Το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων στη διάρκεια της φασιστικής Κατοχής

Με πολλα διδάγματα & συμπεράσματα για τους αγώνες των δημοσίων υπαλλήλων στο σήμερα…

Χαρακτικό που απεικονίζει, τη διαδήλωση εναντίον της πολιτικής επιστράτευσης (5 του Μάρτη 1943)

Είναι απαραίτητο, κατά τη γνώμη μου, να αναδειχθούν ορισμένες βασικές πλευρές του λαϊκού κινήματος της Εθνικής Αντίστασης, πλευρές που χαρακτήρισαν και το κίνημα των δημοσίων υπαλλήλων. Χωρίς την παραμικρή διάθεση υποτίμησης της ανάγκης της παραπέρα συνέχισης και εμβάθυνσης της ιστορικής έρευνας γύρω στην περίοδο 1941-1944, έχω την πεποίθηση ότι είναι εξίσου απαραίτητη η προβολή και η συνεχής υπεράσπιση ιστορικών αληθειών, που, σήμερα, 61 χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, συνεχίζουν να αποσιωπώνται, να διαστρεβλώνονται, ή ακόμα και να καταπολεμούνται από διάφορα τμήματα του πνευματικού, πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου.

Τα γεγονότα αυτής της περιόδου όχι μόνο δε χάνουν τίποτα από την αξία τους με το πέρασμα του χρόνου, αλλά αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη επικαιρότητα, για πολλούς και διάφορους λόγους, από τους οποίους επιτρέψτε μου να αναφέρω εν συντομία τους παρακάτω:

Ο πρώτος λόγος είναι ότι εδώ και πάνω από 15 χρόνια γίνεται μια πολύ πιο συστηματική προσπάθεια ιστορικής και ηθικής αποκατάστασης τόσο των αυτουργών όσο και των ίδιων των σφαγέων των λαών κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν είναι καθόλου ανεξάρτητα μεταξύ τους, γεγονότα όπως η στρογγυλοποίηση των εγκλημάτων του γερμανικού και ιαπωνικού ιμπεριαλισμού από μερίδα της επίσημης ιστοριογραφίας στη Γερμανία και Ιαπωνία αντίστοιχα, η ανάδειξη των συνεργατών του χιτλεροφασισμού στις Βαλτικές χώρες σε εθνικούς ήρωες και η υλική τους αποκατάσταση, καθώς και η προσπάθεια που καταβάλλεται ξανά, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, για την αναβάπτιση των ταγματασφαλιτών σε πατριώτες (η υλική τους αποκατάσταση ολοκληρώθηκε ήδη την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών).

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι σε άμεση σχέση με τα παραπάνω εξελίσσεται και μια καλά οργανωμένη και συντονισμένη προσπάθεια υποτίμησης και διαστρέβλωσης του ρόλου των εθνικοαπελευθερωτικών λαϊκών κινημάτων, στην απελευθέρωση της Ευρώπης από το φασισμό. Μια προσπάθεια στην οποία δυστυχώς πρόθυμα ανταποκρίθηκε και μια μερίδα ακαδημαϊκών της χώρας μας. Μια προσπάθεια που κατά τη γνώμη μου βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με τα υπόλοιπα μέτρα που εφαρμόζονται, ώστε η λαϊκή συνείδηση να συμβιβαστεί με τη βαρβαρότητα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων (που δε φαίνεται να έχουν τελειωμό) και να αποστασιοποιηθεί από την αναγκαιότητα της λαϊκής αντίστασης, σε όλες της τις μορφές.

Φυλακισμένοι δάσκαλοι στις φυλακές της Αίγινας

Ενας τρίτος αλλά όχι λιγότερο σημαντικός λόγος είναι η ηττοπάθεια και η μοιρολατρία που καλλιεργούνται χρόνια τώρα τόσο στις γραμμές των δημόσιων υπαλλήλων, όσο και των υπόλοιπων εργαζομένων της χώρας και που βρίσκει την έκφρασή του μέσα από την πολιτική του «εφικτού» και το «ρεαλισμό» της υποταγής. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ο εγκλωβισμός της πάλης τους σε επιμέρους μάχες χαρακωμάτων, χωρίς το συντονισμό με άλλα στρώματα εργαζομένων. Αυτή η περιχαράκωση και ο συμβιβασμός επιτρέπουν ταυτόχρονα και την ένταση της προσπάθειας, που κατέβαλαν και καταβάλλουν όλες οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις της χώρας, για τη μετατροπή των υπαλλήλων σε πειθήνια όργανα του κράτους, για την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Οι πτυχές του δημοσιοϋπαλληλικού κινήματος μπορούν να αναδείξουν σημαντικές αρετές του, που από μόνες τους αποστομώνουν όσους αναφέρονται στη «δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία» για να της προσδώσουν αποκλειστικά και μόνον όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας.

Ορισμένα συμπεράσματα

— Το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, όπως και το υπόλοιπο εργατικό κίνημα, εισέρχεται σχετικά αποδυναμωμένο στην περίοδο που εξετάζουμε, καθώς έχει υποστεί σοβαρότατα πλήγματα από την τρομοκρατία και τα μέτρα καταστολής της δικτατορίας Μεταξά. Νομίζω ότι συμφωνούμε όλοι στο ότι οι αντικομμουνιστικές διώξεις (όχι μόνο κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, αλλά κάθε φορά που αυτές εξαπολύονταν) μόνο αρχικά έπληξαν αποκλειστικά τους κομμουνιστές, καθώς αργά ή γρήγορα επεκτάθηκαν σε όλο το φάσμα του συνδικαλιστικού και πολιτικού κινήματος, ακόμα και αυτού που προσανατολιζόταν μόνο σε κάποιες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.

Ενας από τους άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας υποβάλλει σε σωματική έρευνα, για λογαριασμό των Γερμανών, Ελληνα πολίτη στην Αθήνα

Αυτό το αποδυναμωμένο κίνημα «υπερέβη εαυτόν» σε μια περίοδο πολλαπλά δυσκολότερη από αυτήν του Μεταξά, καθώς στην τρομοκρατία και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της ντόπιας αστικής τάξης προστέθηκαν οι κατοχικές φασιστικές δυνάμεις. Το εγχείρημα αυτό φαντάζει ακόμη πιο δύσκολο αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι η πλειοψηφία των δημόσιων υπαλλήλων (ως αποτέλεσμα βεβαίως και των αντικομμουνιστικών διώξεων) παρέμενε μέχρι τότε προσκολλημένη στους πολιτικούς εκπροσώπους της αστικής τάξης, οι οποίοι, την περίοδο που συζητάμε, είτε εγκατέλειψαν το λαό για να βρουν καταφύγιο στα ασφαλή λιμάνια της αγγλοκρατούμενης Μέσης Ανατολής, είτε συνεργάστηκαν ανοιχτά με τους κατακτητές, καθώς και το γεγονός ότι αυτά τα δύο βασικά στρατόπεδα του αστικού πολιτικού κόσμου, από κοινού και πέρα από τις μεταξύ τους διαφορές κήρυτταν το ανώφελο κάθε μορφής αντίστασης και την ανάγκη συμβιβασμού με την τότε «νέα τάξη πραγμάτων» (τουλάχιστον μέχρι την ανατροπή της από τους «συμμάχους» Βρετανούς).

Αυτές τις δυσκολότατες συνθήκες ξεπέρασε το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, στηριγμένο στην πολιτική του ΚΚΕ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το ΚΚΕ πριν συγκροτήσει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο σε συμμαχία με άλλα μικρότερα κόμματα (27/9/1941), ακριβώς επειδή θεωρούσε την εργατική τάξη ως τη βασική συνιστώσα του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα πρωτοστάτησε αρχικά στη συγκρότηση του Εργατικού ΕΑΜ (16/7/1941), στο οποίο ανήκε και η «Πανυπαλληλική Επιτροπή» και αφού ελάχιστο χρόνο νωρίτερα είχε ιδρυθεί η «Εθνική Αλληλεγγύη» (28/5/1941), ως συνέχεια και μετεξέλιξη της προπολεμικής «Εργατικής Βοήθειας».

Η συμβολή στον απελευθερωτικό αγώνα

Με βάση τα παραπάνω γίνεται νομίζω κατανοητό και το γιατί το κίνημα των δημόσιων υπαλλήλων είναι ένα από τα πρώτα μαζικά αντιστασιακά κινήματα στις πόλεις.

Την περίοδο της Κατοχής εργαζόμενοι με κεφαλή το Εργατικό ΕΑΜ αγωνίζονται για την επιβίωση και την ελευθερία. Διαδήλωση με νεκρούς στην Καρδίτσα

Οταν στη χώρα μας και ιδιαίτερα στην Αθήνα και τον Πειραιά, το καλοκαίρι του 1941, ξεκινούσε ο μεγάλος λιμός, ως απόρροια της πολιτικής των κατοχικών δυνάμεων και των πολιτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης της χώρας, που συνεργάστηκαν μαζί τους, μόνο το ΚΚΕ και το ΕΑΜ κάλεσαν το λαό σε οργανωμένη πάλη, για την επιβίωσή του. Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ είναι οι δυνάμεις που κατάφεραν να οργανώσουν και να κινητοποιήσουν τους έφεδρους πολεμιστές, τους ανάπηρους πολέμου και τους δημόσιους υπάλληλους, στον αγώνα για την επίλυση των οξύτατων οικονομικών τους προβλημάτων.

Η Πανυπαλληλική Επιτροπή, η συνδικαλιστική απελευθερωτική οργάνωση των δημόσιων υπαλλήλων (επαν)ιδρύθηκε τον Ιούλη του 1941 (την ίδια περίοδο με το ΕΕΑΜ), σχεδόν ταυτόχρονα με την πρώτη μαζική εκδήλωση αντίθεσης στο καθεστώς κατοχής στην Αθήνα, την συγκέντρωση των Κρητών εφέδρων πολεμιστών στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Με επίπονη προσπάθεια, στις δύσκολες συνθήκες της Κατοχής, η Πανυπαλληλική Επιτροπή κατάφερε να οργανώσει και την αποφασιστική μάχη των δημόσιων υπαλλήλων, για την επιβίωσή τους, τη μεγάλη απεργία, που ξεκίνησε στις 12 του Απρίλη 1942 από το Κεντρικό Ταχυδρομείο της Αθήνας και επεκτάθηκε, σε πολύ σύντομο διάστημα, σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης. Στο αποκορύφωμά της, αυτή η απεργία αγκάλιασε πάνω από 50.000 δημόσιους υπαλλήλους και υποχρέωσε την κατοχική κυβέρνηση να δεχτεί τα αιτήματα των απεργών, στις 21 του ίδιου μήνα.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα συνεχίσουν καθ’ όλο το έτος τον αγώνα τους για την επιβίωση μέσα από το κοινό μέτωπο όλων των λαϊκών στρωμάτων της πόλης, που προωθούσε η δράση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Σε αυτά τα πλαίσια είναι ενταγμένες και οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις της 20ής και 21ης του Δεκέμβρη 1942, που συγκλόνισαν την Αθήνα και τον Πειραιά. Το ότι σταμάτησε ο φοβερός λιμός του ’41-’42 οφείλεται κατά μεγάλο μέρος ακριβώς σε αυτόν το γιγάντιο κοινό αγώνα των εργαζομένων.

Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι τους εκπροσώπους της αστικής τάξης της χώρας μας, που έχοντας όλες τις ανέσεις, έκαναν «αντίσταση» από το ασφαλές Κάιρο, δεν τους συγκίνησε και τόσο, ούτε η λιμοκτονία του ελληνικού λαού, ούτε η πάλη του για την επιβίωση. Προβληματίστηκαν όμως σφόδρα από «…το γεγονός ότι όλοι οι πεινασμένοι και όλοι οι αγωνιζόμενοι συσπειρώνονται γύρω από το Κομμουνιστικό Κόμμα», όπως αναφέρει και ο Σαρλ Ντε Γκολ, στα «Πολεμικά Απομνημονεύματά» του (τόμος 1, Μόσχα 1957, σελ. 273).

Οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν περιορίστηκαν όμως μόνο σε αγώνες για τα δικαιώματά τους. Συνέβαλαν σημαντικά και στο γενικότερο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, όπως, π.χ., με την παρεμπόδιση της διαδικασίας συγκέντρωσης της αγροτικής παραγωγής για τα κατοχικά στρατεύματα, με την παροχή πολύτιμων πληροφοριών στις ΕΑΜικές οργανώσεις για τα σχέδια των κατακτητών και των ντόπιων οργάνων τους, κλπ. και βεβαίως συμμετέχοντας και στην ένοπλη πάλη μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ.

Ορόσημο για τον ενιαίο αγώνα των δημόσιων υπαλλήλων με τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα αποτέλεσε το έτος 1943, όταν οι οικονομικοί και πολιτικοί αγώνες του λαού όχι μόνο βρίσκονται σε ραγδαία άνοδο, αλλά περνούν και σε μια νέα, πιο ώριμη θα λέγαμε φάση, όσο αφορά στο περιεχόμενό τους.

Η ματαίωση της επιστράτευσης

Ηδη από τις αρχές του 1943, οι κατακτητές, για να εξοικονομήσουν δυνάμεις για το Ανατολικό Μέτωπο, προσπάθησαν, σε συνεργασία με την δοσίλογη κυβέρνηση, να επιστρατεύσουν Ελληνες και να τους στείλουν στα εργοστάσια της Γερμανίας.

Το σχετικό διάταγμα της επιστράτευσης, στηριγμένο στη διαταγή του αντιστρατήγου Αλεξάντερ Λερ, προέβλεπε την επιστράτευση Ελλήνων πολιτών για εργασία στην υπηρεσία των κατακτητών, συνέχεια της οποίας θα ήταν η αποστολή επιστρατευμένων Ελλήνων εκτός συνόρων της Ελλάδας. Οταν το διάταγμα στάλθηκε, το βράδυ της 22ης του Φλεβάρη, για να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, οι οργανώσεις των εργατοϋπαλλήλων του Εθνικού Τυπογραφείου ήταν αυτές που ειδοποίησαν την ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Ετσι το ΕΑΜικό κίνημα βρέθηκε σε ετοιμότητα ούτως ώστε να αποτρέψει τον τεράστιο κίνδυνο που απειλούσε το λαό.

Χάρη και στη μαζική συμμετοχή των δημόσιων υπαλλήλων, στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα του 1943 (αλλά και συνολικά του αντιστασιακού μαζικού κινήματος) ανήκουν: α) Η διαδήλωση στην Αθήνα εκατοντάδων χιλιάδων λαού στις 5.3.43, ενάντια στην πολιτική επιστράτευση, που στέφθηκε με πλήρη επιτυχία. Ανάγκασε τον Χίτλερ να πάρει πίσω τη διαταγή και γκρέμισε την κυβέρνηση Λογοθετόπουλου. β) Η διαδήλωση στην Αθήνα εκατοντάδων χιλιάδων λαού, στις 22.7.43, ενάντια στην κάθοδο των Βουλγάρων. Και αυτή ματαίωσε τα σχέδια των κατακτητών και των συνεργατών τους. Τέτοιες διαδηλώσεις ήταν μοναδικές στην κατεχόμενη Ευρώπη.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πτοήθηκαν ούτε από τις απειλές του νέου κατοχικού «πρωθυπουργού» Ι. Ράλλη, που πάντως έχει πολλαπλή αξία να τις θυμόμαστε τακτικά:

Μετά την παλλαϊκή διαδήλωση στις 5.3.43 κατά της πολιτικής επιστράτευσης, οι κατακτητές έχρισαν πρωθυπουργό τον Ιωάννη Ράλλη.

Η κυβέρνηση Ράλλη ορκίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό στις 7 του Απρίλη 1943. Και η πρώτη μεγάλη «πατριωτική» πράξη της ήταν το διάγγελμα του «προέδρου» της στους αντάρτες του ΕΛΑΣ να παραδώσουν τα όπλα, με την υπόσχεση αμνηστίας. Φέρει ημερομηνία 5 Μάη 1943 και δημοσιεύτηκε την αμέσως επομένη στις περισσότερες αθηναϊκές εφημερίδες.

«Ελληνες,

Αι δυνάμεις του Αξονος απεφάσισαν την διά συντόνου και μεγάλης ολκής στρατιωτικής δράσεως εκκαθάρισιν της χώρας μας από τας λυμαινομένας αυτήν συμμορίας, αι οποίαι καθοδηγούνται και χρηματοδοτούνται είτε από υπούλους και εχθρικάς ξένας προπαγάνδας, είτε από επικινδύνους υπονομευτάς του διέποντος ημάς κοινωνικού καθεστώτος, είτε από κοινούς κακοποιούς, είτε ακόμη από άφρονάς τινας ανευθύνους παράγοντας παρασυρθέντας και εμπνεομένους από εκείνους οι οποίοι, εν ευμαρεία και ασφαλεία ζώντες, αδιαφορούν διά τον όλεθρον που επαπειλεί ανά παν λεπτόν τους ελληνικούς πληθυσμούς και συνεπώς αυτήν ταύτην την ελληνικήν φυλήν. (…)

Ελληνες,

Υπενθυμίζω εις υμάς ότι αι Δυνάμεις του Αξονος, καίτοι έχουσαι να αντιμετωπίσουν όλας τας συνεπείας και τας βαρείας υποχρεώσεις του πρωτοφανούς εις έκτασιν πολέμου επέδειξαν εις πάσαν ευκαιρίαν την προς τον ελληνικόν λαόν συμπάθειάν των.

Μη λησμονείτε ότι διά γενναίας χειρονομίας των ηγετών της Γερμανίας και Ιταλίας ο ελληνικός στρατός αφέθη ελεύθερος, μη θεωρηθείς αιχμάλωτος πολέμου.

Μη λησμονείτε ότι ο ελληνικός λαός τελείως εγκαταλελειμμένος και αποκεκλεισμένος πανταχόθεν, θα κατεδικάζετο εις ομαδικόν εξ ασιτίας θάνατον, αν μη, παρ’ όλας τας τρομακτικάς δυσχερείας και παρ’ όλα τα εγκληματικά σαμποτάζ, επεσιτίζετο η χώρα μας, εκ του υστερήματός των, υπό των Δυνάμεων του Αξονος ως και αν δεν διευκόλυνον αύται την μεταφοράν δι’ ουδετέρων ατμοπλοίων, φορτίων απαραιτήτου διά την Ελλάδα σίτου και άλλων ειδών.

Μη λησμονείτε ότι δεν εδίστασαν αύται και εμπειρογνώμονας ακόμη να στείλουν εις την χώραν μας, διά να σώσουν τον ελληνικόν λαόν από τον εκφυλισμόν εκ της πείνης, ότε είδον την τρομεράν τραγωδίαν του χειμώνος του 1941. (σ.σ. Ολα αυτά τη στιγμή που η πείνα εξαπλώθηκε ακριβώς επειδή προηγήθηκε η επίταξη για την υποχρεωτική συντήρηση των κατοχικών στρατευμάτων!)

«Ελληνες,

Εις χείρας μας έγκειται η σωτηρία μας. Μη ακούετε την ύπουλον φωνήν των επικινδύνων εχθρών μας, των λύκων οι οποίοι έρχονται εν σχήματι προβάτων.

Ακούσατε την φωνήν μου, φωνήν ειλικρινούς πατριωτισμού, φωνήν τιμίας ελληνικής συνειδήσεως και βοηθήσατε να σώσωμεν όλοι μαζί την Μεγάλην και Αγαπητήν μας Πατρίδα και την Ελληνικήν Φυλήν.

Εν Αθήναις τη 5 Μαΐου 1943.

ΙΩΑΝΝΗΣ Δ. ΡΑΛΛΗΣ».

Ο αγώνας για τη διάσωση των αρχαιοτήτων

Μια σχετικά άγνωστη πτυχή της συνεισφοράς ενός τμήματος του ΕΑΜικού δ/υ κινήματος είναι όμως και ο αγώνας για τον πολιτισμό και για τη διάσωση των αρχαιοτήτων. Μέχρι σήμερα, καμιά κυβέρνηση δεν απαίτησε την επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών, παρόλο που ήδη από το 1946, οι υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (ΕΑΜ Αρχαιολόγων) κατέθεσαν επίσημα μια λεπτομερέστατη έκθεση. Βεβαίως, η δράση του ΕΑΜ Αρχαιολόγων δε σχετίζεται μόνο με την έκθεση αυτή. Καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής κατέβαλλε σοβαρές προσπάθειες για τη διάσωση των αρχαιολογικών θησαυρών, είτε παραχώνοντάς τους είτε προβαίνοντας σε έντονες διαμαρτυρίες (με κίνδυνο να υποστούν τις συνέπειες των χιτλεροκατακτητών) στους υπεύθυνους για τις πράξεις αρχαιοκαπηλίας (αυτούς που ο Ι. Ράλλης αποκαλούσε «εμπειρογνώμονας», που ήρθαν για να σώσουν την Ελλάδα!)

Το περιορισμένο του χρόνου δε μου επιτρέπει να επεκταθώ στην τεράστια συμβολή των εκπαιδευτικών στην Εθνική Αντίσταση. Εχει όμως νομίζω μεγάλη αξία, να αφιερωθεί ειδική μερίδα σε αυτό το θέμα. Προπαντός επειδή μπορεί να μας δώσει πολύ χρήσιμα συμπεράσματα και για το ρόλο και τις απαιτήσεις από τις σημερινές γενιές δασκάλων και εκπαιδευτικών.

Ενα ακόμα θέμα, που απαιτεί ειδική μερίδα, είναι η «ανταμοιβή» των αντιστασιακών υπαλλήλων για τη δράση τους. Οι απολύσεις, οι εξορίες, τα βασανιστήρια και οι εκτελέσεις των δημόσιων υπαλλήλων, ακριβώς επειδή είχαν τολμήσει να αντισταθούν στον κατακτητή, στο πλευρό του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.

Καθώς ακόμα η πραγματική ιστορία της Εθνικής Αντίστασης δεν έχει μπει στα σχολεία, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι και το κεφάλαιο αυτό των διώξεων θα διδαχθεί το αμέσως επόμενο διάστημα. Αν κάποιοι στην εκπαίδευση, φοβούνται ότι τα παιδιά θα «τρομάξουν» με τόσο άδικο αίμα που χύθηκε, ας διδάξουν στο μάθημα της λογοτεχνίας «Το τελευταίο μάθημα» της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Γενιά, και αναδημοσίευσε πρόσφατα το περιοδικό «Εθνική Αντίσταση» (τ. 129, Γενάρη-Μάρτη 2006).

  • Ομιλία που έγινε σε ημερίδα την οποία διοργάνωσε η ΑΔΕΔΥ στις 23 του Μάη 2006

 

Του
Νίκου ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΑΚΗ*
*Ο Νίκος Παπαγεωργάκης είναι μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Μια άλλη ματιά στο Τείχος του Βερολίνου: τα πως, τα γιατί και οι ερμηνείες του σήμερα (2)

Μια άλλη ματιά στις φιέστες για την «πτώση του Τείχους»
Οι πρωτεργάτες των ανατροπών ήταν δικαιωματικά και τα τιμώμενα πρόσωπα, στις φιέστες που έγιναν στο Βερολίνο

Associated Press

Πολλά έχουν γραφτεί και ακουστεί όλες αυτές τις μέρες για το Τείχος του Βερολίνου και τις φιέστες για την πτώση του, που στηρίζουν την κατασυκοφάντηση του σοσιαλισμού από διάφορα αστικά επιτελεία και την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην πρώην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Υπάρχουν όμως και «φωνές» μίας πιο νηφάλιας προσέγγισης του θέματος, όπως φαίνεται από άρθρα σε εφημερίδες που κάνουν μια διαφορετική προσέγγιση στο θέμα. Εκτενή αποσπάσματα από αυτά τα άρθρα αναδημοσιεύουμε παρακάτω.

Γιατί ακριβώς γιορτάζουμε;

Με τίτλο «Γιατί ακριβώς γιορτάζουμε την πτώση του Τείχους του Βερολίνου;», ο Τάσος Θεοδωρόπουλος γράφει – ανάμεσα στ’ άλλα – στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα»:

«Επειδή, έτσι γενικά και αόριστα και πολύ πιο βολικά, για κάποιους άλλους, το γκρέμισμα του Τείχους και η επανένωση των δύο Γερμανιών συμβολίζουν τη νίκη της ελευθερίας έναντι του απολυταρχισμού; Σύμφωνα με ποιον ακριβώς; Και από πότε ο Ρόναλντ Ρίγκαν, εφόσον εκείνος υποτίθεται ότι κίνησε τα νήματα ως τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, ταυτίζεται ως πολιτικός με την έννοια της ελευθερίας; Και πώς ορθώθηκε το ρημάδι; Ετσι μονομερώς, μια μέρα είπαν οι Σοβιετικοί «ακούστε, κουκλίτσες μου, θα φτιάξουμε ένα σοβατεπί για να σας κόψουμε τον βήχα»;…

Και τελικά, τι ακριβώς ξέρουμε εμείς, ως πολίτες του δυτικού κόσμου, μέσα από τον αστικό Τύπο για όλα αυτά; Κάτι περισσότερο ή κάτι λιγότερο απ’ όσα μάθαμε με ψεύτικους κορμοράνους μέσα στην πίσσα και πλαστογραφημένες ειδήσεις για το Βιετνάμ, τον Κόλπο, το Ιράκ, μέσα από κυρίαρχα ΜΜΕ που διαπλέκονται σε ένα τεράστιο φάσμα επιχειρηματικών και πολιτικών δραστηριοτήτων;

Μεγάλωσα σε μια φανατισμένη κομμουνιστική οικογένεια και συνήθισα, στη διάρκεια της εφηβείας μου, να αντιδρώ απέναντι σε όλα όσα αντιπροσώπευαν την άκα­μπτη κομματική λογική. Φτάνοντας όμως στο άλλο άκρο, την άκριτη αποδοχή μιας εκδοχής της Ιστορίας, γραμμένης κατά το δο­κούν και προοριζόμενης για μαζική κατανά­λωση και χειραγώγηση.

Δεν αμφισβητώ τις μαρτυρίες των Ανατολικογερμανών για τα τεκταινόμενα της εποχής, αμφισβητώ όμως τη μονόπλευρη διάδοση ιστοριών με το ένα πόδι στην αλήθεια και το άλλο στο κατευ­θυνόμενο μύθευμα, που πρέπει να τις ενστερνιστώ μόνο και μόνο γιατί έτσι αποφά­σισαν τα ειδησεογραφικά πρακτορεία.

Αμ­φισβητώ το τυχαίο ενός ασταμάτητου ντό­μινο στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 με τε­λικό στόχο τη διάλυση της ΕΣΣΔ, στο οποίο βασικοί παράγοντες και κινητήριος δύναμη δεν ήταν η λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά η εκ­μετάλλευση αυτής της δυσαρέσκειας από το Βατικανό, τη CIA και χίλιους άλλους παρόμοιους. Με τιμητική κατάληξη την αναζωπύρωση θρησκευτικών και τοπικιστικών φανατισμών, τον Εμφύλιο Πόλεμο και τη δι­αίρεση σε τεταρτημόρια ολόκληρων κρα­τών. Αυτά τα αιματοβαμμένα νέα σύνορα σε χώρες της Ευρώπης, όπως η Γιουγκοσλαβία, δεν υπολογίζονται σαν τείχος; Δεν χωρίζουν αδέρφια;

Σαν αντίλογο, μπορεί κάποιος να μου πει ότι, εκμεταλλεύσιμη από τρίτους ή όχι, η οργή των Ανατολικοευρωπαίων απέναντι στα καθεστώτα τους, εφόσον υπήρχε, αρκεί από μόνη της σαν αποδεικτικό στοι­χείο και κατηγορητήριο εναντίον των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων. Μονόπλευρη συλλογιστική με εφαρμογή μόνο στον έναν πόλο, αφού αν αυτό γίνεται δεκτό σαν αξίωμα, τότε το ίδιο πρέπει να εφαρμοστεί για τη λαϊκή δυσαρέσκεια ένεκα της κρίσης και της ανέχειας στην πλειονότητα των Δυτικοευρωπαίων. Πώς ακριβώς μετριέται μια ελευθερία, στα πλαίσια της οποίας αδυνατείς να εξασφαλίσεις τα απαραίτητα της διαβίωσης και της εκπαίδευσής σου;

Και τελικά, ποιου Τείχους το γκρέμισμα είναι σημαντικότερο; Του Τείχους – κατασκευή που διχοτομεί μια πόλη (ως άμεση συνέπεια της συμπεριφοράς ενός κράτους και της κατοπινής συμφωνίας των εκ διαμέτρου αντίθετων ιδεολογι­κά νικητών του πολέμου) ή του ταξικού τείχους, αυτού που ορθώνεται ανάμεσα σε ανθρώπους, χωρίζοντάς τους σε πολίτες δύο, τριών και τεσσάρων κατηγοριών επιπέδου ζωής και ευκαιριών;»…

Πανηγύρια και φιέστες

Με τίτλο «Πανηγύρια και φιέστες για το Τείχος», ο Θοδωρής Λάμπρος, BA Modern History, MA Mediterannean Studies, γράφει μεταξύ άλλων στην εφημερίδα «Πρώτη» της Ηλείας (11/11/2009):

«Οσοι είχατε την ευκαιρία να παρακολουθήσετε τα προχθεσινά δελτία ειδήσεων, είδατε τις πανηγυρικές εκδηλώσεις και φιέστες για την επέτειο των 20 χρόνων από την πτώση του «Τείχους» του Βερολίνου. Τα αισθήματα που αποκόμισα από τις εικόνες που παρακολούθησα στα δελτία των ειδήσεων, παρέπεμπαν σε ένα «πανηγύρι», ας μου επιτραπεί ο όρος, και μια πολυδιαφημιζόμενη φιέστα όπου ηγέτες ξένων κρατών και προσωπικότητες που σημάδεψαν εκείνα τα χρόνια παραβρέθηκαν και συμμετείχαν στις προχθεσινές εκδηλώσεις.

Εκδηλώσεις που είχαν ως βασικό στόχο να αμαυρώσουν και να διαστρεβλώσουν τον σοσιαλισμό που έζησαν για αρκετά χρόνια οι πολίτες της τότε Ανατολικής Γερμανίας και να δημιουργήσουν στον κόσμο την ιδέα ότι το καπιταλιστικό σύστημα και η ζωή στην ενωμένη πλέον Γερμανία δεν έχει καμιά μα καμιά σχέση με την ζωή στη τότε Ανατολική Γερμανία. Να δημιουργήσουν την εικόνα ότι όλα είναι ρόδινα στην ενωμένη πλέον Γερμανία, ότι οι πολίτες δεν έχουν προβλήματα, ανασφάλειες, φοβίες, εργασιακή ανασφάλεια, τρομοκρατία. Αυτή η εικόνα μου δημιουργήθηκε εμένα, του απλού Ελληνα, από τις προχθεσινές εκδηλώσεις για το «τείχος».

Χαρακτηριστική εικόνα της «φιέστας» που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο ήταν αυτή του Λεχ Βαλέσα, που ως ηγέτης του Συνδικάτου «Αλληλεγγύη» στην Πολωνία επί χρόνια και με την αμέριστη αρωγή των υπηρεσιών της Δύσης, αλλά και του μακαρίτη πλέον Πάπα Ιωάννη Παύλου του Β’, αποτελούσε την αιχμή του δόρατος του ιμπεριαλισμού εναντίον των σοσιαλιστικών χωρών. Αυτός έσπρωξε το πρώτο κομμάτι του τεράστιου «ντόμινο» από κουτιά ύψους 2,5 περίπου μέτρων που είχε στηθεί στο κέντρο του Βερολίνου μεταξύ της πλατείας Πότσνταμερ και της Ράιχστανγκ και σε μήκος 1,5 χιλιομέτρου που συμβόλιζε την κατάρρευση του «σιδηρού παραπετάσματος».

Στο Βερολίνο βρέθηκαν επίσης ηγέτες κρατών όπως ο Βρετανός Πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν, ο Γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, ο Ρώσος Πρόεδρος Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, καθώς και η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον. Η Γερμανίδα Καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, ο Λεχ Βαλέσα, ο πρωτεργάτης κατ’ εμέ της αντεπανάστασης στην πρώην Σοβιετική Ενωση Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και ο πρώην ηγέτης της Ουγγαρίας Μίκλος Νέμετς διέσχισαν συμβολικά την γέφυρα Μπορνχόλμερ στο πρώτο σημείο ελέγχου που άνοιξε μεταξύ Ανατολικού και Δυτικού Βερολίνου.

Η Γερμανίδα Καγκελάριος δήλωσε απερίφραστα ότι τα ιστορικά γεγονότα του 1989 «ήταν αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορίας καταπίεσης», ενώ δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ που έκανε δυνατή την αλλαγή στην Ανατολική Γερμανία.

Το πιο κωμικοτραγικό όμως στοιχείο, φίλοι αναγνώστες και αναγνώστριες, ήρθε από την Αμερικανίδα Υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον η οποία σε δηλώσεις της για την επέτειο των 20 χρόνων από την πτώση του «τείχους» είπε τα εξής: «Πρέπει να διαμορφώσουμε μια ακόμα πιο δυνατή συνεργασία για να ρίξουμε τους τοίχους του 21ου αιώνα και για να αντιμετωπίσουμε αυτούς που κρύβονται πίσω τους: βομβιστές, καμικάζι, εκείνους που δολοφονούν και τραυματίζουν κορίτσια που η μόνη τους επιθυμία είναι να πάνε στο σχολείο, ηγέτες που επιλέγουν την δική τους μοίρα από την μοίρα των άλλων».

Τι θράσος, αλήθεια, από την Αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών όταν η χώρα της με τις πολιτικές της αιματοκύλησε ανθρώπινες ζωές στην πρώην Γιουγκοσλαβία σκοτώνοντας αμάχους, παιδιά και αθώα κοριτσάκια. Μόνο που κι εκείνα, κυρία Κλίντον, είχαν ως μοναδική επιθυμία να πηγαίνουν σχολείο για να μάθουν γράμματα αλλά οι πιλότοι των ΗΠΑ τούς έριχναν βόμβες κοπτόμενοι για το καλό της χώρας.

Οταν οι ΗΠΑ επίσης πραγματοποιούσαν τις επεμβάσεις τους στο Ιράκ, δήθεν για να το προστατέψουν από τον δικτάτορα Σαντάμ που και αυτόν τον «ξέκαναν» με τον πιο άνανδρο και χείριστο τρόπο. Αλλά βέβαια κανείς δεν λέει για τα μεγάλα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και άλλα πολλά. Για όλα, βλέπετε, φταίει ο σοσιαλισμός»…