Ο ναζισμός για τις γυναίκες, χθες και σήμερα

nazi kai gynaikes2

Στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης και των δυσκολιών που συναντά η αστική πολιτική διαχείρισής της, οι πολιτικές δυνάμεις, οι οργανώσεις και τα κόμματα που κινούνται στο τόξο του εθνικισμού, του ρατσισμού και του αντικομμουνισμού αποτελούν εφεδρεία για την αστική τάξη. Το τελευταίο διάστημα, και ιδιαίτερα μετά τις δυο εκλογικές αναμετρήσεις, στην πολιτική σκηνή βρέθηκαν, με πιο διακριτό τρόπο και ρόλο, δυνάμεις όπως η εθνικοσοσιαλιστική – φασιστική «Χρυσή Αυγή» (ΧΑ). Παράλληλα συντελούνται διεργασίες εμφάνισης και άλλων εθνικιστικών μορφωμάτων και μετακινήσεις ανάμεσά τους. Οι δυνάμεις αυτές επιλέγουν, στη σημερινή τουλάχιστον συγκυρία, να αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικιστικές, να προτάσσουν τον «εθνικισμό» προκειμένου να συγκαλύπτουν τον πραγματικό εθνικοσοσιαλιστικό τους χαρακτήρα.

Η διαμόρφωση της ΧΑ σε κοινοβουλευτική δύναμη σε συνθήκες κρίσης συντελέστηκε σε σύνδεση με τη διαρροή ψηφοφόρων της ΝΔ, την αποδυνάμωση του εθνικιστικού κόμματος του ΛΑ.Ο.Σ. αλλά και την εκλογική προσχώρηση ψηφοφόρων που διέρρευσαν από το ΠΑΣΟΚ. Στην ενίσχυση των εκλογικών ποσοστών της με ψηφοφόρους προερχόμενους από διαφορετικά κόμματα έπαιξαν ρόλο δύο κύρια ιδεολογήματα, τα οποία βέβαια δεν προβλήθηκαν μόνο από τη ΧΑ αλλά υιοθετήθηκαν και από άλλες πολιτικές δυνάμεις: Αφενός η προβολή της διαφθοράς των πολιτικών και του κοινοβουλίου, με τα γνωστά συνθήματα φασίζουσας απόχρωσης. Αφετέρου η ρατσιστική προπαγάνδα και η στοχοποίηση των μεταναστών, καθώς μια σειρά από υπαρκτά προβλήματα που δημιούργησε η αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος προς την Ελλάδα, αξιοποιήθηκαν για να αποπροσανατολιστούν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα από την πραγματική αιτία τους. Η εθνικοσοσιαλιστική ναζιστική φασιστική οργάνωση της ΧΑ προορίζεται να λειτουργήσει ως μαστίγιο και δύναμη κρούσης ενάντια στους αγώνες του εργατικού και λαϊκού κινήματος και -αν αυτό χρειαστεί- να γίνει σανίδα σωτηρίας για τα μονοπώλια και την εξουσία τους. Στηρίζεται από σημαντικούς θύλακες του κράτους και του παρακράτους, ενώ διασυνδέεται και με εγκληματικές οργανώσεις και κυκλώματα.

Με βάση τόσο την ιστορική πείρα από τα εθνικοσοσιαλιστικά ναζιστικά – φασιστικά καθεστώτα όσο και τις θέσεις της ΧΑ σήμερα, είναι ξεκάθαρο πως οι δυνάμεις του «εθνικισμού» είναι δυνάμεις αστικές ως προς το χαρακτήρα τους, ως προς την ουσία της πολιτικής τους. Τα καθεστώτα αυτά στηρίχτηκαν από το μονοπωλιακό κεφάλαιο ως πιο κατάλληλα να ασκήσουν την πολιτική που οι συγκεκριμένες συνθήκες απαιτούσαν. Η αλλαγή της μορφής του αστικού πολιτεύματος από κοινοβουλευτική δημοκρατία σε φασιστική δικτατορία είναι αλλαγή που αφορά μόνο το πολιτικό περίβλημα και όχι το χαρακτήρα και τη φύση του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος: Ο φασισμός και ο ναζισμός είναι καπιταλισμός1.

Τα ναζιστικά – φασιστικά κόμματα είναι κόμματα του κεφαλαίου, οργανώσεις της αστικής τάξης. Επιδιώκουν να διαμορφώσουν μαζική βάση, όχι μόνο εκλογική αλλά και δυνάμεις οργανωμένες με στόχο την παρέμβαση στο εργατικό κίνημα καθώς και στο κίνημα των μεσαίων στρωμάτων. Αποτελούν όχημα για να διεισδύουν στα εργατικά – λαϊκά στρώματα αντιδραστικές ιδέες. Η δεξαμενή από την οποία αντλούν είναι τα μικροαστικά και εν μέρει τα μεσοαστικά στρώματα, αλλά και τμήματα της εργατικής τάξης με χαμηλή ταξική συνείδηση, όπως και λούμπεν στοιχεία.

Προσπάθεια να δημιουργήσει μαζική βάση με παρόμοια σύνθεση κάνει σήμερα και η ΧΑ. Από κοινωνική άποψη, απευθύνεται και στοχεύει σε εξαθλιωμένα τμήματα της εργατικής τάξης, σε νέες ηλικίες, σε μεσαία στρώματα και ιδιαίτερα της υπαίθρου, όπου μπορεί να εκμεταλλευτεί μια μεγαλύτερη πολιτική βάση που είχε η στρατιωτική χούντα. Σήμερα η ΧΑ έχει διευρυνθεί και από τμήματα του λαού που δε συγκαταλέγονται στον παγιωμένο ακροδεξιό χώρο και δεν αυτοκατατάσσονται σε αυτόν, έλκονται όμως από την προπαγάνδα της και την εντύπωση που καλλιεργείται πως είναι αντισυστημική δύναμη. Οι γυναίκες φαίνεται να αποτελούν μικρό κομμάτι των οργανωμένων δυνάμεων της ΧΑ, των δυνάμεων που συσπειρώνονται γύρω από τη δράση της. Παρόλα αυτά η προσπάθεια που κάνει είναι αρκετά συστηματική και προσανατολισμένη. Εχει σημασία όχι μόνο πόσες γυναίκες εμπλέκονται ενεργά σε δραστηριότητες της ΧΑ, αλλά και σε ποιο βαθμό και έκταση επιδρούν στη συνείδηση ευρύτερου τμήματος γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων οι αντιδραστικές και σκοταδιστικές αντιλήψεις, που δεν καλλιεργούνται μόνο από τη ΧΑ αλλά και από άλλες πολιτικές δυνάμεις.

Στο επίπεδο της ιδεολογίας ο εθνικοσοσιαλισμός αποτελεί συγχώνευση του εθνικισμού με μικροαστικές «σοσιαλιστικές» αντιλήψεις που δεν έχουν καμία σχέση με τη θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού. Στην περίοδο του Μεσοπολέμου ο εθνικοσοσιαλισμός συνδέθηκε με πολιτικές παροχών, αρχικά με τα συστήματα πρόνοιας και προστασίας των ανέργων, στη συνέχεια με την αύξηση της απασχόλησης της εργατικής τάξης με την ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας και την ταύτιση του εργατικού συμφέροντος με τη νίκη της Γερμανίας στον πόλεμο. Ο εθνικοσοσιαλιστικός χαρακτήρας της ΧΑ αποδεικνύεται από μια σειρά εξωτερικά γνωρίσματα, όπως ο ναζιστικός χαιρετισμός και τα ναζιστικά σύμβολα. Πέρα από αυτά όμως, χαρακτηριστική είναι η θέση της που υποστηρίζει την υπεροχή του ελληνικού έθνους, θεωρεί φυλετικούς εχθρούς και απειλή για την «καθαρότητα της φυλής» τους μετανάστες και συγκεκριμένα τους μετανάστες με σκούρο χρώμα δέρματος, όπως αντίστοιχα θεωρούσε τους Εβραίους ο Χίτλερ. Επίσης αξιοποιεί τη φασιστική δημαγωγία περί κοινωνικών παροχών και παροχών πρόνοιας στους εξαθλιωμένους Ελληνες, ενώ μιμείται τους Ναζί στη Γερμανία και όσον αφορά τις πρακτικές των ταγμάτων εφόδου, που λειτούργησαν σαν δολοφονικά όργανα καταστολής και τσακίσματος του κινήματος.

Η μελέτη πλευρών της ιστορικής πείρας σχετικά με τις θέσεις και την πολιτική του εθνικοσοσιαλισμού όσον αφορά τις γυναίκες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ναζιστικό κόμμα στη Γερμανία (NSDAP) κατά την περίοδο του «Τρίτου Ράιχ», είναι χρήσιμη από την άποψη της πιο αποτελεσματικής αντιπαράθεσης με τη ΧΑ και τις άλλες συγγενικές της δυνάμεις, με στόχο την αποκάλυψη των αντιδραστικών απόψεων και πολιτικών που υπερασπίζονται, όσον αφορά τη λαϊκή οικογένεια και ιδιαίτερα τις γυναίκες που ανήκουν σε αυτή. Παρά το γεγονός ότι η ΧΑ έχει απωθήσει από την πρώτη γραμμή της προπαγάνδας της την υποστήριξη του ναζισμού, προκειμένου να μην αποτελεί βαρίδι στην προσπάθειά της να προσεγγίσει λαϊκά στρώματα, η ιστορική πείρα από τα πεπραγμένα του ναζισμού και η ιστορική μνήμη που υπάρχει και στην Ελλάδα, αναδείχνουν ότι στην ουσία έχει ως σημείο ιδεολογικής και πολιτικής αναφοράς το NSDAP, τις θέσεις του και τις πολιτικές που αυτό άσκησε.

Μια αναφορά στη θέση των γυναικών πριν την επικράτηση του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, το 1933, είναι σκόπιμη προκειμένου να αποτυπωθεί καλύτερα ποια ήταν η θέση των γυναικών, ποιες μεταβολές βρίσκονταν σε εξέλιξη κατά τη διάρκεια της λεγόμενης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης2 και με ποιο τρόπο επέδρασε το ναζιστικό καθεστώς και οι πολιτικές του στη συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική παραγωγή, στις κοινωνικές παροχές, στις αντιλήψεις για τη θέση και το ρόλο των γυναικών.

nazi kai gynaikes3

Aφίσα του 1936: Aκόμη και σύ ανήκεις στο φύρερ

Η ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος διαμόρφωσε δημογραφικά δεδομένα που επέδρασαν στην εργασία των γυναικών ενισχύοντας την τάση αύξησής της. Το τέλος του πολέμου βρήκε τις γυναίκες να υπερέχουν αριθμητικά των αντρών, αφού σχεδόν 1,7 εκατομμύρια Γερμανοί σκοτώθηκαν κατά τη διάρκειά του. Στα χρόνια του Μεσοπόλεμου οι γυναίκες ήταν περίπου 2 εκατομμύρια περισσότερες από τους άντρες. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του 1925, το 67,7% του ανδρικού πληθυσμού άνω των 20 ετών ήταν παντρεμένοι, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το γυναικείο πληθυσμό περιοριζόταν στο 60% του συνόλου του.3 Ο μεγάλος αριθμός των γυναικών που είτε παρέμεναν ανύπαντρες είτε είχαν μείνει χήρες ή ορφανές αναγκαζόταν αντικειμενικά να στραφεί στην αναζήτηση εργασίας.

Από το 1916 έως το 1929 και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οι διαδικασίες εκβιομηχάνισης προκάλεσαν αλλαγές στην εργασία των γυναικών, η οποία σημείωσε αύξηση αλλά με ρυθμό αρκετά πιο αργό σε σύγκριση με την εργασία των ανδρών. Το 1925 υπήρχαν 22,6 εκ. άντρες άνω των 15 ετών, από τους οποίους οικονομικά ενεργοί ήταν τα 20,53 εκ. Αντίστοιχα υπήρχαν 24,28 εκ. γυναίκες άνω των 15 ετών, από τις οποίες 11,48 εκ. θεωρούνται οικονομικά ενεργές4. Από τις οικονομικά ενεργές γυναίκες, μισθωτές (και άνεργες) ήταν μόνο τα 4,2 εκ., δηλαδή περίπου το ένα τρίτο αυτών. Από το σύνολο των μισθωτών γυναικών που καταγράφεται, το 1 εκ. αφορούσε εργάτριες γης και άλλο 1 εκ. οικιακές βοηθούς. Οι εργάτριες στη βιομηχανία και τη βιοτεχνία ήταν 2,2 εκ. και σε μεγάλο ποσοστό συγκεντρώνονταν σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως στην κλωστοϋφαντουργία και τα τρόφιμα, σε κακοπληρωμένες και ημι-ειδικευμένες θέσεις εργασίας.5 Στην πλειοψηφία τους οι γυναίκες το 1925 εξακολουθούσαν να ζουν είτε από το μισθό των συζύγων και των παιδιών τους είτε από συντάξεις χηρείας που λάμβαναν, χωρίς να εργάζονται στην κοινωνική παραγωγή.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 μια σειρά επιχειρήσεις προχώρησαν σε επενδύσεις με στόχο την εκμηχάνιση της παραγωγής τους.6 Η διαδικασία αυτή είχε ως αποτέλεσμα να εκτοπιστούν οι παλιότερες επιχειρήσεις που απασχολούσαν ειδικευμένο αντρικό εργατικό δυναμικό. Αυξήθηκε η ζήτηση για ανειδίκευτο γυναικείο εργατικό δυναμικό, αφού η εισαγωγή μηχανών έκανε δυνατή την εργασία των γυναικών σε τομείς και κλάδους που προηγούμενα εργάζονταν άντρες, ενώ οι εργοδότες προτιμούσαν να προσλαμβάνουν γυναίκες, καθώς οι μισθοί τους ήταν πιο χαμηλοί και οι ίδιες ως εργαζόμενες θεωρούνταν πιο πειθήνιες.

Σημαντική μεταβολή παρουσίασε ο αριθμός των γυναικών υπαλλήλων. Το 1925 υπήρχαν 1,5 εκ. γυναίκες υπάλληλοι, αριθμός τριπλάσιος σε σύγκριση με το 1907.7 Μια σειρά θέσεις εργασίας, όπως υπάλληλοι, δακτυλογράφοι, πωλήτριες, κατώτερες διοικητικές θέσεις, απευθύνονταν κυρίως σε γυναίκες και ήταν πολύ πιο ελκυστικές, καθώς συνεπάγονταν πολύ λιγότερη κούραση σε σύγκριση με τη χειρωνακτική δουλειά και καλύτερη αμοιβή.

Ωστόσο η εργασία στο εμπόριο, σε διοικητικές και άλλες υπηρεσίες, στη βιομηχανία συνυπήρχε με παλιότερες, προκαπιταλιστικές μορφές εργασίας, με την απασχόληση των γυναικών στην οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση ή μικρή επιχείρηση. Οι γυναίκες αποτελούσαν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού στον αγροτικό τομέα. Το 1925 οι γυναίκες συμβοηθούντα μέλη στις οικογενειακές φάρμες έφταναν τα 3.578.000. Παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των εργαζόμενων στην αγροτική παραγωγή μειώθηκε κατά τη δεκαετία του 1920, με συνέπεια να μειωθεί σημαντικά και ο αριθμός των γυναικών, ωστόσο αυτός παρέμενε υψηλός: Το 1925 τα συμβοηθούντα μέλη και οι εργάτριες γης σχημάτιζαν τη μεγαλύτερη ομάδα των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, φτάνοντας τα 4,63 εκ. Οσον αφορά τις γυναίκες αυτές, πρέπει να σημειωθούν οι ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες δουλειάς τους, αλλά και το γεγονός πως οι οικογένειες των αγροτών ήταν μεγαλύτερες από αυτές των κατοίκων των πόλεων, είχαν περισσότερα παιδιά, πράγμα που πολλαπλασίαζε τα βάρη για τις γυναίκες.8

Πολύ λίγες γυναίκες διέθεταν υψηλή επαγγελματική ειδίκευση κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Κάποια αλλαγή είχε σημειωθεί στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Το 1931 ο αριθμός των γυναικών που φοιτούσαν στο πανεπιστήμιο έφτασε τις 19.000, αλλά μόνο στην ιατρική και τη δημόσια διοίκηση οι γυναίκες είχαν καταφέρει να καθιερωθούν σε σημαντικό βαθμό και βέβαια η συμμετοχή αφορούσε κατά κύριο λόγο τις γυναίκες της αστικής τάξης. Οι γυναίκες γιατροί έφταναν τις 3.500. Οι πιέσεις και οι προκαταλήψεις που έπρεπε να ξεπεράσουν οι γυναίκες για να ακολουθήσουν μια επαγγελματική σταδιοδρομία αποδεικνύονταν ισχυρές και επίμονες. Η πιο συχνή πηγή εισοδήματος για τις γυναίκες με ανώτερη μόρφωση παρέμενε η διδασκαλία. Ο αριθμός των γυναικών δασκάλων αυξήθηκε αργά αλλά σταθερά, φτάνοντας τις 100.000 περίπου το 1925. Οι θέσεις αυτές όμως αφορούσαν εργαζόμενες με μικρότερες αμοιβές σε σύγκριση με τους άντρες. Οι γυναίκες θεωρούνταν κατάλληλες για την εκπαίδευση των μικρών παιδιών και των κοριτσιών, ενώ οι άντρες δίδασκαν τα αγόρια. Μια άλλη μεγάλη κατηγορία αποτελούσαν οι 130.000 νοσοκόμες.9

Ο αριθμός των γυναικών με εργασία και ασφάλιση αυξήθηκε κατά 20% από το καλοκαίρι του 1925 έως το καλοκαίρι του 1929. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1929 οδήγησε σε απότομη και βίαιη ανακοπή της τάσης αύξησης της απασχόλησης των γυναικών, επέδρασε καθοριστικά στην τάση απομάκρυνσης των γυναικών από την παραγωγή, στις απόψεις και αντιλήψεις που τη συνόδευσαν. Υπολογίζεται πως η εργασία των γυναικών κατέγραψε πτώση της τάξης του 12% από το 1925 έως το 193310, ενώ οι πολιτικές του ναζιστικού καθεστώτος στα 1933 και 1934 ενίσχυσαν την τάση αυτή.

Το μέγεθος των οικογενειών μειωνόταν με ταχύτατο ρυθμό. Κατά τη δεκαετία του 1920 η τάση για τη δημιουργία μικρότερων οικογενειών είχε γίνει κυρίαρχη στον αστικό πληθυσμό και μέχρι το 1933 το μέσο μέγεθος του νοικοκυριού σε κάθε γερμανική πόλη είχε πέσει κάτω από τα 4 άτομα.11 Για παράδειγμα, στο Βερολίνο σημειώνεται ο χαμηλότερος δείκτης γεννήσεων σε σύγκριση με κάθε άλλη πόλη στον κόσμο: Το 1933 το 35% όλων των παντρεμένων ζευγαριών δεν είχαν παιδιά, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο σε σύγκριση με τον εθνικό μέσο όρο.12Την ίδια χρονιά υπολογίζεται πως το μισό του πληθυσμού ζούσε σε μικρά νοικοκυριά που αποτελούνταν από 1 έως 4 μέλη, ενώ το 1910 τα νοικοκυριά αυτά αναλογούσαν στο 1/3 του πληθυσμού.13

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία υποδηλώνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, που σηματοδότησαν σημαντική μεταβολή στη ζωή των γυναικών. Οι όποιες αλλαγές δεν αποτυπώθηκαν ωστόσο στο οικογενειακό δίκαιο, το οποίο παρέμενε χωρίς αλλαγή από το 1920 και εκχωρούσε στο σύζυγο σχεδόν αποκλειστικά δικαιώματα πάνω στην περιουσία της συζύγου και στα παιδιά.

Ο χαρακτηριστικός κύκλος ζωής των γυναικών, με τη βαριά χειρωνακτική δουλειά που ξεκινούσε από μικρή ηλικία, τερματιζόταν με το γάμο και τις επαναλαμβανόμενες εγκυμοσύνες και κατέληγε συχνά σε πρόωρο θάνατο, είχε περιοριστεί σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας και τομείς της οικονομικής ζωής, κυρίως στην αγροτική παραγωγή, που βρίσκονταν μεν σε πορεία συρρίκνωσης, είχε δε σχετικά μεγάλες ακόμα διαστάσεις.14

Η πτώση του δείκτη των γεννήσεων έγινε αφορμή για ιδεολογική επίθεση από μια σειρά πολιτικές δυνάμεις, με αιχμή την υποτιθέμενη επικείμενη δημογραφική καταστροφή. Τα βασικά σημεία των αντιλήψεων αυτών δεν ανήκαν αποκλειστικά στους Ναζί, αλλά φορείς τους ήταν και άλλα συντηρητικά κόμματα, όπως το Κόμμα του Κέντρου, αλλά και η Καθολική εκκλησία. Οι αντιλήψεις και η συγκεκριμένη ιδεολογική επίθεση βρίσκονταν σε αντιστοιχία με μια σειρά πολιτικές επιλογές, πριν ακόμα από την επικράτηση των εθνικοσοσιαλιστών. Π.χ. ο καγκελάριος Μπρούνινγκ, προερχόμενος από το Κόμμα του Κέντρου, είχε εισάγει το 1930 υψηλότερη φορολογία για τους άγαμους. Επίσης, οι κυβερνήσεις των Μπρούνινγκ και Φον Πάπεν είχαν προχωρήσει σε μειώσεις του αριθμού των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων το 1931 και 1932.

Το 1933, όταν η διακυβέρνηση της Γερμανίας πέρασε στα χέρια του ναζιστικού κόμματος, η περίοδος της σχετικής προόδου όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών στην παραγωγή έχει ήδη τερματιστεί. Η οικονομική κρίση του 1929 είχε ήδη σηματοδοτήσει μια αντίστροφη πορεία, με την αποβολή των γυναικών από την παραγωγική διαδικασία. Παράλληλα είχαν εμφανιστεί και σε ένα βαθμό διαδοθεί οι αντιδραστικές αντιλήψεις πως η γυναικεία εργασία ευθύνεται για τη διογκούμενη ανεργία. Είχαν ήδη εκδηλωθεί, στο γενικό τουλάχιστον περίγραμμά τους, οι απόψεις που υποστήριζαν από τη μια την ανάγκη να απομακρυνθούν οι γυναίκες από τις θέσεις εργασίας σε όφελος των ανδρών και τόνιζαν από την άλλη την «ευθύνη» και το «καθήκον» του γυναικείου φύλου όσον αφορά την αναπαραγωγή της «γερμανικής φυλής».

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τα ζητήματα εργατικής και κοινωνικής πολιτικής των Ναζί έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, για την ώρα όμως δεν μπορούμε παρά μόνο να θέσουμε ορισμένα βασικά σημεία για παραπέρα μελέτη και επεξεργασία.

Οι Ναζί αξιοποίησαν τον κρατικό μηχανισμό της πρόνοιας σαν μηχανισμό πειθάρχησης της εργατικής τάξης. Μάλιστα, η μετατροπή της πρόνοιας από «υπηρεσία επιδομάτων» σε «υπηρεσία πληροφοριών» δεν ήταν καθόλου δική τους επινόηση, αλλά ξεκίνησε από τα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και συγκεκριμένα από τις κυβερνήσεις Μπρούνινγκ και Φον Σλάιχερ. Η Πρόνοια έθετε διαχωρισμούς και διακρίσεις ανάμεσα στους εργαζομένους και στους ανέργους, αλλά και ανάμεσα σε διαφορετικές κατηγορίες ανέργων, με αποκλεισμούς από τα επιδόματα. Ανάμεσα στις ομάδες που στερήθηκαν επιδόματα και παροχές στο όνομα της «αναγκαιότητας για μείωση του δημοσίου ελλείμματος» συγκαταλέγονται, εκτός από τους πιο απείθαρχους εργάτες, όσοι ήταν ασθενικοί, αλλά και οι νέοι κάτω των 21 ετών και ιδιαίτερα οι νέες γυναίκες που δεν είχαν παιδιά.15 Ο μηχανισμός της Πρόνοιας μετατράπηκε σε υπηρεσία πληροφοριών που κατέγραφε, κατηγοριοποιούσε και επιτηρούσε την εργατική τάξη και λειτουργούσε αποτρεπτικά ή τιμωρητικά όσον αφορά τη συμμετοχή της στους αγώνες. Σε μεγάλο μέρος του πέρασε στα χέρια των δήμων. Η αύξηση της ανεργίας ανάγκαζε χιλιάδες ανέργους να υφίστανται λεπτομερή καταγραφή και έλεγχο της προσωπικής τους ζωής, στην προσπάθειά τους να πείσουν το σύστημα δημοτικής πρόνοιας να τους χορηγήσει επίδομα ανεργίας ή κοινωνική ασφάλιση, τους καθιστούσε με τον τρόπο αυτό ευάλωτους σε κάθε είδους εκβιασμό.16 Οταν οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία, παρέλαβαν αυτό το μηχανισμό και συνέχισαν με παρόμοιο τρόπο τη λειτουργία του, συμπληρώνοντάς τον με μια παράλληλη δομή καταγραφής και διαχωρισμού των ατόμων στη βάση βιολογικών και φυλετικών κριτηρίων.17

Ιδεολογική βάση της ναζιστικής εργατικής πολιτικής αποτελούσε η άποψη για την αρμονία κεφαλαίου – εργασίας, η ταξική συνεργασία και ο χαρακτηρισμός όλων ως «παραγωγών», αφεντικών και εργατών. Το Γερμανικό Μέτωπο Εργασίας (DAF), που ιδρύθηκε στις 11 Μάη 1933, αποτελούσε τη «συνδικαλιστική» οργάνωση των Ναζί και βέβαια ήταν η μόνη τέτοια οργάνωση που μπορούσε να υφίσταται, αφού παράλληλα προχώρησαν σε κατάληψη όλων των γραφείων των συνδικάτων, σε κατάσχεση της ιδιοκτησίας τους και στη σύλληψη και φυλάκιση των ηγετών τους. Το DAF αποτελούσε έναν τεράστιο μηχανισμό στην υπηρεσία των Ναζί, με 27 εκατομμύρια υποχρεωτικά μέλη. Μέσα από αυτό καθοριζόταν η κίνηση του εργατικού δυναμικού και ασκούνταν ο έλεγχός του. Δίπλα στο DAF, ως βοηθητική οργάνωση, υπήρχε το «κίνημα Δύναμις δια της χαράς» που επέκτεινε τον έλεγχο στους εργαζόμενους και τις ώρες που βρίσκονταν εκτός δουλειάς.18

Οι υποσχέσεις και οι όποιες προσδοκίες για μείωση των φόρων και των τιμών από την πολιτική του ναζιστικού κόμματος διαψεύστηκαν πολύ γρήγορα. Δίπλα στη φορολογία προστέθηκαν και μια σειρά «εθελοντικοί» φόροι, όπως η συνδρομή στο DAF και σε άλλες ναζιστικές οργανώσεις. Οι τιμές σε βασικά είδη διατροφής αυξήθηκαν σημαντικά από την άνοιξη έως το χειμώνα του 1933: Η τιμή του βουτύρου αυξήθηκε κατά 46%, της μαργαρίνης 40%, του χοιρινού 36%. Η κατανάλωση ζάχαρης μειώθηκε κατά 30% και οι πωλήσεις της μαργαρίνης κατά 35% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο.19

Η ναζιστική Γερμανία επιδίωξε να πιστωθεί την καταπολέμηση της ανεργίας, τα ποσοστά της οποίας έγιναν εκρηκτικά κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, λόγω της εκδήλωσης της καπιταλιστικής κρίσης. Δίπλα στη μείωση της ανεργίας πρέπει κανείς να δει και τον αριθμό των εργατών που δούλευαν κάτω από καταναγκαστικό καθεστώς. Η ελεύθερη επιλογή θέσης εργασίας είχε καταργηθεί, με ορισμένες κρατικές επιχειρήσεις να επιβάλλουν όχι μόνο στρατιωτικούς κανονισμούς αλλά ακόμα και στρατιωτικές στολές στους εργαζομένους τους.20 Το Σεπτέμβρη του 1933 ο Γκέμπελς δήλωνε πως «το καλοκαίρι του 1935 δε θα υπάρχει ανεργία στη Γερμανία»21. Από τα 20,5 εκ. εργάτες και υπαλλήλους στο τέλος του 1932, τα 12 εκ. ήταν εργαζόμενοι και τα 8,5 εκ. άνεργοι. Στο τέλος του 1933, μετά από ένα χρόνο, οι εργαζόμενοι ήταν 13,3 εκ., άλλα 4,1 εκ. καταγράφονταν ως άνεργοι που αναζητούσαν εργασία, ενώ 3,1 εκ. δεν καταγράφονται ούτε ως εργαζόμενοι ούτε ως άνεργοι, αλλά είχαν «εξαφανιστεί» από τη στατιστική. Οι άνεργοι χωρίστηκαν σε τρία μέρη: Περίπου 4 εκ. συνέχισαν να λαμβάνουν ένα επίδομα – μέρος του μισθού, ένα δεύτερο μέρος περίπου 3 εκ. αντιμετωπίστηκε ως «αόρατο» και αφέθηκε στην εξαθλίωση, χωρίς καμία παροχή, ενώ ένα τρίτο μέρος περίπου 1 εκ. συγκεντρώθηκε στα Στρατόπεδα Εργασίας. Ενα μέρος επομένως του προλεταριάτου ζούσε σε στρατόπεδα, εργαζόταν χωρίς μισθό, σιτιζόταν ίσα-ίσα για να διατηρεί την ικανότητά του για εργασία, σε συνθήκες απαγόρευσης των σωματείων, χωρίς δικαίωμα σε ελεύθερο χρόνο και προσωπικές ελευθερίες, μακριά από το σπίτι και την οικογένειά του.22 Οι Ναζί συγκέντρωσαν πρώτους απ’ όλους στα Στρατόπεδα Εργασίας τους πολιτικούς τους αντιπάλους και μια σειρά άλλες κατηγορίες πολιτών, τους οποίους χαρακτήριζαν ως «αντικοινωνικούς». Ανάμεσα σε αυτούς περιλαμβάνονταν οι μακροχρόνια άνεργοι, άτομα με αναπηρία ή με ασθένειες που θεωρούνταν κληρονομικές, αλλά και γυναίκες που είχαν εμπλακεί σε πορνεία.23

Το ναζιστικό καθεστώς μετέτρεψε τις γυναίκες σε παρίες όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην κοινωνική παραγωγή. Υιοθέτησε μια γραμμή «προστατευτισμού» με έμφαση στη μητρότητα και το νοικοκυριό. Χαρακτηριστικό για την αντίληψη των Ναζί για τη θέση και το ρόλο της γυναίκας είναι το παρακάτω απόσπασμα από το λόγο που εκφώνησε ο Χίτλερ στις 8 Σεπτέμβρη 1934, σε γυναίκες του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος: «Αν ο κόσμος του άντρα είναι το κράτος, η δέσμευση και ο αγώνας του εκ μέρους της κοινότητας, τότε ίσως θα μπορούσαμε να πούμε πως ο κόσμος της γυναίκας είναι ένας μικρότερος κόσμος. Για αυτή ο κόσμος είναι ο σύζυγός της, η οικογένεια, τα παιδιά, το σπίτι της. Ομως, πού θα βρισκόταν ο μεγαλύτερος κόσμος αν κανείς δεν ήθελε να φροντίζει το μικρότερο κόσμο; Πώς θα συνέχιζε ο μεγάλος κόσμος να υπάρχει αν δεν υπήρχε κανείς που να κάνει τη φροντίδα για το μικρό κόσμο επίκεντρο της ζωής του; Ο μεγάλος κόσμος εξαρτάται από αυτό το μικρό κόσμο! Ο μεγάλος κόσμος δε θα μπορούσε να επιβιώσει αν ο μικρός κόσμος δεν ήταν ασφαλής»24. Στην κατεύθυνση που προσδιορίζεται από την αντίληψη αυτή κινήθηκαν οι ναζιστικές πολιτικές όσον αφορά τις γυναίκες στα πρώτα χρόνια του Τρίτου Ράιχ. Το πεδίο μέσα στο οποίο κινούνταν η αποδεκτή για το ναζιστικό καθεστώς δραστηριότητα των γυναικών οριοθετήθηκε από τα 3 «Κ», Kinder, Kuche und Kirche, δηλαδή παιδιά, κουζίνα και εκκλησία.25

Από το καλοκαίρι του 1933 χορηγούνταν δάνεια σε όσα νέα ζευγάρια προχωρούσαν σε γάμο. Το ποσό του δανείου ισοδυναμούσε κατά μέσο όρο με 4-5 μισθούς βιομηχανικού εργάτη και οι όροι αποπληρωμής ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί, αφού το δάνειο ήταν άτοκο και ο ρυθμός της αποπληρωμής του ήταν 1% κάθε μήνα. Μάλιστα, το μηνιαίο ποσό αποπληρωμής μειωνόταν κατά ¼ για κάθε παιδί που αποκτούσε το ζευγάρι. Η χρηματοδότηση για την παροχή των δανείων αυτών προερχόταν από τη φορολόγηση των ανύπαντρων. Αξίζει να σημειωθεί ιδιαίτερα η προϋπόθεση που συνόδευε τη δανειοδότηση του ζευγαριού, σύμφωνα με την οποία η γυναίκα, εφόσον εργαζόταν, έπρεπε να αποσυρθεί από την εργασία της. Από τον Αύγουστο του 1933 έως το Γενάρη του 1937 πήραν το συγκεκριμένο δάνειο 700.000 νέα ζευγάρια, δηλαδή πάνω από το ¼ των ζευγαριών που παντρεύτηκαν συνολικά.26 Στο χρηματικό ποσό του δανείου σημειώνονταν ακόμα διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες που ανήκαν σε μεσοαστικά στρώματα και λάμβαναν 800-1.000 μάρκα και στις γυναίκες των φτωχότερων μικροαστικών στρωμάτων στις οποίες χορηγούνταν μικρότερα δάνεια της τάξης των 200-300 μάρκων.27

Στην πράξη οι άντρες ήταν οι άμεσοι και ενδεχομένως στην πραγματικότητα οι κύριοι δικαιούχοι των πολιτικών του ναζιστικού καθεστώτος για τις γυναίκες. Οι πολιτικές του εθνικοσοσιαλισμού προς τις γυναίκες ήταν στην πραγματικότητα πολιτικές απόσυρσης από την εργασία, προτροπής για τεκνοποίηση με κρατική στήριξη, που απευθύνονταν περισσότερο προς τη μεσοαστική οικογένεια και λιγότερο προς την εργατική. Οι προτροπές των Ναζί για μεγάλες οικογένειες και πολλά παιδιά συμπληρώνονταν με την επίθεση στην εργασία των γυναικών, ειδικά των παντρεμένων, που τις απομάκρυνε από την παραγωγή και δεν τους επέτρεπε να συντηρούν πολυμελείς οικογένειες. Οι εργαζόμενες που ήταν παντρεμένες κατηγορούνταν ότι ζούσαν με δύο μισθούς, δηλαδή το δικό τους και του άντρα τους. Οι οικογένειες στις οποίες εργάζονταν ο σύζυγος και η σύζυγος ή ο πατέρας και η κόρη υπέστησαν μεγάλη πίεση στα 1933-1934, ώστε οι γυναίκες να αποσυρθούν από την εργασία, σε όφελος παντρεμένων άνεργων αντρών.28 Αυτή η τάση χαρακτήρισε κυρίως το δημόσιο τομέα και τα στρώματα της υπαλληλίας, ενώ είχε μικρή επίδραση στη βιομηχανία και το εμπόριο. Οι γυναίκες που εργάζονταν ως υπάλληλοι αποσύρονταν από την εργασία σε μεγαλύτερο ποσοστό παρά τους πιο ψηλούς μισθούς και τις καλύτερες συνθήκες εργασίας.

Παρά τη διάδοση των ναζιστικών απόψεων για τη γυναίκα και το καθήκον της να είναι αφοσιωμένη απόλυτα στο σύζυγο, τα παιδιά και την οικογένεια, η γυναικεία εργασία στη βιομηχανία δεν υποχώρησε θεαματικά: από το ποσοστό του 29,3% το 1933 έπεσε στο 25,2% το 1938.29 Από τη μια, τα συμφέροντα της εργοδοσίας απαιτούσαν φθηνό εργατικό δυναμικό και οι εργαζόμενες γυναίκες αποτελούσαν ακριβώς τέτοιο. Από την άλλη, οι ναζιστικές αντιλήψεις για το ρόλο των γυναικών δε φαίνεται να είχαν την ίδια απήχηση στις οικογένειες των εργατών, οι οποίες ούτως ή άλλως δεν μπορούσαν να επιβιώσουν με ένα μόνο μισθό. Ετσι, δίπλα στη ναζιστική προπαγάνδα για την αφοσίωση των γυναικών στα παιδιά και το νοικοκυριό υπήρχαν οι συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης για τις εργάτριες. Για παράδειγμα, οι εργάτριες στη σιδηρουργία στη Βεστφαλία αμείβονταν με μισθούς πείνας της τάξης των 20 πφένιχ την ώρα, ποσό μικρότερο κι από το μισό του μέσου μισθού των γυναικών, ή οι εργάτριες στην κλωστοϋφαντουργία στην περιοχή της Σιλεσίας που αμείβονταν ακόμα χειρότερα.30 Στα εργοστάσια ηλεκτρικών ειδών (AEG) το ωρομίσθιο των εργατριών έπεσε την περίοδο 1933-1934 από τα 64-68 πφένιχ στα 50-55 και μόνο μια απεργιακή κινητοποίηση εμπόδισε μια περαιτέρω μείωση στα 45 πφένιχ.31

Τα επόμενα χρόνια με την ένταση της πολεμικής προετοιμασίας
σημειώθηκε σημαντική αλλαγή στη στάση των Ναζί απέναντι στη γυναικεία εργασία. Στο τέλος της δεκαετίας του ’30 το ζήτημα της γυναικείας εργασίας έγινε ένα από τα πιο ακανθώδη εσωτερικά προβλήματα για το ναζιστικό καθεστώς. Η γυναικεία εργασία γινόταν σταδιακά όλο και πιο απαραίτητη στις πολεμικές προετοιμασίες, η επιστράτευσή τους όμως στην πολεμική βιομηχανία απαιτούσε τη λήψη μέτρων που έρχονταν σε δραματική αντίθεση με τις προηγούμενες ναζιστικές πολιτικές.

Η έλλειψη εργατικού δυναμικού εμφανίστηκε αρχικά το 1936. Ανάμεσα στον Ιούνη του 1936 και στο Νοέμβρη του 1937 η κυβέρνηση σταδιακά εξάλειψε την προϋπόθεση που απαιτούσε να αποσύρονται από την εργασία οι γυναίκες που λάμβαναν το δάνειο γάμου.32 Στα τέλη του 1938 τα κενά στην παραγωγή υπολογίζονταν σε 1 εκ., ενώ τα 3,5 εκ. γυναικών που δεν εργάζονταν και δεν είχαν παιδιά μικρότερα των 14 ετών αποτελούσαν την κύρια πιθανή δεξαμενή πρόσθετης εργασίας. Μέχρι το καλοκαίρι του 1939, πριν την εισβολή στην Πολωνία, μεγάλες εταιρίες είχαν αρχίσει να απορρίπτουν νέα συμβόλαια με τις ένοπλες δυνάμεις, επειδή η έλλειψη εργατικού δυναμικού ήταν τόσο σοβαρή που δεν μπορούσαν ούτε να υπολογίσουν το χρόνο παράδοσης.33

Το χειμώνα του 1939-1940, στα προεόρτια δηλαδή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, μπροστά στη σοβαρή έλλειψη εργατικού δυναμικού τέθηκε το ζήτημα της επιστράτευσης των γυναικών στην πολεμική βιομηχανία. Μαραθώνιες διαβουλεύσεις βρίσκονταν σε εξέλιξη προκειμένου να μπει σε εφαρμογή ένα σχέδιο επιστράτευσης του γυναικείου εργατικού δυναμικού. Τελικά, στις 4 Ιούνη 1940 ο Γκέρινγκ ανακοίνωσε πως δε θα υπογραφόταν κανένα τέτοιο διάταγμα και πως οι αιχμάλωτοι πολέμου θα αρκούσαν για να καλύψουν τις ανάγκες της Γερμανίας σε εργατικό δυναμικό, χωρίς η κυβέρνηση να χρειαστεί να βγάλει τις γυναίκες από το σπίτι.34 Κατά τη διάρκεια του πολέμου τα Στρατόπεδα Συγκέντρωσης λειτουργούσαν και ως δουλεμπορικά γραφεία και νοίκιαζαν εργαζόμενους σε επιχειρήσεις. Ωστόσο το θέμα δεν έκλεισε αλλά επανήλθε δυο φορές κατά το 1941, αν και απορρίφθηκε από τον ίδιο το Χίτλερ. Και πάλι το Γενάρη του 1943, μπροστά στην επίθεση του Κόκκινου Στρατού, οι γυναίκες από 17 έως 45 ετών κλήθηκαν να καταγραφούν από τις αρμόδιες αρχές για να εξεταστεί η δυνατότητά τους να εργαστούν στην πολεμική βιομηχανία. Σύμφωνα όμως με τις εκτιμήσεις των ίδιων των Ναζί αξιωματούχων η κίνηση κατέληξε σε αποτυχία.35

nazi kai gynaikes1

ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΦΥΛΗ

Η έμφαση που δόθηκε από τους Ναζί στον αναπαραγωγικό ρόλο των γυναικών συνδυάστηκε με τον αντισημιτισμό και την εμμονή στην υποτιθέμενη «μόλυνση της γερμανικής φυλής» από τους Εβραίους. Η καθαρότητα του αίματος, η αριθμητική υπεροχή, το σφρίγος της φυλής ήταν ιδεολογικοί στόχοι τόσο υψηλής προτεραιότητας ώστε κάθε άλλη δραστηριότητα των γυναικών εκτός από την ανατροφή των παιδιών παρουσιάστηκε ως δευτερεύουσας σημασίας.36 Οι γυναίκες αντιμετωπίστηκαν ως μηχανές αναπαραγωγής, ως εκτροφείς «φυλετικά καθαρών» παιδιών και μια σειρά μέτρα πάρθηκαν για τη διαπαιδαγώγησή τους στο ρόλο αυτό. Οι εκτρώσεις ήταν παράνομες και πριν, όμως το Μάη του 1933 οι Ναζί αύξησαν τις επιπτώσεις. Η μεγαλύτερη αυστηρότητα στην εφαρμογή του νόμου είχε ως αποτέλεσμα οι καταδίκες να αυξηθούν από 5.072 το 1934 σε 7.670 το 1938.37 Το Φλεβάρη του 1939 εισήχθη ειδικός φορολογικός συντελεστής 40% πάνω από το μέσο συντελεστή για όσα ζευγάρια δεν είχαν αποκτήσει παιδί μετά από 5 χρόνια γάμου.38

Η έμφαση στη μητρότητα είναι η μια όψη του νομίσματος, ενώ η άλλη πλευρά περιλαμβάνει τις αναγκαστικές στειρώσεις στις οποίες υποβλήθηκε ένας αριθμός ανθρώπων και βέβαια ένα κομμάτι γυναικών, που δεν θεωρήθηκαν «φυλετικά καθαροί», που θεωρήθηκαν φορείς κληρονομικά μεταδιδόμενων ασθενειών και η εφαρμογή της «ευγονικής», την οποία βάφτιζαν «δημογραφική πολιτική».

Η σημασία αλλά και το περιεχόμενο που απέδιδαν οι Ναζί στο ρόλο των γυναικών ως Αριων μητέρων αποτυπώνεται και στις σχετικές οργανώσεις που συστάθηκαν και λειτουργούσαν κάτω από την παρέμβαση και τον έλεγχό τους. Η οργάνωση «Μητέρα και Παιδί», σύμφωνα με στοιχεία από ναζιστικές πηγές, απασχολούσε 120.000 εργαζόμενους, διέθετε 26.000 παραρτήματα και είχε δώσει βοήθεια σε περισσότερες από 600.000 μέλλουσες μητέρες κατά τη διάρκεια του 1935.39 Επίσης λειτουργούσε το «σχολείο των μητέρων», στο οποίο εγκυμονούσες και μητέρες παρακολουθούσαν σε εθελοντική βάση μαθήματα για τη μητρότητα και το νοικοκυριό. Ο «Σταυρός της Μητέρας» αποτελούσε τη μεγαλύτερη διάκριση για τις γυναίκες: στις μητέρες 8 παιδιών αποδιδόταν ο χρυσός, στις μητέρες 6 παιδιών ο αργυρός και στις μητέρες 4 παιδιών ο χάλκινος.40

Η οργάνωση «Fraunenwerk» («Οργάνωση Γυναικών») που ασχολούνταν με την «εκπαίδευση» μητέρων και νοικοκυρών και την προπαγάνδα στις γυναίκες αποτελούσε μια από τις μεγαλύτερες οργανώσεις στις οποίες η συμμετοχή δεν ήταν υποχρεωτική. Ο αριθμός των μελών της υπολογίζεται μεταξύ 6 και 8 εκ. στα μέσα της δεκαετίας του ’30. Υπήρχε ακόμα η οργάνωση «Fraunenschaft» («Ενωση Γυναικών») με 2 εκ. μέλη, ανάμεσα στα οποία και ορισμένες γυναίκες μέλη του NSDAP.41 Οι μέθοδοι στρατολόγησης, η δομή, οι δραστηριότητες και η δύναμη των οργανώσεων αυτών δεν είναι γνωστές. Ωστόσο φαίνεται πως αποτελούσαν το πλαίσιο της κοινωνικής δραστηριότητας που όριζε το Τρίτο Ράιχ για τις γυναίκες και περιοριζόταν σε ό,τι θεωρούνταν «γυναικείες υποθέσεις».

Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ

Πριν το 1933 οι θέσεις του NSDAP για τις γυναίκες έβρισκαν ορισμένα ερείσματα σε συγκεκριμένα τμήματα του πληθυσμού: Από τη μια, η προγραμματική διακήρυξη των Ναζί πως η θέση των γυναικών ήταν στο σπίτι και στην οικογένεια τύγχανε σημαντικής αποδοχής από τους άντρες που εργάζονταν στους τομείς εκείνους όπου οι γυναίκες είχαν σημειώσει τη μεγαλύτερη πρόοδο και εκδηλωνόταν κάποιος ανταγωνισμός για τις θέσεις εργασίας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης (υπάλληλοι, διοικητικοί, ορισμένοι επαγγελματίες, δημόσιοι υπάλληλοι). Από την άλλη, οι επιθέσεις της ναζιστικής προπαγάνδας στις «έκφυλες» γυναίκες των πόλεων επιχειρούσαν να κεντρίσουν την αδιαμόρφωτη συνείδηση των περίπου 5 εκ. γυναικών χωρικών ή συμβοηθούντων μελών στις οικογενειακές μικρές επιχειρήσεις, που έβλεπαν σε αυτόν τον τρόπο ζωής μια απειλή για το παραδοσιακό σύστημα αξιών.42

Η σύνθεση του NSDAP περιλάμβανε κυρίως άντρες που ανήκαν σε μικροαστικά στρώματα. Σύμφωνα με μια στατιστική της 1ης Γενάρη 1935 το 7,3% όλου του «επαγγελματικά απασχολούμενου πληθυσμού» του Ράιχ ήταν μέλη του NSDAP, πρόκειται δηλαδή για ένα πολύ μεγάλο σε αριθμό μελών κόμμα. Στις γραμμές του ανήκε το 20% των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ στους δασκάλους και τους καθηγητές το ποσοστό αυτό έφτανε το 30%. Επίσης στο NSDAP ανήκε το 15% των αυτοαπασχολούμενων, ενώ το ποσοστό των βιομηχανικών εργατών κινούνταν γύρω στο 5% του συνόλου τους, ποσοστό γενικά μικρό.43

Η εκπροσώπηση των γυναικών στις τάξεις του ναζιστικού κόμματος φαίνεται πως ήταν αρκετά μικρή. Θα είχε ωστόσο σημασία να αναζητηθούν στατιστικά στοιχεία που θα δίνουν μια πιο συγκεκριμένη εικόνα για το πόσες γυναίκες και από ποια κοινωνικά στρώματα ήταν μέλη του NSDAP. Δε λείπουν ακόμα τα παραδείγματα γυναικών που συντάχθηκαν με τους Ναζί και συνδέθηκαν με τα Τάγματα Εφόδου και το ναζιστικό στρατό, με τη ναζιστική προπαγάνδα και με άλλες μαύρες σελίδες, όπως η ευγονική και τα ιατρικά πειράματα στο Αουσβιτς.

Εβραίοι

Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ «ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ» ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Η ΧΑ προσπαθεί να παρέμβει σχεδιασμένα και συστηματικά στις γυναίκες, ιδιαίτερα σε όσες ανήκουν σε εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα. Σχετικά με τις δραστηριότητές της μια πρώτη αποτύπωση είναι η εξής: Εχει δημιουργήσει «Μέτωπο Γυναικών», συγκροτεί τοπικούς πυρήνες γυναικών. Ενδεικτικές για τη στόχευσή της σε λαϊκά στρώματα είναι οι περιοχές στις οποίες έχουν πραγματοποιηθεί -σύμφωνα με την ιστοσελίδα της- συζητήσεις στις «τοπικές οργανώσεις» με γυναίκες: Αθήνα, Ανω Λιόσια – Καματερό – Αχαρνές, Αρτέμιδα, Ασπρόπυργο, Νίκαια. Ειδικά όσον αφορά τη Νίκαια κάθε Πέμπτη πραγματοποιούνται συναντήσεις στα γραφεία τους. Για παράδειγμα στις 25 Οκτώβρη «συζητήθηκαν θέματα ιστορικού και πολιτικού ενδιαφέροντος, σχετικά με τη διαχρονική μάχη Ελληνισμού και Σιωνισμού».

Σημαντικό βάρος στην παρέμβαση στις γυναίκες έχουν οι «κινήσεις αλληλεγγύης». Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η διανομή ρουχισμού και τροφίμων «σε Ελληνες που έχουν ανάγκη», η δημιουργία τράπεζας αίματος «μόνο για Ελληνες». Οι κινήσεις αυτές εμπλέκουν από τη μια γυναίκες που συγκεντρώνουν και διαθέτουν τη «βοήθεια» και από την άλλη άνεργες, μητέρες, γυναίκες που αντιμετωπίζουν οξύτατα βιοποριστικά προβλήματα και δέχονται τη «βοήθεια» αυτή. Σε αυτές η ΧΑ εμφανίζεται να ασκεί προνοιακή πολιτική και να παρέχει βοήθεια, σε μια προσπάθεια να παγιδεύσει γυναίκες από λαϊκά στρώματα που βρίσκονται αντιμέτωπες με την ανεργία, τη φτώχεια και την εξαθλίωση, στις θέσεις και την πολιτική του εθνικοσοσιαλισμού.

Δε λείπουν όπως φαίνεται και οι περιπτώσεις στις οποίες η προσπάθεια παίρνει τη μορφή άμεσου και ανοιχτού εκβιασμού, να γίνει κάποιος ή κάποια μέλος της ΧΑ ώστε να του δοθεί η όποια «βοήθεια». Ιδιαίτερα αξιοποιείται και ο φόβος, που η καλλιέργειά του βρίσκει πιο πρόσφορο έδαφος σε γυναίκες και ηλικιωμένους, με την παροχή «προστασίας» από την εγκληματικότητα, κυρίως σε περιοχές του κέντρου. Ακόμα επιδίδονται στο κυνήγι μεταναστών και στην εκδίωξή τους από θέσεις εργασίας σε όφελος άνεργων Ελλήνων. Στην ουσία παρέχουν υπηρεσίες δουλέμπορου σε εργοδότες, εξασφαλίζοντάς τους εργατικό δυναμικό με μεροκάματα πείνας. Η σχετική δραστηριότητα απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους άντρες.

Ωστόσο, οι πιο πρόσφατες κινήσεις, όπως για παράδειγμα η «έφοδος» στο νοσοκομείο της Τρίπολης για να ελέγξουν τα χαρτιά των αποκλειστικών νοσοκόμων και να διώξουν τις μετανάστριες, δείχνουν πως και οι γυναίκες μπορεί να βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο, όχι όμως και τελείως έξω από τη δραστηριότητα αυτή. Επίσης, διοργανώνουν μαθήματα αυτοάμυνας για γυναίκες. Ο παραστρατιωτικός χαρακτήρας της ΧΑ, αν και αφορά περισσότερο τους άντρες-μέλη της, δε λείπει και από την παρέμβαση στις γυναίκες, τουλάχιστον σε όσες βρίσκονται στον πιο στενό πυρήνα της. Εξάλλου η ΧΑ έχει θέση για στρατιωτική θητεία διάρκειας 14 μηνών για άντρες και γυναίκες. Η θέση αυτή διατυπώνεται στο κείμενο των πολιτικών θέσεων «Για τη Χρυσή Αυγή του ελληνισμού», ενώ στο ίδιο κείμενο γίνεται λόγος για την ανάγκη να απαγορευτούν οι εκτρώσεις με το επιχείρημα της δημογραφικής παρακμής της χώρας και του κινδύνου να γίνουν οι Ελληνες «μειονότητα στη χώρα» τους.

Δίπλα σε αυτά συνυπάρχουν και θέματα όπως συνταγές μαγειρικής, συμβουλές ομορφιάς, που φιλοξενούνται στην ιστοσελίδα της. Παλιότερες αναρτήσεις (2009) καλούσαν σε «πάρτι ανταλλαγής ρούχων» και εξηγούν πως «η οικονομική και οικολογική ιδέα που επεκτείνεται ανά το δυτικό κόσμο, προσφέροντας τα θετικά αποτελέσματα του shopping therapy, χωρίς έξοδα και διασκεδάζοντας παράλληλα με φίλες». Ακόμα καταγράφονται πρωτοβουλίες όπως εργαστήρια χειροτεχνίας και κατασκευής χριστουγεννιάτικων στολιδιών και μικρών δώρων που απευθύνονται σε μητέρες και παιδιά. Προφανώς τα παραπάνω έχουν στόχο να φιλοτεχνήσουν ένα πιο «γυναικείο» προφίλ για τη ναζιστική οργάνωση και να βοηθήσουν την προσέγγιση ευρύτερων τμημάτων γυναικών.

574TD00Z

ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΗΣ «ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ»

Η ΧΑ κινείται ιδεολογικά και πολιτικά στις ράγες του εθνικοσοσιαλισμού. Παρά το γεγονός ότι επιλέγει να προτάσσει αποσπασματικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα το μεταναστευτικό και την εγκληματικότητα, υιοθετεί φασιστικές – ναζιστικές θέσεις σε όλο το φάσμα των προτάσεών της και υπερασπίζεται το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς γενικά, αλλά και ειδικά όσον αφορά την πολιτική και τις αντιλήψεις του για τις γυναίκες. Αν και η ιδεολογική και πολιτική συγγένεια με το ναζισμό έχει απωθηθεί από τη «βιτρίνα» της μαζικής προπαγάνδας της ΧΑ, στην ιστοσελίδα του «Μετώπου Γυναικών» οι αναφορές σε αυτόν δηλώνονται πιο ανοιχτά.

Η συγκεκριμένη ιστοσελίδα αναφέρεται με θαυμασμό στη ναζιστική Γερμανία: «Οι γυναίκες γίναν μάρτυρες μιας κοινωνικής και εργατικής πολιτικής που έκανε όλους τους εργάτες ανά τον κόσμο να ζηλεύουν τους Γερμανούς εργάτες. Για πρώτη φορά δόθηκαν πληρωμένες άδειες σε όλους τους εργαζόμενους και οργανώθηκαν προγράμματα κοινωνικού τουρισμού, έτσι ώστε ο κάθε εργάτης να μπορεί να ταξιδέψει σε μια ξένη χώρα. Ενδεικτικά αναφέρω από αντι-ναζιστική πηγή ότι μια κρουαζιέρα στις Κανάριες νήσους κόστιζε 62 μάρκα, ποσό που ήταν εύκολα προσβάσιμο από το σύνολο των εργατών. Οι γυναίκες τότε απόλαυσαν μητρικές άδειες και προνόμια που οι “σουφραζέτες” δεν θα μπορούσαν καν να ονειρευτούν. Ενώ οι “σουφραζέτες”, λοιπόν, στην υπόλοιπη Ευρώπη κήρυτταν την άρνηση της φύσης για τις γυναίκες και μέσα σε όλο το αντιφυσικό τους παραλήρημα είχαν και για δικαίωμα ψήφου, οι γυναίκες στην Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία είχαν πάρει τη μοίρα στα χέρια τους έχοντας γυναίκες για ηγέτιδές τους. Ναι… Ισως δεν έγινε κατανοητό… Ας το επαναλάβω. Εντός της ιεραρχίας του NSDAP υπήρχαν και γυναίκες σε ηγετικές θέσεις. Μάλιστα ηγέτιδες των Γερμανίδων μπορούσαν να είναι μόνο Γερμανίδες και όχι άνδρες»44.

Στην ίδια ιστοσελίδα υπάρχει αναρτημένη η ομιλία της επικεφαλής της γυναικείας οργάνωσης του NSDAP (Gertrud Scholtz-Klink) «Προς τις γυναίκες του Λαού μας», που εκφωνήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1935. Με αυτή καλεί τις«Γερμανίδες γυναίκες όλων των τάξεων και των οργανώσεων» να σταθούν μπροστά «στον Αρχηγό μας στο ξεκίνημα του νέου έτους» και να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους «που διατήρησε τη ζωή του λαού μας».

Οσον αφορά το ρόλο της γυναίκας στην ίδια ομιλία αναφέρεται: «Η γυναίκα, πέρα από τη φροντίδα των δικών της παιδιών, θα πρέπει πρώτιστα να νοιάζεται για αυτούς που χρειάζονται τη βοήθειά της ως μητέρα του Εθνους». Ως προς το νόημα της μητρότητας σημειώνεται: «Στα δεκατέσσερα άσχημα χρόνια, μεταξύ 1918 και 1933, συχνά ληστεύθηκε η μητρότητα από το βαθύτερό της νόημα και είχε μειωθεί σε κάτι επιφανειακό, κάτι που αντιμετωπιζόταν ακόμα και με απαξίωση. Αντί το παιδί να αντιμετωπίζεται ως η βαθύτερη επιβεβαίωση της γυναίκας και της ζωής, αντιμετωπιζόταν ως βάρος, ως μια θυσία από την μεριά της γυναίκας. Το παιδί συχνά αντιμετωπιζόταν όχι ως ένας σύνδεσμος με τον Θεό ως το δημιουργό όλης της ζωής […] αλλά πολύ συχνά σαν αποτέλεσμα ενός αδύναμου μυαλού και σαν απόδραση από τα μεγάλα γεγονότα της ζωής». Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις «διαβολικές δυνάμεις, υπό την ηγεσία του Μαρξισμού», που προσπάθησαν να οδηγήσουν τις Γερμανίδες σε αυτόν το δρόμο.45

Η έννοια της «φυλής» είναι κεντρική στην προπαγάνδα και στις θέσεις της ΧΑ: «Η Φυλή αποτελεί υπέρτατη Αξία του Κινήματός μας. Αυτή καθορίζει την έννοια της εθνικότητος. Πολιτισμός, ομογλωσσία, θρησκεία δεν είναι παρά δευτερεύοντα εποικοδομήματα, που βρίσκουν την πνευματική τους ολοκλήρωση μόνο μέσα στην κοινότητα των ομόαιμων ατόμων»46.

Οσον αφορά τις γυναίκες, η έννοια της «φυλής» έχει ιδιαίτερο βάρος γιατί συνδέεται με το βασικό τους -σύμφωνα με τη ΧΑ- καθήκον, τη μητρότητα. Για τη ΧΑ η έκτρωση ισοδυναμεί με έγκλημα κατά της φυλής και για το λόγο αυτό υποστηρίζει την απαγόρευσή της με νόμο. Οι μητέρες και τα παιδιά αποτελούν σταθερό μοτίβο στην προπαγάνδα της ΧΑ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το προεκλογικό της σποτ (μαμά και παιδάκι σε παιδική χαρά).

Η αντιμετώπιση της μητρότητας από τη ΧΑ συμπίπτει με την αντίληψη του ναζιστικού κόμματος. Στην ιστοσελίδα τους μπορεί κανείς να βρει αποσπάσματα από τον Walther Gross «υπεύθυνο του Γραφείου Φυλετικής πολιτικής του NSDAP»: «Δεν μπορούμε να μιλάμε για αληθινή Εθνικοσοσιαλιστική στάση σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει η επιθυμία για οικογένεια και παιδιά συνδυασμένη με τη γνώση ότι ένα έθνος ευλογημένο με παιδιά σημαίνει ευτυχία και καθήκον. Γιατί μόνο μέσω των παιδιών συμμετέχουμε στην αιώνια Γερμανική ζωή και μόνο ο επιπόλαιος και δειλός άνθρωπος δεν νιώθει την ανάγκη για τέτοια συμμετοχή»47.

Υπάρχει σύνδεση των ρατσιστικών – εθνικιστικών θέσεων της ΧΑ με τη στάση της απέναντι στους μετανάστες: «Η αντίθεσή μας στην (λαθρο)μετανάστευση δεν έγκειται μόνον στις παρενέργειες που αυτή προκαλεί (εγκληματικότητα και τα συναφή). Προτεραιότητα για μας αποτελεί η αποφυγή της φυλετικής αλλοίωσης του πληθυσμού. Σκοπός μας δεν είναι η καλλιέργεια τυφλού μίσους έναντι των ξένων, αλλά η προστασία της φυλής μας»48. Με αυτό συνδέουν και τη «δημογραφική παρακμή» και την υπογεννητικότητα.

Σε μια προσπάθεια να παρουσιάσουν μια ιστορική συνέχεια και μια σύνδεση των θέσεών τους με τον «ελληνισμό» αναφέρονται κατά κόρον στην αρχαία Σπάρτη, την οποία χαρακτηρίζουν «εθνικοσοσιαλιστική», στις ηρωίδες του 1821, στις Ελληνίδες του Μακεδονικού Αγώνα, ως παραδείγματα που δείχνουν «την προσφορά και την αξία της Ελληνίδας ως Μητέρας, Συντρόφου και Συμπολεμίστριας»49.

Δηλώνουν «πολέμιοι στον ρόλο που έχει αποδοθεί στη γυναίκα στη σημερινή εξισωτική εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται ως φεμινιστική», στην «κίβδηλη ισότητα των δύο φύλων» με την έννοια ότι οδηγεί στο γκρέμισμα αξιών «όπως της οικογένειας, της μητρότητας και της οικοδέσποινας». Επίσης θεωρούν ότι «η υποτιθέμενη απελευθέρωση της γυναίκας την αποπροσανατόλισε και από την πραγματική ουσία του ύψιστου ρόλου της, την Μητρότητα. Δηλαδή την υποχρέωση και την ύπατη τιμή, να φέρει στον κόσμο και ν’ αναθρέψει τα νέα βλαστάρια στον κορμό της Φυλής, ώστε να γεφυρώσει μέσω του παρόντος το παρελθόν και το μέλλον. Πιστεύουμε ότι η Μητρότητα είναι ένα ιερότατο καθήκον».

Υπογραμμίζει πως έχει «βαθύτατη συναίσθηση της καταστροφής που επιφέρει το φεμινιστικό πνεύμα της εποχής μας» και εκφράζει την αντίθεσή της «σε κάθε λογής διακηρύξεις για την ισότητα των δύο φύλων». Οπως αναφέρει στην ιστοσελίδα της: «Για εμάς δεν τίθεται πρόβλημα ισότητας ή υπεροχής ανάμεσα στον άνδρα και την γυναίκα, αφού πιστεύουμε ότι αποτελούν δύο διαφορετικές υποστάσεις, που έχουν ταχθεί από την Φύση να αλληλοσυμπληρώνονται, έχοντας να επιτελέσουν ο καθένας το δικό του ξεχωριστό Χρέος απέναντι στη Ζωή».

Η αντίληψη της ΧΑ για την «ισότητα» δεν είναι απαλλαγμένη από αντιφάσεις. Είναι χαρακτηριστικό το επιχείρημα με το οποίο η Ε. Ζαρούλια υποστήριξε στη Βουλή την υποχρεωτική στράτευση ανδρών και γυναικών στα 18 τους χρόνια, σύμφωνα με το οποίο η μη στράτευση αποτελεί «διάκριση κατά των γυναικών». Βέβαια η πρόταση αυτή γίνεται με τη λογική οι γυναίκες να καταλάβουν βοηθητικές θέσεις ώστε οι άντρες να υπηρετούν όλοι σε μάχιμες μονάδες. Με έναν τρόπο όμως συνυπάρχουν στην αντίληψη της ΧΑ για την ισότητα, από τη μια, η έμφαση στο ρόλο της γυναίκας σαν μια μηχανή για την αναπαραγωγή και η οριοθέτηση της κοινωνικής της δραστηριότητας με βάση το ρόλο αυτό και, από την άλλη, το εξισωτικό περιεχόμενο που δίνουν ΕΕ και αστικές κυβερνήσεις στην έννοια της «ισότητας». Το επιχείρημα για τη στράτευση των γυναικών ακολουθεί το σκεπτικό σύμφωνα με το οποίο η «ισότητα» συνίσταται στην «ίση μεταχείριση», στη βάση του οποίου έχουν καταργηθεί μια σειρά θετικές ρυθμίσεις για την εργασία και τη συνταξιοδότηση των γυναικών.

Οι αντιφάσεις που είναι παρούσες τόσο στις θέσεις της ΧΑ όσο και στις πολιτικές πρακτικές του ναζιστικού κόμματος στη Γερμανία είναι αναπόφευκτες. Απορρέουν από το γεγονός ότι τα ναζιστικά κόμματα αναλαμβάνουν να υπηρετήσουν τις ανάγκες του κεφαλαίου σε κάθε συγκυρία, κατά την περίοδο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης αλλά και της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που τη μια απαιτεί καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και την άλλη αξιώνει αύξηση της μισθωτής εργασίας, γυναικών και αντρών. Η πολιτική και τα μέτρα που προτείνουν ή παίρνουν και ο πυρήνας των ιδεολογικών τους αντιλήψεων μπορεί να βρεθούν σε αντίφαση μεταξύ τους, για το μόνο λόγο ότι υπηρετούν τις ανάγκες του κεφαλαίου σε διαφορετικές συγκυρίες. Η πολιτική προσαρμόζεται άμεσα, ενώ δε συμβαίνει το ίδιο με το ιδεολογικό της προκάλυμμα που μπορεί να εξακολουθήσει να αντανακλά την προηγούμενη κατάσταση.

topographie_des_terrors_Βερολίνο_27

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

Στόχος της παρέμβασης και της δράσης του ΚΚΕ και της ΚΝΕ είναι να απομονωθεί η ΧΑ, να αποκαλύπτεται ο εθνικοσοσιαλιστικός μαχητικά αντικομμουνιστικός της χαρακτήρας, να απορρίπτονται οι θέσεις και η δράση της από τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Ορος και προϋπόθεση είναι η συνεχής προσπάθεια να γίνεται κατανοητό ότι η αιτία που δημιουργεί το φασισμό και το ναζισμό δεν είναι άλλη από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και -επομένως- η πάλη ενάντιά του πρέπει να είναι πάλη ενάντια στη ρίζα του, αγώνας για την ανατροπή του καπιταλισμού.

Το έδαφος για την ενίσχυση της ΧΑ και των αντιλήψεων που προπαγανδίζει προετοίμασαν μια σειρά πολιτικές δυνάμεις που καλλιεργούν συστηματικά εδώ και χρόνια στη συνείδηση των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων το σπόρο των ναζιστικών απόψεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συστηματική καλλιέργεια του ρατσισμού από τα αστικά κόμματα, με αποκορύφωση το σύνθημα της «ανακατάληψης των πόλεων» από τη ΝΔ και τη δημιουργία στρατοπέδων για τους μετανάστες. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ εξάλλου αναγόρευσαν το προηγούμενο διάστημα τον εθνικιστικό ΛΑ.Ο.Σ., φορέα ρατσιστικών και φασιστικών απόψεων, σε κυβερνητικό εταίρο. Νεοφιλελεύθερα, σοσιαλδημοκρατικά και οπορτουνιστικά κόμματα, προσυπογράφουν, άλλοι πιο φανερά άλλοι πιο συγκαλυμμένα, την εξίσωση του κομμουνισμού με το ναζισμό και το φασισμό που προωθεί η ΕΕ. Μάλιστα, σε μια σειρά κράτη-μέλη της ή χώρες που βρίσκονται υπό ένταξη, απαγορεύονται κομμουνιστικά σύμβολα και παράλληλα αποδίδονται τιμές στους συνεργάτες των Ναζί.

Οι εθνικοσοσιαλιστικές απόψεις της ΧΑ δεν αποτελούν «ξένο σώμα» ως προς τις κυρίαρχες αντιλήψεις και πολιτικές, αλλά προκύπτουν σε συνέχειά τους. Αξίζει να σημειωθεί η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την ιθαγένεια, η οποία διαπνέεται από ρατσιστικό και σκοταδιστικό πνεύμα.

Στα πλαίσια της στοχευμένης παρέμβασης και δράσης στις γυναίκες της εργατικής τάξης, χρειάζεται να υπάρχει ανοιχτό και οξυμένο μέτωπο με τις αντιδραστικές και σκοταδιστικές αντιλήψεις της ΧΑ για τη θέση και το ρόλο των γυναικών. Να αναδεικνύεται στα μάτια των εργαζόμενων και άνεργων γυναικών το γεγονός ότι οι αντιλήψεις αυτές δίνουν χέρι βοηθείας στο εκμεταλλευτικό σύστημα, επενδύουν ιδεολογικά και εκφράζουν πολιτικά την ανάγκη του καπιταλισμού αφενός να καταστρέψει παραγωγικές δυνάμεις κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, με πρώτη την εργατική δύναμη, αφετέρου να εξουδετερώσει τη δυναμική μετατροπή τους σε δύναμη ανατροπής. Ετσι, η προπαγάνδα για το ρόλο των γυναικών στην οικογένεια, στην ανατροφή των παιδιών, στο νοικοκυριό, δεν είναι παρά το περιτύλιγμα για την ανεργία που διογκώνεται, το ιδεολογικό άλλοθι που έχει ανάγκη η περικοπή και η κατάργηση κοινωνικών υπηρεσιών για τις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας. Οι απόψεις αυτές δεν είναι καθόλου καινοφανείς. Το αντίθετο μάλιστα, είναι αντιλήψεις που αναπαράγονται όχι μόνο από εθνικιστικά κόμματα, όπως ο ΛΑ.Ο.Σ., αλλά και από την εκκλησία, η επιρροή της οποίας σε ένα μέρος των γυναικών της λαϊκής οικογένειας είναι σημαντική. Πέρα από την υποστήριξη και τη συστηματική καλλιέργεια παρόμοιων απόψεων, η εφεδρικότητα και η ελαστικότητα της γυναικείας εργατικής δύναμης, που χρειάζεται το κεφάλαιο και υλοποιείται από τις πολιτικές της ΕΕ και των κρατών-μελών της, πολιτικές που αυξάνουν τη μερική και προσωρινή απασχόληση, είναι μια πραγματικότητα που δημιουργεί και αντικειμενικά το έδαφος για να υφέρπουν και όταν χρειάζεται να αναζωπυρώνονται παρόμοιες αντιλήψεις.

Ο φασισμός και ο ναζισμός αξιοποιούνται για να μπει στο στόχαστρο και το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Οι ίδιοι που καλλιεργούν πρόσφορο έδαφος για τον εθνικοσοσιαλισμό, χρησιμοποιούν τη ΧΑ σαν εργαλείο για τη συκοφάντηση και την καταστολή των εργατικών και λαϊκών αγώνων. Αξιοποιούν τη δράση της σαν αφορμή για να αναπαράγουν τη θεωρία των «άκρων», να εξισώσουν τις φασιστικές συμμορίες και την εγκληματική τους δράση με το οργανωμένο λαϊκό κίνημα και τις διεκδικήσεις του. Σε κάθε ευκαιρία κάνουν λόγο για τη βία που υποτίθεται πως δεν έχει χρώμα, αλλά προέρχεται από τα δύο «άκρα», με στόχο να πολλαπλασιάσουν τα εμπόδια και τις απαγορεύσεις στη δράση του εργατικού κινήματος και της πρωτοπορίας του.

Στην αποκάλυψη και την καταδίκη της ΧΑ ιδιαίτερη είναι η συμβολή των εργατικών συνδικάτων και των ομοσπονδιών που έχουν συζητήσει στις συνελεύσεις τους και έχουν υιοθετήσει σχετικά ψηφίσματα και αποφάσεις. Εχουν αναδείξει μια σειρά πρωτοβουλίες της «Χρυσής Αυγής» που αποδεικνύουν το συστημικό της χαρακτήρα: Στήνει δουλεμπορικά γραφεία, προτείνει θέσεις εργασίας «μόνο για Ελληνες» με μεροκάματο 18 ευρώ, εισηγείται την υποχρεωτική εργασία των ανέργων στο δημόσιο με «μισθό» το επίδομα της ανεργίας, χωρίς ασφαλιστικά δικαιώματα. Εχουν καλέσει την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα να απορρίψουν τη δήθεν «αλληλεγγύη» από τους φασίστες. Ακόμα έχουν βρεθεί σε ετοιμότητα να τους κηρύξουν ανεπιθύμητους σε χώρους δουλειάς όπου επιχείρησαν να εμφανιστούν, έχουν καταδικάσει τραμπουκισμούς και εγκληματικές ρατσιστικές ενέργειες εναντίον εργατών, αγροτών, αυτοαπασχολούμενων μεταναστών, εναντίον μετακινούμενων μεταναστών που διέρχονται από την Ελλάδα. Στην υπόθεση αυτή συμβάλλει και η ΟΓΕ με τις δικές της πρωτοβουλίες: Εχει αναφερθεί στο χαρακτήρα της ΧΑ με αποφάσεις του ΔΣ της και με ψήφισμα του Συνεδρίου της. Επίσης έβγαλε ανακοίνωση με αφορμή το αίτημα να δοθούν στοιχεία για τα παιδιά των μεταναστών στους παιδικούς σταθμούς, πραγματοποίησε εξορμήσεις, συζήτησε με γονείς. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες έχουν πάρει και οι Λαϊκές Επιτροπές.

Η προσπάθεια για την οργάνωση γυναικών στο ταξικό εργατικό και στο ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα είναι στενά συνδεδεμένη με την προσπάθεια απομόνωσης της ΧΑ. Η απόσταση που χωρίζει την πλειοψηφία των γυναικών από την οργανωμένη πάλη, η περιορισμένη συμμετοχή τους στους αγώνες, είναι σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη ταξικής συνείδησης και κατ’ επέκταση τις καθιστά ευάλωτες στην επίθεση του αντιπάλου και επομένως και στα δηλητηριώδη ιδεολογήματα της ΧΑ. Δίπλα στην καθημερινή προσπάθεια για ανέβασμα του βαθμού οργάνωσης των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, μπορούν να βοηθήσουν μια σειρά πρωτοβουλίες με στόχο την ανάδειξη πρωτοπόρων γυναικών, κομμουνιστριών και όχι μόνο, που πολέμησαν το φασισμό-ναζισμό. Ακόμα, τη δική τους συμβολή μπορούν να έχουν πολιτιστικές πρωτοβουλίες, με την αξιοποίηση του έργου κομμουνιστών και άλλων καλλιτεχνών, που δεν καταγγέλλουν μόνο τη θηριωδία του ναζισμού αλλά αποκαλύπτουν τον αστικό χαρακτήρα του, που φέρνουν παραδείγματα από την αντίσταση ενός μέρους του λαού της Γερμανίας στο ναζιστικό καθεστώς (για παράδειγμα το έργο του Μπρεχτ, αλλά και της Αννα Ζέγκερς).

Η παρέμβαση στις γυναίκες της λαϊκής οικογένειας αποτελεί παράλληλα παρέμβαση και στα παιδιά της. Η πλευρά αυτή είναι σημαντική, μιας και η ΧΑ στοχεύει στην προσέλκυση τμημάτων της νεολαίας. Η συμμετοχή και η πρωτοπόρα δράση των γυναικών στο κίνημα μπορεί να ανοίξει το δρόμο στα παιδιά, ακόμα και των μικρότερων ηλικιών, ώστε να έρθουν σε επαφή με την ιστορική πείρα από την πάλη ενάντια στο φασισμό, να γνωρίσουν ποιοι πρωτοστάτησαν σε αυτή στη χώρα μας και διεθνώς, ποιοι συνεργάστηκαν με τους Ναζί, φανερά ή υπόγεια. Η ανάγκη να παίξει το γυναικείο και το γονεϊκό κίνημα τέτοιο ρόλο, σε συνεργασία με δυνάμεις που υπάρχουν στο χώρο των εκπαιδευτικών, είναι μεγάλη, με δεδομένη τη διαστρέβλωση που υπάρχει στα σχολικά βιβλία όσον αφορά τα γεγονότα και τα συμπεράσματα. Υπάρχει αναγκαιότητα και δυνατότητα τέτοιες πρωτοβουλίες να εκδηλωθούν από συλλόγους γονέων και κηδεμόνων, συλλόγους εκπαιδευτικών από το νηπιαγωγείο έως το λύκειο. Ακόμα, η επαφή των παιδιών με τις αξίες της συλλογικότητας, του αγώνα, της ταξικής λαϊκής αλληλεγγύης, της ισοτιμίας των φύλων, μέσα από τη συμμετοχή των γονιών και συγκεκριμένα των μητέρων στο λαϊκό κίνημα, τους παρέχει ζωντανό παράδειγμα και τα διαπαιδαγωγεί, ώστε να μην πέφτουν θύματα της ρατσιστικής και ναζιστικής προπαγάνδας, αλλά να μπορούν να την αποκρούουν.

Πηγή: ΚΟΜΕΠ, 2013 Τεύχος 2

Της Ευτυχίας Χαϊντούτη

* Η Ευτυχία Χαϊντούτη είναι μέλος της Διατμηματικής Επιτροπής Χειραφέτησης και Ισοτιμίας των Γυναικών της ΚΕ του ΚΚΕ.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Βασίλη Οψιμου: «Ο αστικός χαρακτήρας των “εθνικιστικών δυνάμεων”», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 3/2012.

2. Η γερμανική αστική δημοκρατία του μεσοπολέμου. Εγκαθιδρύθηκε με την κατάργηση της μοναρχίας και την υιοθέτηση αστικού συντάγματος από τη Γερμανική Εθνοσυνέλευση στην πόλη Βαϊμάρη της Θουριγγίας στις 28.2.1919. Το σύνταγμα αυτό ανέστειλε στις 28.2.1933 με έκτακτο διάταγμα η κυβέρνηση του Χίτλερ.

3.Tim Mason: «Women in Nazi Germany, Part I, History Workshop, 1» (1976:Spring), σελ. 77.

4. Ως οικονομικά ενεργός ορίζεται ο πληθυσμός που απασχολείται σε παραγωγική εργασία, με μερική ή πλήρη απασχόληση, εκτός από τα οικιακά, ανεξάρτητα αν είναι μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι ή συμβοηθούντα μέλη.

5. Tim Mason: «Women in Nazi Germany, Part I, History Workshop, 1» (1976:Spring), σελ. 78-79.

6. Ο.π., σελ. 79-80.

7. Ο.π., σελ. 80.

8. Ο.π., σελ. 78-79.

9. Ο.π., σελ. 80-81.

10. Sergio Bologna: «Ναζισμός και Εργατική Τάξη – Κρίση, Κράτος Πρόνοιας και Αντιφασιστική Βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου», εκδ.«Antifa scripta», 2010, σελ. 131.

11. Tim Mason: «Women in Nazi Germany, Part I, History Workshop, 1» (1976:Spring), σελ. 83.

12. Ο.π., σελ. 82.

13. Ο.π., σελ. 83.

14. Ο.π., σελ. 84.

15. Sergio Bologna: «Ναζισμός και Εργατική Τάξη – Κρίση, Κράτος Πρόνοιας και Αντιφασιστική Βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις antifa scripta, 2010, σελ. 77-78.

16. Ο.π., σελ. 83.

17. Ο.π., σελ. 89.

18. Ουίλλιαμ Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος», τόμος Β΄, εκδ. «Μόρφωση», σελ. 140.

19. Ernst Henri: «Hitler Over Europe», Simon and Schuster, 1934, New York, σελ. 34.

20. Θανάση Παπαρήγα: «Η ταξική φύση του ναζιστικού κόμματος», περιοδικό «Επιστημονική Σκέψη», 1985.

21. Ernst Henri: «Hitler Over Europe», Simon and Schuster, 1934, New York, σελ. 75.

22. Ο.π., σελ. 76.

23. Sergio Bologna: «Ναζισμός και Εργατική Τάξη – Κρίση Κράτος, Πρόνοιας και Αντιφασιστική Βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου», εκδ.«Antifa scripta», 2010, σελ. 89- 90.

24. Tim Mason: «Women in Nazi Germany», Part I, History Workshop, 1 (1976:Spring), σελ. 74.

25. Ernst Henri: «Hitler Over Europe, Simon and Schuster», 1934, New York, σελ. 86.

26. Tim Mason, «Women in Nazi Germany», Part I, History Workshop, 1 (1976:Spring), σελ. 95.

27. Ernst Henri: «Hitler Over Europe», Simon and Schuster, 1934, New York, σελ. 37.

28. Tim Mason: «Women in Nazi Germany», Part I, History Workshop, 1 (1976:Spring), σελ. 92-93.

29. Sergio Bologna: «Ναζισμός και Εργατική Τάξη – Κρίση, Κράτος Πρόνοιας και Αντιφασιστική Βία στη Γερμανία του Μεσοπολέμου», εκδ.«Antifa scripta», 2010, σελ. 135.

30. Tim Mason: «Women in Nazi Germany», Part IΙ, History Workshop, 2 (1976:Autumn), σελ. 16.

31. Ernst Henri: «Hitler Over Europe», Simon and Schuster, 1934, New York, σελ. 100.

32. Tim Mason: «Women in Nazi Germany», Part IΙ, History Workshop, 2 (1976:Autumn), σελ. 15.

33. Ο.π., σελ. 13.

34. Ο.π., σελ. 20.

35. Ο.π., σελ. 20-21.

36. Ο.π., σελ. 88.

37. Ο.π., σελ. 102.

38. Ο.π., σελ. 103.

39. Ο.π., σελ. 98.

40. Ο.π., σελ. 100-101.

41. Ο.π., σελ. 101.

42. Ο.π., σελ. 88.

43. Θανάση Παπαρήγα: «Η ταξική φύση του ναζιστικού κόμματος», περιοδικό «Επιστημονική Σκέψη», 1985.

44. http://ideology-studies.blogspot.gr/2010/08/blog-post_27.html

45. http://ideology-studies.blogspot.gr/2010/07/blog-post_10.html

46. http://ideology-studies.blogspot.gr/2012/10/blog-post_11.html

47. http://ideology-studies.blogspot.gr/2010/07/blog-post_28.html

48. http://ideology-studies.blogspot.gr/2012/10/blog-post_11.html

49. http://ideology-studies.blogspot.gr/2010/07/blog-post_17.html

ΚΚΕ και γυναικείο κίνημα: μια ιστορική αναδρομή

1α

Από το πρώτο του κιόλας πρόγραμμά το 1918 ως Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚΕ), το ΚΚΕ, ανέλαβε το καθήκον της πάλης για την ισοτιμία της γυναίκας, με θέσεις όπως:

«Πλήρης αστική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξίσωση των γυναικών προς τους άντρες. Κατάργησις όλων των νόμων που περιορίζουν τα δικαιώματα της γυναικός και του νόθου παιδιού (Σημείο 12).

Ιδρυση χωριστών φυλακών για ανηλίκους και γυναίκες και για τα πολιτικά αδικήματα.

Η με το νόμο απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας για παιδιά και γυναίκες.

Τη με νόμο υποχρέωση των δήμων και κοινοτήτων να συντηρούν γυναικολογικά μαιευτήρια για τις γυναίκες των εργατών, με πλήρεις αποδοχές για 8 βδομάδες πριν και 8 βδομάδες μετά τον τοκετό» (Σημείο 14).

Το συνέδριο επίσης ζήτησε να παραχωρηθεί στις γυναίκες το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι καθώς και η κατοχύρωση του πολιτικού γάμου.

Τα πρώτα πρακτικά καθήκοντα, που επεξεργάστηκε στο Δεύτερο Συνέδριό του το 1920, ήταν η δημιουργία εντός των τμημάτων του Κόμματος ομίλων σοσιαλιστριών γυναικών για την ευκολία προπαγάνδισης του Κόμματος, παίρνοντας υπόψη τις τότε συνθήκες και απαιτήσεις, το κλίμα της εποχής. Εκείνη την περίοδο ιδρύονται οι πρώτοι γυναικείοι σύλλογοι και σωματεία. Εκδίδεται το περιοδικό «Ο Αγώνας της Γυναίκας» από το Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας.

Στο 4ο Συνέδριο του Κόμματος το 1928 αποφασίζεται η έκδοση γυναικείου διαφωτιστικού οργάνου και στα μέσα του 1929 κυκλοφορεί η εφημερίδα «Εργάτρια» από το γυναικείο γραφείο της Αθήνας που αποτελούνταν από μέλη του Κόμματος και της νεολαίας.

Από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του το ΚΚΕ μερίμνησε για την οργάνωση και ανάδειξη κομμουνιστριών γυναικών στις οργανώσεις του Κόμματος και του συνδικαλιστικού κινήματος. Ιδρυσε βοηθητικές επιτροπές σε όλη τη δομή του Κόμματος.

Η Απόφαση της Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής το 1930 δίνει ανάγλυφα το πολιτικό στίγμα για την ανάγκη της ιδιαίτερης δουλειάς στις εργάτριες, με στόχο να αναδειχθούν στην οργάνωση και διεξαγωγή της ταξικής πάλης. Η απόφαση αυτή διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητά της: «Οι εργάτριες επιβάλλεται να συμμετάσχουν στην αυτοάμυνα και την περιφρούρηση της απεργίας ενάντια στους απεργοσπάστες» […] «… εκλογή γυναικείων επιτροπών αγώνα στους τόπους δουλειάς που ασχολούνται κατά πλειοψηφία εργάτριες και ο συντονισμός της δράσης τους από την κεντρική επιτροπή αγώνα όλων των σωματείων».

Η συμμετοχή την εποχή εκείνη στο Κόμμα και στο κίνημα απαιτούσε μεγάλες θυσίες έως την υπέρτατη, την προσφορά της ζωής. Μερικά από τα χιλιάδες παραδείγματα ηρώων και ηρωίδων των ταξικών αγώνων του λαού μας είναι και η καπνεργάτρια της Καβάλας Μαρία Χουσιάδου, που δολοφονήθηκε στο οδόφραγμα το 1924 και η Βασιλική Γεωργαντζέλη που, παίρνοντας μέρος το 1927 στην απεργία των εργατών του «Παπαστράτου», όπου δούλευε, την σκότωσαν γιατί συμμετείχε στην ομάδα των εργατών που φρουρούσε την απεργία και τη συγκέντρωση. Δίπλα στις καπνεργάτριες – ηρωικούς αγώνες έδωσαν και οι κλωστοϋφαντουργίνες και οι αγρότισσες με τη συμμετοχή τους στα συλλαλητήρια και στις πορείες πείνας της αγροτιάς.

Διαμαρτυρία γυναικών κλωστουφαντουργών στο Μεσοπόλεμο

Διαμαρτυρία γυναικών κλωστουφαντουργών στο Μεσοπόλεμο

Αυτά τα χρόνια στάλθηκαν στις φυλακές «Αβέρωφ» οι πρώτες κομμουνίστριες με το Ιδιώνυμο, τον αντικομμουνιστικό νόμο του Ελ. Βενιζέλου το 1929. Στη συνέχεια, στάλθηκαν μαζικά οι αγωνίστριες στις φυλακές και στα ξερονήσια. Στάθηκαν με το κεφάλι ψηλά μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα.

Και στην επόμενη δεκαετία το ΚΚΕ επέμεινε για τη δραστήρια συμμετοχή των γυναικών στον αντιφασιστικό και αργότερα στον αντιδικτατορικό αγώνα.

Η σοβαρή και ενωμένη αντίδραση που πρόβαλαν οι Ελληνίδες ενάντια στη φασιστική δικτατορία τόσο πριν εγκαθιδρυθεί όσο και μετά την εγκαθίδρυσή της το 1936, οφείλεται στη δράση του ΚΚΕ ανάμεσα στις γυναίκες της χώρας μας.

Η Ηλέκτρα Αποστόλου είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα εκείνης της περιόδου. Παράδειγμα κομμουνιστικής δράσης και στάσης ζωής, ηρωισμού, αντοχής στις δυσκολίες της ταξικής πάλης ακόμα και στα πιο φριχτά βασανιστήρια.

Ταυτόχρονα είναι παράδειγμα μητρικής στοργής, αγάπης και ευαισθησίας όχι μόνο για τη μονάκριβη κόρη της, αλλά και για τις βασανισμένες εργάτριες των εργοστασίων που καθοδηγούσε.

Η Ηλέκτρα εντάχθηκε στην Κομμουνιστική Νεολαία, στην ΟΚΝΕ, το 1926, τότε που ήταν λίγες οι γυναίκες στο κίνημα, όπως η Χρύσα Χατζηβασιλείου, η Αύρα Παρτσαλίδου και άλλες ηγετικές φυσιογνωμίες. Γρήγορα αναδείχτηκε η Ηλέκτρα σε στέλεχος του κινήματος της νεολαίας και αργότερα του ΚΚΕ.

Πρωτοστάτησε στην ειδική δουλειά στις γυναίκες και συμμετείχε ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Αντιφασιστικό και Αντιπολεμικό Συνέδριο των Γυναικών στο Παρίσι το 1935.

Πρώτη φορά φυλακίστηκε στη δικτατορία του Μεταξά. Τη δεύτερη φορά (1939) γέννησε κρατούμενη και λίγων ημερών λεχώνα με το κορίτσι της μεταφέρθηκε στην εξορία στην Ανάφη απ’ όπου απέδρασε το 1942.

Τον Ιούλη του 1944 συνελήφθη και πάλι και βασανίστηκε άγρια μέχρι θανάτου.

Ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) όρισε παράσημο «Ηλέκτρας» ως την πιο έξοχη τιμητική διάκριση γυναικείου ηρωισμού και αυτοθυσίας.

Τα λόγια της από τις φυλακές Αβέρωφ έχουν διαχρονική αξία:

«Το να παλεύεις με τις δυσκολίες και να νικάς τον εχθρό είναι μεγάλο χάρισμα του κομμουνιστή».

Η μάνα στο ποίημα «Επιτάφιος» του Γιάννη Ρίτσου είναι μια αντιπροσωπευτική γυναίκα του λαού, η μάνα του εργάτη, που οδυρόμενη πάνω στο σκοτωμένο γιο της παίρνει το δικό της δρόμο. Το δρόμο της ταξικής πάλης που ο γιος της της έδειξε όχι μόνο με την τελική πράξη του δράματος, αλλά και με τη θέρμη και τη σιγουριά, για την τελική έκβαση, του λόγου του και της στάσης του προηγούμενα, γνωρίζοντας ότι δεν ήταν πεισμένη και ότι απλά έδειχνε κατανόηση. Η μάνα του εργάτη του Μάη του ’36 μπορεί να είναι ή να γίνει σήμερα η μάνα, η γυναίκα, η αδελφή του.

«Γιε μου, δεν ξέρω αν πρέπει μου να σκύβω να σπαράζω,

για πρέπει μου όρθια να σταθώ, να σε χιλιοδοξάζω.

Κι’ ως τόθελες (ως τόλεγες τα βράδυα με το λύχνο)

ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω.

Γιε μου, στ’ αδέλφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,

σου πήρα το ντουφέκι σου, κοιμήσου, εσύ, πουλί μου.»

Τα χρόνια ’40 – ’44 και τις μέρες του ηρωικού Δεκέμβρη του ’44 οι γυναίκες συμμετέχουν ενεργά στην εθνικοαπελευθερωτική πάλη, πολλές από τη θέση της μαχήτριας του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Με τη μαχητικότητα και την αυτοθυσία τους κλονίζουν τις προκαταλήψεις και τις καθυστερημένες νοοτροπίες, κατακτώντας το θαυμασμό και την εκτίμηση.

Οι γυναίκες ψηφίζουν για πρώτη φορά στις εκλογές στην Ελεύθερη Ελλάδα (1944)

Οι γυναίκες ψηφίζουν για πρώτη φορά στις εκλογές στην Ελεύθερη Ελλάδα (1944)

Το ΚΚΕ ανέδειξε τον τύπο της γυναίκας αγωνίστριας που είναι ταυτόχρονα και μάνα, σύζυγος, κόρη, αδελφή. Απέδειξε έμπρακτα ότι η συνειδητοποιημένη γυναίκα αποκτά όλες τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις ισότιμα να τραβάει με τον αγωνιστή άντρα μπροστά.

Η Ρούλα Κουκούλου, άλλη μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του Κόμματος και του γυναικείου κινήματος, έγραφε σχετικά στο βιογραφικό της:

«[…] στο Κόμμα έμαθα το πραγματικό νόημα της ζωής. Με έκανε και μένα άξια να σταθώ στην πρωτοπορία της εποχής μας, μου έδωσε ιδανικά, γνώσεις και σκοπό, με οδήγησε στον αγώνα. Γνώρισα τη δύναμη του λαού και πείστηκα πως καμιά επίθεση και καμιά ήττα όσο μεγάλη και αν είναι, όπως τώρα η ανατροπή του σοσιαλισμού, δεν είναι παντοτινή. Προσωρινά δυσκολεύει και εμποδίζει, μα δεν μπορεί να σταματήσει την κοινωνική πορεία του κόσμου προς το σοσιαλισμό…».

Στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος το 1942 μπήκε ως καθήκον να συγκεντρωθούν οι πλατιές μάζες των εργαζόμενων γυναικών της πόλης και της υπαίθρου μέσα στις πολύμορφες γυναικείες οργανώσεις και στις δυνάμεις του ΕΑΜ.

Το Εθνικό Συμβούλιο της «Πανελλαδικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης» (ΠΕΕΑ) στην πρώτη σύνοδό της το 1944 στην κατοχή, θεσμοθέτησε την ισοτιμία της γυναίκας.

Οι γυναίκες απέκτησαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Αναδείχτηκαν στις 30/4/1944 πέντε ως αντιπρόσωποι στο Εθνικό Συμβούλιο. Εκλέχτηκαν στα όργανα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης. Συμπεριελήφθησαν στη σύνθεση των δικαστηρίων, απόλυτα ισότιμες με τον άνδρα, ως δικαστές.

Κατοχυρώθηκε το δικαίωμα των γυναικών στην εργασία, η ίση αμοιβή για ίση δουλειά και η προστασία της μητρότητας.

Τον Οκτώβρη του 1945 στο 7οΣυνέδριο του Κόμματος εκτιμάται ότι η δουλειά στις γυναίκες έχει καθυστερήσει. Για το ξεπέρασμα αυτού του προβλήματος αποφασίζονται μια σειρά ιδεολογικών και οργανωτικών μέτρων. Ενα από τα μέτρα ήταν η ίδρυση για πρώτη φορά γυναικείας επιτροπής στην ΚΕ και στα παρακάτω όργανα μέχρι τις Αχτιδικές Επιτροπές.

Το 1946 ιδρύθηκε η Πανελλαδική Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΟΓ) από 35 γυναικείους συλλόγους και οργανώσεις. Οι σκοποί της οργάνωσης ήταν: α) Η προστασία της μητέρας και του παιδιού, β) η πολιτική, κοινωνική και οικονομική ισοτιμία των γυναικών και γ) η άμυνα κατά του φασισμού και εμπέδωση της ειρήνης.

Α Συνέδριο Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γυναικών (Μάης 1946)

Α Συνέδριο Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γυναικών (Μάης 1946)

Το 1ο Πανελλαδικό Συνέδριο της ΠΟΓ (Μάης 1946) εξέδωσε ψήφισμα που παραδόθηκε στη Βουλή και διακήρυσσε την ανάγκη αναγνώρισης ίσων πολιτικών δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών: «Να δοθούν και στην Ελληνίδα πολιτικά δικαιώματα ίσια με τον άντρα για να εκλέγει και να εκλέγεται στις δημοτικές και στις βουλευτικές εκλογές».

Το 1946 δημοσιεύθηκε το βιβλίο «Το ΚΚΕ και το γυναικείο ζήτημα» γραμμένο από την Χρύσα Χατζηβασιλείου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ από το 1942 και υπεύθυνη της Γυναικείας Επιτροπής της ΚΕ του Κόμματος.

Στη συνέχεια, στην περίοδο του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) 1946-1949, γυναίκες σε μαζική κλίμακα συμμετέχουν ένοπλες και αποκτούν διευρυμένο και ουσιαστικότερο ρόλο. Η συμμετοχή των γυναικών στα στρατιωτικά τμήματα ανέβαζε την άμιλλα και τη μαχητικότητα των ανταρτών, ενώ έριχνε το ηθικό του αντίπαλου. Το 1948 καθιερώθηκε ο θεσμός των πολιτικών επιτρόπων του ΔΣΕ. Παράλληλα, δίπλα στον πολιτικό επίτροπο, καθιερώνεται ο θεσμός των υπεύθυνων γυναικών σε όλη τη διοικητική ιεραρχία του ΔΣΕ από το γενικό αρχηγείο μέχρι την ομάδα. Οι υπεύθυνες ήταν μέλη της διοίκησης των τμημάτων. Επαιρναν μέρος στην επεξεργασία στρατιωτικών σχεδιασμών, προετοίμαζαν ιδεολογικά – πολιτικά και ψυχολογικά τις μαχήτριες για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Η πρωτοπόρα δράση του ΔΣΕ χτύπησε αποφασιστικά και έμπρακτα αντιδραστικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις, υποχρέωσε και τους ίδιους τους μαχητές σε όλη την ιεραρχία να αναγνωρίσουν την αξία τους. Ο ηρωισμός και το θάρρος των μαχητριών του ΔΣΕ είναι ανεξίτηλα γραμμένα στην ιστορική μνήμη.

Τον ίδιο χρόνο (1948) ιδρύθηκε η Πανελλαδική Δημοκρατική Ενωση Γυναικών (ΠΔΕΓ) από τις μαχήτριες του ΔΣΕ, του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (ΑΚΕ), του Αντιφασιστικού Μετώπου Γυναικών Σλαβομακεδόνων και τη Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας. Η ΠΔΕΓ είχε σκοπό: Να συντονίσει και να εντείνει την πάλη των γυναικών για τη λευτεριά, την ειρήνη, τη λαϊκή δημοκρατία. Να παλέψει για την εξασφάλιση της γυναικείας ισοτιμίας και τα δικαιώματα της μάνας και του παιδιού. Να προσχωρήσει στην Παγκόσμια Δημοκρατική Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΔΟΓ) που ιδρύθηκε το 1945 για να συντονίσει την πάλη των γυναικών στην Ελλάδα μ’ αυτήν των γυναικών όλου του κόσμου, ενάντια στον πόλεμο, για την ειρήνη και τη δημοκρατία.

Γυναίκες μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας

Γυναίκες μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας

Η πρώτη Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΠΔΕΓ πραγματοποιήθηκε το Μάρτη του 1949. Σε ένα πολεμικό αμπρί στο Βίτσι χώρεσαν πάνω από 400 άτομα. Οι μαχήτριες του ΔΣΕ και οι αντιπροσωπείες από τις λαϊκές Δημοκρατίες και η αντιπροσωπεία της ΠΔΟΓ συζήτησαν και αποφάσισαν τα καθήκοντα των γυναικών ενόψει της τελικής φάσης του πολέμου.

Η ΠΔΕΓ μετά την ήττα του ΔΣΕ συνέχισε τη δράση της ανάμεσα στις γυναίκες που πέρασαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες και τη Σοβιετική Ενωση. Βοήθησε με τη δράση της στην οργάνωση της ζωής των γυναικών και στην απόδοσή τους στη δουλειά, στο να αναπτύξουν αγωνιστικό πνεύμα και δεσμούς με την Ελλάδα, στην πολιτική ανάπτυξης και μόρφωσης των γυναικών, στη δουλειά για τα παιδιά και τη μάνα.

Μετά την ήττα του ΔΣΕ, το πέρασμα των (23.028) αγωνιστών, των (14.956) αγωνιστριών και (17.529) παιδιών στις Λαϊκές Δημοκρατίες και την ΕΣΣΔ, και την υποχώρηση του κινήματος, το Κόμμα στις νέες συνθήκες συνέχισε την ιδιαίτερη δραστηριότητά του στις γυναίκες. Αυτό απαιτούσε η δουλειά για την προσαρμογή των γυναικών στις συνθήκες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αλλά και σε προβλήματα που προέκυπταν μετά από την τρίχρονη δράση τους σε συνθήκες πολέμου. Στα μέσα του Οκτώβρη του 1950 πραγματοποιήθηκε η 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, η οποία στο δεύτερο θέμα της ασχολήθηκε με την κατάσταση και τα προβλήματα των πολιτικών προσφύγων στις Λαϊκές Δημοκρατίες. Στην Εισήγηση αναφέρεται:

«Στο χρόνο που μας πέρασε… Λύθηκαν τα βασικά προβλήματα των προσφύγων, όπως η εγκατάσταση και οργάνωση της ζωής τους, η τοποθέτηση στη δουλειά, ο επισιτισμός, η εξασφάλιση του ρουχισμού, η θεραπεία των τραυματιών και των αναπήρων κλπ. […] Στην παραγωγή οι μαχητές μας και οι μαχήτριες που πέρασαν από το πολεμικό μέτωπο στο ειρηνικό μέτωπο της δουλειάς εκπληρώνουν το σύνθημα του ΚΚΕ να γίνουν πρωτοπόροι στη δουλειά, να «καταχτήσουν τα κάστρα που λέγονται τέχνη – επιστήμη – μόρφωση», να αποκτήσουν την τεχνική τους ειδίκευση. […] Τα παιδιά μας ζούνε και τρέφονται καλά, μορφώνονται και παίρνουν επαγγελματική ειδίκευση…

[…] Τους πολιτικούς πρόσφυγες, άνδρες και γυναίκες, τους απασχολούν ορισμένα ζητήματα […]. Ζητήματα τραυματιών και αναπήρων […]. Ζητήματα αρρώστων […]. Ζητήματα γέρων και ανίκανων […]. δ) Για τις γριές μανάδες των αγωνιστών […]. Ζήτημα εγκύων και παιδιών […]. Να μάθουμε στις έγκυες (με ειδικές διαλέξεις, συμβουλές των γιατρών κλπ.) τι πρέπει να κάνουν στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Να χτυπήσουμε μια κακή εκδήλωση που παρουσιάζεται σε μερικές έγκυες να φεύγουν στον τρίτο ή τέταρτο μήνα απ’ τη δουλειά. Αυτό είναι απαράδεχτο γιατί αποκόβει χωρίς λόγο τη γυναίκα από την παραγωγή, έχει επίδραση και στην ίδια την εγκυμοσύνη. Εκείνο που πρέπει να προσέχουμε είναι οι έγκυες γυναίκες που είναι στον τέταρτο μήνα και πάνω να μη χρησιμοποιούνται σε βαριές δουλειές. Για τα παιδιά πρέπει να γίνει τεράστια διαπαιδαγώγηση και διαφωτιστική δουλειά για να τα δώσουν όλοι οι γονείς τους στους παιδικούς σταθμούς…».

Γυναίκες στην εξορία

Γυναίκες στην εξορία

Το ΠΓ με ιδιαίτερη απόφασή του το 1952 «Για την κομματική δουλειά στις γυναίκες», εκτός των άλλων, έκανε αναφορά και στις γυναίκες πολιτικές πρόσφυγες στη Σοβιετική Ενωση και στις νεαρές Λαϊκές Δημοκρατίες με εκτιμήσεις για τη ζωή τους εκεί, αλλά και για την υποχώρηση της κομματικής δουλειάς στις γυναίκες σε σχέση με την περίοδο του ΔΣΕ. Οι γυναίκες πολιτικές πρόσφυγες αποδείχθηκαν άξιες μαχήτριες στη δύσκολη πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού, λόγω και των καταστροφών που προκάλεσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ταυτόχρονα, αξιοποίησαν τα πλεονεκτήματα που ο σοσιαλισμός τους εξασφάλιζε, ανέπτυξαν στενή επαφή με το γυναικείο κίνημα της χώρας μας, μετείχαν ενεργά σε κάθε προσπάθεια διεθνιστικής αλληλεγγύης.

Η Αύρα Παρτσαλίδου σε άρθρο της στην ΚΟΜΕΠ το 1953, κάνοντας εκτίμηση της πορείας της γυναικείας δουλειάς σύμφωνα με την απόφαση του ΠΓ του 1952, έδινε γλαφυρά την εξής εικόνα, αλλά και τα καθήκοντα για τις πολιτικές πρόσφυγες:

«…Μέσα στο 1952 αναδείχτηκαν σ’ όλες τις χώρες πολλές καινούργιες ουντάρνικες (πρωτοπόρες) και διακεκριμένες εργάτριες. Αναδείχτηκαν σταχανοφικές, μαστόρισσες και μπριγαδιέρισσες. Ανέβηκε το ποσοστό των γυναικών που ξεπερνάνε τη νόρμα τους. Ανέβηκε η ειδίκευσή τους και δυνάμωσε η πειθαρχία στη δουλειά. Υπογράφουν γυναίκες σοσιαλιστικά συμβόλαια, παίρνουν δραστήριο μέρος στη σοσιαλιστική άμιλλα και πασχίζουν φιλότιμα να συμβάλουν στην πραγματοποίηση των κρατικών πλάνων. Στο διάστημα του περασμένου χρόνου οι περισσότερες μωρομάνες, που μένανε έξω από την παραγωγή, απάντησαν στο κάλεσμα του κόμματος. Βγήκαν έξω από το σπίτι, όπου είχαν κλειστεί με το παιδί και το νοικοκυριό. Πήραν τη θέση τους στη σοσιαλιστική παραγωγή. Στην Κεντρική Επιτροπή Προσφύγων Ελλάδας (ΚΕΠΕ) π.χ. στο κλείσιμο του 1952 είχαν πιάσει δουλειά 196 μωρομάνες απ’ τις 318 που βρίσκονταν έξω απ’ την παραγωγή. Στην Τσεχοσλοβακία απ’ τις 177 είχαν πιάσει δουλειά 104.

[…] Αρχισαν πολλές γυναίκες να παίρνουν πιο δραστήριο μέρος στις συνελεύσεις και στα μαθήματα, να ετοιμάζουν μόνες τους εισηγήσεις κλπ. Αυξήθηκε το ποσοστό της συμμετοχής των γυναικών στις διάφορες κομματικές κλπ. σχολές. Πολλές αναλφάβητες μάθανε γράμματα. Πολλές γυναίκες καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες για την αυτομόρφωσή τους. Αρχισαν να διαβάζουν διάφορα βιβλία. Μεγάλωσε πολύ το ενδιαφέρον των γυναικών για το περιοδικό Φωνή της Γυναίκας.

Παρ’ όλη τη σχετική πρόοδο που σημειώθηκε, εξακολουθεί ο τομέας αυτός να είναι το πιο αδύνατο σημείο της γυναικείας δουλειάς. Πρέπει να ανεβάσουμε την ποιότητα της μορφωτικής – διαπαιδαγωγικής μας δουλειάς, μες στις γυναίκες. Το μορφωτικό – πολιτικό επίπεδό τους παραμένει ακόμα πολύ χαμηλό…

[…] Πρέπει να βοηθήσουμε τις γυναίκες με διάφορους πρακτικούς τρόπους (καλή οργάνωση της ζωής τους, ανάπτυξη της αλληλεγγύης αναμεταξύ τους σχετικά με τη φροντίδα για το παιδί, τα ψώνια κλπ.) για να μπορούν να παίρνουν μέρος στα τεχνικά κουρς (σχολεία) και σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του εργοστασίου. Πρέπει να τις βοηθήσουμε να μάθουν την ντόπια γλώσσα, μελετώντας κάθε φορά συγκεκριμένα ζητήματα…

[…] Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, αναδείχνουμε στελέχη κι ύστερα δεν τα βοηθάμε, τα αφήνουμε να χρεοκοπούν. Είτε τα παραφορτώνουμε με πολλές δουλειές και απογοητεύονται μπροστά στις δυσκολίες που συναντάνε.

[…] Πολλά στελέχη μας έχουν ένα και δυο παιδιά. Χρειάζεται να τα πάνε και να τα φέρουν απ’ το σταθμό, να τα περιποιηθούν κλπ. Εχουν κι ένα σωρό άλλες οικογενειακές υποχρεώσεις. Ο καθοδηγητής πρέπει να ξέρει όλες τις δυσκολίες που συναντάνε τα γυναικεία στελέχη του… Να τις βοηθάει στοργικά ν’ ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους.

[…] Τα στελέχη μας χρειάζονται ιδιαίτερη βοήθεια κι ενθάρρυνση για να σπάσουν τη διστακτικότητα, για ν’ αποκτήσουν οντότητα και αυτοπεποίθηση. Για να μάθουν να υποστηρίζουν θαρραλέα τη γνώμη τους. Να κάνουν κριτική και να μη συμβιβάζονται με τα στραβά. […] Επίσης χρειάζεται ιδιαίτερη βοήθεια για να μάθουν να δέχονται την κριτική χωρίς μικροαστική ευαισθησία, να βλέπουν την ουσία της κριτικής που τους γίνεται και να διορθώνουν τις αδυναμίες τους για να τραβήξουν μπροστά.

[…] Πρέπει σήμερα ν’ αναδείξουμε στην κομματική και μαζική δουλειά πολλά καινούρια στελέχη μέσα απ’ τις πρωτοπόρες εργάτριες…

[…] Επίσης πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα το ζήτημα της στρατολογίας καινούριων μελών στο Κόμμα».

Ταυτόχρονα, το Κόμμα ασχολήθηκε με την κατάσταση του κινήματος στην Ελλάδα και τις τραγικές συνθήκες που δημιούργησε το καθεστώς για το λαό. Ηταν ανείπωτες οι πιέσεις, οι εξευτελισμοί, κυρίως τα βασανιστήρια στα κρατητήρια, στις φυλακές, στα στρατόπεδα και στις εξορίες που υπέστησαν οι αγωνιστές και αγωνίστριες των λαϊκών αγώνων και εκείνης της περιόδου. Στην πλειοψηφία τους τα αντιμετώπισαν με θάρρος και αξιοπρέπεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η απάντηση που έδωσε η ογδοντάχρονη Κρητικιά ανταρτομάνα Μπλαζάκαινα στους βασανιστές της στο Μακρονήσι όταν της ζήτησαν να κάνει «δήλωση»: «Δεν δουλώνω …δεν απογράφω»!

Ανάμεσα στα καθήκοντα που έβαζε το Κόμμα εκείνη την περίοδο ήταν και η δημιουργία Πατριωτικής Γυναικείας Οργάνωσης, για να αγωνιστεί για το ψωμί, την ειρήνη, την προστασία του παιδιού, της μάνας, για τα δικαιώματα της γυναίκας, για την ανεξαρτησία της πατρίδας (Απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, 27 Γενάρη 1952).

Στον τομέα της κομματικής οικοδόμησης στην ίδια απόφαση καθορίζονταν τα καθήκοντα της ανάδειξης γυναικείων στελεχών, της αξιοποίησης γυναικών σε όλους τους τομείς της κομματικής και μαζικής δουλειάς και της υλοποίησης της κομματικής γραμμής και από τις ξεκομμένες κομμουνίστριες και λαϊκές αγωνίστριες.

Το «Σχέδιο Προγράμματος του Κόμματος» το 1953 διακήρυσσε τα δικαιώματα της γυναίκας στη «Νέα Λαϊκή Δημοκρατία»: «Η γυναίκα σ’ όλα είναι ίση με τον άντρα, έχει τα ίδια δικαιώματα μ’ αυτόν και πρέπει να πάρει τη θέση που της ανήκει στην κοινωνική ζωή με τη συμβολή της σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής ζωής της λαϊκής δημοκρατίας, στην παραγωγή, στον κρατικό μηχανισμό, στα συνδικάτα, στις επιστήμες και στις καλές τέχνες, στην εκπαίδευση, στην καταπολέμηση της αγραμματοσύνης, στην προστασία, αγωγή και ανάπτυξη του παιδιού, σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής και πάλης του λαού».

Στην Προγραμματική Διακήρυξη του 1957 για τις γυναίκες τίθονταν ως στόχοι πάλης: «Ισο μεροκάματο για ίση δουλειά … Κοινωνική Ασφάλιση που θα περιλαμβάνει προστασία της μητρότητας και του παιδιού, ιατρική, φαρμακευτική, νοσοκομειακή σανατοριακή περίθαλψη, ασφάλιση από την ανεργία και τα γηρατειά. Απαγόρευση εργασίας εργατριών κάτω από 16 χρονών. Απαγόρευση νυκτερινής εργασίας των γυναικών. Εφαρμογή του νόμου για την υποχρεωτική και δωρεάν στοιχειώδη εκπαίδευση. Φτηνά δίδακτρα για λήψη μέτρων για να γίνει η μέση και ανώτερη παιδεία προσιτή στο λαό. Κατάργηση κάθε είδους κοινωνικής και νομικής ανισότητας των γυναικών».

Σ’ αυτές τις αντίξοες συνθήκες αναπτυσσόταν το κίνημα αργά αλλά σταθερά και με τη συμμετοχή των γυναικών. Ιδιαίτερα στους αγώνες που αναπτύχθηκαν στη 10ετία του 1960, οι εργάτριες (κλωστοϋφαντουργίνες, Γενάρης 1962, ραπτεργάτριες Θεσσαλονίκης, συνοδοί «Ολυμπιακής Αεροπορίας» κ.ά.), είχαν τη δική τους συμβολή, όπως και οι μαχητικές γυναικείες κινητοποιήσεις σε συμπαράσταση των απεργών (μηχανουργών λιπασμάτων, χαλυβουργών Ελευσίνας, λιμενεργατών κ.ά.).

Το 1963 ιδρύθηκε η Συντονιστική Επιτροπή Εργαζομένων Γυναικών (ΣΕΕΓ). Στις 25 Μάη 1964 ιδρύθηκε η Πανελλήνια Ενωση Γυναικών (ΠΕΓ). Στους σκοπούς της αναφέρονται η πλήρης οικονομική, πολιτική, νομική και κοινωνική ισοτιμία της γυναίκας, η αναγνώριση της μητρότητας ως κοινωνικού λειτουργήματος, η εξασφάλιση σύγχρονων όρων ζωής, εργασίας, μόρφωσης, ψυχαγωγίας της αγρότισσας, η απλούστευση της εργασίας του νοικοκυριού, η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και η πνευματική και πολιτιστική ανύψωση των γυναικών, η ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας και φιλίας με τις γυναίκες όλου του κόσμου. Η ΠΕΓ ήταν μέλος της «Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοκρατικών Γυναικών» (ΠΔΟΓ). Είχε τη δική της συμβολή στην πάλη για την ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος και το τράβηγμα των γυναικών στη μαζική και κοινωνική δραστηριότητα στις συγκεκριμένες συνθήκες, που όμως ανακόπηκε από την εγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας του 1967.

Παρά τις δυσμενείς συνθήκες της χούντας, η πάλη δε σταμάτησε, όπως και η ιδιαίτερη δουλειά στο κίνημα των γυναικών.

Τα Συμπεράσματα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ (Οκτώβρης 1970), για τη δουλειά ανάμεσα στις γυναίκες, εκτιμούν θετικά τη συμβολή των γυναικών στην παράνομη κομματική δουλειά και τη μαζική αντιδικτατορική δράση στη χώρα μας, μετά τη 12η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (1968), καθώς και την υλική και ηθική συμπαράσταση προς τον αγωνιζόμενο λαό μας των Ελληνίδων που ζούσαν και εργάζονταν στις καπιταλιστικές και τις σοσιαλιστικές χώρες. Στα Συμπεράσματα καταγράφεται η δημιουργία της Συντονιστικής Επιτροπής Αντιδικτατορικής Κίνησης Εκπατρισμένων Ελληνίδων (ΣΕΑΚΕΕ), που ανέπτυξε ικανοποιητική δράση, όσον αφορά την προβολή και εκλαΐκευση του ελληνικού προβλήματος στις Διεθνείς Οργανώσεις και πρώτα απ’ όλα στην Παγκόσμια Ομοσπονδία Δημοκρατικών Γυναικών (ΠΔΟΓ).

Σε όλη τη μακρόχρονη πορεία του Κόμματος και του κινήματος αναδείχθηκε επίσης η ηρωική μορφή της γυναίκας μάνας, συζύγου, κόρης, αδελφής, γιαγιάς των λεγόμενων μετόπισθεν. Χιλιάδες γυναίκες μόνες τους βρέθηκαν να μεγαλώνουν παιδιά, να στηρίζουν την οικογένεια, καθώς οι δικοί τους άνθρωποι ήταν στη φυλακή ή την εξορία. Εζησαν τη φτώχεια, την πίεση των δυνάμεων καταστολής, την προσωπική τρομοκρατία, την ανεργία, αλλά και την αγωνία της εκτέλεσης της ποινής του θανάτου, των βασανιστηρίων των αγαπημένων τους προσώπων. Στάθηκαν και αυτές «παλικάρια», οργάνωναν κίνημα για την απόλυση των κρατουμένων και το σταμάτημα των βασανιστηρίων, έγιναν οι πηγές πληροφόρησης ακόμα και της παγκόσμιας κοινής γνώμης, ώστε να επιδράσει στη διαμόρφωση διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης.

Στις 27 Μάρτη του 1961 ο Αθηναϊκός Σύλλογος Οικογενειών Πολιτικών Εξορισμένων Φυλακισμένων (ΑΣΟΠΕΦ) οργάνωσε συγκέντρωση για την αμνηστία στο θέατρο «Παπαϊωάννου» με ομιλητές τον πρώην Μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ, τον Κομνηνό Πυρομάγλου κ.ά. Στις 4 Απρίλη εκατοντάδες μάνες, σύζυγοι, αδελφές και παιδιά πολιτικών κρατουμένων, που συγκεντρώθηκαν έξω από το υπουργείο Δικαιοσύνης και απαίτησαν τη χορήγηση γενικής αμνηστίας, δέχτηκαν την επίθεση της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν αρκετές γυναίκες. Την άλλη μέρα, οι κρατούμενοι στις φυλακές Αβέρωφ και στον Αϊ-Στράτη προχώρησαν σε 24ωρη αποχή συσσιτίου ως διαμαρτυρία για την κακοποίηση των συγκεντρωμένων έξω από το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Ομοια συγκέντρωση, στον ίδιο χώρο, πραγματοποιήθηκε και λίγους μήνες αργότερα (21 Δεκέμβρη), συναντώντας την ίδια μεταχείριση από την πλευρά της αστυνομίας.

Σειρά διεθνών κινητοποιήσεων πραγματοποιήθηκε και στα χρόνια που ακολούθησαν. Με έδρα το Λονδίνο δημιουργήθηκε η «Ενωση για την Αμνηστία στην Ελλάδα», από την Μπέττυ Αμπατιέλου, την Μάριον Σαράφη και την Νταϊάνα Πυμ, με σκοπό να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει τον εγγλέζικο λαό για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων.

Διεθνείς κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι το Μάη του 1962 και το Μάρτη του 1963 με τη συμμετοχή εκατοντάδων προσωπικοτήτων διεθνούς κύρους. Σε συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο, στις 30 Οκτώβρη του 1962, ο Μπέρτραντ Ράσελ κατήγγειλε με μήνυμά του την ύπαρξη των περίπου 1.200 πολιτικών κρατουμένων.

Μετά την πολιτική αλλαγή του 1974 και την κατάκτηση από το Κόμμα της νομιμοποίησής του, αρχίζει νέα περίοδος στην ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος. Σ’ όλη την Ελλάδα ιδρύονται σύλλογοι γυναικών με τη συμβολή των κομμουνιστριών. Το 1975 γίνεται Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των Συλλόγων για τη συγκρότηση Ομοσπονδίας και το 1976 συνέρχεται το 1ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας (ΟΓΕ).

Αφίσα της ιδρυτικής συνέλευσης της ΟΓΕ

Αφίσα της ιδρυτικής συνέλευσης της ΟΓΕ

Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1979 εκτιμά:

«…Η ΚΕ θεωρεί θετικά τα βήματα που σημειώνονται στην ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος με τη δημιουργία νέων γυναικείων συλλόγων, με μέλη με διαφορετικούς ιδεολογικούς προσανατολισμούς. Η σημασία του γυναικείου κινήματος αποκτά σήμερα πρόσθετη βαρύτητα, καθώς οξύνονται τα προβλήματα των γυναικών και πλαταίνουν οι δυνατότητες μαζικής κινητοποίησης, ενάντια σε κάθε είδους διακρίσεις σε βάρος της γυναίκας και ιδεολογικής αντιμετώπισης των διαφόρων αντιλήψεων και πρακτικής που σημαίνουν υποτίμηση των γυναικών… Μέσα στα πλαίσια αυτά να αποκρουστούν οι αστικές και μικροαστικές θεωρίες του νεοφεμινισμού».

Ατόνησε η αυτοτελής ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική δράση του Κόμματος για τα ζητήματα της γυναικείας ανισοτιμίας ως συστατικό του εκμεταλλευτικού συστήματος στη μεγάλη χρονική περίοδο που μεσολάβησε από την ήττα του ΔΣΕ έως τη νόμιμη δράση του λόγω δυσκολιών στη λειτουργία του και ιδιαίτερα μετά τη διάλυση των Κομματικών Οργανώσεων (1958) και με τη δράση του μέσα από την ΕΔΑ και αργότερα την εφτάχρονη δικτατορία.

Το ζήτημα αντιμετωπιζόταν με μια σχετική μονομέρεια κυρίως ως δράση στο μαζικό, ιδιαίτερα στο οργανωμένο γυναικείο κίνημα και όχι ως ειδική δουλειά που έπρεπε να κάνει το Κόμμα εξειδικεύοντας τη γενικότερη πολιτική του στις γυναίκες.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αδύνατη δράση των ταξικών σωματείων για τα ιδιαίτερα προβλήματα των γυναικών, άφησε έδαφος ώστε στην περίοδο της μεταπολίτευσης να δυναμώσουν φεμινιστικές και νεοφεμινιστικές απόψεις.

Ο νεοφεμινισμός αμφισβητεί την ορθότητα της μαρξιστικής – λενινιστικής αντίληψης για την αφετηρία και τον τρόπο λύσης του γυναικείου ζητήματος.

Αρνείται τη σημασία που έχουν, για την κοινωνική ισότητα και την ισοτιμία της γυναίκας, η ριζική ανατροπή των καπιταλιστικών σχέσεων και η θεμελίωση και ανάπτυξη των σοσιαλιστικών. Το 15ο Συνέδριο του ΚΚΕ, που επεξεργάστηκε και ενέκρινε το Πρόγραμμα του Κόμματος, προσδιόρισε ως πολιτικό καθήκον τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου πάλης, ως έκφραση της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας όλων των δυνάμεων, που βρίσκονται σε αντίθεση με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Το κίνημα των γυναικών έχει τη δική του θέση στη συγκρότηση του Μετώπου.

Στο Β’ Κεφάλαιο του Προγράμματος, με τίτλο «Η Ελλάδα στο σύστημα του ιμπεριαλισμού», περιγράφεται η χειροτέρευση των εργαζομένων με τη διαρκώς αυξανόμενη ανεργία «ιδιαίτερα, ανάμεσα στις νέες ηλικίες και τις γυναίκες». Επίσης, στο Κεφάλαιο με τίτλο «Βασικές προγραμματικές κατευθύνσεις και στόχοι πάλης», διατυπώνονται στόχοι πάλης για το κίνημα των γυναικών: «Η κατάργηση των υπερωριών και η λήψη μέτρων που αντιπαλεύουν και καταργούν τις διακρίσεις εις βάρος των γυναικών και των νέων. Ιση αμοιβή για ίση δουλειά ανδρών και γυναικών, νέων και αλλοδαπών εργαζομένων. Μέτρα για την ισοτιμία της γυναίκας στην οικογένεια, στην εργασία, για τη συμμετοχή της στην κοινωνική και πολιτική δράση, στον πολιτισμό».

Η Πολιτική Απόφαση του 15ου Συνεδρίου εκτιμά, προσδιορίζοντας και καθήκοντα για τη δουλειά στις γυναίκες:

«Οι εργαζόμενες γυναίκες πρέπει στο πρόσωπο του ΚΚΕ να δουν τον πιο συνεπή και πραγματικό υπερασπιστή του αγώνα για χειραφέτηση και ισοτιμία. Προπάντων, να δουν συγκεκριμένες ενέργειες και δραστηριότητες, ώστε ο αγώνας τους να γίνει υπόθεση όλων των εργαζομένων…. Αν τα στελέχη του Κόμματος δεν κατανοήσουν τη μεγάλη σημασία της ιδιαίτερης δουλειάς στις γυναίκες, για το πρόβλημα της διπλής εκμετάλλευσης και καταπίεσης, θα είναι αδύνατη και αναποτελεσματική η γενικότερη δράση του ΚΚΕ και η πορεία συγκρότησης του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου».

Το ΚΚΕ με τη δράση του και σε συνθήκες παρανομίας ή ημιπαρανομίας ενέπνευσε εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες να πάρουν το δρόμο του αγώνα, ακόμα και με το όπλο στο χέρι, να πάρουν το δρόμο του δύσκολου καθημερινού αγώνα. Χιλιάδες γυναίκες μέλη και στελέχη του Κόμματος, λαϊκές αγωνίστριες δολοφονήθηκαν, εκτελέστηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια στις φυλακές, στις εξορίες, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στα κελιά της Ασφάλειας. Τα ξερονήσια: Αϊ-Στράτης, Ανάφη, Κύθνος, Γαύδος, Κίμωλος, Φολέγανδρος, Λέρος, Τρίκερι, Μακρόνησος, Γιούρα, αλλά και οι φυλακές σε Αβέρωφ, Γεντί Κουλέ, Χίο, Αίγινα, Αλικαρνασσό, Ωρωπό έγιναν σύμβολα ανδρείας, αξιοπρέπειας, περηφάνιας, ακλόνητης πίστης στην υπόθεση του λαού και στα ιδεώδη του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.

Μέσα στο ΚΚΕ διαμορφώθηκαν και αναδείχτηκαν μαζί με τους ήρωες και οι ηρωίδες: Η Ηλέκτρα Αποστόλου, η Ειρήνη Γκίνη, η Παναγιώτα Σταθοπούλου, η Μάρω Μάστρακα, η Ευαγγελία Κουσσάντζα, η Ισμήνη Σιδηροπούλου, η Ασπασία Δασκαλοπούλου, η Ισμήνη Δημητρίου, η Αθηνά Μπενέκου, η γιαγιά – Βαΐτσα, η Κούλα Ελευθεριάδου, η Ελευθερία Ιωαννίδου, οι αδελφές Αθανασία και Λυδία Καλαϊτζίδου, η Κατίνα Παπαδιαμαντοπούλου, η Μαρία Ρέππα, η Γεωργία Πολυγένους και άλλες επώνυμες και πάρα πολλές ανώνυμες. Στις γραμμές του Κόμματος και δίπλα του αναδείχθηκαν ταλαντούχες γυναίκες επιστήμονες, ποιήτριες, δασκάλες, ζωγράφοι, χαράκτριες που με την ευαισθησία τους έδωσαν καλλιτεχνική και πνευματική μορφή στους γυναικείους αγώνες, όπως: Οι συγγραφείς Γαλάτεια Καζαντζάκη, Ελλη Αλεξίου, η Ρίτα Μπούμη – Παππά και η Μέλπω Αξιώτη, η μεγάλη παιδαγωγός και συγγραφέας Ρόζα Ιμβριώτη, η ποιήτρια του ύμνου του ΕΛΑΣ Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη, η παιδαγωγός, λαογράφος και ποιήτρια Μαρία Λιουδάκη, η καθηγήτρια Φυσικομαθητικών Ισμήνη Σιδηροπούλου, η ζωγράφος Κατερίνα Χαριάτη – Σισμάνη, οι χαράκτριες Ζιζή Μακρή, Βάσω Κατράκη, Λουκία Μαγγιώρου, η ηθοποιός Αλέκα Παΐζη και τόσες άλλες επώνυμες και ανώνυμες.

Το ΚΚΕ σε όλη την πορεία της διαδρομής του έδωσε ιδεολογική και πολιτική μάχη με τις αστικές, ρεφορμιστικές, οπορτουνιστικές αντιλήψεις που αντιμετώπιζαν το γυναικείο ζήτημα ως πρόβλημα αντιπαράθεσης των δύο φύλων. Αντιμετώπισε μαχητικά τις αναχρονιστικές, σκοταδιστικές αντιλήψεις ότι η ισοτιμία της γυναίκας την καθιστά ανίκανη έως και επικίνδυνη στην οικογένεια. Αντιλήψεις που αναπαράγονται και σήμερα με τη μία ή την άλλη μορφή, προκειμένου το καπιταλιστικό σύστημα και οι δυνάμεις που το υπηρετούν να δικαιολογήσουν μέτρα σε βάρος των εργατοϋπαλλήλων γυναικών, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων.

Στη δεκαετία του ’90, την εποχή της αντεπανάστασης, της ανατροπής της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, της γενικευμένης επίθεσης του κεφαλαίου στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, νέες αστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες έρχονται στο προσκήνιο, προσφέροντας θεωρητικό υπόβαθρο στις πολιτικές επιλογές της αστικής τάξης. Τέτοια ιδεολογήματα είναι: Η διάκριση μεταξύ «βιολογικού και κοινωνικού φύλου», ότι δήθεν το φύλο δεν ορίζεται από τα βιολογικά χαρακτηριστικά του, αλλά απ’ αυτά που η δοσμένη κοινωνία με τις αντίστοιχες σχέσεις της του προσδίδει, ανάλογα με το αν γεννήθηκε ένας άνθρωπος άνδρας ή γυναίκα. Μέσω αυτής της θεωρίας καταργούνται οι ταξικές αντιθέσεις, η ταξική ρίζα του γυναικείου ζητήματος και ανάγεται η ανισοτιμία της γυναίκας στην αντίθεση του δίπολου άνδρας – γυναίκα. Οι θεωρητικές αυτές απόψεις διαδίδονται μέσω Γυναικείων Σπουδών στα μεγάλα πανεπιστήμια όλου του κόσμου, που έχουν μετονομασθεί σε Σπουδές Φύλου και διεξάγουν έρευνες που συνεχώς εξελίσσονται, δηλητηριάζοντας τα μυαλά της νεολαίας και κυρίως των κοριτσιών με όλη την αντιδραστική αστική σκέψη.

Η ιδεολογία του ΚΚΕ, η πολιτική και η πείρα του δείχνουν ότι η μαχητική αντιμετώπιση της κυρίαρχης ιδεολογίας πρέπει να ενώνονται αρμονικά με τη συσπείρωση και την πάλη γύρω από αιτήματα και διεκδικήσεις που βελτιώνουν τη θέση των γυναικών, γενικότερα των εργαζομένων, που ανεβάζουν την πείρα τους για να δώσουν συνέχεια έως την τελική νίκη, τη νίκη της εργατικής εξουσίας, τη νίκη του σοσιαλισμού.

Η πείρα δείχνει ότι δεν αρκεί ο αγώνας για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, για τα ιδιαίτερα προβλήματα των γυναικών δίχως τη γενικότερη ιδεολογική, πολιτιστική αντεπίθεση του Κόμματος για την κατανόηση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, για την κατανόηση της ισοτιμίας των δύο φύλων, της κοινής τους πάλης ενάντια στην πολιτική των μονοπωλίων, στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.

Η στήριξη του ΚΚΕ στους αγώνες γυναικείων οργανώσεων που, από ριζοσπαστικές θέσεις συνέβαλαν στην προβολή του γυναικείου ζητήματος είναι η απόδειξη για τη μεγάλη σημασία της ευαισθητοποίησης ανδρών και γυναικών στο ζήτημα της ισοτιμίας της γυναίκας, για τη μεγάλη σημασία της δράσης των ίδιων των γυναικών, της ανάδειξής τους σε υπεύθυνες θέσεις.

Η φετινή 8 του Μάρτη απαιτεί να έλθουν στην επιφάνεια τα χρόνια προβλήματα των γυναικών και η στρατηγική του κεφαλαίου που ήδη έχει πάρει την εκδίκησή του για τις κατακτήσεις που απέσπασαν οι γυναίκες, για τις παραχωρήσεις που έκανε.

Η σύγχρονη πολιτική του κεφαλαίου,  με πρόσχημα την οικονομική καπιταλιστική κρίση, εντείνει την επίθεση στα εργασιακά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, με μεγαλύτερα θύματα τις γυναίκες και τη νεολαία.

Αυξάνεται η ανεργία, οι απολύσεις, η εναλλακτική απασχόληση, με μεγάλα διαστήματα ανεργίας και μερικής, ελαστικής απασχόλησης. Τη μαύρη εργασία τη νομιμοποιούν πέρα από το νόμο που πρόσφατα επεξεργάσθηκε το ΠΑΣΟΚ και με τη μορφή του λεγόμενου κοινωνικού εθελοντισμού.

Αυξάνουν τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης των εργαζόμενων γυναικών στο Δημόσιο Τομέα στα 65 χρόνια. Αυξάνονται τα όρια ακόμα και για μητέρες με ανήλικα ή ανάπηρα παιδιά, αφού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ουσιαστικά διατηρεί τους αντιασφαλιστικούς νόμους της προηγούμενης κυβέρνησης της ΝΔ.

Με το πάγωμα των μισθών και ταυτόχρονα την αύξηση της φορολογίας στα φυσικά πρόσωπα και στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, με την ακρίβεια στα είδη αυτά, στα τιμολόγια των πρώην ΔΕΚΟ, αλλά και στους τομείς της Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Αθλητισμού, Πολιτισμού και Ψυχαγωγίας χειροτερεύει συνολικά το επίπεδο ζωής του εργαζόμενου λαού και ιδιαίτερα των γυναικών που, έτσι και αλλιώς, οι μισθοί τους και οι συντάξεις τους είναι μικρότερες, αλλά ταυτόχρονα οι ανάγκες τους που απορρέουν από τον αναπαραγωγικό τους ρόλο είναι μεγαλύτερες.

Επιδεινώνονται όχι μόνο οι συνθήκες δουλειάς, αλλά και διαβίωσης των γυναικών με την ανάληψη ενός μεγάλου μέρους της διαδικασίας αναπαραγωγής των μελών της οικογένειας, επειδή οι τομείς αυτοί συνεχώς εμπορευματοποιούνται και ιδιωτικοποιούνται. Τα αντιλαϊκά μέτρα και οι συνθήκες αυτές επιβαρύνουν περισσότερο τη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζόμενων γυναικών και εντείνουν την ανισοτιμία τους.

Οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, φτωχές αγρότισσες, αυτοαπασχολούμενες και μικρέμποροι υφίστανται τις συνέπειες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και της συγκέντρωσης του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα, υφίστανται τις κοινωνικές συνέπειες εξαιτίας του φύλου όπως και οι μισθωτές εργαζόμενες.

Τέτοιες είναι η έλλειψη ουσιαστικής αναγνώρισης του κοινωνικού ρόλου της μητρότητας, προκαταλήψεις ακόμα και αντιδραστικές αντιλήψεις και πρακτικές στις σχέσεις των δύο φύλων που αναπαράγονται με νέες μορφές.

Στο σύγχρονο καπιταλισμό είναι πιο σαφής ο ταξικός χαρακτήρας του προβλήματος της ανισοτιμίας των γυναικών.

Γίνεται πιο φανερό ότι η απελευθέρωση της γυναίκας από τη διπλή καταπίεση και εκμετάλλευση μπορεί να συντελεσθεί σε μια κοινωνία όπου θα καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο ως αποτέλεσμα συνειδητής δράσης, τουλάχιστον της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης και της μαζικής μαχητικής δράσης των λαϊκών στρωμάτων για την ανατροπή του τελευταίου εκμεταλλευτικού συστήματος, του καπιταλισμού.

Το 10ο Συνέδριο της ΚΝΕ θέτει επιτακτικά το ζήτημα της δράσης για τα προβλήματα της κοπέλας, των νέων ζευγαριών. Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος οι νέες κοπέλες να μην εκδηλώσουν τις διαθέσεις αντίστασης κάτω από το βάρος και τον όγκο των σύνθετων καθηκόντων τους. Τα νεαρά ζευγάρια να βοηθηθούν να αντεπεξέλθουν στα μεγαλύτερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν από αυτά των γονιών τους.

Το 18ο Συνέδριο, η Πανελλαδική Σύσκεψη των Γυναικών απαιτεί σήμερα να αντιμετωπισθούν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στη δουλειά μας που υπάρχουν, παρά τη γενική ανοδική μας πορεία. Τα βασικά ιδεολογικά και οργανωτικά μέτρα που αποφάσισε η Πανελλαδική Σύσκεψη των Γυναικών και επιβεβαίωσε το 18ο Συνέδριο ως βασικές κατευθύνσεις είναι τα εξής:

«1. Η διάλεξη για το γυναικείο ζήτημα πρέπει να απασχολήσει όλο το Κόμμα. […]

Τα κομματικά έντυπα να πυκνώσουν την αρθογραφία και να παρθούν ανάλογα μέτρα για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση ώστε να δυναμώνει η ιδεολογική και πλατιά διαφωτιστική δουλειά για τις γυναίκες.

2. Να γίνει έλεγχος ώστε ο προγραμματισμός δουλειάς των καθοδηγητικών οργάνων και των ΚΟΒ να περιέχει καθήκοντα για τη δουλειά στις γυναίκες της εργατικής τάξης, για την καθοδήγηση και βοήθεια στη δράση στο μαζικό γυναικείο κίνημα. […] στις μαζικές οργανώσεις που ασχολούνται με προβλήματα της οικογένειας και των γυναικών στον τόπο δουλειάς και κατοικίας. […] Σημασία έχει να γίνονται σταθερά βήματα, να μη χάνονται στο δρόμο τα όποια αποτελέσματα υπάρχουν.

3. […] Είναι αδύνατον να προωθηθεί το ζήτημα αυτό, αν δεν εξασφαλιστεί η συγκρότηση και λειτουργία βοηθητικών επιτροπών δίπλα στα όργανα, όπως και η σωστή καθοδήγηση των κομματικών ομάδων ή επιτροπών για τις γυναίκες στα σωματεία. Σε όλη την κλίμακα της οργάνωσης πρέπει να υπάρχει χρέωση ουσιαστική.

4. Ο σχεδιασμός της κομματικής δουλειάς συμπεριλαμβάνει και την ανάλογη δουλειά στην ΚΝΕ με βάση και το περιεχόμενο των αποφάσεων της Πανελλαδικής Σύσκεψης για τη Νεολαία.

5. Ως το συνέδριο να επεξεργαστούμε ένα νέο, πιο ολοκληρωμένο, πλαίσιο θέσεων και διεκδικήσεων για τη γυναίκα, για την κοπέλα. Χρειάζεται να δουλέψουμε καλύτερα ορισμένα ζητήματα από τη σκοπιά του σοσιαλισμού, αλλά και ως στοιχείο της λαϊκής οικονομίας που ευρύτερα προβάλλουμε ως συμμαχία…

6. Στα πλαίσια της δουλειάς μας για το σοσιαλισμό να ξεκινήσει συστηματική αρθρογραφία, προπαγάνδα για τη θέση των γυναικών στη σοσιαλιστική οικοδόμηση που γνωρίσαμε. Η πορεία των γυναικών στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και οι κατακτήσεις τους πρέπει να φθάσουν ευρύτερα στις γυναίκες. Ανεξάρτητα σε ποιο βαθμό κατακτήθηκε στην πράξη η κοινωνική ισότητα, δεν υπάρχει καμιά σύγκριση με τις συνθήκες του καπιταλισμού. Η μελέτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και από αυτήν τη σκοπιά θα δείξει ακόμα πιο πειστικά τις βαθιές ρίζες του γυναικείου ζητήματος και τις λίγο πολύ μακρόχρονες συνέπειες.

…….

11. Ειδικό ζήτημα είναι τα πρακτικά μέτρα που χρειάζονται για να στηριχθεί σοβαρά η πολιτική ανάδειξης και ανάπτυξης γυναικείων στελεχών στο Κόμμα και στη νεολαία. Να καταπολεμήσουμε την τάση υποχώρησης σε δύσκολη φάση της ζωής ή κάτω από την πίεση οικογενειακών προβλημάτων.

[…] Κριτήριο για την αξιοποίηση και ανάδειξή τους δεν πρέπει να είναι πόσο χρόνο διαθέτουν, αλλά η διάθεση, η μαχητικότητα. Για να μη λυγίζουν νέες συντρόφισσες κάτω από τις δυσκολίες πρέπει πέρα από την ιδεολογικοπολιτική δουλειά να παίρνονται και ιδιαίτερα μέτρα κομμουνιστικής αλληλεγγύης, όπως η βοήθεια για τη φύλαξη παιδιών, η αλληλοβοήθεια σε δύσκολες στιγμές ώστε καμιά να μην υποχωρεί κάτω από πίεση και δυσκολίες.

[…] Βεβαίως καμιά κομματική αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια δεν μπορεί να λύσει τα καθημερινά πιεστικά προβλήματα που συναντά η εργατική, η λαϊκή οικογένεια και τέτοια είναι και η κομμουνιστική οικογένεια. Γι’ αυτό και απαιτείται σοβαρή προσπάθεια ώστε να δυναμώνει και η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση και συνείδηση τόσο ανάμεσα στις συντρόφισσες όσο και στους συντρόφους. Η ιδιότητα του κομματικού στελέχους και μέλους απαιτεί και ανάπτυξη της ευθύνης, της συνείδησης του χρέους, της προσφοράς και της θυσίας.

[…] Να αποδεχθούν να συνδυάζουν όσο γίνεται καλύτερα τις προσωπικές υποχρεώσεις με την υπόθεση της εργατικής τάξης.

[…] Υπάρχουν ζητήματα που δε λύνονται με διαταγές ωστόσο χρειάζεται επίμονη και συνδυασμένη δουλειά για να γίνει κατανοητό ότι το κριτήριο της ζωής για μια κομμουνίστρια και έναν κομμουνιστή δεν μπορεί να είναι το ίδιο με όλων των άλλων».

H 100χρονη πορεία των αγώνων για την ισοτιμία και τη χειραφέτηση της γυναίκας, η πάλη του εργατικού κινήματος στις χώρες του καπιταλισμού, οι κατακτήσεις των γυναικών στις σοσιαλιστικές χώρες, τον 20ό αιώνα, αποδεικνύουν ότι: Οταν υπάρχει μια πρωτοπορία αποφασισμένη να τραβήξει μπροστά έως την τελική νίκη, να καταθέσει θυσίες στον αγώνα για τη δικαίωση της εργατικής τάξης, για τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού, που έχει συνείδηση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, τότε και οι γυναίκες που ανήκουν στα εργατικά, τα λαϊκά στρώματα θα ανταποκριθούν. Θα προσδώσουν με τη μαζική τους συμμετοχή δύναμη και αποτελεσματικότητα στον αγώνα για την απόκρουση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, για τη βελτίωση της ζωής της λαϊκής οικογένειας, το ελπιδοφόρο μέλλον της νέας γενιάς, την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Κανένας αγώνας, καμία μάχη δεν μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα και προοπτική δίχως την οργάνωση και τη συμμετοχή των ίδιων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστριών, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του εργατικού κινήματος και των συμμάχων του.