Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 67: Η τακτική δημιουργίας «νεκρών ζωνών» του Κυβερνητικού Στρατού και η προπαγάνδα των «συμμοριόπληκτων»

Σοβαρό ρόλο στην ήττα του ΔΣΕ έπαιξε η βίαιη εκκένωση από τον τακτικό στρατό των περιοχών, που ήταν θέατρα των μαχών, για τη δημιουργία «νεκρών ζωνών» και την απομόνωση των ανταρτών από τους αγροτικούς πληθυσμούς. Οι περισσότεροι ερευνητές της περιόδου εκείνης καταλήγουν ότι συνολικά 800.000 Ελληνες της υπαίθρου ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους. Οι επίσημες στατιστικές (αμερικανικές και της κυβέρνησης της Αθήνας) ανεβάζουν στις 684.000 τον αριθμό των βιαίως εκτοπισθέντων από τα χωριά τους. Ομως, στον αριθμό αυτό δεν περιλαμβάνονται πολλές κατηγορίες Ελλήνων – κυρίως αγροτών – που υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, οι χιλιάδες αριστεροί της Πελοποννήσου, που κατέφυγαν στις μεγάλες πόλεις τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση – και πριν από το φούντωμα του Εμφυλίου – για να γλιτώσουν από την τρομοκρατία των παρακρατικών οργανώσεων της Δεξιάς.

Η τακτική της δημιουργίας «νεκρών ζωνών»

Η αποστέρηση του ΔΣΕ από πολύτιμες εφεδρείες, με την εκκένωση των αγροτικών περιοχών από τον πληθυσμό τους

Meros76_Photo2_small.jpg
Η συμπάθεια και η υποστήριξη του πληθυσμού της υπαίθρου στον αγώνα του ΔΣΕ οδήγησε τους μοναρχοφασίστες στην εκκένωση των χωριών, ώστε να δημιουργηθεί ένα κενό γύρω από τις μάχιμες μονάδες του

Η κυβέρνηση των Αθηνών δικαιολόγησε τις βίαιες εκτοπίσεις χωρικών, υποστηρίζοντας ότι ήταν «ανταρτόπληκτοι» ή «συμμοριόπληκτοι». Στο βιβλίο «Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον αντισυμμοριακό Αγώνα (1946-’49)», έκδοση του Αρχηγείου Στρατού 1971, αναφέρονται τα εξής: «680.000 γυμνητεύοντες και πεινώντες ανταρτόπληκτοι εβεβαίωσαν διά της φυγής των ότι παρ’ όλας τας υποσχέσεις του συμμοριτισμού, διά καλυτέραν αύριον και δημοκρατικήν ελευθερίαν, δε δύναται να ζήσουν υπό το κομμουνιστικόν καθεστώς… »

Το ΚΚΕ και η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση έσπευσαν από την πρώτη στιγμή να καταγγείλουν ότι «οι μοναρχοφασίστες γνωρίζοντας πολύ καλά τη συμπάθεια και την υποστήριξη του πληθυσμού στον αγώνα του ΔΣΕ, διέταξαν την εκκένωση των χωριών, ώστε να δημιουργήσουν ένα κενό γύρω από τις μάχιμες μονάδες μας… » (Αύγουστος 1949).

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικά για τους στόχους της επιχείρησης αυτής είναι τα αρχεία του ΟΗΕ, των αμερικανικών και των αγγλικών υπηρεσιών, όπου περιγράφεται – πολλές φορές με μια ωμή γλώσσα που ξενίζει – η τραγωδία την οποία έζησαν χιλιάδες ελληνικές οικογένειες.

Το σχέδιο του ξεριζωμού

Η αναγκαστική μετακίνηση εκατοντάδων χιλιάδων κατοίκων της υπαίθρου – η μεγαλύτερη στη σύγχρονη Ελληνική Ιστορία μετά το ξεκλήρισμα των Μικρασιατών – στηρίχτηκε στη βρετανική εμπειρία που είχε δοκιμαστεί με επιτυχία στις αποικίες του στέμματος, στην Αφρική και την Ασία και εφαρμόστηκε σταδιακά: 1.Πρώτο μέτρο ήταν ο αποκλεισμός από κάθε βοήθεια των χωριών που δε βρίσκονταν σε ασφαλείς περιοχές, σε περιοχές δηλαδή που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του ΔΣΕ.

Στις 6 Νοέμβρη 1946 ο Αμερικανός υποπρόξενος στη Θεσσαλονίκη George M. Widney, μετά από περιοδεία του στην Εδεσσα, το Αργος Ορεστικό, τη Φλώρινα και την Καστοριά, αναφέρει στους προϊσταμένους του: «Η ελληνική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία μια σκληρή πολιτική, ισοδύναμη με καταδίωξη απέναντι σε πρόσωπα και άτομα που εφοδιάζουν τις ένοπλες αριστερές συμμορίες ή που είναι επιδεκτικοί στην επιρροή τους».

Ο Αμερικανός διπλωμάτης προσθέτει πως γίνονται σαφείς διακρίσεις στο θέμα της διανομής τροφίμων και εφοδίων της UNRRA («Διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών για την Ανακούφιση και την Αποκατάσταση»), σε βάρος χωριών με πληθυσμούς που συμπαθούν την Αριστερά.

Ενας άλλος Βρετανός αξιωματούχος της UNRRA σε έκθεσή του επισημαίνει ότι ολόκληρα χωριά στην Ευρυτανία αφήνονταν χωρίς τρόφιμα για να μην πέσουν (τα εφόδια) στα χέρια των ανταρτών. Μάλιστα, κάνει λόγο και για θανάτους χωρικών από ασιτία.

Ακόμη, σε έγγραφο του Ιουλίου του 1948, που βρίσκεται στα αρχεία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, περιλαμβάνεται κατάλογος χωριών του νομού Φλώρινας, που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του ΔΣΕ και στα οποία επί 18 ολόκληρους μήνες δεν είχε φτάσει ούτε ένα δέμα βοήθειας.

2.Δεύτερο μέτρο, ήταν η απαγόρευση κυκλοφορίας, κυρίως στις ορεινές περιοχές και η φρούρηση των χωριών από μονάδες του Στρατού, της Εθνοφυλακής και τις Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου (τους γνωστούς ΜΑΥδες).

Οταν αυτά τα μέτρα δεν απέδιδαν, τότε προχωρούσαν στο επόμενο στάδιο που ήταν η εκτόπιση των «ανεπιθύμητων» πληθυσμών από τα χωριά. Και σ’ αυτό το μέτρο υπήρχαν διαβαθμίσεις:

– Αρχικά ο Στρατός «συμβούλευε» τους χωρικούς να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να κατέβουν στις πόλεις για λόγους ασφαλείας (σχετικά απόρρητα έγγραφα υπάρχουν στα αρχεία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, SDR 86800/7 – 2847). Αν ο κόσμος επέμενε να μείνει στις πατρογονικές του εστίες, τότε η εκκένωση γινόταν βίαια.

Είναι χαρακτηριστικά τα όσα αναφέρονται σε απόρρητο έγγραφο (της 27ης Οκτωβρίου 1947) του γραφείου του στρατιωτικού ακόλουθου των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα προς τον γενικό διοικητή της Ομάδας Αμερικανικού Στρατού στην Ελλάδα (USAGG) για τη δραστηριότητα του 35ου Συντάγματος του Στρατού που έδρευε στις Σέρρες: «… Εχει απομακρύνει 1.500 άνδρες, ηλικίας 16 – 40 ετών, από χωριά της περιοχής του και του έχει εγκαταστήσει σε τρία στρατόπεδα. Οι οικογένειές τους θα ακολουθήσουν αργότερα».

Οι επικυρίαρχοι Αμερικανοί ζητούσαν τακτικές αναφορές για την πορεία των εκτοπίσεων από τους υπευθύνους των μάχιμων μονάδων του Στρατού. Στα αρχεία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπάρχει έγγραφο (του 1947) του Ταγματάρχη Βέρου της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Γ’ Σώματος Στρατού, στο οποίο αναφέρεται ότι «ορισμένοι διοικητές του Γ’ Σώματος είχαν ζητήσει να εκκενωθούν περίπου 150 χωριά κοντά στην περιοχή που ελέγχονταν από τους αντάρτες, ώστε οι τελευταίοι να μην μπορούν να εξασφαλίσουν εφόδια από αυτά».

Συνδυασμός με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις

Meros76_Photo1_small.jpg

Η εκτέλεση του σχεδίου για τις εκτοπίσεις συνδυάστηκε με τις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στρατού.

Η επιχείρηση «Τέρμινους» (Ανοιξη, Καλοκαίρι και Φθινόπωρο του 1947) στη Στερεά Ελλάδα, την Ηπειρο και τη Μακεδονία, με στόχο την εκκαθάριση της περιοχής, από τα Αγραφα έως την Κοζάνη, ήταν αποτυχημένη από καθαρά στρατιωτική άποψη. Απέδωσε, όμως, από την άποψη των εκτοπίσεων και της καταστροφής του συστήματος υποστήριξης του ΔΣΕ. Αμερικανικές πηγές καταγράφουν συρροή κατοίκων των χωριών στις πόλεις: Ο πληθυσμός της Κόνιτσας διπλασιάζεται, στα Γρεβενά βρίσκονται 11.000 πρόσφυγες και άλλοι 2.000 καθ’ οδόν από τα χωριά τους, 10.000 σε σύνολο 56.000 κατοίκων του νομού Καστοριάς, μεταφέρονται στην Καστοριά και το Αργος Ορεστικό.

Σε αποτυχία από στρατιωτική άποψη κατέληξε και η επιχείρηση «Χαραυγή» για την εκκαθάριση της Στερεάς. Ομως, το πέρασμα των δυνάμεων του ΔΣΕ υπό τον Διαμαντή στα Αγραφα, επέτρεψε στο Στρατό να «αδειάσει» μεγάλες περιοχές από τους κατοίκους τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Αμάραντου και της Καστανιάς, χωριών του νομού Τρικάλων. Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, ο πληθυσμός τους μειώθηκε κατά 50% μεταξύ των ετών 1940 και 1951.

Ο Φοίβος Γρηγοριάδης αναφέρει πως οι εκκενώσεις των χωριών έγιναν με εξαιρετικά βίαιες μεθόδους. Μάλιστα, ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος είχε διατάξει τη με συνοπτικές διαδικασίες εκτέλεση των χωρικών («ληστοτρόφους» τους χαρακτηρίζει), που αρνούνταν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους.

Η «Χαραυγή» συμπίπτει με την εξέλιξη της μεγάλης επιχείρησης για τη μεταφορά παιδιών σε «ασφαλείς» περιοχές, τις γνωστές «παιδουπόλεις» της Φρειδερίκης. Η επιχείρηση αυτή γινόταν υπό την επίβλεψη της AMAG (Αμερικανική Αποστολή Βοήθειας στην Ελλάδα) που αποτελούσε και την πραγματική κυβέρνηση της χώρας μας τα χρόνια εκείνα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, από τις 800.000 εκτοπισμένους, οι 150.000 ήταν παιδιά, η πλειοψηφία των οποίων ακολούθησε τους γονείς τους στις πόλεις, ενώ τα υπόλοιπα κλείστηκαν στα ιδρύματα της Φρειδερίκης.

Στην Πελοπόννησο το 1948, ο αριθμός των εκτοπισμένων είναι μικρός. Τα κεντρικά και νότια διαμερίσματα ελέγχονται από το ΔΣΕ και ο Στρατός αποφεύγει τις διεισδύσεις. Η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα αποδίδει τον μικρό αριθμό των προσφύγων και στην «καλή μεταχείριση των πληθυσμών από τους αντάρτες» (SDR 86800/ 3 – 2448, 86800/9 – 348). Ομως, το 1949 με την έναρξη της επιχείρησης «Περιστερά», που κατέληξε στην καταστροφή των δυνάμεων του ΔΣΕ, ο αριθμός των προσφύγων αυξάνεται και σύμφωνα με τα στοιχεία των Αμερικανών φθάνει τις 17.000, για να πέσει κατακόρυφα με το τέλος των μαχών.

Και υπερβάλλων ζήλος…

Πολλές φορές οι εντεταλμένοι για τις εκτοπίσεις αποδεικνύονται βασιλικότεροι του βασιλέως. Ο αριθμός των εκτοπισμένων ξεπερνά τους αρχικούς σχεδιασμούς και επιβαρύνεται ο οικονομικός προϋπολογισμός των Αμερικανών. Ο αρχηγός της AMAG Dwight Griswold, με επείγον τηλεγράφημά του (στις 27-10-47) προς τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, του εφιστά την προσοχή γιατί, όπως σημειώνει: «Ο Ελληνικός Στρατός έχει απομακρύνει 300.000 άτομα από σπίτια που βρίσκονται σε περιοχές, τις οποίες κρατούν οι αντάρτες, ή στο θέατρο των επιχειρήσεων, κυρίως στη βόρεια και κεντρική Ελλάδα, για να εμποδίσει την αναγκαστική στρατολόγησή τους (σ. σ.: από το ΔΣΕ). Οι πρόσφυγες συνιστούν κρίσιμο εθνικό πρόβλημα, για το οποίο καταστρώνουμε σχέδια από κοινού με την Ελληνική Κυβέρνηση και τον Ελληνικό Στρατό (SDR 86800/ 10 – 2747)». Λίγες ημέρες αργότερα (στις 13 Νοεμβρίου 1947), ο Griswold πάλι «κατηγορεί» την κυβέρνηση των Αθηνών, πως αφήνει τους εκτοπισμένους χωρίς καμιά φροντίδα.

Ακόμη, δε λείπουν οι περιπτώσεις ενεργειών κρατικών οργάνων, που «εκθέτουν» στη διεθνή κοινή γνώμη την κυβέρνηση των Αθηνών και τους προστάτες της. Ο Griswold σε τηλεγράφημά του προς την Ουάσιγκτον αναφέρει ότι η εκτόπιση από τις κυβερνητικές δυνάμεις «χιλιάδων παιδιών κάποτε με τη βία» αμαυρώνει τον σκοπό, για τον οποίο αγωνίζονται η κυβέρνηση των Αθηνών και οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Στα τέλη του 1948 οι Αμερικανοί εκτιμούν πως η επιχείρηση δημιουργίας «νεκρών ζωνών» για την απομόνωση του ΔΣΕ αποδίδει. Σε αναφορά του «Τμήματος Σχεδιάσεων και Επιχειρήσεων» του Αμερικανικού Στρατού, σημειώνονται και τα εξής: «50.000 κομμουνιστές ενταγμένοι σε ένα καλά οργανωμένο σύστημα συλλογής πληροφοριών υπήρχαν σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι συμμορίτες της Αυτοάμυνας και συνιστούσαν τόσο μεγάλο κίνδυνο, όσο και οι ένοπλοι αντάρτες. Ηταν οι υπηρεσίες πληροφοριών και εφοδιασμού των ανταρτικών δυνάμεων».

Περισσότερο αποκαλυπτικός για τους στόχους της επιχείρησης ήταν ο τότε Αμερικανός ακόλουθος για θέματα Γεωργίας στην Ελλάδα Jay G. Diamond: «Η πολιτική εκκένωσης που ακολουθεί ο Ελληνικός Στρατός, έτσι όπως έχει συλληφθεί αρχικά, είχε στόχο να αποστερήσει τους αντάρτες από πηγές διατροφής και πληροφόρησης».

Η τύχη των ξεριζωμένων

Η μεγάλη συγκέντρωση εκτοπισμένων στα αστικά κέντρα και οι άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους υποχρέωσαν την κυβέρνηση των Αθηνών να προχωρήσει έστω και αργά στη δημιουργία μηχανισμών για την ανακούφισή τους. Στις 9 Μα`ϊου 1949, καταρτίστηκε ο σχετικός Αναγκαστικός Νόμος 894. Ομως, ακόμη και τότε το κράτος φέρθηκε μικρόψυχα σ’ αυτούς που τους υποχρέωσε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Τους χώρισε σε τρεις κατηγορίες:

– Στην πρώτη περιλαμβάνονταν όσοι θεωρούνταν ότι «εγκατέλειψαν τα χωριά τους για να αποφύγουν τους αντάρτες». Στην κατηγορία αυτή, ενέταξαν τις οικογένειες των επιστρατευμένων και των ανδρών του ΜΑΥ. Για όλους αυτούς προβλεπόταν η παροχή βοήθειας και ενισχύσεων.

– Αντίθετα, για τις άλλες δύο κατηγορίες, στις οποίες υπάγονταν όλοι οι ύποπτοι για συνεργασία με το Δημοκρατικό Στρατό, δεν προβλεπόταν βοήθεια. Εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες ζουν κάτω από δραματικές συνθήκες είτε σε πρόχειρα στρατόπεδα, είτε σε άθλιες κατοικίες στις μεγάλες πόλεις.

– Πολλοί απ’ αυτούς για να ζήσουν υποχρεώνονται να κάνουν τις πιο βαριές δουλιές και μη παραγωγικά επαγγέλματα, όπως αυτό του πλανόδιου πωλητή. Σε έγγραφο του υπουργείου Συντονισμού (Δεκέμβριος 1949) αναφέρεται πως το Σουφλί στον Εβρο είναι γεμάτο από άνεργους «συμμοριόπληκτους πρόσφυγες που ζουν παρασιτικά».

– Οι εκτοπισμένοι αγρότες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, που είχαν μάθει να ζουν στην ύπαιθρο, υποχρεώνονται τώρα να περνούν τις περισσότερες ώρες της μέρας τους κάτω από φοβερές συνθήκες σε παλιές φυλακές, στρατώνες, ακόμη και σφαγεία.

Αποκομμένοι βίαια από το φυσικό τους χώρο, ακόμη και όταν διατάσσεται η επιστροφή στα χωριά τους, πολλοί αρνούνται να γυρίσουν, αφού με τη ζωή στους καταυλισμούς των μεγάλων πόλεων έχουν χάσει την κοινωνική συνοχή τους. Επίσης, τα χωράφια τους είναι πολύ μικρά και η παραγωγικότητα με τον πόλεμο έπεσε κατακόρυφα και ο αριθμός των ζώων τους μειώθηκε δραματικά. Και, το κυριότερο, τα χωριά τους είναι κατεστραμμένα από τις μάχες. Σε έγγραφο της στρατιωτικής διοίκησης Θεσσαλονίκης του Οκτωβρίου 1949, αναφέρονται και τα εξής: «Δεν είναι νοητό ουδέ επιτετραμμένον επί ΕΑΜοκρατίας να υπήρχαν Δημοδιδάσκαλοι εις όλα τα χωρία και ήδη ότε πλήρης ασφάλεια παρέχεται εις άπαντα τα επαναπατρισθέντα χωρία να μην υπάρχουν τοιούτοι».

Πριν περάσουν λίγα χρόνια, οι ξεριζωμένοι του Εμφυλίου θα αποτελέσουν τη μαγιά του μεγάλου κύματος της εξωτερικής μετανάστευσης. Της μετανάστευσης – πληγής της μεταπολεμικής Ελλάδας, την οποία είχαν προαναγγείλει από τον Ιούλιο ήδη του 1949 οι Αμερικανοί επικυρίαρχοι της χώρας μας. Το «Γραφείο Αντικατασκοπευτικής Ερευνας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ» (OIR: OFFICE OF INTELLIGENCE RESEARCH) σε αναφορά του προτείνει, ως λύση στο πρόβλημα του «υπερπληθυσμού» των αγροτικών περιοχών, την εξωτερική μετανάστευση 80.000 – 10.000 ατόμων κάθε χρόνο – η οποία, κατά την άποψη των Αμερικανών, θα «εκμηδένιζε» την αναμενόμενη φυσική αύξηση του πληθυσμού.

Σημειώσεις:

1. Οι εκθέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών δημοσιεύονται στη μελέτη της καθηγήτριας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ Αγγελικής Λαΐου, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Μελέτες για τον Εμφύλιο 1945 – 1949». Αναλυτικό ρεπορτάζ για το θέμα των εκτοπισμένων του Εμφυλίου δημοσιεύθηκε στο «Ποντίκι» στις 31/8/1995.

2. Πρόσφυγες σε όλη την Ελλάδα, σύμφωνα με επίσημα αμερικανικά και ελληνικά έγγραφα:

Ιανουάριος 1947: 19.000

Μάιος 1947: 65.000

Σεπτέμβριος 1947: 238.000

Νοέμβριος 1947: 500.000

Μάρτιος 1948: 600.000

Μάιος 1949: 684.000

Οκτώβριος 1949: 684.000

Περιεχόμενα

https://erodotos.wordpress.com/istoria-dse/

Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 66: Η ανακατάληψη του Γράμμου από το ΔΣΕ και οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού

ΑΝΟΙΞΗ – ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ ’49

Πριν την τελική σύγκρουση

Η ανακατάληψη του Γράμμου από το ΔΣΕ και οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού

Meros72_Photo1_small.jpg

Μετά την εκκαθάριση της Πελοποννήσου, την ήττα του ΔΣΕ στη Φλώρινα και την ανακατάληψη της πόλης του Καρπενησιού από τον κυβερνητικό στρατό ήταν φανερό ότι οι πολεμικές συγκρούσεις οδηγούνταν στην κορύφωση. Ο στρατός της κυβέρνησης των Αθηνών, ήταν πλέον αισθητά πιο ενισχυμένος, αφού είχε καταφέρει να απαγκιστρώσει δυνάμεις του που στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν σε άλλα μέτωπα. Ετσι έστρεψε την προσοχή του στην εκκαθάριση και άλλων περιοχών της χώρας – ιδιαίτερα στην εκκαθάριση της Κεντρικής και Νότιας Ελλάδας – ούτως ώστε να περιορίσει σε όσο το δυνατό ελάχιστο χώρο τη δράση των ανταρτών. Από την άλλη ο Δημοκρατικός Στρατός, χωρίς να έχει καταφέρει να ανατρέψει την αρνητική κατάσταση γι’ αυτόν, στο ζήτημα της έλλειψης εφεδρειών, ήταν αναγκασμένος να προετοιμαστεί, για να δώσει την τελική μάχη, έχοντας απέναντί του υπέρτερες δυνάμεις, περισσότερες από κάθε άλλη φορά. Η μόνη επιλογή των ανταρτών, στο μέτρο, βεβαίως, του δυνατού, ήταν να φροντίσουν το μέτωπο, στο οποίο θα γινόταν η τελική σύγκρουση.

Η ανακατάληψη του Γράμμου

Το Μάρτη του ’49 η ηγεσία του ΔΣΕ αποφάσισε περιορισμένης έκτασης επιχείρηση για την ανακατάληψη του Γράμμου, που από τη αρχή του εμφυλίου – και μέχρι το καλοκαίρι του ’48 – θεωρούνταν το άπαρτο φρούριο των ανταρτών. Η διεύθυνση της επιχείρησης ανατέθηκε στον Μ. Βλαντά και Πολιτικός Επίτροπος ορίστηκε ο Β. Μπαρτζιώτας. Οι δυνάμεις ανταρτών που διατέθηκαν αρχικά δεν ήταν πάνω από 4.000. Στην επιχείρηση πήραν μέρος η ταξιαρχία της σχολής αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου, η ταξιαρχία Καλιανέση (πρώην 8η μεραρχία), η 108η ταξιαρχία, πυροβολικό, δυνάμεις σαμποτέρ, με την ενίσχυση τμημάτων τραυματιοφορέων, μεταφορών, διαβιβάσεων. Στην πορεία των μαχών σ’ αυτές τις δυνάμεις προστέθηκε και η 16η ταξιαρχία. Τέλος, προς τα τέλη Απρίλη του ’49, στις παραπάνω δυνάμεις προστέθηκε και η 103η ταξιαρχία, ενώ η διοίκηση όλων των δυνάμεων ανατέθηκε στο Γ. Βοντίτσιο – Γούσια.

Από μέρους του κυβερνητικού στρατού στη μάχη πήραν μέρος τρεις ταξιαρχίες της 8ης μεραρχίας του, δύο μοίρες ορεινών καταδρομών, η 45η ταξιαρχία, η 77η ανεξάρτητη ταξιαρχία, η 9η και η 16η μεραρχίες, συν μία ταξιαρχία της 1ης μεραρχίας, πυροβολικό και αεροπορία. Σύνολο δυνάμεων πολύ πάνω από 20.000 άνδρες.

Η επιχείρηση του ΔΣΕ, για την ανακατάληψη του Γράμμου, άρχισε στη 1 Απρίλη 1949 και ουσιαστικά μέχρι τα τέλη του μηνός είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία, προκαλώντας βαριές απώλειες στον αντίπαλο. Η νίκη βεβαίως διασφαλίστηκε με την επιτυχημένη μάχη στα Πατώματα (30/ – 2/6/49). Ετσι ο Γράμμος ξαναπέρασε στους αντάρτες.

Για τη ανακατάληψη του Γράμμου από τον ΔΣΕ, ο στρατηγός Ζαφειρόπουλος γράφει: «Επετεύχθη πράγματι στρατηγικός και τακτικός αιφνιδιασμός και ούτω κατελήφθησαν οι αντικειμενικοί σκοποί άνευ σοβαράς αντιδράσεως του αντιπάλου και εξηναγκάσθησαν αι εθνικαί δυνάμεις να προβούν εις αναδιάταξιν δυνάμεων διά προσανατολισμού δυνάμεων προς Δυτικόν Γράμμον – Σμόλικαν και να εμπλακούν εις αγώνα φθοράς. Εγένεντο κινήσεις ταχείαι υπό δυσκόλους συνθήκας ατμοσφαιρικάς και εδάφους και μάλιστα κατά τη νύκτα. Εδημιουργήθη εκ νέου η εστία – βάσις του Γράμμου, όστις μόλις το θέρος του 1948 είχεν εκκαθαρισθεί διά μακροχρονίου (64 ημερών) αγώνος, πολυδάπανου εις απώλειας ανθρώπινου και πολεμικού υλικού και παρέστη ανάγκη νέων αγώνων κατά το 1949 διά την ανακατάληψίν του», («Αντισυμμοριακός Αγών», σελ. 579).

Εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε Ρούμελη-Θεσσαλία

Meros72_Photo2_small.jpg

Για τη συντριβή του Δημοκρατικού Στρατού στη Ρούμελη και τη Θεσσαλία, η στρατιωτική ηγεσία του κυβερνητικού στρατού είχε επεξεργαστεί συγκεκριμένο σχέδιο με την επωνυμία «ΠΥΡΑΥΛΟΣ». Για την εφαρμογή του σχεδίου θα δημιουργούνταν ειδικές δυνάμεις κρούσης με την ονομασία ΔΑΚΕΣ (Δυνάμεις Αναζητήσεως, Κρούσεως, Εξοντώσεως Συμμοριτών). Να πώς περιγράφει αυτό το σχέδιο ο στρατηγός Ζαφειρόπουλος: «Σκοπός: Η εθνική Ηγεσία μετά την ανακατάληψιν του Καρπενησίου και την καταδίωξιν των συμμοριτών προς Αγραφα, και φυσικά προ της εκδηλώσεως της ενεργείας των συμμοριτών προς ανακατάληψιν του Γράμμου, είχεν αποφασίσει την ενέργειαν επιχειρήσεων, με σκοπόν τη ριζικήν εκκαθάρισιν εκ Ν. προς Β. της Κεντρικής Ελλάδος και τη συσπείρωσιν προοδευτικώς και συστηματικώς των δυνάμεων διώξεως προς βορράν. Η ζώνη των επιχειρήσεων περιορίζετο από βορρά υπό της γραμμής Αώου ποταμού (Κόνιτσα) – Βενέτικου ποταμού (Γρεβενά) – Αλιάκμονος ποταμού (Σέρβια) και προς νότον μέχρι Κορινθιακού Κόλπου – Βορείου Ευβοϊκού Κόλπου.

Σχέδιον ενεργείας: Διά την εκκαθάρισιν θα εδημιουργείτο κινητή δύναμις κρούσεως προς καταδίωξιν, αποδιοργάνωσιν και εξόντωσιν των συμμοριακών συγκεντρώσεων εν τη άνω περιοχή. Το ιδιάζον εν τη συλλήψει του σχεδίου τούτου, είναι ότι εις τας δυνάμεις ταύτας κρούσεως δεν καθωρίζετο ως αντικειμενικός σκοπός εδαφική ζώνη, αλλ’ ο συμμοριακός όγκος εις οιανδήποτε περιοχήν και εάν ευρίσκετο ή κατέφευγε καταδιωκόμενος.

Η επιχείρησις «Πύραυλος» θα άρχιζε μετά την εκκαθάρισιν της Πελοποννήσου προς χρησιμοποίηση των εκεί διατεθεισών δυνάμεων της IX Μεραρχίας, της 72ας Ταξιαρχίας και των Μοιρών Καταδρομών» (στο ίδιο, σελ. 585).

Η ανακατάληψη του Γράμμου από τον ΔΣΕ ανάγκασε την αντίπαλη στρατιωτική ηγεσία να τροποποιήσει το σχέδιο «ΠΥΡΑΥΛΟΣ». Ο Ζαφειρόπουλος αναφέρει σχετικά: «Μετά την μεσολάβησιν την 1ην Απριλίου της επιχειρήσεως των συμμοριτών «ελιγμός του Γράμμου 1949» διά της ανακαταλήψεως του Δυτικού Γράμμου και Σμόλικα υπό των Συμμοριτών και της διεισδύσεως της II συμμοριακής Μεραρχίας εις Ρούμελην, αι προϋποθέσεις της επιχειρήσεως «Πύραυλος» από απόψεως δραστηριότητας των συμμοριτών και διαθεσιμότητος εθνικών δυνάμεων τροποποιήθηκαν άρδην, λόγω προσανατολισμού δυνάμεων προς Δ. Γράμμον.

Ετέθη τότε το πρόβλημα, κατά πόσον συμφέρει να αποδυθούν αι εθνικαί δυνάμεις εις ταυτόχρονον διμέτωπον αγώνα, τόσον υπό του Β` Σ. Στρατού εις τον Δ. Γράμμον, όσον και υπό του Α` Σ. Στρατού εις την περιοχήν Κεντρικής Ελλάδος (Ρούμελη – Αγραφα – Θεσσαλία). Κατόπιν συζητήσεως προεκτιμίθη, ότι είναι ασύμφορος η δημιουργία ταυτοχρόνως διμέτωπου αγώνος, λόγω ανεπάρκειας των διατιθέμενων δυνάμεων» (στο ίδιο, σελ. 586).

Ετσι το σχέδιο «ΠΥΡΑΥΛΟΣ» τροποποιήθηκε και στη θέση του εμφανίστηκε το σχέδιο «ΚΥΝΗΓΟΣ». Σύμφωνα με τον Ζαφειρόπουλο στο σχέδιο «Κυνηγός» προβλεπόταν: «α) Η εκκαθάρισης της περιοχής των Αγράφων, προς εξόντωσιν των εν αυτή συμμοριακών μονάδων της I συμμοριακής Μεραρχίας και διαφόρων μονάδων χώρου και εμπέδων. β) Η εκκαθάρισις της περιοχής της Ρούμελης, προς εξόντωσιν της II συμμοριακής Μεραρχίας και μονάδων χώρου. γ) Η εκκαθάρισις της περιοχής Ανατολικής ορεινής Θεσσαλίας, προς εξόντωσιν των συμμοριακών δυνάμεων αυτής» (στο ίδιο, σελ. 588).

Στις παραμονές της επιχείρησης «ΚΥΝΗΓΟΣ», οι υπό εκκαθάριση και εξόντωση δυνάμεις του ΔΣΕ ήταν οι εξής: Η 1η Μεραρχία με διοικητή τον Χ. Φλωράκη (Γιώτης) είχε δύναμη περίπου 1.600 μαχητές. Η 2η Μεραρχία με διοικητή τον Γ. Αλεξάνδρου (Διαμαντής) είχε δύναμη περίπου 1.500 μαχητές. Το επιτελείο, η φρουρά και η σχολή αξιωματικών του Κλιμακίου Γενικού Αρχηγείου Νοτίου Ελλάδας (ΚΓΑΝΕ) είχε δύναμη περίπου 300 μαχητές. Διοικητής του ΚΓΑΝΕ ήταν ο Κ. Κολιγιάννης (Αρβανίτης). Μ’ αλλά λόγια η συνολική δύναμη των ανταρτών, στην καλύτερη των περιπτώσεων, δεν υπερέβαινε τις 3.400 μαχητές.

Η επιχείρηση άρχισε την 1η Μάη του ’49, κι απέναντι στις λιγοστές αυτές δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού ο αντίπαλος εξαπέλυσε δύναμη 70.000 ανδρών με επικεφαλής τον Θρ. Τσακαλώτο, 140 πυροβόλα, 60 αεροπλάνα, σημαντικό αριθμό αρμάτων μάχης και τεθωρακισμένων. Ο αγώνας ήταν άνισος. Κι όπως ήταν αναμενόμενο κατέληξε σε ήττα των δυνάμεων του ΔΣΕ. Πάνω από ένα μήνα αγωνίστηκε η 2η Μεραρχία. Στο πεδίο της μάχης χάθηκαν πολλά στελέχη και μαχητές. Και τέλος, στις 21 Ιούνη του ’49, στη θέση Μάρμαρα σκοτώθηκε ο ίδιος ο διοικητής της, ο θρυλικός Διαμαντής. Σκληρές μάχες έδωσαν και οι υπόλοιπες δυνάμεις των ανταρτών, αγωνιζόμενες μέχρι εσχάτων. Η 1η μεραρχία του Χ. Φλωράκη κατάφερε να ελιχθεί και να φτάσει στις αρχές Ιούλη στο Γράμμο, κάνοντας συνεχή πόλεμο στον Ολυμπο, στα Πιέρια, τα Χάσια και το Σμόλικα. Επίσης, στο Γράμμο έφτασε κι ένα τμήμα από τις υπόλοιπες δυνάμεις του ΔΣΕ, που διασώθηκαν με επικεφαλής τον Κ. Κολιγιάννη. Ετσι το ΚΓΑΝΕ έπαψε να υπάρχει και τυπικά διαλύθηκε με απόφαση του ΠΓ στις 12 Ιούλη του ’49(«Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», τόμος Α`, σελ. 610).

Αλλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις

Παράλληλα με τις επιχειρήσεις σε Θεσσαλία και Ρούμελη, ο κυβερνητικός στρατός πραγματοποίησε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη Μακεδονία και τη Θράκη. Τον Μάη και τον Ιούνη πραγματοποιήθηκαν επιθέσεις εναντίον του ΔΣΕ στα Κεδρύλια, στη Χαλκιδική, στο Μπέλες, στην περιοχή Κομοτηνής – Εβρου. Τον Ιούλη εκκαθαριστικές επιχειρήσεις έγιναν στο Καϊμακτσαλάν.

Ακόμη, δυνάμεις του Α` Σώματος Στρατού επιτέθηκαν στην περιοχή του Σουλίου αναγκάζοντας την 159η ταξιαρχία του Δημοκρατικού Στρατού να ελιχθεί προς το Γράμμο.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, μαζί κι αυτών στην Πελοπόννησο, ήταν να εξοντωθεί μεγάλο μέρος των δυνάμεων του ΔΣΕ στη Νότια, Κεντρική και Ανατολική Ελλάδα, να στριμωχτούν ουσιαστικά οι δυνάμεις του στο Γράμμο και στο Βίτσι και να απελευθερωθούν ισχυρές κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις για την τελική σύγκρουση.

Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο του «Ρ»

Περιεχόμενα

https://erodotos.wordpress.com/istoria-dse/