξεις και σε πείσμα όσων είχαν σπεύσει κατά καιρούς να αναγγείλουν την εξαφάνισή του, το ΚΚΕ κατάκτησε τη νόμιμη δράση του. Αρχιζε μια νέα περίοδος στην πολυκύμαντη Ιστορία του.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1213. Οι ενδοαστικές αντιθέσεις, όπως και όλα τα ζητήματα που αφορούν στις εξελίξεις εκείνης της περιόδου (Κυπριακό, η θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η στρατηγική και η τακτική των πολιτικών δυνάμεων της εποχής, η προσέγγιση της ιδεολογίας της δικτατορίας, η στάση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων εκείνα τα χρόνια, οι διώξεις, οι καταδίκες και τα βασανιστήρια σε βάρος χιλιάδων αγωνιστών της αντιδικτατορικής πάλης κ.ά.), προγραμματίζεται να αποτελέσουν ένα μέρος από το συνολικό αντικείμενο του επόμενου, Γ΄ τόμου του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, μελλοντικό καθήκον της Κεντρικής του Επιτροπής.

1214. Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ, σελ. 35, έκδ. ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 1974.

1215. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 10, σελ. 819, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2009.

1216. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 10, σελ. 297, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2009.

1217. Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη με θέμα: «Η δράση του Κόμματος για τα προβλήματα της Νεολαίας. Η στήριξη της ΚΝΕ», σελ. 2, έκδ. «Ριζοσπάστης», 2005.

1218. Εισήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ στην Πανελλαδική Κομματική Συνδιάσκεψη με θέμα: «Η δράση του Κόμματος για τα προβλήματα της Νεολαίας. Η στήριξη της ΚΝΕ», σελ. 8, εκδ. «Ριζοσπάστης», 2005.

1219. Το ΚΚΕ. Επίσημα Κείμενα, τόμ. 10, σελ. 906, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2009 και περιοδικό «Νέος Κόσμος», τεύχ. 8-9, σελ. 3, Αύγουστος-Σεπτέμβρης 1974.

1220. «Ριζοσπάστης», 25.9.1974.