Η συνεργασία μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των τριών χωρών και οι κλιμακούμενες αντιθέσεις στην περιοχή αποτελούν εκρηκτικό μείγμα για τις εξελίξεις
Η βάρβαρη ισραηλινή επίθεση ενάντια στη νηοπομπή αλληλεγγύης προς τον παλαιστινιακό λαό της Γάζας, τα ξημερώματα της περασμένης Δευτέρας, είναι η κορυφή του παγόβουνου στο σκηνικό έντασης που διαμορφώνουν εδώ και καιρό στην ανατολική Μεσόγειο οι ανταγωνισμοί και οι αντιθέσεις ανάμεσα σε ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ, αλλά ανάμεσα και σε περιφερειακούς «παίχτες», όπως η Τουρκία και το Ισραήλ.
Η εμπλοκή της χώρας μας σ’ αυτούς τους ανταγωνισμούς, τα παιχνίδια με τη μια ή την άλλη ιμπεριαλιστική δύναμη, με στόχο να υπηρετηθούν τα συμφέροντα της ντόπιας αστικής τάξης, δημιουργούν νέους κινδύνους για τον ελληνικό και τους άλλους λαούς της περιοχής. Αποτελούν, ταυτόχρονα, μόνιμη απειλή για την ειρήνη στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η οποία συγκεντρώνει έντονα το ενδιαφέρον του ΝΑΤΟ.
Οι συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας και Ισραήλ, που έχουν υπογραφεί και εφαρμόζονται την τελευταία δεκαετία, συνδέονται άμεσα με την ιμπεριαλιστική στρατηγική περί «νέας Μέσης Ανατολής» που έχει διακηρύξει το ΝΑΤΟ από το 2004. Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία διεκδικεί πιο κεντρικό ρόλο ως περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη, έχοντας και την κάλυψη των ΗΠΑ που στοχεύουν στον αραβικό και στο μουσουλμανικό κόσμο. Η στενότερη οικονομική και στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας – Τουρκίας και η όξυνση των ανταγωνισμών μεταξύ της δεύτερης και του Ισραήλ, δημιουργούν νέες, επικίνδυνες αναταράξεις.
Η υποκρισία της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στα απανωτά εγκλήματα του κράτους του Ισραήλ δίνει το στίγμα της συνενοχής στο διαρκές έγκλημα σε βάρος του παλαιστινιακού λαού. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια ώρα που γινόταν η νέα δολοφονική επίθεση των Ισραηλινών, ήταν σε εξέλιξη ελληνοϊσραηλινή άσκηση, η οποία τελικά κάτω από το βάρος της κατακραυγής διακόπηκε.
Ωστόσο, είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, ενώ ανοιχτό αφήνει η κυβέρνηση το ενδεχόμενο για διεξαγωγή της δεύτερης φάσης της το τελευταίο δεκαήμερο του Ιούνη. Επίσης σε κοντινή απόσταση από το χώρο του μακελειού έπλεε η ελληνική κανονιοφόρος «Μαχητής», που περιπολεί στα ανοικτά του Λιβάνου, στο πλαίσιο της εφαρμογής του ιμπεριαλιστικού αποκλεισμού μετά την επίθεση του Ισραήλ το 2006.
Η στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας – Ισραήλ, όπως και αυτή της Τουρκίας – Ισραήλ, ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 και αποτελεί ένα κομμάτι του παζλ της ιμπεριαλιστικής στρατηγικής στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εντάσσεται και υπηρετεί το νέο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ που αναμένεται να επικυρωθεί το Νοέμβρη στη Λισαβόνα, με κύριο χαρακτηριστικό την παγκοσμιοποίηση του ρόλου της λυκοσυμμαχίας, ιδιαίτερα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης και όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και αντιθέσεων.
Η στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας – Ισραήλ έχει μια προϊστορία. Η «Συμφωνία Αμυντικοτεχνικής Συνεργασίας Ελλάδος – Ισραήλ» υπογράφηκε αρχικά το 1994 από τον τότε υπουργό Εθνικής Αμυνας Γ. Αρσένη, ανανεώθηκε στη συνέχεια το 1999 από τον Α. Τσοχατζόπουλο και το 2005 από τον Σπ. Σπηλιωτόπουλο που μετέβη στο Τελ Αβίβ.
Ακολούθησε η συμμετοχή της Πολεμικής Αεροπορίας και του Πολεμικού Ναυτικού στις πολυεθνικές αεροναυτικές ασκήσεις «Dolphin» των χωρών του Μεσογειακού Διαλόγου τα έτη 2005 και 2006. Οι δύο Αεροπορίες συνεκπαιδεύτηκαν για πρώτη φορά στην άσκηση «Glorious Spartan 2008» που περιλάμβανε «ασκήσεις απόκτησης εναέριας υπεροχής, εναέριου ανεφοδιασμού, προσβολής στόχων εδάφους σε μεγάλες αποστάσεις και αποστολές έρευνας και διάσωσης μάχης».
Οι ασκήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων με το Ισραήλ είναι μέρος του ευρύτερου καταμερισμού καθηκόντων που έχουν κάνει τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία. Οι προθέσεις του ΝΑΤΟ για διεύρυνση του ρόλου του στη Μεσόγειο και την ευρύτερη ενδοχώρα της, στη Β. Αφρική και τη Μέση Ανατολή, έχουν καταγραφεί και στις αποφάσεις των τελευταίων Συνόδων Κορυφής του ΝΑΤΟ. Αυτές εφαρμόζουν οι ελληνικές κυβερνήσεις.
Η Ελλάδα έρχεται να προσφέρει «γην και ύδωρ» στην πολεμική μηχανή του Ισραήλ, να διευκολύνει το ετοιμοπόλεμο των πολεμικών αεροσκαφών της χώρας αυτής, τα ίδια αεροσκάφη που χτυπάνε παλαιστινιακούς στόχους. Ετσι καλύπτεται ένα κρίσιμο κενό που υπήρχε, αφού το Ισραήλ, λόγω της γεωγραφικής του θέσης – περιβάλλεται από αραβικά κράτη – έχει πρόβλημα στην εκπαίδευση των πληρωμάτων των μαχητικών αεροσκαφών του σε αποστολές μεγάλων αποστάσεων. Αυτήν την αδυναμία καλύπτει η ελληνική προσφορά.
Η συγκεκριμένη συνεργασία μάλιστα παίρνει νέες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, με τη στoχοποίηση του Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα και την εσπευσμένη παρέμβαση της Τουρκίας, μαζί με τη Βραζιλία, για τη διάσωση επί της ουσίας των πυρηνικών φιλοδοξιών ενός παραδοσιακού εχθρού του Ισραήλ.
Την ίδια ώρα, τα γεωστρατηγικά σχέδια των ιμπεριαλιστικών επιτελείων, που στοχεύουν στην πλήρη ΝΑΤΟποίηση της Μεσογείου, ήδη προωθούνται με ενεργό ελληνική συμμετοχή και με το προκλητικό επιχείρημα ότι «αν δεν το κάνουμε, θα μας προλάβει η Τουρκία».
Από το 1997 Ελλάδα και Τουρκία, σε εφαρμογή του νέου δόγματος του ΝΑΤΟ για διεύρυνση των ορίων του και προς τη Μέση Ανατολή, ανακοίνωσαν η μια μετά την άλλη τη διεξαγωγή κοινών στρατιωτικών γυμνασίων με το Ισραήλ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Στις 9 Μάη 1997, ο υπουργός Τύπου, Δ. Ρέππας, ανακοίνωσε ότι σε εφαρμογή της υπάρχουσας ελληνο-ισραηλινής συμφωνίας, θα πραγματοποιηθεί κοινή στρατιωτική άσκηση των δύο χώρων στα Δωδεκάνησα, στην περιοχή Ρόδου – Καστελόριζου το διάστημα 24 – 29 Ιούνη 1997. Είχε προηγηθεί η ανακοίνωση κοινών ναυτικών γυμνασίων Τουρκίας – Ισραήλ – ΗΠΑ για το καλοκαίρι του 1997 στη Μεσόγειο.
Να σημειωθεί ότι το Ισραήλ, μετά την υπογραφή της συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας με την Τουρκία, ανέπτυξε δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή. Μάλιστα, Ισραηλινοί πιλότοι ανέλαβαν την εκπαίδευση Τούρκων συναδέλφων τους στις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου στο Αιγαίο.
Το γεγονός επιβεβαιώθηκε, όταν αποκαλύφθηκε ότι στο τουρκικό μαχητικό «F-16» που συνετρίβη στις 8 Οκτώβρη 1996 νοτιοδυτικά της Χίου, το μέλος του πληρώματός που διεσώθη, ήταν, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, Ισραηλινός που εκπαίδευε τον Τούρκο πιλότο, ο οποίος σκοτώθηκε. Για το συμβάν αυτό, γράφτηκε αργότερα στον τουρκικό Τύπο πως επρόκειτο για κατάρριψη από πύραυλο προερχόμενο από το ελληνικό μαχητικό.
Η έξοδος του Ισραήλ προς τη Μεσόγειο, αλλά και ταυτόχρονα η εξάπλωση του ΝΑΤΟ προς τις αραβικές χώρες σηματοδοτήθηκε με την πρώτη κοινή στρατιωτική άσκηση που πραγματοποίησε το ΝΑΤΟικό παραμάγαζο του λεγόμενου Μεσογειακού Διαλόγου (ΜΔ), στο διάστημα 30 Οκτώβρη – 1 Νοέμβρη 2005.
Ηταν μια άσκηση με το μανδύα της παροχής «Ανθρωπιστικής Βοήθειας – Ερευνας και Διάσωσης», με την επωνυμία «DOLPHIN-2005» που διεξήχθη στη θαλάσσια περιοχή νότια της Κρήτης. Πήραν μέρος οι έξι χώρες του ΜΔ, δηλαδή Ελλάδα, Αίγυπτος, Αλγερία, Ιορδανία, Ισραήλ, Μαρόκο και Τυνησία. Η άσκηση επαναλήφθηκε και το 2006 με την επωνυμία «DOLPHIN-2006» και ταυτόχρονα έγινε στην Αθήνα «ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ».
Οι παραπάνω ασκήσεις ήταν στην ουσία προπαρασκευαστικές για τη μεγάλη έξοδο της Πολεμικής Αεροπορίας του Ισραήλ στη Μεσόγειο. Στις αρχές Φλεβάρη 2007 πραγματοποιήθηκε άσκηση του Ισραήλ στο ελληνικό FIR, νότια της Κρήτης και σε απόσταση μέχρι 30 ν. μίλια από τις ακτές της, με τη συμμετοχή 25 μαχητικών αεροσκαφών του Ισραήλ, καθώς και αεροσκάφους εναέριου ανεφοδιασμού με καύσιμα.
Μάλιστα τότε από την ελληνική πλευρά, προβαλλόταν η διάσταση ότι παρέχοντας το ελληνικό FIR στην Πολεμική Αεροπορία του Ισραήλ δημιουργείται «ρήγμα» στη στρατιωτική συμμαχία Τουρκίας – Ισραήλ.
Ομως, η μεγαλύτερη «κοινή εκπαιδευτική άσκηση» των Πολεμικών Αεροποριών Ελλάδας και Ισραήλ έλαβε χώρα το διάστημα 28 Μάη – 12 Ιούνη 2008 με την ονομασία «Γκλόριους Σπάρταν» (Ενδοξος Σπαρτιάτης) και το σενάριο προέβλεπε την προσβολή στόχων σε μεγάλες αποστάσεις, φωτογραφίζοντας ένα ενδεχόμενο πλήγμα κατά του Ιράν.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στη διάρκεια της άσκησης πραγματοποιήθηκαν 120 έξοδοι ελληνικών μαχητικών και άλλες 120 έξοδοι ισραηλινών. Η απόσταση που διάνυσαν τα μαχητικά του Ισραήλ για να έρθουν στον ελληνικό εναέριο χώρο, αντιστοιχεί στην απόσταση των 1.450 χιλιομέτρων μεταξύ Ισραήλ και Νατάζ, περιοχής του Ιράν όπου βρίσκονται οι στοχοποιημένες από τους Ισραηλινούς πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Από την ελληνική πλευρά, επιχειρήθηκε να αποσιωπηθεί το θέμα και μόνο μετά από σχετικό δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας «Νιου Γιορκ Τάιμς» υπήρξαν ανακοινώσεις από το ελληνικό ΓΕΑ και μάλιστα μια βδομάδα μετά τη λήξη της άσκησης.
Η δεύτερη φάση της άσκησης αυτής έγινε στις αρχές του 2009 και μέχρι το τέλος του Μάρτη και περιελάμβανε ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου και αντιπυραυλικής προστασίας στο διεθνή εναέριο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και σε τμήμα του ελληνικού FIR, που βρίσκεται μεταξύ Ρόδου – Καστελόριζου, Κύπρου και Αιγύπτου. Στην άσκηση αυτή, πήραν μέρος δύο μαχητικά του Ισραήλ, ένα αεροσκάφος εναέριου ανεφοδιασμού και ένα αεροσκάφος – ιπτάμενο ραντάρ εφοδιασμένο με συστήματα ραντάρ και ηλεκτρονικού πολέμου.
Φθάσαμε έτσι στην άσκηση «Μίνωας 2010», αυτή που διακόπηκε τη Δευτέρα, η οποία παραπέμπει και αυτή σε σενάριο μιας αστραπιαίας αεροπορικής επίθεσης του Ισραήλ στις πυρηνικές υποδομές του Ιράν. Μάλιστα, το Ισραήλ αξιοποίησε της ελληνοτουρκικές τριβές για το Αιγαίο, βάζοντας θέμα στη φάση του σχεδιασμού της άσκησης να αποφευχθούν οι πτήσεις στο ανατολικό Αιγαίο, ώστε να μην ενοχληθεί η Τουρκία.
Τελικά η ισραηλινή πλευρά, παίζοντας το χαρτί των ανταγωνισμών της με την Τουρκία, έκανε δεκτό και υπήρξαν πτήσεις και δραστηριότητα ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού, δείχνοντας ωστόσο το πόσο επικίνδυνος είναι ο εγκλωβισμός της Ελλάδας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ρώσου Προέδρου Ντμίτρι Μεντβέντεφ στην Τουρκία, από τις 25 διακρατικές συμφωνίες υπογράφτηκαν οι 17, συνολικού ύψους 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το βασικό μέρος των οποίων είναι άμεσες ρωσικές επενδύσεις στην τουρκική οικονομία.
Βεβαίως, και άλλες συμφωνίες έχουν τη σημασία τους, όπως αυτή που προβλέπει την κατάργηση της βίζας. Σύμφωνα με τη συμφωνία αυτή, οι Ρώσοι τουρίστες μπορούν να βρίσκονται στην Τουρκία χωρίς βίζα έως 30 μέρες. Η συμφωνία αυτή έρχεται σε μια στιγμή που η Ρωσία παζαρεύει το ζήτημα της κατάργησης της βίζας με την ΕΕ, χωρίς, ωστόσο, να συναντά την ανάλογη προσοχή της.
Την ίδια ώρα, όπως σημειώνουν τα ρωσικά ΜΜΕ, από τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις δεν έλειψαν και τα προβλήματα. Ετσι, ανάμεσα στις συμφωνίες που αναμένονταν, αλλά τελικά δεν υπογράφτηκαν, ήταν αυτές που θα έδιναν πράσινο φως για την κατασκευή των υποθαλάσσιων αγωγών φυσικού αερίου του «South Stream», που στοχεύει στη μεταφορά ρωσικού αερίου στις αγορές της Ευρώπης, καθώς και «Blue Stream-2» που θα μεταφέρει το ρωσικό φυσικό αέριο στην Τουρκία, με την προοπτική, αν καλύψει τις τουρκικές ανάγκες (μαζί με τον υπάρχοντα αγωγό «Blue Stream-1»), να φτάσει μέχρι άλλες χώρες, νοτίως της Τουρκίας.
Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, οι δύο πλευρές μέχρι τώρα δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε βασικά ζητήματα. «Οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας είναι πολύ ασταθείς και σκοντάφτουν από τα εμπόδια σε κάθε στροφή», σημείωσε ο επικεφαλής του ρωσικού Ιδρύματος Εθνικής Ενεργειακής Ασφάλειας, Κωνσταντίν Σίμονοφ.
Να σημειωθεί πως τον Αύγουστο του 2009 οι πρωθυπουργοί της Ρωσίας και της Τουρκίας συμφώνησαν για τη διενέργεια ερευνών στα τούρκικα χωρικά ύδατα, από όπου σχεδιάζεται να περάσει ο «South Stream». Ωστόσο, φαίνεται πως η Τουρκία ζητά περισσότερα ανταλλάγματα από τη Ρωσία, ώστε να επιτρέψει την κατασκευή αυτού του αγωγού, που θα αποτελέσει τον άμεσο ανταγωνιστή του αγωγού «Nabucco», που σχεδιάζεται να μεταφέρει κεντρο-ασιατικό (και ίσως προοπτικά και ιρανικό) φυσικό αέριο στην Ευρώπη και τον οποίο πατρονάρουν ΕΕ – ΗΠΑ. Βεβαίως, μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην Ουκρανία και τη σαφή καλυτέρευση των ρωσο-ουκρανικών σχέσεων, η Ρωσία επανεξετάζει το συνολικό σχεδιασμό της γύρω από τους αγωγούς φυσικού αερίου, που χρησιμοποιεί ή θα κατασκευάσει.
Στις ρωσο-τουρκικές σχέσεις, λίγο πριν την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου, υπήρξε ένα σημαντικό γεγονός, που χαρακτηρίστηκε από τα ΜΜΕ ως «ερεθιστικό». Οπως είναι γνωστό, το Ιράν συμφώνησε να παραδώσει στην Τουρκία 1.200 κιλά του ελαφρώς εμπλουτισμένου ιρανικού ουρανίου, αντικαθιστώντας το με υψηλά εμπλουτισμένο πυρηνικό καύσιμο, η επεξεργασία του οποίου θα γίνει στην Τουρκία, που θα είναι το σημείο που θα γίνει η ανταλλαγή ουρανίου μεταξύ του Ιράν και της Δύσης. Ετσι, η Ρωσία και η Γαλλία, που σκόπευαν να παίξουν ακριβώς αυτόν το ρόλο, δηλαδή να αναλάβουν την ανταλλαγή και τον εμπλουτισμό του ιρανικού ουρανίου, θα παραμείνουν εκτός σχεδίου.
Αναλυτές και εμπειρογνώμονες εξηγούν την πολύπλευρη διπλωματία της Τουρκίας με την επιδίωξη της Αγκυρας να εκμεταλλευτεί την εξαιρετική γεωγραφική θέση της ως διαμετακομιστικού κέντρου προς την Ευρώπη για να πετύχει σημαντικές οικονομικές υποχωρήσεις από τη Μόσχα. Ο αναλυτής της επενδυτικής εταιρείας «Μετροπόλ», Ντμίτρι Μάσλοφ, υποστήριξε πως η Τουρκία πιέζει τη Ρωσία με σκοπό να κατεβάσει την τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου κατά 10%, καθώς και να καταργήσει τα συμβόλαια της εταιρείας «Gazprom», που προϋποθέτουν πως ο αγοραστής εισάγει τον όγκο του φυσικού αερίου που έχει συμφωνηθεί, άσχετα από το εάν του χρειάζεται τελικά η συγκεκριμένη ποσότητα, ενώ, σε περίπτωση άρνησης της εισαγωγής, πληρώνει πρόστιμο. Να σημειωθεί πως σήμερα η Τουρκία αγοράζει το 62% του φυσικού αερίου που καταναλώνει από τη ρωσική «Gazprom» και είναι ο δεύτερος εισαγωγέας του ρωσικού γαλάζιου καύσιμου, αμέσως μετά τη Γερμανία. Πρόσφατα, η Ρωσία έκανε ανάλογες υποχωρήσεις στην Ουκρανία και, σύμφωνα με τα λόγια του Μάσλοφ, η Τουρκία μπορεί να κερδίσει έως 7 δισεκατομμύρια δολάρια, εάν ο όρος «πάρε και πλήρωσε» καταργηθεί.
Πάντως, σε σχέση με τις συμφωνίες που υπογράφηκαν, αυτές ισχυροποιούν ακόμη περισσότερο το ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή. Ταυτόχρονα, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά πως ανάμεσα στις αστικές τάξεις των δύο αυτών χωρών εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές αντιθέσεις. Τέτοιες πλευρές διαφάνηκαν και στο παρελθόν, όπως με τις ρωσικές αντιδράσεις στην προσπάθεια διείσδυσης της Τουρκίας στην Κεντρική Ασία και στον Καύκασο, με αποκορύφωμα το ρόλο της Τουρκίας στην προσπάθεια απόσχισης της ρωσικής αυτόνομης περιοχής της Τσετσενίας, από τη σύνθεση της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Πρόκειται για αντιθέσεις και ανταγωνισμούς στρατηγικής σημασίας, όπως και αυτή που εκδηλώθηκε πρόσφατα στην περίπτωση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Είναι φανερό πως στις σχέσεις των αστικών τάξεων, αυτών των δύο μεγάλων χωρών, που γειτονεύουν, συνυπάρχει τόσο η τάση της συνεργασίας, όσο και αυτή του ανταγωνισμού. Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς θα «δεθεί» το συνολικό «παζλ» των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην περιοχή, στο οποίο εμπλέκονται επίσης ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ, αλλά και ανερχόμενες, όπως η Κίνα. Είναι, λοιπόν, νωρίς να προβλεφτεί το πόσο «στρατηγική» θα είναι η σχέση που διαμορφώνει η Μόσχα με την Αγκυρα, όπως, επίσης, το αν θα τηρηθούν και θα εφαρμοστούν στο σύνολό τους οι ρώσο-τουρκικές συμφωνίες που πρόσφατα υπογράφτηκαν.
Αναδημοσίευση από τον «Ρ», 6/6/2010