Τι είναι και τι θέλει το ΔΝΤ από τη ζωή μας

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) θεσπίστηκε, ως γνωστόν, το 1944, στο Μπρέτον Γουντς των ΗΠΑ και άρχισε να λειτουργεί το 1945, με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σκοπός του ήταν η εποπτεία του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών που είχε θεσπιστεί με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου, το οποίο είχε στόχο την αποφυγή της ανταγωνιστικής υποτίμησης των νομισμάτων, όπως αυτή που οδήγησε στους εμπορικούς πολέμους κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου.1 Όταν τα κράτη αντιμετώπιζαν κάποιο προσωρινό πρόβλημα στο ισοζύγιο πληρωμών το οποίο δημιουργούσε πιέσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία, το ΔΝΤ παρείχε βραχυπρόθεσμα δάνεια ώστε να διατηρηθούν σταθερές οι συναλλαγματικές ισοτιμίες.

Το ΔΝΤ χρηματοδοτείται από τα κράτη-μέλη του οργανισμού (186 το 2009, με τελευταίο μέλος το Κόσσοβο) ανάλογα με το μερίδιο που υπολογίζεται ότι έχουν στη παγκόσμια οικονομία (quotas). Με βάση το ποσοστό χρηματοδότησης, κάθε κράτος έχει και το αντίστοιχο μερίδιο σε ψήφους.2 Για την Ελλάδα αντιστοιχεί το 0,38% του συνολικού προϋπολογισμού του ΔΝΤ (περίπου 1 δισ. ευρώ), για την Ε.Ε. συνολικά περίπου το 30%, για τις ΗΠΑ το 17,09%, ενώ η Κίνα έχει το 3,72%. Βάσει των συμφωνιών που διέπουν το ΔΝΤ, κάθε χώρα μπορεί να δανειστεί ετησίως το 200% των ποσών που συνεισφέρει και 600% συνολικά — σε εξαιρετικές περιπτώσεις αυτό μπορεί να παραβιαστεί, όπως στην περίοδο της παγκόσμιας κρίσης που διανύουμε (όπου η αναλογία έχει διαμορφωθεί μέχρις στιγμής στο 1 προς 10).

Με την κατάρρευση αυτού του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών τη δεκαετία του 1970, το ΔΝΤ έμεινε σχεδόν χωρίς σκοπό. Ο ρόλος του ΔΝΤ έγινε ξανά σημαντικός τη δεκαετία του 1980, όταν κατέστη ο βασικός διεθνής φορέας για την αντιμετώπιση της κρίσης του εξωτερικού χρέους (1982: ο χρόνος εμπλοκής του ΔΝΤ στο Μεξικό).

Το ΔΝΤ δανείζει μέσω διαφόρων τυποποιημένων προγραμμάτων, εφόσον εκδηλωθεί το ενδιαφέρον από την υποψήφια χώρα. Το πιο διαδεδομένο πρόγραμμα είναι οι Συμφωνίες Υποστήριξης (Stand-By Arrangements). Έχει διάρκεια συνήθως ενός ή δύο χρόνων, αλλά μπορεί να επεκταθεί και σε τρία χρόνια, ενώ η αποπληρωμή γίνεται σε διάστημα τριών έως πέντε χρόνων. Με χαμηλά επιτόκια (τρέχοντα γύρω στο 1,5%, συν όποιο πριμ συμφωνηθεί έως 2%). Το σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι η εκταμίευση του δανείου γίνεται τμηματικά υπό τον όρο (conditionality) ότι επιτυγχάνονται οι οικονομικοί στόχοι που έχουν συμφωνηθεί με βάση τις τακτικές εκθέσεις (τρίμηνες ή εξάμηνες) από ειδικό κλιμάκιο το οποίο εδρεύει στη χώρα η οποία δανείζεται.

Η ισχύς του ΔΝΤ στην επιβολή πολιτικών

Η ισχύς του ΔΝΤ προέρχεται από τον άμεσο και έμμεσο έλεγχο των οικονομιών των κρατών στα οποία εμπλέκεται, ώστε να συνεχίσει να εκταμιεύει κανονικά τα δάνεια τα οποία έχουν συμφωνηθεί.

Επιπρόσθετα αποτελεί για το χρηματοπιστωτικό σύστημα ένα κέντρο συλλογής και παροχής πληροφοριών, γεγονός το οποίο δίνει τη δυνατότητα να παράγει σήματα προς τις αγορές χρήματος για το αν μια χώρα ακολουθεί ορθές ή όχι πολιτικές. Παρέχοντας βραχυπρόθεσμη ρευστότητα, το ΔΝΤ εγγυάται, μέσω των οικονομικών προγραμμάτων που συμφωνούνται, την επιστροφή της χώρας στις αγορές χρήματος. Μπορεί να παίξει τον ρόλο ενός συντονιστή του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και των πολιτικών που ασκούνται, παρέχοντας κατάλληλες τεχνικές συμβουλές για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που «απαιτούνται». Τα προηγούμενα του δίνουν τη δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλιών μεσολάβησης των αγορών χρήματος με μια χώρα. Αναδεικνύεται δηλαδή σε ένα σημαντικό διεθνή θεσμό επιτήρησης των οικονομικών πολιτικών, ο οποίος έχει μια σχετική ισχύ να επιβάλλει, κάτω από κατάλληλες συνθήκες, την πειθάρχηση των οικονομιών των χωρών σε ένα υπόδειγμα.

Ωστόσο, αυτή η ισχύς εκδηλώνεται άμεσα όταν μια χώρα προσφύγει στο ΔΝΤ. Επομένως, το ερώτημα «ποιος επιβάλλει τις πολιτικές που τυπικά συμφωνούνται με το ΔΝΤ» γίνεται εύλογο, ειδικά αν σκεφτούμε ότι οι «παρτιζάνοι» των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων γνωρίζουν ότι μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση πολλές φορές αδυνατεί να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.3 Με άλλα λόγια, η παρουσία του ΔΝΤ επιτρέπει στους ιθύνοντες να κάνουν ό,τι θα εύχονταν να κάνουν αλλά όμως είναι ανίσχυροι: μπορείς εύκολα να απορρίψεις την κυβέρνηση της χώρας σου αλλά δεν μπορείς το ίδιο εύκολα να απορρίψεις το ΔΝΤ, εφόσον η θέση του στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα θέτει ως πιθανό διακύβευμα τη διεθνή απομόνωση της χώρας. Πρέπει να εκτιμήσουμε το γεγονός ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου ακολουθεί και αναγγέλλει πολιτικές τύπου ΔΝΤ χωρίς να έχει προσφύγει σε αυτό.

Τα αποτελέσματα των οικονομικών πολιτικών του ΔΝΤ

Οι παρεμβάσεις του ΔΝΤ τα τελευταία δέκα χρόνια έχουν υποστεί κριτική όχι μόνο για την κοινωνικά άδικη στόχευση προς τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους ως υπευθύνων να πληρώσουν την οικοδόμηση εμπιστοσύνης των αγορών στην αποπληρωμή του χρέους, αλλά επίσης και ως «αποτυχημένες» σε σχέση με την αποτελεσματικότητά που έχουν. Θυμίζουμε ότι η παρέμβαση του ΔΝΤ στην κρίση της Ασίας το 1997 συνέβαλε ώστε να μετατραπεί η κρίση σε παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση· και σημειώνουμε ότι η Μαλαισία, η οποία δεν αποδέχτηκε τη βοήθεια του ΔΝΤ ακολουθώντας κάποιες ανορθόδοξες για το ΔΝΤ οικονομικές πολιτικές, ήταν η πρώτη χώρα που ξεπέρασε την κρίση.

Στις πολιτικές του ΔΝΤ που συμφώνησε η κυβέρνηση της Αργεντινής το διάστημα 1998-2001 οφείλεται η κατάρρευση της οικονομίας της (μείωση 22% του ΑΕΠ μεταξύ 1998-2002), ενώ οι ανορθόδοξες πολιτικές (με αρκετά ισχυρή τη στήριξη, το πρώτο διάστημα, της εσωτερικής ζήτησης με παράλληλη αδιαφορία για τον πληθωρισμό) μετά το 2002 οδήγησαν σε αξιοσημείωτη βελτίωση της οικονομίας της Αργεντινής.

Με δεδομένο ότι οι προβλέψεις του ΔΝΤ παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικών και στη στάση των αγορών χρήματος, άξια προσοχής είναι η πολύ σημαντική και συστηματική υποεκτίμηση της ύφεσης που προκαλούν οι οικονομικές πολιτικές λιτότητας που προωθεί (ειδικά αν η χώρα ακολουθεί τις συμβουλές του). Για παράδειγμα, στην Αργεντινή από το 1999 έως το 2001 που ακολουθούνταν οι πολιτικές του, το ΔΝΤ προέβλεπε ρυθμούς μεγέθυνσης 1,5, 3,7, και 2,6 για κάθε έτος ενώ οι πραγματικοί ρυθμοί αποδείχθηκαν -0,8, -4,4, -10,9 αντίστοιχα. Τα χρόνια που ακολούθησαν την εξέγερση και την αλλαγή οικονομικής πολιτικής σε ανορθόδοξη και μη επιθυμητή, οι προβλέψεις ήταν αντίστροφα υποεκτιμημένες: για το 2002 προβλεπόταν 1, έναντι πραγματικού ρυθμού 8,8.

Λετονία: πτώση 18% σε ένα χρόνο

Κλείνοντας, θα περιοριστούμε να εξετάσουμε πιο αναλυτικά την περίπτωση της Λετονίας. Η παρέμβαση του ΔΝΤ στη χώρα συνδέεται με μια πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά 18% σε ένα χρόνο. Από μόνο του το μέγεθος συνιστά μέγιστη πολιτική αποτυχία, χωρίς να αναφέρουμε την αύξηση της ανεργίας από 6,2% το 2007 σε 22% τον Δεκέμβρη του 2009, επειδή πρόκειται για από τις μεγαλύτερες μειώσεις στη σύγχρονη ιστορία. Τα αποτελέσματα αυτά προήλθαν από τον στόχο μείωσης του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού από 8 σε 3% μέχρι το 2012 σε συνθήκες κρίσης, και σε αυτήν την περίπτωση η αρχική υποεκτίμηση των αποτελεσμάτων συμπληρώθηκε με μια «στερνή γνώση». Στα μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν περιλαμβάνονταν μειώσεις μισθών κατά 20% και συντάξεων κατά 10%. Απολύθηκαν 6.000 δημόσιοι υπάλληλοι (υπολογίζεται ότι σωρευτικά θα χάσει τη δουλειά του ένα ποσοστό δημοσίων υπαλλήλων γύρω στο 20-30%). Επίσης, η συμφωνία περιελάμβανε κλείσιμο σχολείων, απολύσεις δασκάλων και κλείσιμο νοσοκομείων ώστε να μειωθούν οι δαπάνες. Όπως παραδέχεται και το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση, «οι αποταμιεύσεις προέρχονται από πτώση της ποιότητας ή της έκτασης παροχής δημόσιων υπηρεσιών» (2010/03, IMF Country Report No. 10/65: 6).

Αυτές οι πολιτικές προφανώς, όπως παραδέχεται και το ΔΝΤ, έχουν μειώσει την εσωτερική ζήτηση και την καταναλωτική δαπάνη, οι τράπεζες συνεχίζουν να συστέλλουν την πίστη και οι προοπτικές μεγέθυνσης εξαρτώνται από την ανάκαμψη τη παγκόσμιας ζήτησης που θα «τραβήξει» κάποιον εξαγωγικό τομέα της οικονομίας.

Με βάση τα προηγούμενα προβάλλει εύλογος –παρά τις συμβουλές της Παγκόσμιας Τράπεζας– ο έπαινος του ΔΝΤ στις προσπάθειες της κυβέρνησης να μην επεκτείνει τα προγράμματα ενάντια στη φτώχεια που αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς μετά την κρίση (2010/03, IMF Country Report No. 10/65 :14-5).

1.  Όταν ένα κράτος υποτιμά το νόμισμά του, οι εισαγωγές του γίνονται ακριβότερες και οι εξαγωγές του λιγότερο ακριβές για τους ξένους. Οι χώρες με ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών (δηλαδή όταν εκρέει περισσότερο χρήμα από τη χώρα σε σχέση με αυτό που εισρέει) τείνουν προς την υποτίμηση του νομίσματός τους, ώστε να αυξηθούν τα έσοδά τους από τις εξαγωγές.

2.  Στο πλαίσιο της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση της αρχιτεκτονικής του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος έχουν τεθεί: α) η αλλαγή των ποσοστών ώστε να υπάρχει βελτιωμένη αντιπροσώπευση σημαντικών οικονομιών όπως της Βραζιλίας ή της Κίνας, β) να αναλάβει το ΔΝΤ τον ρόλο ενός κεντρικού τραπεζίτη, ο οποίος θα εκδίδει ένα παγκόσμιο νόμισμα για να μην επηρεάζουν το διεθνές εμπόριο οι μεγάλες διακυμάνσεις των ισοτιμιών των νομισμάτων, γ) το ΔΝΤ να παίξει τον ρόλο ενός δανειστή ύστατης προσφυγής χωρίς όρους που εξαρτούν την εκταμίευση της χρηματοδότησης από την υλοποίηση στόχων οικονομικής πολιτικής.

3. Αποκαλυπτικό για τις παρτιζάνικες τακτικές στις οποίες εμπλέκονται οι ιππότες των μεταρρυθμίσεων είναι το βιβλίο της Έλενας Παναρίτη, βουλευτού Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, Ευημερία δίχως όρια, Λιβάνης, Αθήνα 2009.

του Σπύρου Λαπατσιώρα, εφημερίδα «Αυγή», 18/4/2010

Ο Σπύρος Λαπατσιώρας διδάσκει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο wikipedia

Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 71: Διεθνής κινητικότητα το 1949 για ειρηνική λύση

1949

Διεθνής κινητικότητα για ειρηνική λύση

Meros80_Photo1_small.jpg
Μαχητές και μαχήτριες της φρουράς του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ κατασκευάζουν ένα αμπρί το 1948

Λίγο μετά τη σοβιετική πρόταση προς το ΚΚΕ για σταμάτημα του ένοπλου αγώνα και την έκκληση της ΠΔΚ, για ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος, στη διεθνή σκηνή, εμφανίζονται πρωτοβουλίες προς την ίδια κατεύθυνση. Κι αυτό το γεγονός εξηγεί γιατί ανακλήθηκαν τα μέτρα υποχώρησης του ΔΣΕ από την ηγεσία του. Εχει γραφεί πως πρωταγωνιστής αυτών των πρωτοβουλιών ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία έθεσε το ζήτημα της ειρήνευσης της Ελλάδας κινούμενη σε δύο κατευθύνσεις: Μέσω της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και στα πλαίσια της τετραμερούς διάσκεψης για το γερμανικό ζήτημα που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι, το Μάη του ’49 με τη συμμετοχή της ΕΣΣΔ, της Μ. Βρετανίας, των ΗΠΑ και της Γαλλίας.

Η Σοβιετική Ενωση διέψευσε τότε, με επίσημη ανακοίνωση του πρακτορείου ΤΑΣΣ και αρθρογραφία της εφημερίδας «Πράβντα», πως η ειρηνική πρωτοβουλία ξεκίνησε από την ίδια, ξεκαθαρίζοντας πως επρόκειτο για αγγλοαμερικανική πρωτοβουλία στην οποία και ανταποκρίθηκε. Τη σοβιετική αυτή διευκρίνιση επιβεβαιώνει και ο Λόρενς Γουίτνερ στο βιβλίο του «Η αμερικάνικη επέμβαση στην Ελλάδα» (εκδόσεις «Βάνιας» – Θεσσαλονίκη 1991), όπου στη σελ. 358 αναφέρει ότι ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για υποθέσεις του ΟΗΕ Ντιν Ρασκ άνοιξε συζήτηση σε Σοβιετικό αξιωματούχο, για την πιθανότητα δράσης των μεγάλων δυνάμεων για να τερματίσουν τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο». Και ο Λ. Γουίτνερ συνεχίζει: «Σε μια αναφορά του, στις 5 Μάη ο Γκρομίκο, επικεφαλής της σοβιετικής αντιπροσωπείας στον ΟΗΕ, δήλωσε ότι η Μόσχα ήταν έτοιμη να «συζητήσει το ζήτημα με κάπως πιο συγκεκριμένους όρους»». Οι συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των προαναφερόμενων εκπροσώπων της ΕΣΣΔ, των ΗΠΑ, καθώς και με τη συμμετοχή του Βρετανού υφυπουργού Εξωτερικών, εκπροσώπου της Μ. Βρετανίας στον ΟΗΕ, Ε. Μακ Νιλ. Εκεί, ο Γκρομίκο – όπως προκύπτει από την ανακοίνωση του ΤΑΣ στις 20/5/1949 και επιβεβαιώνει με όσα γράφει ο Γουίτνερ – πρότεινε τα εξής:

«α.Να γίνει έκκληση προς τις αντιμαχόμενες πλευρές από τους εκπροσώπους των δυνάμεων, καλώντας τες να σταματήσουν τις πολεμικές επιχειρήσεις.

β.Να δοθεί γενική αμνηστία.

γ.Να οριστούν γενικές ελεύθερες βουλευτικές εκλογές, έτσι που στο ανώτατο όργανο της Ελλάδας επί της διενέργειας των εκλογών να συμπεριληφθούν αντιπρόσωποι των ελληνικών δημοκρατικών κύκλων που ηγούνται του λαϊκού απελευθερωτικού κινήματος στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα, ο Γκρομίκο παρατήρησε ότι θα είναι σκόπιμο δ. Να αποκατασταθεί εποπτεία από μέρους των αντιπροσώπων των δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης και της ΣΕ για τη σωστή διενέργεια των εκλογών στην Ελλάδα.

ε.Να σχηματιστεί κοινή επιτροπή των δυνάμεων με συμμετοχή της ΣΕ για τον έλεγχο των συνόρων της Ελλάδας με τα γειτονικά βόρεια κράτη.

Ο Γκρομίκο δήλωσε ότι με την εγκαθίδρυση ενός τέτοιου ελέγχου πρέπει να κηρυχτεί ότι παύει η στρατιωτική βοήθεια από μέρους ξένων κρατών στην ελληνική κυβέρνηση σε άνδρες και υλικό και πρέπει να καθοριστεί η προθεσμία αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων από την Ελλάδα.

Ο Ρασκ και ο Μακ Νιλ δήλωσαν από μέρους τους ότι τις κρίσεις του Γκρομίκο για τα μέτρα αποκατάστασης μιας κανονικής κατάστασης στην Ελλάδα θα τις μελετήσουν και στην επόμενη συνάντησή τους θα εκθέσουν τις απόψεις των κυβερνήσεών τους» (Βλέπε: Ανακοίνωση ΤΑΣ 20/5/1949, Περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός», Εκδοση «Ριζοσπάστη», 1996, τόμος β` σελ. 442 και Λ. Γουίτνερ, στο ίδιο, σελ. 358).

Το ναυάγιο της ειρηνικής πρωτοβουλίας

Οι συζητήσεις, τελικά, κατέληξαν σε ναυάγιο, αν και η Σοβιετική Ενωση συνέχιζε – χωρίς αποτέλεσμα – να πιέζει για ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος και κατά την τετραμερή διάσκεψη για το γερμανικό που άρχισε στο Παρίσι στις 23 Μάη του ’49 και τελείωσε στις 20 Ιούνη του ιδίου έτους. Οι Αγγλοαμερικάνοι δεν επιθυμούσαν – κι είχαν του λόγους τους γι’ αυτό – μια λύση στο ελληνικό ζήτημα σύμφωνα με τις σοβιετικές προτάσεις, που, ας σημειωθεί, είχαν ως βάση τους τις προτάσεις της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης. Αρνούνταν σαφή απάντηση στις σοβιετικές προτάσεις, επικαλούμενοι το επιχείρημα πως ήθελαν σε οτιδήποτε έκαναν να έχουν τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης. Από την άλλη, μετέθεταν το όλο ζήτημα, επικαλούμενοι εξωτερικό πρόβλημα της Ελλάδας, απαιτώντας δηλαδή το σταμάτημα οποιασδήποτε βοήθειας προς τον ΔΣΕ ως προϋπόθεση για να περπατήσει οποιαδήποτε ειρηνευτική πρωτοβουλία. Στην ουσία, δε ζητούσαν τίποτε άλλο από την άνευ όρων παράδοση του αντάρτικου κινήματος. Ταυτόχρονα, δεν έλειπαν από μέρους τους και οι ανοιχτές δηλώσεις ότι τη λύση στο ελληνικό ζήτημα θα έδιναν τα όπλα.

Η αγγλοαμερικανική αυτή αδιαλλαξία, φαινομενικά, είναι ακατανόητη αν πάρει κανείς υπόψη του ότι οι βολιδοσκοπήσεις για ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού προβλήματος ξεκίνησαν με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και της Αγγλίας. Στην πραγματικότητα όμως, επρόκειτο για μια πολύ λογική συμπεριφορά, αφού στο διάστημα των διαπραγματεύσεων συνέβαιναν εξελίξεις που δικαιολογούσαν μια τέτοια στάση. Οταν μιλήσαμε για τη στάση της Γιουγκοσλαβίας απέναντι στον αγώνα του ΔΣΕ, αναφέραμε ότι στις αρχές Μάη του 1949 ο Τίτο είχε έρθει σε συνεννόηση με τους Βρετανούς και είχε συμφωνήσει μαζί τους, με αντάλλαγμα οικονομικές πιστώσεις, να κλείσει τα σύνορα και σταματήσει οποιαδήποτε – έστω και ελάχιστη – παροχή βοήθειας προς τους Ελληνες αντάρτες. Σημειώσαμε επίσης ότι ο Τίτο εκπλήρωσε και τυπικά τις υποχρεώσεις που ανέλαβε απέναντι στη Δύση, όταν, τον Ιούλη του ’49, ανακοίνωσε δημόσια το κλείσιμο των συνόρων. Η εξέλιξη αυτή, όπως ήταν φυσικό, έκανε περιττή για τον αγγλοαμερικανικό ιμπεριαλισμό κάθε ενασχόληση με προσπάθειες για ειρηνική διευθέτηση της κατάστασης στην Ελλάδα. Σχολιάζοντας τη στάση των ΗΠΑ στο ζήτημα της ειρηνικής διευθέτησης του ελληνικού ζητήματος – και ιδιαίτερα την ανοιχτή πλέον θέση τους, από ένα σημείο και μετά, ότι δεν υπάρχει περιθώριο διαπραγμάτευσης με τους Ελληνες αντάρτες – ο Λ. Γουίτνερ αναφέρει: «Οσο κι αν η αμερικανική θέση ήταν αδιόρθωτη, είχε κάποια υποστήριξη μετά τα μέσα του 1949, χάρις στην κατάρρευση της τελευταίας σημαντικής ξένης βοήθειας προς το αντάρτικο. Η γιουγκοσλάβικη ηγεσία, απειλούμενη από την ΚΟΜΙΝΦΟΡΜ, αποκηρυγμένη από το ΚΚΕ και (όπως αναφέρει ο Κάνον) δεχόμενη πιέσεις «όλη την άνοιξη» από αξιωματούχους των ΗΠΑ «για μια αλλαγή στην ελληνική της πολιτική», τελικά έκανε μια κίνηση για να ξεκόψει από τους αντάρτες» («Η αμερικάνικη επέμβαση στην Ελλάδα, 1943 – 1949», σελ. 360).

Περιεχόμενα

https://erodotos.wordpress.com/istoria-dse/